9.8.12

Η Πολιτική των Ίσων Αποστάσεων και ο Κίνδυνος Κατάλυσης της Δημοκρατίας


του Βαγγέλη Ιντζίδη

πηγή: www.intellectum.org



Αντί Εισαγωγής
Μέσα από προσωπικές δολιχοδρομήσεις έμαθα – για τα καλά -τι είναι να είσαι ήδη αφηγημένος, πριν αναλάβεις με σχετική αυτονομία, σ’ ένα πήγαινε έλα ανάμεσα στην κυριαρχία και την υποταγή, τα της δικής σου ζωής.
Τον τελευταίο καιρό βεβαιώθηκα πως για όλους μας, οι αφηγήσεις του παρελθόντος – εκείνες οι πρώτες αφηγήσεις για το πώς ήρθαμε στον κόσμο – εμπεριέχουν τόσο τις αφηγήσεις από ένα απώτερο παρελθόν πρo της συλλήψεώς μας, αλλά και τις αφηγήσεις που ανήκουν στο μέλλον ή που θα τις συναντήσουμε μετά τη γέννησή μας. Παράδοξο; Ίσως, αλλά η δόξα δεν είναι παρά η γνώμη της πληθυντικότητας ενώ η αλήθεια είναι το βίωμα της ενικότητας, όταν ο εαυτός συνθέτει την ποικιλία των εντός μας φωνών και οπτικών γωνιών, όταν επαναλαμβάνουμε στο νου, τη δική μας – και για μας – αφήγηση του εαυτού εις εαυτόν.
Αυτή η διαρκής επαναφήγηση της ιστορίας μας από εμάς σε εμάς και για εμάς είναι που διαφωτίζει και απελευθερώνει. Αυτός είναι ο ανοιχτός χώρος που λόγω της ανοιχτότητάς του δεν αναλίσκεται στην αναζήτηση ζωτικότητας. Ο ανοιχτός χώρος της επαναφήγησης είναι ο χώρος της ζωτικότητας.
Ι. Η σύγκλιση του χρόνου
16 Ιουλίου 1961: Γεννιέμαι με καισαρική τομή και με το άγχος ιατρών, συγγενών και μιας γειτονιάς στο Περιστέρι, πως δεν θα επιβιώσω μήτε εγώ, μήτε η μαμά. Εκλαμψία και τοξίνες έδεσαν ομφάλια τη ζωή μου μαζί με τον μύθο του σεσωσμένου, που δεν θα μπορέσει να αποφύγει, έκτοτε, ένα ψυχογενές αφήγημα στο μεταίχμιο αφανισμού και σωτηρίας.
Αλλά και η οικογενειακή αφήγηση, η ιδιωτική οδός της ιστορίας, εμπεριείχε ήδη τις σωτηριολογικές αφηγήσεις: η οικογένεια του πατέρα μου από την Προύσα της Μικράς Ασίας και την Κωνσταντινούπολη, ήρθε άρον – άρον λίγο πριν ξεσπάσει η καταστροφή και σώθηκε. Η οικογένεια της μητέρας, όσοι σώθηκαν από την καταστροφή της κατοχής και του εμφυλίου σπαραγμού και ήρθαν κι αυτοί άρον άρον από την ενδοχώρα στην προστατευτική χοάνη της Αθήνας. Ο κίνδυνος και η σωτηρία.
–> Πριν και μετά από τη γενέθλιο μέρα, χρονικά σημεία σύγκλισης:

16 Ιουλίου 1942: Σύλληψη 12.884 Γαλλοεβραίων και κράτησή τους στο Χειμερινό Ποδηλατοδρόμιο, στο Παρίσι. Πρόκειται για τη μαζικότερη σύλληψη. Αρρώστια και θάνατος. Ελάχιστοι θα επιστρέψουν μετά την τοποθέτησή τους στα τρένα της εξόντωσης.
16 Iουλίου 2012: ο  κ. Φώτης Κουβέλης, επισκέπτεται το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη και κάνει μια δήλωση που αφορά την ανάγκη της οργάνωσης του κράτους ώστε να αντιμετωπιστεί η εγκληματικότητα εγκιβωτίζοντας στο λόγο του και τα παρακάτω λόγια: «[...] Η προστασία της ζωής του πολίτη δεν μπορεί να υποκαθίσταται από κανέναν εξωθεσμικό μηχανισμό, ούτε από εκείνους οι οποίοι αυτόκλητα αναλαμβάνουν την προστασία της ζωής των ελλήνων πολιτών, αλλά ούτε και από αυτόκλητες υπερασπιστές των ξένων πολιτών που βρίσκονται στην χώρα μας.[...]».
Ας μη μιλήσουμε για αστοχία. Ας μιλήσουμε για ντροπή.
Γεννήθηκα, όταν όλα έδειχναν πως δεν ήταν δυνατό να γεννηθώ. Η άβυσσος της εξαφάνισης μας περίμενε, μάνα και παιδί. Γεννήθηκα από ανθρώπους που ένιωθαν ξένοι και για διαφορετικούς λόγους. Ο πατέρας μου από γονείς που ένιωθαν ξένοι στη Μικρά Ασία του Κεμαλικού εθνικισμού μεγάλωσε σε μια Ελλάδα, σε μια Αθήνα, που τους αντιμετώπιζε ως ξένους. Τουρκοσπορίτες βενιζελικούς που ήρθαν από την Ανατολή τους φώναζαν. Πρόσφυγες, περιχαρακωμένοι στους καταυλισμούς και μετέπειτα συνοικισμούς τους. Η μάνα μου με τους γονείς της και τα διασωθέντα αδέλφιά της ήλθαν στην Αθήνα για να γλυτώσουν από τη λευκή τρομοκρατία των δοσίλογων δολοφόνων που τους απειλούσαν, εκείνων που είχαν δολοφονήσει τα αδέλφιά της με σπουδές στα νομικά, τη φιλοσοφία και τις ευρωπαϊκές γλώσσες στην Ευρώπη του μεσοπολέμου.

Και μάλιστα – το παράξενο – οι εργάτες του υποστατικού των κτημάτων τους, ήσαν οι γερμανοτσολιάδες και δοσίλογοι, ενώ οι μεγαλοκτηματίες παππούδες μου – και λόγω των παιδιών τους – με την αριστερά. Το ανάποδο μιας ταξικής νεύρωσης, που δεν λέω από πείσμα μνήμης  να ξεπεράσω. ΄Ενα πείσμα που με κάνει να διαβλέπω πόσο δολοφόνοι μπορούν να γίνουν οι άνθρωποι της καθημερινότητας και του μόχθου, αν κάποιος χειραγωγήσει το ταξικό τους μίσος. Αλλά και πόσο ηθικοί αυτουργοί μπορούν να γίνουν οι αστοί, και οι ακόλουθοί τους, που δεν θέλουν να λερώσουν τα χέρια τους, βάζοντας άλλους, τους υποδεέστερους να τους κάνουν τη βρωμοδουλειά.

Γι’ αυτό το λόγο αποκήρυξα κάθε σκοτεινό ή ακόμη και υπόνοια σκιάς στο φως της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ελευθερίας. Κάθε είδους ολοκληρωτισμό ή και υπονόμευση της ενάργειας των ανθρώπων να αντιμετωπίζουν τις σκιές του και τις σκιές τους. Δεν θέλω να επεκταθώ και σε ζητήματα εθνοτικών καταγωγών μου, οικογενειακά δέντρα μιας μετακίνησης στη Μεσόγειο θάλασσα (από αυτές που θέλει καθένας να αναδείξει στο ναρκισσιστικό κοσμοπολιτισμό του).
Κρατώ αυτή τη μόνιμη επωδό της ζωής μου, αυτή που προσπάθησα – και προσπαθώ – να της βρώ (και ανάλογα τις περιόδους) το ρυθμό που της ταιριάζει, στα κείμενά μου, δηλαδή σε όλα εκείνα τα έργα, τα λόγια, τα γραπτά, τα σώματα, τα όνειρα που συγκροτούν την αφήγηση εις εαυτόν: είμαι ξένος.

Είμαι ξένος ως πρώην φεουδάρχης και νυν προλετάριος, που μου αφηγούνταν η γιαγιά Ευμορφία. Είμαι ξένος ως μικρασιάτης, που μου αφηγούνταν ο παππούς Αχιλλέας. Είμαι ξένος από την κάθοδο εκ Ρωσίας και εξ Αλεξανδρείας της γιαγιάς μου της Ντίνας. Είμαι ξένος, ως υπότροφος σ’ ένα σχολείο που άλλοι πλήρωναν τα δίδακτρα και για μένα. Είμαι ξένος, όταν δεν μπορώ να σε αγαπήσω με τον τρόπο που σε αγάπησαν άλλοι και δεν αγαπώ έτσι όπως αγαπούν οι άλλοι. Επειδή η ομοστασία δεν είναι ποτέ μια ισορροπία αλλά μια σύγκρουση και επειδή κάθε φορά ένα παρόν ενεργοποιεί κάτι από το απώτατο παρελθόν, μιας και κουβαλάμε μέσα μας αυτό που είμαστε εμείς αλλά και αυτό που είναι όλοι οι άλλοι αλλά και το άπαν πριν από εμάς (κατ΄αναλογία με το δικό μου – και του καθενός – το DNA που κουβαλάει όλο το DNA του πλανητικού σύμπαντος).
Είμαι ξένος και σεσωσμένος. Αλλά διεσώθην από το αυτόκλητο. ΄Οχι από την αυτοδικία. Με έσωσαν, αυτόκλητα οι γιατροί σ’ εκείνη τη μικρή κλινική του Περιστερίου, ο γιατρός Νικολάου, όταν επέμενε να μην παρατήσει την προσπάθεια και όταν το κράτος επέμενε πως δεν μπορούσε να προσφέρει τίποτα (ως ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε μια σειρά από πανάκριβα φάρμακα που χρειαζόμασταν επειγόντως και για μεγάλο χρονικό διάστημα, μάνα και παιδί). Διεσώθην από το αυτόκλητο, εκείνων που με κίνδυνο ζωής, φυγάδευσαν στην κυριολεξία τη μάνα μου, παιδί ακόμη, για να γλυτώσει τη σφαγή από τους λευκούς τρομοκράτες, αυτούς που εκπροσωπούσαν τότε την έννομο εθνοσωτήριο τάξη.

Διεσώθην από το αυτόκλητο των άλλων, όταν διέσωσαν την οικογένεια του παππού μου. Διεσώθην από το αυτόκλητο της γειτονιάς μου και των δασκάλων μου στο πέτρινο δημοτικό σχολείο, το 2ο του Περιστερίου. Διεσώθην από το δάσκαλό μου, κ.Σεκλιζιώτη, όταν αυτόκλητος κι αυτός, προσπάθησε να με διώξει με μια κλωτσιά, να μου δώσει μια ευκαιρία για μόρφωση στέλνοντάς με να δώσω εξετάσεις για τη Σχολή Αναβρύτων. Διασώθηκα, εγώ ο ξένος, από το αυτόκλητο της προστασίας και της αγάπης των φίλων, αυτών των άλλων, ουκ ολίγες φορές. Δεν λησμονώ, όπου κι αν είναι τώρα ο καθένας τους.
Αλλά σε αυτή τη μυθολογία του αφηγημένου μου εαυτού, του σωσμένου και του ξένου, ενυπάρχει πάντα το όφελος μιας ιδιότυπης αλαζονείας, αυτό που άλλοτε φαντάζει με καταστροφή και άλλοτε με ευτυχία. Η υστερία της διαφοράς μιας ιδιότυπης μεταιχμιακότητας ανάμεσα στη λέξη και το αίσθημα, ανάμεσα στο συναίσθημα και τη σκέψη. Για να ξεκαθαρίσω την οπτική γωνία αυτού του κειμένου – διαμαρτυρίας ή/και απεγνωσμένης έκκλησης. Γράφω ως αντίδοτο της κατάρρευσης.
Αν είναι αλήθεια, και δεν έχω λόγους να το αμφισβητήσω, πως οι οργανισμοί τείνουν στη σύγκλιση προς το φυσικό ανακαλώντας διαρκώς μνήμες από το παρελθόν για να διορθώσουν εαυτόν προς τη φύση του, τότε η σύγκρουση επιφέρει ως αποτέλεσμα αυτό που οι κοινωνίες αντιμετωπίζουν – σε μια κατασκευή παρόντος – ως παράδοξο. Γιατί η σύγκρουση μας συγκροτεί εντός μας αλλά η σύγκρουση μας συνθέτει ως κοινωνικό σώμα. Ακριβώς και λόγω της σύγκλισης προς το φυσικό δημιουργούνται τα υβρίδια του παρόντος που θα αποτελέσουν τις κανονικότητες του αύριο, έως ότου πάλι νέες υβριδιακότητες αναμοχλεύοντας το παρελθόν θα δοκιμάσουν νέες συνθέσεις.
Αν είναι αλήθεια – και φαίνεται πως είναι – ότι η ανάγνωση δεν είναι μια γραμμική πορεία κωδικοποίησης – αποκωδικοποίησης του γραπτού λόγου σ’ ένα συνεχές γραφημάτων, αλλά πως η σύγκλιση προς το φυσικό σημαίνει τη διόρθωσή της προς τη μη – γραμμική ανάγνωση του κόσμου (αυτό που παλαιά λέγαμε ανάγνωση μέσω βραχογραφιών και σήμερα λέμε πολυτροπικότητα της μη γραμμικής ανάγνωσης των ιστοσελίδων του διαδικτύου) τότε;
Τότε η ανάγνωση της δήλωσης του κ. Φώτη Κουβέλη, μια ανάγνωση μη γραμμική και στο χρόνο και στο σύνδεσμο της υλικής και άυλης τροπικότητας που λειτουργεί ως περικείμενό της, με οδηγεί στο ενεργητικό πένθος. Την πιο λυτρωτική – σχεδόν διονυσιακή – γονιμοποιητική θλίψη που υπάρχει και στα δικά μου βιώματα.
Είσοσι, σχεδόν, χρόνια πριν από τη γέννησή μου και εβδομήντα χρόνια, σχεδόν, πριν από τη δήλωση του κ. Κουβέλη, κανείς δεν βρέθηκε αυτόκλητος να διασώσει κανέναν από τις γυναίκες, τους άντρες και τα παιδιά που σύρθηκαν στο Χειμερινό Ποδηλατοδρόμιο του Παρισιού. Και τι τραγική ειρωνεία, χειμερινό το ποδηλατοδρόμιο, κλειστό από παντού και κατακαλόκαιρο, δέχτηκε χιλιάδες ανθρώπους, δίχως νερό και δίχως βασικούς κανόνες για τις βιολογικές ανάγκες των έγκλειστων.
Κανείς αυτόκλητος δεν βρέθηκε τότε για να διασώσει τα παιδιά από τη δίψα και τον τύφο. Προσπάθησαν πάλι ελάχιστοι, νοσοκόμες και ένας γιατρός, Εβραίος αυτός. Το Παρίσι του φωτός έγινε για άλλη μια φορά το Παρίσι του σκότους, καθώς οι πολίτες ακολούθησαν την κυβέρνηση του Βισσύ, τις οδηγίες της δικής τους γαλλικής κυβέρνησης, που υπέγραψε τη συνθηκολόγηση με τον Χίτλερ και μάλιστα ο Πεταίν, ο ήρωας της γραμμής Μαζινό, του πρώτου παγκόσμιου πολέμου.
Οι ίσες αποστάσεις και η σύγχυση γύρω από την εννοιολόγηση αυτοδικίας και αυτόκλητου έχουν ως αποτέλεσμα την καταστροφή του ανθρώπου μέσα στην ψυχή του ανθρώπου. ΄Ισα μέσα στην ανθρώπινη ψυχή εγκαταστάθηκε – πάλι, είκοσι χρόνια πριν τη γέννησή μου και εβδομήντα χρόνια πριν τη δήλωση Κουβέλη – η ανάσα του απάνθρωπου.
Αν είναι αλήθεια – και φαίνεται πως είναι – ότι η (oικο)ανοσολογία του οργανισμού δεν αναγνωρίζει, δεν έχει τέτοια εγγραφή για αναγνώριση του ξένου από το ίδιον, παρά μόνον αναγνωρίζει τον κίνδυνο, τότε ποιος θα αναγνωρίσει σήμερα ως κοινωνικό σώμα το σήμα του κινδύνου;
Ένα σήμα κινδύνου, όχι από μια εισβολή αλλότριων προς τον άνθρωπο και τον πολιτισμό του ιδεών. Όχι από την εισβολή ενός ιού απέξω, μιας αρρώστιας ενάντια στην υγεία μας. Όχι από την υγειονομική μεταναστευτική βόμβα, όπως ισχυρίστηκε, ο κ. Λοβέρδος και επανέλαβε και ο κ. Χρυσοστομίδης με τις υποχρεωτικές εξετάσεις και κοινοποιήσεις του ιατρικού απορρήτου, των εταίρων φορέων του ιού του AIDS.

Όχι από την εισβολή των Εβραίων, ως ποντίκια και φορείς ασθενειών, στο γερμανικό κοινωνικό σώμα των αρείων, όπως πρόβαλαν τα επίκαιρα στους γερμανικούς κινηματογράφους και οι αφίσες στους δρόμους των γερμανικών πόλεων, του μεσοπολέμου. ΄Οχι.
Ποιος θα αναγνωρίσει τι γίνεται στο περιβάλλον και ενεργοποιεί ιούς και μικρόβια που αποτελούν το 70% του DNA μας, και υπάρχουν εκεί από εκατομμύρια χρόνια, από το απώτατο παρελθόν του DNA μας ώστε να αναγνωριστούν ως κίνδυνος από το 30% του DNA του ανθρώπινου οργανισμού;
Ποιος θα αναγνωρίσει το σήμα κινδύνου του ίδιου από το ίδιο που κουβαλάει εντός του;
Ποιος θα αναγνωρίσει σε τέτοιες, δηλαδή, ίσες αποστάσεις που πήρατε, κ. Κουβέλη, από τους ναζιστές και τους αυτόκλητους προστάτες των μεταναστών (δίχως να παραβλέπω ότι υπάρχει ένα μεταναστευτικό ζήτημα που θα απασχολήσει και για οικολογικούς λόγους τον πλανήτη ολάκερο τα επόμενα χρόνια) ως το περιβάλλον που ενεργοποιεί τον κίνδυνο της μειωμένης αντίστασης του κοινωνικού σώματος στην ετερότητα που είναι ήδη εντός του;
Καταλαβαίνετε, άραγε, κ.Κουβέλη τι διαπράξατε; Και είμαι βέβαιος δίχως να σας περάσει από το νου ή την ψυχή, είμαι βέβαιος για αυτό αφού εσάς σας απασχολούσε ο πόλεμος χαρακωμάτων εντός της αριστεράς.
Αυτό που διαπράξατε, κύριε Κουβέλη, είναι ότι διαμορφώσατε το περιβάλλον για να επιτεθεί κάτι που ενυπήρχε μέσα μας ενεργοποιούμενο ως απάθεια ενάντια σε κάτι που ενυπήρχε μέσα μας ενεργοποιούμενο ως υποταγή από μίσος.
Με άλλα λόγια, αυτό που διαπράξατε, κ. Κουβέλη, στο όνομα της δημοκρατικής νομιμότητας και της πρωτοπορίας της αριστεράς, ήταν να ενεργοποιήσετε ως σήμα κινδύνου, ως μη νομιμότητα, την αλληλεγγύη του ανθρώπου προς τον άνθρωπο.
Αυτό διαπράξατε, όταν προς όφελος του παροντικού περιβάλλοντος μιας τρέχουσας πολιτικής συγκυρίας αμελήσατε να επιμεληθείτε τον εαυτό σας και να αναλογιστείτε πως ένας πολιτικός ηγέτης φέρει ευθύνη για τις κυρίαρχες και τις μη κυρίαρχες αφηγήσεις της ιστορίας μας και της συλλογικής και της προσωπικής.
Αυτό διαπράξατε και αυτό δεν ήταν ο εμφανής ρατσιστικός λόγος αλλά όλες οι προϋποθέσεις που τον ενεργοποιούν ως ίση απόσταση.
Είκοσι χρόνια πριν την γέννησή μου και εβδομήντα χρόνια πριν τη δήλωσή σας, ενεργοποιήσατε τη ρητορική της νομιμότητας που έκλεισε δώδεκα χιλιάδες ανθρώπους στο ποδηλατοδρόμιο του Παρισιού, τη δίψα τους, την πείνα τους, την διατροφή τους, την αξιοπρέπειά τους, τη ζωή τους,
Ενεργοποιήσατε, κύριε Κουβέλη, το αυτοάνοσο του κοινωνικού οργανισμού. Οι ίσες αποστάσεις έγιναν ταύτιση καθώς το ένα άκρο συνέπεσε πάνω στο άλλο, αφού πρώτα καταστήσατε το αυτόκλητο και αλληλέγγυο ως άκρα/ακρότητες.
Είναι η δημοκρατία, κύριε Κουβέλη, το άκρο του ολοκληρωτισμού; Επομένως εμείς ας ακολουθήσουμε τη μέση οδό! Είναι ο απανθρωπισμός, κύριε Κουβέλη, το άλλο άκρο του ανθρωπισμού; Τι ευτέλεια! Τι κάνετε, κ.Κουβέλη; Τι κάνατε…
Πρέπει να ενεργοποιηθεί ως ό,τι το καταστροφικότερο, πρέπει δηλαδή να διχασθεί τόσο η συγκρουσιακή συγκρότηση του υποκείμενου ανθρώπινου οργανισμού, με τη ρητορική των ίσων αποστάσεων για να αρχίσει ο ένας να βλέπει στον άλλο ένα σήμα κινδύνου;
Κύριε Κουβέλη, ας μη μιλήσουμε για αστοχία. Ας μιλήσουμε για ντροπή.

ΙΙ. Η απόκλιση του πένθους και η επιλογή της ζωής.
 
Από τις 26 Οκτωβρίου 1977 μέχρι και τις 15 Σεπτεμβρίου 1979, ο Ρολάν Μπαρτ κρατούσε ένα «ημερολόγιο πένθους» μετά την απώλεια της μαμάς του (μαμά γράφει και όχι μητέρα).
Στις 26 Οκτωβρίου 1977, την επομένη της κηδείας της μαμάς του, σημειώνει: «Πρώτη νύχτα γάμου. Αλλά πρώτη νύχτα πένθους;»

Ενώ τέσσερις μέρες μετά, στις 30 Οκτωβρίου, σημειώνει: «…για να μη με καταστρέψει ολοκληρωτικά αυτός ο θάνατος πάει να πει ότι σίγουρα θέλω να ζήσω παθιασμένα, ως την τρέλα, και άρα ο φόβος του δικού μου θανάτου είναι πάντα παρών, δεν έχει μετακινηθεί ούτε μία ίντσα.»

Τι μας απομένει παρά να διαβάσουμε εντός μας τις αφηγήσεις μας ξανά και ξανά. Αυτές θα μας κάνουν να αμυνθούμε δίχως να ενεργοποιούμε την επίθεση του εαυτού μας στον εαυτό μας. Οργανώνοντας ως επιμέλεια εαυτού, τη γνώση για τη θέση μας μέσα στο πλέγμα των κοινωνικών και πολιτικών μας σχέσεων, ανακαλύπτοντας έτσι πώς μας συγκρότησε η αφηγημένη μας αφήγηση, στη συμπύκνωση του χρόνου, ως κυρίαρχους (και σε τι) και ως υποταγμένους (και σε τι). Η επανάληψη αυτής της αφηγημένης αφήγησης, η παραδοχή του αναπόδραστου πένθους, θα μας επαναφέρει στη ζωή. Η τρέλα μας θα μας επαναφέρει στη λογική, η επίγνωση του φόβου μας, στον ύμνο της ελεύθερης ζωής. Η επιμέλεια εαυτού θα μας οδηγήσει πάλι και πάλι στην αντίσταση και στην φροντίδα του εαυτού ως φορέα του άλλου και ο άλλος δεν είναι ο ξένος ιός στο ίδιον του κυττάρου μας.
Ποιος θα μπορέσει έτσι να μας ακρωτηριάσει μέσω μιας γνωσιακής και ιδεολογικής τυφλότητας; Ποιος θα μας πείσει για το αδύνατον; Να αποκόψουμε από μέσα μας το 70% του αρχέγονου DNA μας. Ενός DNA που αναγνωρίζει μόνον τον κίνδυνο, όχι του ίδιου προς το ξένο (ή και αντίστροφα) είπαμε πως κάτι τέτοιο δεν υφίσταται πλέον.
Ο κίνδυνος είναι να αναγνωρίσει κανείς το ίδιον ως ξένο και να επιτεθεί ο εαυτός, η εαυτότητα, προς τον εαυτό, Το κοινωνικό σώμα εναντίον του κοινωνικού σώματος όχι υπό το πρόταγμα της συγκουσιακότητας που είναι η δημοκρατία αλλά υπό το πρόταγμα της ισορροπίας που είναι ο ολοκληρωτισμός.
Τι οφείλουμε να κάνουμε και τι κάνουμε συνεπώς;

Δεν υπάρχουν σχόλια: