9.8.12

«Οιδίπους» στη χώρα με τις στάχτες

του Γιώργου Σαρηγιάννη

πηγή: http://totetartokoudouni.blogspot.gr



Το έργο. Ο Οιδίπους, γιος του Πόλυβου, βασιλιά της Κορίνθου, που έφυγε από την πατρίδα του επειδή χρησμός προφήτευσε πως θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα παντρευτεί τη μάνα του, βασιλιάς της Θήβας αφότου απάλλαξε την πόλη από την Σφίγγα που την καταδυνάστευε και σύζυγος της βασίλισσας Ιοκάστης, χήρας του προηγούμενου βασιλιά Λάιου ο οποίος είχε σκοτωθεί από ληστές, ζητάει χρησμό από τους Δελφούς για να βρεθεί η αιτία που την πόλη του βασανίζει λοιμός φοβερός. Κατά τη χρησμοδότηση η πόλη θα απαλλαγεί αν βρεθεί ο φονιάς του Λάιου.
Ο Οιδίπους θα ξεκινήσει μια αναζήτηση που θα ανατρέψει όλη του τη ζωή με τρόπο τραγικό: αποδεικνύεται πως ο ίδιος είναι ο φονιάς του Λάιου _ ήταν ο γέροντας που σκότωσε έξω από την Θήβα, μετά από μια φιλονικία, χωρίς να γνωρίζει ποιος είναι _ , πως ο Λάιος ήταν ο πραγματικός πατέρας του που με την Ιοκάστη είχαν παραδώσει το γιο τους, βρέφος, σ’ ένα βοσκό, να το παρατήσει στον Κιθαιρώνα για να πεθάνει επειδή χρησμός είχε προφητεύσει πως θα γίνει φονιάς του πατέρα του, πως ο Πόλυβος απλώς τον είχε υιοθετήσει, όταν ο βοσκός που είχε λυπηθεί το μωρό το παρέδωσε σε υπηρέτη του βασιλιά της Κορίνθου, και, άρα, πως ο Οιδίπους έχει παντρευτεί τη μάνα του με την οποία έχουν κάνει τέσσερα παιδιά. Η μοίρα δεν αστειεύεται…
Η Ιοκάστη κρεμιέται, ο Οιδίπους βγάζει τα μάτια του για να μη βλέπει το φως της μέρας και ο γυναικάδελφός του, ο Κρέων, τον εξορίζει, όπως ο ίδιος το ζήτησε, από την Θήβα ως μίασμα.
Ο Σοφοκλής, με τον «Οιδίποδα τύραννο» (χρονολογείται μετά το 429 π.Χ.) άφησε το αρτιότερο από τα σωζόμενα αρχαία ελληνικά δράματα. Ένα αριστουργηματικό _ με τη σημερινή ορολογία _ θρίλερ, ένα υπόδειγμα σκηνικής οικονομίας, ένα πολυεπίπεδο έργο που μιλάει για τη μοίρα, που ανασκαλεύει τα μύχια της ανθρώπινης ύπαρξης και που επιδέχεται πλήθος αναγνώσεων, από πολιτική μέχρι ψυχολογική _ ο «Οιδίπους» είναι ένα από τα ευαγγέλια της ψυχολογίας και της ψυχιατρικής.
Η σκηνοθεσία. Ο εγκατεστημένος στην Ελλάδα Λιθουανός Τσέζαρις Γκραουζίνις που ανέλαβε τη σκηνοθεσία της παράστασης (συμπαραγωγή της «Αρτivities» του Αιμίλιου Χειλάκη και του ΔΗΠΕΘΕ Βόλου με το Ελληνικό Φεστιβάλ) όχι μόνο αντιμετώπισε την πρώτη του επαφή με το αρχαίο δράμα και με τον ανοιχτό χώρο με μέτρο και σεμνότητα αλλά έκανε και τη φετινή έκπληξη: την παράστασή του τη θεωρώ όχι μόνο την καλύτερη του καλοκαιριού _ απ’ όσες είδα έως τώρα _ αλλά και μια σημαντική τομή στην ερμηνεία του αρχαίου δράματος. Μια πρόταση ουσιαστική που, ανάμεσα στις παραστάσεις που έχω δει τα τελευταία σαράντα πέντε, πάνω - κάτω, χρόνια, ισάξιές της _ ως προτάσεις _ έχω να θυμηθώ μόνο τον «Ορέστη» του Γιώργου Σεβαστίκογλου, την «Αντιγόνη» του Λευτέρη Βογιατζή, ίσως και τις «Τρωάδες» του Γιάννη Τσαρούχη.
Ο Γκραουζίνις διάλεξε το δρόμο της λιτότητας και της θεατρικότητας. Χρησιμοποίησε την έξοχη, ανθεκτικότατη, ακόμα, μετάφραση του Μίνου Βολανάκη, διασκεύασε το κείμενο _ κάποιες περικοπές και μερικές μετατοπίσεις _ χωρίς να ανατρέψει την περίφημη δομή του και το ανέθεσε σε μια ομάδα ηθοποιών που προσέρχονται, εξαντλημένοι, βρώμικοι και κουρελήδες, στην ορχήστρα για να παίξουν τον «Οιδίποδα τύραννο»: μια δουλειά καθαρά ομαδική, με τους τρεις, συνολικά, υποκριτές να βγαίνουν από τον Χορό για να ερμηνεύσουν τους ρόλους τους και κατόπιν να υποχωρούν και πάλι στον Χορό.
Άξονας της άποψής του, η περηφάνεια με την οποία οι ήρωες _ αλλά και οι ηθοποιοί οι οποίοι τους ερμηνεύουν κάτω από τις αντίξοες συνθήκες που αντιμετωπίζουν και που όλοι αντιμετωπίζουμε… _ έρχονται αντιμέτωποι με το αναπόδραστο της Μοίρας. Έτσι η τραγωδία του 5ου  π.Χ. αιώνα εμφανίζεται, πέρα από την οντολογική υφή της, πέρα από τα υπαρξικά ερωτήματα που θέτει και που καθόλου δεν τα αγνόησε η σκηνοθεσία, να μας αφορά άμεσα.
Ο Γκραουζίνις έχει σχεδίασει με άκρα λιτότητα ένα μοντέρνο σκηνοθετικό περίγραμμα χωρίς ούτε μια στιγμή να «μοντερνίζει», χωρίς ούτε μια στιγμή να θέλει να αποδείξει πως είναι εξυπνότερος από τον Σοφοκλή, χωρίς ούτε μια στιγμή να χρησιμοποιεί το εύρημα για το εύρημα _ όλα ενταγμένα, χωρίς να γίνεται κατάχρησή τους, κάθε άλλο, στη σύλληψή του _, χωρίς ούτε μια στιγμή να σε αφήνει να νοιώσεις πως αδιαφορεί για το κείμενο.
Ο Κέννυ ΜακΛέλαν υπηρετεί έξοχα με τα σκηνικά και τα κοστούμια του τη σκηνοθετική γραμμή της λιτότητας _ ένα τεφρό τοπίο, ρούχα σαν απομεινάρια μιας καταστροφής, σαν βουτηγμένα στη στάχτη _, εκφράζοντας απόλυτα το εξωτερικό τοπίο _ του τόπου στον οποίο η παράσταση πραγματοποιείται σήμερα… _ αλλά και το εσωτερικό _ του κειμένου και των ηθοποιών _ με υψηλή αισθητική. Τα ελάχιστα σκηνικά στοιχεία, όπως οι δυο παλιές, ξύλινες πόρτες και η κουρτίνα που μετακινούν και τοποθετούν οι ίδιοι ηθοποιοί καθώς παίζουν τον «Οιδίποδα τύραννο» _ ένα θέατρο εν θεάτρω _, τονώνουν τη θεατρικότητα της παράστασης η οποία φωτίζεται καθώς της πρέπει από τον Νίκο Βλασόπουλο: αχνά, πένθιμα, μεταφυσικά.
Επίτευγμα και οι έξοχες μουσικές του Δημήτρη Θεοχάρη. Αν και δεν συμπαθώ την υπερβολική δόση μουσικής στο θέατρο, ομολογώ πως τύλιξαν τη σκηνική πραγμάτωση της τραγωδίας, είτε ηχογραφημένες είτε ζωντανά εκτελεσμένες, με τρόπο συναρπαστικό.
Οι ερμηνείες. Οι ηθοποιοί και ο Χορός ακολουθούν το δρόμο της λιτότητας χωρίς ούτε μία στιγμή να φαίνονται ή να ακούγονται «άδειοι». Ο Χρήστος Σαπουντζής, ηθοποιός με μέγεθος, έχει νομίζω την καλύτερη απόδοσή του ως Εξάγγελος. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, με φωνή που χρειάζεται ενδυνάμωση, υπηρετεί τη σκηνοθετική άποψη αλλά ο Τειρεσίας του αφήνει να φαίνεται το προσχέδιο του ρόλου. Καλύτερος στην Ιοκάστη, δίνει με δύναμη _ συγκλονιστική στιγμή της παράστασης _ την  κατάρρευσή της, όταν η αλήθεια αποκαλύπτεται, καθώς γλιστράει, μέσα από την εκπληκτική _ τεράστιο έντομο θυμίζει η Ιοκάστη _ εσθήτα με την οποία τον έχουν ενδύσει, από το αναπηρικό αμαξίδιο όπου κάθεται. Αλλά στον Θεράποντα κάνει την καλύτερη πιστεύω ερμηνεία του _ μια έκπληξη, σ’ ένα ρόλο μακριά από την ιδιοσυγκρασία του.
Στο Χορό με εντυπωσίασε το άψογο δέσιμό του που επιτυγχάνεται μάλιστα μέσα από την ανομοιογένεια των μελών του. Εξαίρετος ο Κορυφαίος του Κώστα Κορωναίου που επωμίζεται και το μεγαλύτερο βάρος. Για τον Αιμίλο Χειλάκη χρειάζονται πολλές λέξεις. Ηθοποιός με μέγεθος, με ιδανικό παράστημα, με έξοχη φωνή με την οποία ευτυχώς δεν ναρκισσεύεται Ηθοποιός Πλήρης _, δίνει έναν συγκλονιστικό Οιδίποδα. Όπου η περιβόητη σωματικότητα, που χρησιμοποιείται κατά κόρον πια καταλήγοντας μανιέρα, βρήκε τη γνήσια έκφρασή της. Η πορεία του, από τις μικρές «πόζες» της αλαζονείας πάνω στην καρέκλα της εξουσίας μέχρι τη μεταφυσική απορία και αγωνία και από την  αγωνία και το κεφάλι που συχνά στρέφεται προς τον ουρανό αναμένοντας, εκλιπαρώντας τη βοήθεια κάποιου θεού ο οποίος, όμως, αποδεικνύεται αμείλικτος μέχρι τη φρίκη της αποκάλυψης, το θρίαμβο της Μοίρας και την παραδοχή της ήττας που ο σκηνοθέτης ζήτησε να δίνεται πλάτη προς το κοινό και όπου οι κρεμασμένοι, παραιτημένοι ώμοι μιλούν, προβάλλεται με αίσθηση του μέτρου, χωρίς ίχνος στόμφου, με μια λιτότητα που συναρπάζει.
Ο Οιδίπους του Χειλάκη οδηγείται στην αλήθεια που τυφλώνει, με απόλυτη αξιοπρέπεια που τον καθιστά συνάνθρωπό μας. Και όχι ήρωα τραγωδίας. Και το φινάλε του, όπου τα βγαλμένα μάτια υποδηλώνονται, χωρίς αίματα, χωρίς γάζες, μόνο με δυο βραχίονες στρεβλωμένους και με ανοιχτά, μαγκωμένα τα δάχτυλα να καλύπτουν, άκαμπτοι, αγκυλωμένοι, τα μάτια του σαν δυο ξερά κλαδιά, χέρια που ο Κορυφαίος αγωνίζεται να λυγίσει κι όταν το καταφέρνει γυρίζουν άγρια στη θέση τους, θα με ακολουθεί για πάντα. Μια Μεγάλη Ερμηνεία. Καταλυτική.
Το συμπέρασμα. Αυτή την παράσταση πρέπει, οφείλετε να τη δείτε. Κι αυτή την ερμηνεία θα είστε τυχεροί αν δεν τη χάσετε. Μια πολύ σημαντική στιγμή του ελληνικού θεάτρου κι ένας σταθμός στην ερμηνεία της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας στον τόπο μας. Αν σας αρέσει όσο κι εμένα μη διστάσετε να φωνάξετε «μπράβο».
Υ.Γ. Είδα την παράσταση στο Άργος μ’ ένα λαϊκό κοινό _ πολλά κορίτσια και γυναίκες που είχαν έρθει, προφανώς, να δουν από κοντά τους «τηλεοπτικούς» Μαρκουλάκη – Χειλάκη, να πάρουν αυτόγραφα και να φωτογραφηθούν μαζί τους. Είδα αυτό, το ίδιο, κοινό να καθηλώνεται επί μιάμιση ώρα, να μην βγάζει ούτε κιχ και στο τέλος της παράστασης, η οποία κανένα μέσο για να το εντυπωσιάσει και να το ξυπάσει δεν μεταχειρίζεται, να σηκώνεται όρθιο, _ γεγονός καθόλου συνηθισμένο στην Ελλάδα και από ένα κοινό απαίδευτο _, να χειροκροτεί παταγωδώς για πολλή ώρα και να φωνάζει «μπράβο». Ίσως αυτό τα λέει όλα για το συγκεκριμένο παραστασιακό αποτέλεσμα. Και δίνει ένα μέτρο σύγκρισης για ορισμένες παραστάσεις που κυκλοφορούν φέτος το καλοκαίρι…
Στο Αρχαίο Θέατρο Άργους, 2 Αυγούστου 2012.

Δεν υπάρχουν σχόλια: