30.9.15

Η εποχή του κυνηγιού





της Αθηνάς Καλαϊτζόγλου

πηγή: Facebook

Η μοναξιά είναι η βία της εποχής, ένα ατέρμονο πένθος. Ό,τι δεν ταιριάζει με τη μεγάλη εικόνα που συνθέτουν τα στερεότυπα μπαίνει στο περιθώριο. Είναι το είδωλο της κρίσης στον καθρέφτη.
 
Και αυτή η αδυναμία να «κουμπώσεις» με τις επιταγές του «φαίνεσθαι», του «πρέπει», της τρέχουσας ηθικής, καταλήγει σε αναχωρητισμό. Και στον αδιέξοδο πόλεμο με τον ίδιο τον εαυτό σου, την ανακύκλωση των φόβων σου και των ενοχών σου. Είναι μια σκληρή εποχή κυνηγιού. Με τη ζωή, «διπλωμένο πάπλωμα».




Ο Γιάννης Σκαραγκάς Gianni Skaragas καταφεύγει στις λέξεις για να εξιστορήσει με μαεστρία την κρίση και ό,τι αυτή γεννά. Στο καινούριο «παιδί» του, το θεατρικό έργο «Η εποχή του κυνηγιού», κινείται αριστουργηματικά, ανάμεσα στην απελπισία και την ελπίδα. Και επιλέγει να αφήσει ένα φως «στην άκρη του γκρεμού». Προφανώς, γιατί θέλει να πιστεύει στην εσωτερική δύναμη του ανθρώπου.


Στο κείμενό του δίνουν θεατρική πνοή η Φωτεινή Μπαξεβάνη και η Αθηνά Μαξίμου, με εξαιρετικές ερμηνείες. Χθες ήταν η πρεμιέρα της δεύτερης σαιζόν, αυτή τη φορά, στο θέατρο Κιβωτός. Μια παράσταση υποδειγματική, που αξίζει να την προσέξουμε.







Συντελεστές

Η εποχή του κυνηγιού γράφτηκε από τον Γιάννη Σκαραγκά
ειδικά για τις δύο πρωταγωνίστριες.

Σκηνοθεσία: Λίνα Ζαρκαδούλα
Σκηνικά – Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Μουσική: Φωτεινή Μπαξεβάνη
Τραγούδι: Νατάσσα Μποφίλιου
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Νίκη Σερέτη
Παίζουν: Αθηνά Μαξίμου, Φωτεινή Μπαξεβάνη.
Ακούγεται η φωνή του Κωνσταντίνου Ζαμάνη.
Φωτογραφίες παράστασης: Γιάννης Βασταρδής
Video παράστασης: Όλγα Μπρούμα
Ενορχήστρωση: Φώτης Σιώτας
Επιμέλεια κομμώσεων: Δημήτρης Σιγανός
Δημιουργικό: Kiss My Art Μαρία Παναγιωτονάκου
Διεύθυνση παραγωγής: Αναστασία Καβαλλάρη
Οργάνωση παραγωγής: Σωτήρης Μίχας


Πειραιώς 115, Αθήνα (Γκάζι), τηλ. 210 3427426
Δευτέρα & Τρίτη στις 21:15
Διάρκεια: 90
Είσοδος 12 ευρώ



Η εποχή του κυνηγιού γράφτηκε από τον Γιάννη Σκαραγκά
ειδικά για τις δύο πρωταγωνίστριες.

Σκηνοθεσία: Λίνα Ζαρκαδούλα
Σκηνικά – Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Μουσική: Φωτεινή Μπαξεβάνη
Τραγούδι: Νατάσσα Μποφίλιου
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Νίκη Σερέτη
Παίζουν: Αθηνά Μαξίμου, Φωτεινή Μπαξεβάνη.
Ακούγεται η φωνή του Κωνσταντίνου Ζαμάνη.

Φωτογραφίες παράστασης: Γιάννης Βασταρδής
Video παράστασης: Όλγα Μπρούμα
Ενορχήστρωση: Φώτης Σιώτας
Επιμέλεια κομμώσεων: Δημήτρης Σιγανός
Δημιουργικό: Kiss My Art Μαρία Παναγιωτονάκου
Διεύθυνση παραγωγής: Αναστασία Καβαλλάρη
Οργάνωση παραγωγής: Σωτήρης Μίχας

- See more at: http://www.elculture.gr/blog/i-epochi-tou-kinigiou/#sthash.fkLozTXh.dpuf

Η εποχή του κυνηγιού γράφτηκε από τον Γιάννη Σκαραγκά
ειδικά για τις δύο πρωταγωνίστριες.

Σκηνοθεσία: Λίνα Ζαρκαδούλα
Σκηνικά – Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Μουσική: Φωτεινή Μπαξεβάνη
Τραγούδι: Νατάσσα Μποφίλιου
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Νίκη Σερέτη
Παίζουν: Αθηνά Μαξίμου, Φωτεινή Μπαξεβάνη.
Ακούγεται η φωνή του Κωνσταντίνου Ζαμάνη.

Φωτογραφίες παράστασης: Γιάννης Βασταρδής
Video παράστασης: Όλγα Μπρούμα
Ενορχήστρωση: Φώτης Σιώτας
Επιμέλεια κομμώσεων: Δημήτρης Σιγανός
Δημιουργικό: Kiss My Art Μαρία Παναγιωτονάκου
Διεύθυνση παραγωγής: Αναστασία Καβαλλάρη
Οργάνωση παραγωγής: Σωτήρης Μίχας

- See more at: http://www.elculture.gr/blog/i-epochi-tou-kinigiou/#sthash.fkLozTXh.dpuf
Η εποχή του κυνηγιού γράφτηκε από τον Γιάννη Σκαραγκά
ειδικά για τις δύο πρωταγωνίστριες.

Σκηνοθεσία: Λίνα Ζαρκαδούλα
Σκηνικά – Κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Μουσική: Φωτεινή Μπαξεβάνη
Τραγούδι: Νατάσσα Μποφίλιου
Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος
Βοηθός σκηνοθέτη: Νίκη Σερέτη
Παίζουν: Αθηνά Μαξίμου, Φωτεινή Μπαξεβάνη.
Ακούγεται η φωνή του Κωνσταντίνου Ζαμάνη.

Φωτογραφίες παράστασης: Γιάννης Βασταρδής
Video παράστασης: Όλγα Μπρούμα
Ενορχήστρωση: Φώτης Σιώτας
Επιμέλεια κομμώσεων: Δημήτρης Σιγανός
Δημιουργικό: Kiss My Art Μαρία Παναγιωτονάκου
Διεύθυνση παραγωγής: Αναστασία Καβαλλάρη
Οργάνωση παραγωγής: Σωτήρης Μίχας

- See more at: http://www.elculture.gr/blog/i-epochi-tou-kinigiou/#sthash.fkLozTXh.dpuf

27.9.15

Λογοδοτώντας στην απώλεια



του Άκη Παπαντώνη

πηγή: http://www.efsyn.gr

Στα 25 και πλέον χρόνια που το περιοδικό «Εντευκτήριο» δραστηριοποιείται στον χώρο των ελληνικών γραμμάτων, πάντοτε υπό την καθοδήγηση του ακούραστου Γιώργου Κορδομενίδη, έχει φροντίσει να μας συστήσει έργα νέων –αλλά και αναγνωρισμένων– λογοτεχνών όχι μόνο μέσω των σελίδων των τευχών του, αλλά και μέσω των εκδόσεών του.

Ενδεικτικά μόνο θα αναφέρω τη γνωριμία μας με το έργο των Jan Henrik Swan («Τα μηχανάκια του Μανόλη», 2013 και «Καταραμένη χαρά», 2002), Τάσου Χατζητάτση («Στη σφενδόνη», 2000), Βασίλη Αμανατίδη («Υπνωτήριο», 1999) και Δημήτρη Μίγγα («Αγκαλιάζεις τον άνθρωπο αν αγγίξεις τη θάλασσα», 1995).

Στο ίδιο μοτίβο, λοιπόν, το αναγνωστικό αισθητήριο των εκδόσεων του Εντευκτηρίου παρουσίασε το 2015 στο κοινό τρία, μικρά το δέμας, αλλά αξιοσύστατα και ιδιαιτέρως φροντισμένα βιβλία.




φωτογραφία: Σάκης Καρακασίδης

Στην πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Ποιητικό αίτιο», ο 21χρονος σήμερα, φοιτητής Αναλυτικής Φιλοσοφίας, Ενο Αγκόλλι, μας συστήνεται μέσα από μια πληθωρική, μα καθόλου φλύαρη, ελεγεία για την απώλεια.

Γεννημένος στην Αλβανία, μεγαλωμένος στη Θεσαλλονίκη και κάτοικος εξωτερικού πλέον, ο Αγκόλλι χτίζει μια συλλογή με τρόπο που θυμίζει ημερολογιακές καταγραφές μιας ταλανισμένης ενηλικίωσης.

Βρίσκει όμως τρόπους –με τις γλωσσικές επιλογές του και την κοσμοπολίτικη προσέγγιση της πραγματικότητας– να μην αφήσει τα ποιήματά του να διολισθήσουν στην εσωστρέφεια.


Αντιγράφω από το δεύτερο ήμισυ του ποιήματος «Η σούτρα της φθοράς»:

«[...] Εκείθεν,/ ο μητροπολιτικός άνθρακας/ άρχιζε να/ οξειδώνει τα απολλώνιά τους ιδεώδη και την αλκοολική φιλοσοφία,/ καθώς τις κάστες του/ δουλεύουν πια το ελεφαντόδοντο. Και χρόνια αργότερα, ειρωνικά/ διατυπώνοντας τους σύγχρονους φθόγγους και τα δόγματα,/ Αγγλοσάξωνες/ ρωτούσαν τον Βούδα, τον Γκάντι, τον Ταγκόρ:/ Πείτε μας, πείτε μας – εμείς πότε θα φθαρούμε επιτέλους;» (σ. 29).

Η γραφή του Αγκόλλι κουβαλά ταυτόχρονα την ενοχή του δυτικού κόσμου μπροστά στην πραγματικότητα που βοήθησε να χτιστεί και την ταραχή του ανθρώπου χωρίς πατρίδα μπροστά στις επαναλαμβανόμενες αναμετρήσεις με την απώλεια.



φωτογραφία: Σάκης Καρακασίδης


Ετερη πρωτοεμφανιζόμενη, η 64χρονη ιστορικός τέχνης και μεταφράστρια Καίτη Στεφανάκη, με τις δώδεκα ιστορίες της συλλογής «Οζα ροζ» προσεγγίζει την απώλεια ως ρετροσπεκτίβα της ερωτικής εμπειρίας.

Η Στεφανάκη γράφει με τον ενθουσιασμό ενός ανθρώπου που μόλις ανοίγεται στη ζωή και, την ίδια στιγμή, με το βλέμμα της γυναίκας που έχει χωνέψει τη βιωμένη πραγματικότητα και την επισκέπτεται ως «κήπο (και όχι ως νεκροταφείο) αναμνήσεων».


Κάθε διήγημα είναι ένας διαμεσολαβητικός επίλογος στην αφηγούμενη μνήμη. Σε κάθε της διήγημα αφηγείται με επίκεντρο τη σωματική εμπειρία και είτε διαλέγει να επουλώσει το τραύμα γλυκά, είτε να το σκαλίσει κι άλλο – και οι δύο επιλογές έχουν σκοπό να εξευμενίσουν τον παρελθόντα χρόνο.

Στο υστερόγραφο του διηγήματος «Μήπως βουνό, Ηλία;» χρησιμοποιεί τις εξής λέξεις «Υ.Γ. 1 Αυτή ήταν η μοναδική φορά. Η θάλασσα δεν ήταν ποτέ άλλοτε διαθέσιμη» (σ. 58).
Η επιλογή αυτή των λέξεων θα μπορούσε να είναι η προμετωπίδα του βιβλίου: ιστορίες από ερωτικές ευκαιρίες μοναδικές, αλλά και μοναδιαίες, που χάθηκαν στην πράξη, όμως –ακριβώς όπως η θάλασσα– μπορούν πάντα να μένουν στο φόντο του κάδρου.



φωτογραφία: Βλάσσης Χρυσόπουλος


Στο υβριδικό (σύμφωνα με αυτήν εδώ την ανάγνωση) «Ενας απλός υπάλληλος βιντεοκλάμπ και άλλα κείμενα», ο Τέλλος Φίλης μοιάζει να συνεχίζει από εκεί που μας άφησε με το κλείσιμο της πρώτης του ποιητικής συλλογής (από τις εκδόσεις Bibliotheque), «Αποσιωποιητική ηλικία» (2014).

Στα 43 μπιλιέτα ποίησης ή/και πρόζας της συλλογής ο Φίλης πραγματεύεται, κι αυτός με τη σειρά του, την απώλεια.


Ομως το κάνει με τρόπο διαφορετικό: προσεγγίζει την τρέχουσα πραγματικότητα με μια μεστή συνείδηση του εφικτού, του ανέφικτου και του ευκταίου, και –παρά την υποτονική μελαγχολία των κειμένων του– αφήνει να διαφανεί ανάμεσα από τους στίχους μια αχτίδα αισιοδοξίας.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ποίημα «Διανυκτέρευση» όπου γράφει:

«Κάποτε συνηθίζεις/ και δεν φοβάσαι πια/ είναι στη φύση σου η εξοικείωση/ [...] ειδικά τα καλοκαίρια στις υποβρύχιες βουτιές/ στα μακροβούτια χωρίς αναπνευστήρα/ εκείνο το λίγο πριν σου κοπεί η αναπνοή/ που βγάζεις το κεφάλι από το νερό/ κι εισπνέεις/ μεγάλο μάθημα» (σ. 65).

Η ποίηση του Φίλη είναι σύγχρονη, πολιτική, ανήσυχη – αλλά είναι σύγχρονη γιατί συνομιλεί (και) με την εμπειρία, πολιτική γιατί είναι υπαινικτική, ανήσυχη γιατί δεν εξωραΐζει.
Και οι τρεις ανά χείρας συλλογές, λοιπόν, εκκινούν από ένα αίσθημα απώλειας, όμως πολύ γρήγορα οι αφηγήσεις διασπείρονται στον χώρο και στον χρόνο.

Η φυσική, ψυχική και συναισθηματική μετανάστευση του Αγκόλλι, η λείανση (ή μη) των ρυτίδων του ερωτικού ανεκπλήρωτου της Στεφανάκη, η αναμέτρηση με την πολιτική πραγματικότητα και τον χρόνο του Φίλη μοιάζουν εν πρώτοις διαθλάσεις της έννοιας της απώλειας.

Ομως, και οι τρεις συναιρούνται εν τέλει στο εξής: και στα τρία βιβλία η αφήγηση μοιάζει να αναπτύσσεται με το βλέμμα στραμμένο στο παρελθόν και όλες τις άλλες αισθήσεις στο (εγγύς ή μακρινότερο) μέλλον.

Κι είναι το αίσθημα της γόνιμης ανησυχίας για αυτά που έρχονται που μοιράζονται τα ποιήματα και τα πεζά των τριών συγγραφέων. Εν τέλει, με τα λόγια του «απλού υπαλλήλου βιντεοκλάμπ»:

«[...] Γιατί οι τίτλοι τέλους να μην είναι αυτονόητοι/ γιατί να πρέπει να ζήσω σε “ζωντανή σύνδεση” ετούτο τον επίλογο/ με τα χέρια ματωμένα απ’ το ποπ κορν;» (σ. 64).


Σημείωση του Εντευκτηρίου: όλα τα εξώφυλλα σχεδιάστηκαν από τον Άρι Γεωργίου.



25.9.15

Κωνσταντίνος Τζαμιώτης: [Κλέφτης βιβλίων]





πηγή: Facebook

Πριν λίγα χρόνια μετακόμισα χωρίς να αλλάξω δρόμο. Ουσιαστικά μένω ακριβώς απέναντι από εκεί που έμενα για μια δεκαετία. Ωστόσο, εξαιτίας δικής μου αμέλειας, αρκετοί συνεχίζουν ακόμη να μου στέλνουν στην παλιά διεύθυνση, βιβλία, περιοδικά ή επιστολές.
Όλα αυτά τα χρόνια κάποιος σουφρώνει την αλληλογραφία μου, την κρατά για ένα διάστημα και έπειτα την επιστρέφει συγκεντρωμένη με χοντρό λάστιχο στο θυρωρείο απ’ όπου ένας-δύο ένοικοι με τους οποίους διατηρώ σχέσεις, μου την αφήνουν στο ψιλικατζίδικο, που λειτουργεί από κάτω.


Στην αρχή με θύμωνε πολύ η κατάσταση. Κάθε φορά που αναγκαζόμουν να απολογηθώ σε κάποιον επειδή δεν του είπα ούτε ένα ευχαριστώ για το βιβλίο που μου έστειλε ενώ δεν το είχα δει ποτέ, έβραζα. Παρενέβην σε συνελεύσεις ενοίκων, ανάρτησα απειλητικά σημειώματα, και ποιον δεν υποπτεύθηκα, άκρη όμως δεν έβγαλα.


Ο διαβαστερός ποντικός συνέχισε να κλέβει. Ώσπου σχεδόν το συνήθισα. Με τον καιρό μάλιστα έμαθα ως και να τον/την εμπιστεύομαι. Διαθέτει αναγνωστικό γούστο, οφείλω να το ομολογήσω. Και αυτοπεποίθηση επίσης. Ό,τι θεωρεί άξιο προσοχής το επισημαίνει με μικροσκοπικά φωσφορίζοντα αυτοκόλλητα χαρτάκια σε σχήμα βέλους, που κολλά στις επίμαχες σελίδες με αξιοζήλευτη φροντίδα η οποία έρχεται σε πλήρη αντίθεση με το μάλλον άτσαλο τρόπο, που κατά κανόνα τσακίζει τα φύλλα. Όλα γίνονται βάσει μεθόδου. Αν δεν κάνω λάθος, άλλη βαρύτητα έχει ένα βελάκι ανοικτού πράσινου χρώματος και άλλη ένα σε βαθύ κόκκινο. Επίσης, ένα βελάκι στο πάνω μέρος της σελίδας σημαίνει πως αξίζει ολόκληρη η σελίδα, εκείνα στο πλάι, ξεχωρίζουν παραγράφους, φράσεις, αποσπάσματα.


Σημειώνω πως οι υποδείξεις αυτές δεν παρουσιάζουν τον παραμικρό αναγνωστικό καθωσπρεπισμό. Βιβλία φημισμένων συγγραφέων μου επιστράφηκαν εντελώς ασχολίαστα, την ίδια στιγμή που πρωτόλεια έβριθαν επισημάνσεων.
Κάπως έτσι έμαθα να διαβάζω με άλλο μάτι τα κείμενα που έχει βρει ενδιαφέροντα και εντελώς διαφορετικά εκείνα που μου παραδίδει άθικτα.


Νωρίτερα που κατέβηκα για τσιγάρα βρήκα στο ψιλικατζίδικο να με περιμένουν μεταξύ άλλων τα δύο τελευταία τεύχη της Παρέμβασης που βγάζει ο καλός συγγραφέας Βασίλης Καραγιάννης.


Ο διαβαστερός κλεφτράκος (για να περιοριστώ στο πιο πρόσφατο τεύχος) μου επισημαίνει με τα γνωστά πολύχρωμα αυτοκόλλητα του, ένα κείμενο του Μάρκογλου για τον Κάφκα (σ.12), τέσσερα ποιήματα της Audre-Geraldine Lorde που ομολογώ πρώτη φορά ακούω (σ. 27), ένα ποίημα της Ξανθής Κουτσογιάννη (που επίσης δεν ξέρω) με τίτλο «Υπομονή» (σ. 37) και ένα ποίημα της Τσβετάγιεβα (σ. 65).


Μαζί με τα περιοδικά υπάρχουν ακόμη δύο μεταφρασμένα μυθιστορήματα από τα οποία, αν και είναι φανερό πως έχουν διαβαστεί σε αμμώδη παραλία, απουσιάζει οποιαδήποτε υπόδειξη.

Λογοτεχνική Σκηνή 2015



Φέτος η Λογοτεχνική Σκηνή ... μετακομίζει στον Δεκέμβριο. Η επικείμενη διοργάνωση θα περιλαμβάνει μικρά αφιερώματα στον Μανόλη Αναγνωστάκη, τον Μίλτο Σαχτούρη, τον Γιώργο Ιωάννου, τον Τόμας Μαν και τον Φερνάντο Πεσόα, μελοποιημένη ποίηση, χορευτικά χάπενινγκ, προβολές και αναγνώσεις ποίησης και πεζογραφίας από καθιερωμένους, νεότερους και πρωτοεμφανιζόμενους συγγραφείς από τη Θεσσαλονίκη, τις γύρω πόλεις και την Αθήνα.

Σύντομα θα ανακοινωθούν οι ακριβείς ημερομηνίες, καθώς και περισσότερες λεπτομέρειες για τη διοργάνωση.

Η Λογοτεχνική Σκηνή διοργανώνεται από το Εντευκτήριο για λογαριασμό του Δήμου Καλαμαριάς. 

24.9.15

Γιώργος Σκαμπαρδώνης: «Πίνουμε αλκοόλ και παίρνουμε αντιβίωση»



του Ηλία Κανέλλη

πηγή: http://www.tanea.gr


Είναι η τρίτη φορά µέσα σε έναν χρόνο που οι Ελληνες προσέρχονται στην κάλπη. Τι έχει πάει στραβά στη χώρα και πέντε χρόνια σε Μνηµόνιο τα αδιέξοδα βαθαίνουν, µαζί µε τις καθηµερινές συνθήκες της ζωής µας και τις προοπτικές µας;
Στραβά έχει πάει το ότι ηγεσίες και λαός θέλουμε να κάνουμε μπάνιο την αρκούδα, αλλά χωρίς να βραχεί η γούνα της. Το ότι πίνουμε συνέχεια αλκοόλ, ενώ ταυτόχρονα παίρνουμε αντιβίωση. Φταίει το σχιζοειδές μοντέλο μη σκέψης της Μεταπολίτευσης: συντηρητισμός με προοδευτικό προσωπείο, αδυναμία επεξεργασίας δεδομένων, ιδεοκαταναγκασμοί, προπέτεια, κλισέ και αφρόλουτρο.

Δύο ηµέρες πριν από τις εκλογές, τρεις ηµέρες µετά το ντιµπέιτ των δύο µονοµάχων, τι εντύπωση σας έχει δηµιουργηθεί για το πολιτικό σκηνικό;
Θα έλεγα πως έχει πικρό ενδιαφέρον. Και ότι θα μεγαλώσει, πιθανώς, ο αριθμός των sui generis που θα μπούνε στη Βουλή, διότι αυτό κάποιοι ψηφοφόροι το βλέπουν ως εξέγερση. Θα πείτε, όλοι σχεδόν οι Ελληνες είμαστε εξεγερμένοι εκ γενετής, κυρίως εναντίον του εαυτού μας.

Η διάκριση «νέο» εναντίον «παλαιού» που εισέφερε κυρίως ο Αλέξης Τσίπρας πιστεύετε ότι έχει ισχύ στα ελληνικά πολιτικά πράγματα; Πόσο νέος είναι ο Αλέξης Τσίπρας;
Η αριστερή σκέψη έπαψε να εξελίσσεται μετά τον Αλτουσέρ. Νέα αριστερή σκέψη δεν υπάρχει, μόνο πεθαμένα λικέρ. Αρα, αν είσαι νέος κατά σάρκα αλλά σκέφτεσαι με αριστερούς όρους  του 1950, είσαι στην ουσία υπέργηρος, σε στυλ Καρυωτάκη: «Τρελέ, τρελέ που γέρασες και νέος ποτέ δεν ήσουν».

Επτά μήνες διακυβέρνηση από το σχήμα ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, τι εντύπωση σας άφησε; Συμμερίζεστε την άποψη ότι, αν μη τι άλλο, μια γενναία κυβέρνηση διαπραγματεύτηκε σκληρά ενώ οι προηγούμενες απλώς εκτελούσαν εντολές;
Η όλη υπόθεση θυμίζει την ταινία «Οι γενναίοι του Μπρανκαλεόνε». Οι πρωταγωνιστές, εν προκειμένω, παρρησιάζονταν, οπισθοχωρώντας ραπιζόμενοι. Δυστυχώς για όλους μας. Λόγω της θεωρίας των παιγνίων, γίναμε παίγνιο της θεωρίας.

Τι σκέπτεστε για τη λαϊκότητα του Βαγγέλη Μεϊμαράκη; Τη θεωρείτε μειονέκτημα; Πώς κρίνετε τους χαρακτηρισμούς «ψευτράκος», «πονηρούλης», «ωρομίσθιος», με τους οποίους ο πρόεδρος της ΝΔ χαρακτήρισε τον Αλέξη Τσίπρα;
Εμένα δεν μου είναι αντιπαθής, μου θυμίζει κάπως τον Διονύση Παπαγιαννόπουλο στα πενήντα του. Πατρική φιγούρα, λαϊκή, διαχρονική, με χιούμορ, προσόν που σπανίζει, οικείος και με συμπαθή φαλάκρα. Νομίζω θα πάει καλά. Τώρα, οι χαρακτηρισμοί «ψευτράκος» κ.λπ. μου προκαλούν δυσφορία, αλλά λιγότερη από τους χαρακτηρισμούς «γερμανοτσολιάδες», «Τσολάκογλου» κ.λπ.

Αν γράφατε ένα μυθιστόρημα (ή έστω ένα εκτεταμένο διήγημα που είναι πιο κοντά στη φόρμα την οποία χρησιμοποιείτε) για το επτάμηνο της διακυβέρνησης «πρώτη φορά Αριστερά», σε ποια πρόσωπα θα εστιάζατε;
Ο πιο ενδιαφέρων ρόλος είναι ο κ. Κατρούγκαλος. Θα ήταν έξοχος ως ήρωας σε μια ερωτική - βουκολική ιστορία, με συμπρωταγωνίστρια - σύζυγο την κυρία Τασία, και την κυρία Ραχήλ ως άστατη ερωμένη του - αφηγηματικό μπαλαντέρ. Χαμός.

Τι νομίζετε ότι είναι για τον ΣΥΡΙΖΑ η Ευρώπη; Τι για τη Νέα Δημοκρατία; Και αν υποθέσουμε ότι είστε ψηφοφόρος που ψηφίζετε έπειτα από σκέψη, χωρίς φανατισμούς, χωρίς να έχετε ζήτημα να μετακινηθείτε πολιτικά, τι είναι η Ευρώπη για εσάς;
Νομίζω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ο πιο φανατικός θιασώτης της. Για τη ΝΔ είναι ο λογικός της χώρος. Θεωρώ ότι η ΕΕ είναι το πιο προοδευτικό πολιτικό πείραμα στον κόσμο - παρά τις επιμέρους αντιρρήσεις. Και επιπλέον κάτι πολύ βαθύτερο: είναι ο Μπαχ, είναι ο Ρεμπό, είναι ο Ζενέ, είναι ο Τόμας Μαν, είναι ο Μιχαήλ Αγγελος, είναι ο Φουκό, είναι ο Παζολίνι, ο Πικάσο, ο Μαγκρίτ, ο Μολιέρος, ο Μπρετόν...

Ποια η γνώμη σας για το σημερινό ΠΑΣΟΚ; Πόσο μπορούν να συνυπάρξουν Ευάγγελος Βενιζέλος και Φώφη Γεννηματά;
Πιστεύω ότι τιμωρήθηκε σκληρά για τα λάθη του, αλλά πιο πολύ και για το ότι έκανε πατριωτικές πράξεις. Ο Ευάγγελος Βενιζέλος είναι η πιο λαμπρή πολιτική μορφή των τελευταίων χρόνων και γι' αυτό ακριβώς μη ανεκτή από τη μισαριστεία. Με την κ. Φώφη Γεννηματά δεν διακρίνω να έχει κάποια αντίθεση, απεναντίας.

Τι γνώµη έχετε για Το Ποτάµι; Το θεωρείτε κόµµα αρχών ή γέννηµα µιας εποχής αγανάκτησης;
Το Ποτάμι φαίνεται να είναι κάτι φρέσκο. Για να σχηματίσω άποψη χρειάζεται  χρόνος. Νομίζω ότι κινείται στα νερά της σοσιαλδημοκρατίας. Αν αποφύγει παλιές παθογένειες, πρόσωπα ευκαιρίας και παρόχθιους αλιείς, ίσως εκβάλει κάπου γόνιμα.

Σχολιάστε, σας παρακαλώ, τις επόµενες τέσσερις εκφράσεις που έµειναν να χαρακτηρίσουν το τελευταίο επτάµηνο: «ουάου», «το χρέος είναι απεχθές και επονείδιστο», «οι µετανάστες λιάζονται στην Οµόνοια», «η αριστεία είναι ρετσινιά».
Οι παραπάνω εκφράσεις δείχνουν πολιτικούς καταρχήν μη αυτοελεγχόμενους. Και υπονοούν σύγχυση, εμμονές, προπέτεια και ελαφρότητα αγορητή καφενείου.

Τι προσδοκάτε από τις εκλογές;
Θα ευχόμουν μια πιο ξεκάθαρη φιλευρωπαϊκή στροφή του εκλογικού σώματος.

Πιστεύετε ότι η Ελλάδα θα εκτελέσει το τρίτο Μνημόνιο; Εχει μέλλον η χώρα στην Ευρώπη; Πώς βλέπετε το μέλλον μας;

Η Ελλάδα εκτός Ευρώπης θα μαραζώσει. Θα γίνει μεζονέτα - καλύβα του Καραγκιόζη με κομμένο ρεύμα. Η χώρα έχει μέλλον μόνο μέσα στον φυσικό της βιότοπο, την ΕΕ, την ασφάλεια, την αυστηρότητα και τον πλούτο της. Και κυρίως: την ελευθερία της. 

21.9.15

Ο Γρηγόρης Παπαδογιάννης για την «Όζα ροζ» της Καίτης Στεφανάκη

πηγή: http://www.eyelands.gr

Ο Γρηγόρης Παπαδογιάννης γράφει για την συλλογή μικρών πεζών της Καίτης Στεφανάκη που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις Εκδόσεις Εντευκτηρίου.

**

Μοιάζει λίγο παράδοξο, αλλά η πρώτη λέξη που μου έρχεται στο μυαλό διαβάζοντας τα διηγήματα της Καίτης Στεφανάκη είναι «γενναιότητα». Δεν είναι από τις λέξεις που συνήθως διαλέγεις για να χαρακτηρίσεις ένα λογοτεχνικό κείμενο. Κι όμως, διαβάζοντας τα μικρά αφηγήματα που περιέχονται στην καλαίσθητη ―όπως πάντα― έκδοση από το «Εντευκτήριο» της συλλογής Όζα ροζ, αυτή η λέξη αναδύθηκε στη σκέψη μου, όχι μόνο μία αλλα πολλές φορές.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά τους. Η Καίτη Στεφανάκη, κι εμείς είχαμε την τύχη και την τιμή να το γνωρίσουμε αυτό εδώ και κάποια χρόνια στο νησί μας, είναι μια πολύ ξεχωριστή φωνή, που ειδικεύεται και στο σύντομο αφήγημα ― μιλώντας για την πεζογραφία μόνο, μιας και το ταλέντο της απλώνεται επίσης στη ζωγραφική και την ποίηση.

Η γραφή της έχει όλα εκείνα τα απαραίτητα στοιχεία που αναδεικνύουν την "ταπεινή" τέχνη της μικρογραφίας ως τουλάχιστον ισάξια με τα μεγαλύτερα σε έκταση πεζογραφικά είδη. Για την ακρίβεια, η λεπτότητα, η ευαισθησία, η εκπληκτική οικονομία στην διαχείριση των λέξεων, είναι αρετές που, πέρα από το να αναδεικνύουν την αφηγηματική δύναμη της Καίτης Στεφανάκη, λειτουργούν ως υπόδειγμα για κάθε συγγραφέα που θα θελήσει να αναμετρηθεί με τις δυσκολίες του απαιτητικότατου αυτού είδους· είδους το οποίο βάζει, ειδικότερα στη χώρα μας, σε μεγάλη δοκιμασία την (έμφυτη άραγε;) τάση μας να μην μας αρκεί ποτέ το σύντομο, το περιεκτικό, το λιτό, αλλά να θέλουμε πάντα ενστικτωδώς να καταφεύγουμε στο ευρύτερο (συνήθως, δυστυχώς, αυτοαναφορικό, στα όρια του ναρκισισμού), το υπέρβαρο, το υπερφορτωμένο με άχρηστα που θεωρούμε στολίδια.

Ωραία όλα αυτά, αλλά πού ακριβώς βρίσκεται το στοιχείο της γενναιότητας σε μια ευγενική, διακριτική και ευαίσθητη φωνή; Συνηθίζουμε να επαινούμε την γραφή που αποκαλύπτει περισσότερα μέσα από την αφαίρεση και τον υπαινιγμό. Στη συγκεκριμένη συλλογή, χωρίς ποτέ να χάνεται το μέτρο, χωρίς να εγκαταλείπει ποτέ τη συγγραφέα η δεξιοτεχνία της να αφηγείται πολλά με ελάχιστα μέσα, υπάρχει όμως παραδόξως και το στοιχείο της γραφής που δεν οχυρώνεται πίσω από υπονοούμενα ούτε κρύβεται χρησιμοποιώντας μεταφορές. Η ευαισθησία και η λεπτότητα συμβαδίζουν με έναν απροσδόκητο ρεαλισμό, είτε πρόκειται για εξομολογητικού χαρακτήρα "αποκαλύψεις" είτε για αναπαράσταση γεγονότων (μένοντας πάντα στη λογοτεχνική σφαίρα εννοείται), που τα αφηγείται με άλλοτε θλιμμένες κι άλλοτε χιουμοριστικες νατουραλιστικές πινελιές.

Η συλλογή Όζα ροζ, πέρα από τη λογοτεχνική απόλαυση που προσφέρει, επαναβεβαιώνει την αξία της μικρής φόρμας και επιπλέον, όπως κάθε σημαντικό βιβλίο, μας διδάσκει ουσιαστικά τρόπους διαχείρισης του λογοτεχνικού είδους που υπηρετεί.

Πάνος Θεοδωρίδης: Η χιονόμπαλα



πηγή: http://thegreekcloud.com

Τον συνάντησα έξω από το σπίτι του, δίπλα στο τουρκόσπιτο, απέναντι από του Τσολακίδη, πρωτοβρόχια του 1951. Οι μανάδες μας ανταμώθηκαν με τα μαντό τους, τις κρατούσαμε από το χέρι, και αντάλλαξαν φιλικές κουβέντες. Αυτός κρυβότανε πίσω από την κυρα-Λένη κι αγωνιζόμουνα να τον δω ολόκληρον, μάταια. Σε μια στιγμή, κάνει τζα και πρόσεξα πως είχε μεγάλα, καμπυλωτά ματοτσίνορα. Ο Πλαστήρας πρωθυπουργός.
 
Πέρυσι, τέτοιες μέρες, πέθανε.Τον πρόλαβα στην εντατική,τσακισμένον. Η ζέστη του άλλου κόσμου είχε εγκατασταθεί στα μέλη του. Τζάμπα και βερεσέ ακούω για χώρες των νεκρών που είναι παγωμένες και εχθρικές. Σε ζούγκλες υγρές τουύς φαντάζομαι, να λυώνουν από τον καύσωνα.
 
Δυο χρόνια μετά, η πρώτη φωτογραφία. Στο πάρκο του Αγίου Γεωργίου, που τότε το λέγαμε στο άσπρο άγαλμα. 'Ηταν μια προτομή του Κωνσταντίνου Β, και γύρω τα πεύκα. Είχε χιονίσει και μας έβγαλαν από το νηπιαγωγείο να παίξουμε και να φωτογραφηθούμε.
 
Με παλτουδιές ― αυτός φοράει και κασκόλι. Είχε ήδη μάθει να ποζάρει ως ζενπρεμιέ, εγώ έφτιαξα μια χιονόμπαλα και απειλούσα τον φωτογράφο, γι'  αυτό και καμώνομαι πως τον σημαδεύω, κλείνοντας το μάτι για την σκόπευση.
 
Είχαμε ήδη ξοδέψει αμέτρητες ώρες χαζεύοντας φωτογραφίες στο σινεμά του θείου του και ξέραμε την τεχνική. Και είχαμε δει πλήθος αποσπασμάτων από ταινίες, τρυπώνοντας πίσω από τον εφοριακό και γέρνοντας τον βυσσινί μπερντέ, βλέποντας το επάνω μέρος της οθόνης, ώσπου να μας αδράξει από τους γιακάδες και να μας βγάλει έξω. Ο Παπάγος πρωθυπουργός.
 
Του Σταυρού, ο πατέρας μου είχε γενέθλια και ο δικός του γιόρταζε.Οικογενειακώς ,δεν κάναμε πολλή παρέα.Οι πατεράδες μας ήταν μεταξύ των ρυθμιστών της πόλης, στο ίδιο καφενείο. Νικητές που είχαν παντρευτεί από μία Τρωάδα. Οι μανάδες μας μαζί, μόνο σε μια φωτογραφία της ιδρυτικής συνάντησης του Σώματος Ελληνίδων Οδηγών,το 1958, πάλι με παλτουδιές.
 
Κι εμείς, σοκολατόπαιδα, ευνοημένα, στην ξυπόλητη πολιτεία, με ένα σωρό καμένα σπίτια από το 1944, πάλι του Σταυρού, όταν ο Σούμπερτ και ο Πούλος την όργωσαν, γεμίζοντας νεκρούς τους δρόμους και βασανίζοντας τους εναντίους. Ο Μπίλης θεωρούνταν ξύπνιος και άτακτος, γόης και φλερταδόρος. Στις δύσκολες στιγμές,πετάριζε τα ματοτσίνορα. Εγώ ήμουν καλόβολος, αλλά επί πολλά χρόνια βουβός, προσπαθώντας να κρύψω τον τραυλισμό μου.
 
Αλλά γελούσαμε με τα ίδια θέματα και όσοι υπήρξαν παιδιά και δεν γεννήθηκαν μικρομέγαλα, θα θυμούνται την εξαίσια κοινή πηγή των δακρύων από το πολύ γέλιο.
 
Διαμορφωθήκαμε από το σινεμά, και αρνούμαι άλλη εκδοχή.Πιστεύαμε ακόμη πως ήμασταν ικανοί σε ένα κοινό ιδίωμα. Φουμέρναμε. Με απόλαυση. Χωρίς οίκτο. Αυτός από την προτελευταία κυβέρνηση Καραμανλή, εγώ από την υπηρεσιακή κυβέρνηση Δόβα.
 
Εξηντατρία χρόνια, ποτέ δεν μιλήσαμε για πολιτικά. Ποτέ δεν ντυθήκαμε το ίδιο.Τις διαφορές μας, τις σκέπαζε η σιωπή. Δεν θυμόταν τίποτε από οτιδήποτε και ήμουν το ανάποδο.
 
Ακόμη και στα υπέρτατα μπάχαλα που ανακατευτήκαμε, δεν επιχειρούσαμε αναδρομές, αλλά παραπέμπαμε σε ταινίες. Με τους φίλους μου ταίριαζε απόλυτα. Ειδικά με τον Σουλιώτη και τον Ναουμίδη, την κατάβρισκε. Εγώ δεν ήξερα, μήτε ξέρω, κανέναν κολλητό του.
 
Φοβάμαι πολύ πως άν εκπληρώσω την υπόσχεσή μου, να τον αθανατίσω σε μια νουβέλα, θα χάσω τη χάρη ή τη βαναυσότητα της γραφής μου, που θα μου αφαιρεθεί με τον περίτεχνο τρόπο που ο σερβιτόρος αφαιρεί το ψαροκόκκαλο όταν του το ζητούν οι πελάτες στις κοσμικές ταβέρνες.
 
Απλώς, τη χρονιά που πέρασα χωρίς αυτόν, δεν ξεχνώ καθημερινά να τον δροσίζω με κάθε τρόπο, μειώνοντας την πνιγηρή ατμόσφαιρα του τάφου του. Εξάλλου, οι φίλοι μου εν ζωή είναι τρεις όλοι κι όλοι, άσε που τους βλέπω πολύ αραιά.
 
Και δυστυχώς, δεν θυμάμαι αν εντέλει έριξα τη ρημάδα τη χιονόμπαλα, ή αν τη απίθωσα απείραχτη στο χιόνι.

19.9.15

Δ. Ν. Μαρωνίτης: Ο κλήρος της Αριστεράς

πηγή: www.tovima.gr


Για ευνόητους λόγους φιλόξενης επικαιρότητας προηγείται ένα απρόβλεπτο ποίημα επώνυμου μετανάστη που γεννήθηκε στην Αλβανία το 1994 και ύστερα από τρία χρόνια εγκαταστάθηκε με τους γονείς του στη Θεσσαλονίκη, όπου και μεγά­λωσε. Το όνομά του είναι Ενο Αγκόλλι. Εγινε δεκτός με ολική υποτροφία στο Κολλέγιο Ανατόλια και εφεξής σπούδασε σε διάφορα πανεπιστήμια του εξωτερικού, μελετώντας αναλυτι­κή Φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου και στο βρετανικό Κέιμπριτζ. Το προκείμενο ποίημα, μαζί με άλλα τριάντα δύο, εξίσου απρόβλεπτα, ανή­κει στην πρώτη ποιητική του συλλογή, που φέρει τον τίτλο Ποιητικό Αίτιο, και κυκλοφόρησε στις φιλόξενες Εκ­δόσεις Εντευκτηρίου. Τίτλος του: «Τα μαλακά ρολόγια»· οι παραλείψεις ση­μειώνονται:
«Η μνήμη. Πεθαίνει μόνο αυτός που ξεχνιέται. / Τα όνειρα που δεν περά­στηκαν σε κανένα μητρώο. Τα ιστορι­κά λάθη. [...] Οι δείχτες που χάνουν τη φορά τους. Η διεύθυνση της μνήμης που ακυρώνει τη ζωή [...].
Η μνήμη. Το αόρατο κέντρο περι­φοράς της. Η αλλοίωση. Η αλλοτρί­ωση. Οι άλλοι. / Και το εγώ / ανοξεί­δωτο, ηλεκτροφόρο, ανηφατικό. [...] / Η φίλη και οι φίλοι. / Η παθολογία του νου. [...]
Ο νευρώνας που εκτελεί τον οργα­σμό και ο ίδιος που παγιδεύει τον χρό­νο. Η φωτογραφία. Δειλή, επιφάνεια­κή, σχεδόν τυχαία. Σχεδόν. Η σκουριά, η καρδιά και μια εσπέρα. [...] Η μνήμη / Η μνήμη τίνος;».
Θα μπορούσε το ποίημα αυτό ενός εικοσάρη μετανάστη να είναι η ψήφος στις σημερινές εκλογές ενός ογδοντάρη και βάλε. Ο οποίος επιμένει στον κλήρο της Αριστεράς, που την έσπειρε μέσα του στα επτά του χρόνια το οι­κογενειακό περιβάλλον, καπνεργατικό στο σύνολό του. Τα υπόλοιπα είναι αναποφάσιστα λόγια για τη σημερι­νή εκλογική περίσταση· θέμα τους: η Αριστερά και οι αριστεροί στη μέγγε­νη μιας αμοιβαίας ερώτησης. Ποιος απαξιώνει στις μέρες μας ποιον; Οι αριστεροί την Αριστερά; Η Αριστερά τους αριστερούς;
Να θυμίσω πως η λέξη εμφανίζεται ήδη στον Ομηρο με διπλή σημασία: τοπική και ηθική. Το «επ' αριστερά» σημαίνει «προς την αριστερή μεριά της μάχης»· «αριστερός» πάει να πει «δυσοίωνος», «δύστροπος». Και οι δύο χρήσεις και σημασίες επιβίωσαν στα νεότερα χρόνια: το αριστερό χέ­ρι υστερεί απέναντι στο δεξί, και στο γράψιμο θεωρούνταν ώς χτες ακόμη κακοσήμαδο. Οι βουλευτές που κά­θονται στο κοινοβούλιο στα αριστερά του προέδρου ανήκουν στα αριστερά κόμματα, που θεωρούνται ακραία και ατίθασα. Οι δύο πάντως όροι (Αριστερά - αριστεροί) είναι και δεν είναι συνώνυμοι. Ο πρώτος συναιρεί τον δεύτερο, ο δεύ­τερος εξειδικεύει τον πρώτο. Συνάμα, η Αριστερά (αφηρημένο ουσιαστικό ενικού αριθμού) υπονοεί μια μορφή ηγεσίας που ορίζει και ρυθμίζει τις τύχες των πληθυντικών οπαδών της, κρατώντας και το δικαίωμα της αυτορρύθμισης. Επιλέγει τα μέτρα και τα μέσα της πολιτικής της παρέμβα­σης στον δημόσιο βίο και μπορεί να είναι σύννομη ή παραβατική, συνερ­γατική ή αντίπαλη, αναλόγως με το ισχύον κάθε φορά καθεστώς και τις εφαρμογές του.
Η πρόσφατη ιστορία της Αριστεράς στον τόπο μας παραμένει εν μέρει αχαρτογράφητη, μολονότι πλησιάζει μάλ­λον στο τέλος της. Με τον Τσίπρα του υπόλοιπου ΣΥΡΙΖΑ για δεύτερη φορά υποψήφιο πρωθυπουργό της χώρας, να γράφει ανυποψίαστος τον επίλογό της, που ενδέχεται να αποδειχτεί επικήδει­ος. Πρόκειται στην ουσία για πολιτική καμπή μεταξύ τραγωδίας και παρω­δίας, αυταπάρνησης και ιδιοτέλειας, γενναιότητας και φυγομαχίας.
Ο ίδιος πάντως ο Τσίπρας φαντασιώνεται τον εαυτό του προορισμένο πρωθυπουργό για τα επόμενα τέσσερα χρόνια. Η αλήθεια είναι ότι έχει βρει το κόλπο να φέρνει τους άλλους σε αδιέ­ξοδο με τη μέθοδο του δούρειου ίππου. Παράδειγμα πρόσφατο ο τρόπος που εξεμαίευσε τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές τον περασμένο Δεκέμβρη, παγι­δεύοντας τον φίλαρχο Κουβέλη και τους περισσότερους βουλευτές της ΔΗΜΑΡ, ώστε να ματαιωθεί η εκλογή του Δήμα ως Προέδρου Δημοκρατίας, ενδεχόμε­νο που ίσως θα έδινε άλλη στροφή στα πολιτικά μας δρώμενα. Ετοιμος είναι εξάλλου να επαναλάβει τον ελιγμό του με τον Κουβέλη πάλι, ενόψει εκλογικής συνεργασίας της υπόλοιπης ΔΗΜΑΡ με το ΠαΣοΚ.
Ώς εδώ φτάνει και περισσεύει η μελαγχολική πρόγνωση για τις σημε­ρινές κρίσιμες εκλογές. Αλλάζοντας δρόμο, κλείνω με κάποιους στίχους του ίδιου μετανάστη ποιητή, με τον οποίο ξεκίνησα. Πρόκειται για τη δεύ­τερη στροφή από το πρώτο ποίημα της απρόβλεπτης συλλογής του, που όχι τυχαία επιγράφεται «Ποιητικό αίτιο»:
«Ω ξείν' αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ότι / άλλαξα γνώμη. / Παίρνω πίσω όλους τους στίχους, / όσα είπα και δεν είπα εδώ και χρόνια, / χρόνια της νιότης μου».