29.1.17

Τα περιεχόμενα του τεύχους 110 του Εντευκτηρίου



ΣΤΟ ΝΕΟ ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ

Eλληνική και ξένη ποίηση και πεζογραφία, άρθρα, σελίδες για τον Δ.Ν. Μαρωνίτη, κριτικές και παρουσιάσεις βιβλίων, φωτογραφικό ένθετο

Τχ. 110, 176 σελ., τιμή 10,00 ευρώ




ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΟΙΗΣΗ                 

«[...] O άνεμος χαϊδεύει το σαντούρι του∙ τα άλση υψώνουν τη φωνή τους∙ η θύελλα δεν είναι παρά γέλιο υστερικό∙ κι ο κεραυνός που ξεσπά, ξεσπά μονάχα παιχνιδίζοντας. Oφείλουμε να γελάσουμε, ειδάλλως πεθαίνουμε: γέλιο ίσον ζωή. Αν δεν γελάς, έχεις πάθει τέτανο. Θέλεις να θρηνήσεις; Τότε γέλα ενόσω θρηνείς. Διότι χαρά και λύπη είναι αδερφές∙ τα ίδια νεύρα τις παράγουν. Εμπρός, Γιούμι, μελέτησε ανατομία: έχεις πολλά να μάθεις από τους νεκρούς, περισσότερα από τους ζωντανούς – κι όσο για μένα, αν και ζω είμαι νεκρός»: ελάχιστο τμήμα ενός κεφαλαίου από πρώτο καθαρά μυθοπλαστικό έργο του Χέρμαν Μέλβιλ, το μυθιστόρημα «Μάρντι και ένα ταξίδι εκεί», σε παρουσίαση - μετάφραση του Γιάννη Παλαβού, που πρωτοδημοσιεύεται στο νέο τεύχος του περιοδικού «Εντευκτήριο» (Νο 110).
Στο ίδιο τεύχος, ποιήματα των Διονύση Καψάλη, Ευφροσύνης Μαντά-Λαζάρου, Δημήτρη Λεοντζάκου, Βασιλικής Φράγκου, Γιάννη Σαρηγιαννίδη, Χαρίλαου Νικολαΐδη, του μόλις 17 ετών Οδυσσέα Γερονικολού, καθώς και του Γερμανού Καρλ Κρόλο (1915-1999), σε παρουσίαση-μετάφραση Σπύρου Μοσκόβου. Ακόμη, πεζά των Γιάννη Σκαραγκά, Διαμαντή Αξιώτη, Κατερίνας Ζαρόκωστα, Κωνσταντίνου Τζαμιώτη, Καίτης Στεφανάκη, Παναγιώτη Κουσαθανά, Δ. Γ. Μαγριπλή, Μαργαρίτας Συνόδη, Κούλας Αδαλόγλου και Κατερίνας Παναγιωτοπούλου, καθώς και της Λιλιάνα Έκερ (Μπουένος Άιερες, 1943· μετ. Γιάννη Θεοδοσίου) και του Τζων Απντάικ: πρόκειται για το «Α & Ρ» (μετ. Λένας Ε. Κοψαχείλη), ένα από τα πλέον ανθολογημένα στον αγγλόφωνο κόσμο διηγήματά του, που επιπλέον διδάσκεται σε πολλά σχολεία της μέσης εκπαίδευσης.

Την εικονογράφηση της ενότητας της λογοτεχνίας επέλεξε ο Τέλλος Φίλης.

ΑΡΘΡΑ
Η Μαρία Στασινοπούλου γράφει για το σύνολο του έως τώρα πεζογραφικού έργου του Κώστα Λογαρά (που «[η γραφή του έχει έντονη την οσμή και τη γεύση του βιωμένου. Είναι λόγος βιωματικός, όχι γιατί απλώς καταγράφει εμπειρίες και μνήμες και εμπνέεται από ό,τι ζει ή ακούει, αλλά γιατί σωματοποιεί πλήρως την αίσθηση. Ξέρει όχι μόνον να βλέπει και τα παρατηρεί, αλλά να διεισδύει και να επεξεργάζεται συναισθήματα και σκέψεις […]»).
Ο Βασίλης Κωνσταντινόπουλος παρουσιάζει διεξοδικά την άρρηκτη σχέση της φιλμογραφίας του Μπέλα Ταρ με την πεζογραφία του Λάσλο Κρασναχορκάι.
Ο Τουρκοκύπριος Άχμετ Γικίκ γράφει για την εμφάνιση (ήδη από το 1892) του μυθιστορήματος των Τουρκοκυπρίων και την αντανάκλαση σ’ αυτό της κοινωνικής ταυτότητας, εστιάζοντας ιδιαίτερα στο έργο των των Οζντέν Σέλεγκε, Τιτζέν Ζεϊμπέκ, Τουφάν Έρχουμαν και Μεχμέτ Γιασίν, που «έχουν επιδείξει, τόσο με τον όγκο και την ποιότητα της δουλειάς τους όσο και με την επιδεξιότητά τους, ότι δικαιούνται μια θέση ανάμεσα στους καλύτερους Τουρκοκύπριους μυθιστοριογράφους». 


Ο Πάνος Τζώνος επιχειρεί μια από “τα έξω” ματιά στο μυαλό του Άρι Γεωργίου τις στιγμές που ο τελευταίος τραβούσε τις φωτογραφίες οι οποίες συνιστούν το βιβλίο-λεύκωμά του «Ωτο-μπιο-γραφί».
        

ΑΠΟΥΣΙΟΛΟΓΙΟ               
«[...] Ακριβώς αυτό θα ήταν η ποίηση ―μία υπέρβαση του θανάτου― αν δεν ήταν δυσπρόσιτη. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να επιχειρήσουμε να την προσεγγίσουμε. Γι’ αυτό κανείς δεν θα ’πρεπε να αυτοαποκαλείται ποιητής. Είναι ξιπασιά. Θα σήμαινε ότι έχει επιλύσει τα προβλήματα που θέτει η ποίηση. Μπορεί κάποιος να χρησιμοποιεί τη λέξη “ποιητής” μόνον όταν μιλά για άλλους, εφόσον τους θαυμάζει αρκετά. Όταν κάποιος με ρωτά με τι ασχολούμαι, αποκρίνομαι πως είμαι κριτικός ή ιστορικός [...]»: θραύσμα από τις «Απόψεις για την ποίηση» (επιλογή -μετάφραση Γιάννη Θεοδοσίου) του Υβ Μπονφουά (24.6.1923-1.7.2016).


Σελίδες της στήλης «Απουσιολόγιο» αφιερώνονται στον πολύτροπο Δ. Ν. Μαρωνίτη (22.4.1929-12.6.2016), χαλκέντερο πανεπιστημιακό δάσκαλο και μεταφραστή, με πλούσιο συγγραφικό έργο και πυκνή παρουσία στην πνευματική, στην καλλιτεχνική αλλά και ―με τον τρόπο ενός διανοουμένου― στην πολιτική ζωή της χώρας· ο Γιώργος Κορδομενίδης, διευθυντής του «Εντευκτηρίου» (του οποίου ο Δ.Ν.Μ. υπήρξε τακτικός και εμβληματικός συνεργάτης για περισσότερα από 25 χρόνια) γράφει για τον «Μαρωνίτη της Θεσσαλονίκης» αλλά και της ιδιότυπης συναναστροφής («Ιδιαίτερα με τον Μαρωνίτη»).


Ακόμη, η Ζωή Βερβεροπούλου γράφει για την «τόσο ξεχωριστή απουσία» του θεατρικού συγγραφέα Έντουαρντ Άλμπυ (12.3.1928-16.9.2016).

ΚΡΙΤΙΚΗ               
Τις κριτικές και βιβλιοπαρουσιάσεις του τεύχους γράφουν οι: Βαγγέλης Χατζηβασιλείoυ (Σωτήρης Δημητρίου: Τα όνειρα μού δέλουν), Μαρία Στασινοπούλου (Χρήστος Χρηστίδης: Αναποδογεννημένος και Μανώλης Λυδάκης: Η Χώρα), Κώστας Καλημέρης (Δημήτρης Νόλλας: Τα μάρμαρα στη μέση),  Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ (Χαρίλαος Νικολαΐδης: Αλεπού στον αυτοκινητόδρομο), Ανδρέας Γαλανός (Μαίρη Μικέ: Κόκκινες ουλές), Μαριαλένα Σπυροπούλου (Ηλίας Μαγκλίνης: Πρωινή γαλήνη), Λάμπρος Σκουζάκης (Γιώργος Βέης: Παντού),  Ζωή Σαμαρά (Αρχοντούλα Διαβάτη: Σκουλαρίκι στη μύτη),  Γιάννης Στίγκας (Γιάννης Στίγκας: Το ισόπαλο τραύμα), Τάνια Βοσνιάδου (Κωνσταντίνος Νικολόπουλος: Βουβή συνοδεία), Ισίδωρος Ζουργός (Γιάννης Κοτσιφός: O πειρασμός της γραφής), Σωτηρία Καλασαρίδου (Κάλλια Παπαδάκη: Δενδρίτες), Χρύσα Φάντη (Γιάννης Τσίμπας: Η Βικτώρια δεν υπάρχει), Βάνα Χαραλαμπίδου (John Julius Norwich: Mare Nostrum. Μια ιστορία της Μεσογείου). Ακόμη, στην τακτική (ανά δεύτερο τεύχος) στήλη του «1 x 3 x 163», ο Βασίλης Αμανατίδης γράφει για τα πρόσφατα βιβλία ποίησης της Μαίρης Κλιγκάτση, του Ιορδάνη Παπαδόπουλου και του Θωμά Τσαλαπάτη· ο Γιάννης Σκαραγκάς στη σταθερή στήλη του «Γραμματοσειρές» σχολιάζει βιβλία του Χανς Μάγκνους Εντσεσμπέργκερ, της Άννας-Θέκλας Κούνις Χάρτμαν και του Δημήτρη Μαγριπλή· η Αθηνά Καλαϊτζόγλου καταγράφει με τηλεγραφική συντομία τις εντυπώσεις της από το βιβλίο του Αργύρη Παλούκα (επιλογή, εισαγωγή) «Γιώργος Χειμωνάς: Αγάπη σαν ακολασία»· ο Γιώργος Κορδομενίδης, στη στήλη «Βιβλία στο κομοδίνο», σχολιάζει πρόσφατες εκδόσεις.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΝΘΕΤΟ              


Η Camera Obscura, το ειδικό τετράχρωμο ένθετο 16 σελίδων για την καλλιτεχνική φωτογραφία, παρουσιάζει έργα του Νάσου Αβδαρμάνη (υπό τον γενικό τίτλο «Ψηφίδες ημιτελούς μωσαϊκού»), για τα οποία ο Άρις Γεωργίου επισημαίνει: «[...] Ο Νάσος Αβδαρμάνης [...]  παραμένει πιστός στην αναλογική ασπρόμαυρη φωτογραφία, αυτοπεριορίζεται στις δυνατότητες του “νορμάλ” πενηντάρη φακού ώστε, απερίσπαστος από δεκάδες επιλογές που θα τον αποπροσανατόλιζαν, να επικεντρώνει το ενδιαφέρον του σε ζητήματα ουσίας που συνθέτουν την αντίληψή του για τον κόσμο, καταθέτοντας εικόνες πηγαίες και έντιμες, είτε εξωφθάλμως σαφείς είτε δυναμικά υπαινικτικές. Εικόνες που συμπαρατάσσονται ισάξια κοντά σε πολλές διάσημων ή λιγότερο διάσημων φωτογράφων και που, ως ψηφίδες ενός πάντοτε ημιτελούς μωσαϊκού, μας επιτρέπουν να προσλαμβάνουμε τον κόσμο μέσα από ένα πρίσμα ανθρωπισμού ανέκαθεν επίκαιρου και εσαεί αναγκαίου».

Στο εξώφυλλο του τεύχους φωτογραφία του Κυριάκου Συφιλτζόγλου.


23.1.17

Το αμάρτημα της μητρός μου





του Σπύρου Βούγια

πηγή: Facebook


Ενώ ο πατέρας μου ξεκουράζεται για πάντα στον μοναχικό, μακρινό και χιονισμένο Πεντάλοφο του Βοΐου, η μητέρα μου κοιμάται πιο κοντά, στο ήρεμο και περιποιημένο κοιμητήριο του Λιτοχώρου, στους πρόποδες του Ολύμπου, δίπλα στο φαράγγι του Ενιπέα.

Πήγα σήμερα να τη δω ύστερα από μήνες και χάρηκα γιατί τη βρήκα όμορφη και χαμογελαστή (στη φωτογραφία της ωριμότητας που διαλέξαμε να τη θυμόμαστε), ανάμεσα στ' αδέλφια της που υπεραγαπούσε και φρόντιζε μια ζωή.

Άναψα ένα κερί κι ένα τσιγάρο, της μίλησα για λίγο τρυφερά (ίσως όπως ποτέ πριν) και ξετύλιξα στα γρήγορα το τρέιλερ της ζωής της στη σκοτεινή οθόνη του μυαλού μου. 

Στην αρχή την είδα (μέσα απ' τις αφηγήσεις των άλλων), νέα και ποθητή για όλη την πόλη, να πηγαίνει βαρκάδες με τα αγόρια και τις εβραιοπούλες της γειτονιάς, υπό την αυστηρή παρακολούθηση και προστασία των τριών μεγαλύτερων αδελφών της.

Ύστερα να γοητεύεται (αυτή που ήθελε γιατρό ή αξιωματικό) από τη χορευτική ελαφράδα, τα όμορφα λόγια για μια άλλη κοινωνία και τα τριμμένα παντελόνια του γεωπόνου πατέρα μου. Να μετακομίζει (12 φορές σε 8 χρόνια), από το κυνηγητό, την εξορία και τη δίωξή του, λόγω φρονημάτων, απ' το δημόσιο.

Μετά, να κρατάει το σπίτι, τα παιδιά, τους δύσκολους λογαριασμούς, τους γονείς της στα γεράματα, ακόμη και τη φροντίδα των αδελφών της και των παιδιών τους. Τα τελευταία χρόνια, με τη ρόμπα στο μπαλκόνι, με κουρασμένο νου αλλά πάντα περιποιημένη και γοητευτική, να περιμένει μήπως περάσω να τη δω.

Αυτά κι άλλα πολλά είδα, που ήταν μόνο για μένα και δεν μπορώ ή δεν γίνεται να τα περιγράψω και, για να μη καταποντιστώ ―μέρα μεσημέρι― στο βαθύ σκοτάδι του πόνου, χάιδεψα απαλά τις καστανοκόκκινες μπούκλες της και γύρισα να φύγω. Το μόνο αμάρτημά της, σκέφτηκα, ήταν ότι έζησε μια όμορφη κια πλούσια σε συναισθήματα ζωή, όχι όμως ακριβώς τη δική της.

Λίγο πιο πέρα, στέκονταν διακριτικά και παρακολουθούσε τη σκηνή η αδελφή μου. Δεν ξέρω πόσην ώρα περίμενε.

18.1.17

Πέθανε ο Τάκης Καρβέλης



του Αλέξη Ζήρα

Σήμερα το μεσημέρι έφυγε (μπορούμε να πούμε, πλήρης ημερών)  ο Τάκης Καρβέλης (γεννημένος το 1925), ένας ακόμα της παλιάς φρουράς, ευγενής, διακριτικός, γενικότερα χαμηλών τόνων, μα δουλευτής γόνιμος και καλός, δημιουργικός τόσο στην ποίηση όσο και στη μελέτη της λογοτεχνίας μας. 

Πέρα από τη μεγάλη προσφορά του στη διδακτική της Μέσης Εκπαίδευσης (μαζί με τον Μηλιώνη, τον Μπαλάσκα, τον Γρηγοριάδη, τον Παγανό έφτιαξαν τα αναγνωστικά γυμνασίου και λυκείου), ασχολήθηκε ιδιαίτερα- γεννημένος κι αυτός στο Αιτωλικό- με τους προερχόμενους από τη νοτιοδυτική Στερεά Ελλάδα συγγραφείς: τον Κώστα Χατζόπουλο, τον Κωστή Παλαμά, τον Ι.Μ. Παναγιωτόπουλο, τον Μίνω Ζώτο. Αλλά, σε μια εξαιρετικά διεισδυτική συγκριτολογική μελέτη του, και με τον Οδυσσέα Ελύτη και τον Ανδρέα Κάλβο. 

Ήταν παντρεμένος με τη κλασική φιλόλογο Αικατερίνη Τσοτάκου-Καρβέλη και τιμήθηκε τόσο με το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου-Κριτικής για την μονογραφία του για τον Κωσταντίνο Χατζόπουλο, όσο και, μόλις τον προηγούμενο μήνα, με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του.


Η εξόδιος ακολουθία θα τελεστεί στο κοιμητήριο Βύρωνα, το Σάββατο 21 Ιαν. στις 12 το μεσημέρι.

17.1.17

Συνάντηση



της Ευφροσύνης Μαντά-Λαζάρου

πηγή: Facebook


Καμιά ρωγμή ― στον πηλό φλέβες
ζεστές στο βάθος τους εδώ. Επιθυμούν.
Επάνω τους το γυαλί θα γυρίσει
τις αιχμές του στην άμμο
και άμμος θα χωθεί στον στεναγμό της θάλασσας.
Κάποιος από ψηλά δεν βλέπει.
Ανοίγει μια πόρτα πρωινή, ανοίγει μια πόρτα βραδινή.
Ρίχνει φως ― και το σκοτάδι του.
Ρίχνει νερό ― και τη φωτιά του.
Ρίχνει φωτιά ― και το χιόνι της.
Πέφτουν μαζ ― χωρίζουν μέσα σε δύο οφθαλμούς.

Η συμφιλίωση είναι μια λέξη δική σου
μέσα στις προθέσεις ενός ξένου.
Καμιά ρωγμή ― στον πηλό φλέβες ο χρόνος
ο χρόνος πυργώνει ό,τι ανάβει σαν άστρο το μέλλον.
Όμως με μια Βαβέλ ο χρόνος τελειώνει χωριστά
με τον καθένα. Καμιά ρωγμή.
Η Βαβέλ φέρνει ένα αηδόνι πάνω από τις χωριστές μας λέξεις.
Μια πρόθεση σε ένα ράμφος. Ακουμπάει.
Κοντά και πλάι πλάι.
Κοντά και πλάι πλάι δέντρα μνημονικά
και δεντρόσπιτα γεμάτα φίλους και καρπούς
τον ουρανό τρυγούν τη θάλασσα
τα ηλιοπότηρα υψώνουν στον αέρα
και ακούν το αηδόνι
το μεθυσμένο εδώ
εμείς ακούμε.

13.1.17

Θεία Φανή



του Αντώνη Γκρίτση

πηγή: Facebook


Γιαγιά; Μ' ακούς; Εκεί που πήγα, στο Λονδίνο, γύριζα σπίτι. Δεν είχα κάτι να φάω, πεινούσα. Βρε, τι να φάω, βρε, τι να φάω, δεν έβρισκα τίποτα. Κι έπαιζε τότε στην τηλεόραση μια διαφήμιση. Από εκεί τη θυμήθηκα, γιαγιά, τη θεία Φανή. Είδα την κοπέλα στη διαφήμιση και τη θυμήθηκα. Μου τη θύμισε, γιαγιά, η κοπέλα στη διαφήμιση, πώς εσύ μίλαγες με το «Κωνσταντίνου και Ελένης»; Είχε ένα πρόσωπο... Φωτεινή, και τη θυμήθηκα.

Αχ, κακομοίρα θεία Φανιώ, είπε η γιαγιά τότε. Κι αν σου πω, απ' αυτόν τον καημό πήγε, πουλί μου... Κάτι που πέθαναν από τους τρεις δυο της γιοι, κάτι που στ' αχαμνά της εκείνη ακόμα δεν έλεγε να βασιλέψει... Όπως σας το λέω, αλλά μην το πείτε και μαθευτεί...

Είχαμε μαζευτεί όλα τα εγγόνια, κι η γιαγιά μιλούσε, μιλούσε. Στα τελευταία της, αλλά μιλούσε. Κι εμένα σα να κοιτούσε πιό πολύ, εμένα κοιτούσε. Και σε μένα μιλούσε πιο πολύ σαν να μου 'λεγε γράφε. Η γιαγιά. Για τη συνυφάδα, τη θεία Φανή. Για κάτι που δεν έπρεπε να μαθευτεί σε μένα μιλούσε.

Τη βρήκανε με πεντέξι κολώνιες. Εκεί που πλενόταν τη βρήκαν. Ήπιε έξι κολώνιες για να σκοτωθεί, κι ας είπαν γλίστρησε και σπάσανε τα μπουκάλια. Σκοτώθηκε με τις έξι κολώνιες που ήπιε για να ησυχάσει.

Δε με παίρνει ο ύπνος, Ελένη, αδελφή. Ακόμα να με πάρει, Ελένη, ο ύπνος... Τι τη θέλουμε στα 90 μας γυναίκες, μωρή Ελένη, τόση ζωή, τι τη θέμε; Δε θα πεθάνω, Ελένη, να το δεις... Θα περάσει, μωρή, ο ύπνος και δε θα με πάρει... Βρε, πέθανε πρώτα εσύ κι ο ύπνος, δουλειά του είναι, θα περάσει και θα σε πάρει. Γίνεται να πέσεις χάμω και να χαθείς; Ε, πέσε και πέθανε! Χάσου! Αχ, μωρή γκόρμπα, κακομοίρα θεία Φανή...

Έτσι μας τα έλεγε η γιαγιά και γελούσε. Κλινήρης, στο κρεβάτι κι αυτή. Τα έλεγε όλα αυτά και γελούσε. Κι όταν σταμάτησε να γελάει, την κατάλαβα, είπε, εκείνο το πρωί. Είχα περάσει να τη δω από κει. Να πάει να πλυθεί ετοιμαζότανε, είπε.

Καινούργιοι στον καινούργιο χρόνο



Γράφει ο Πέτρος Σατραζάνης 

Αλλάζοντας ο χρόνος, στις στιγμές των (εκ) βαθέων συλλογισμών είναι που συνειδητοποιούμε πόσο διαδραστικά λειτουργούμε σε σχέση με τους πάντες. Με τις λέξεις τους, με τις διακοπές τους, με τα χέρια τους, με τις ευχές τους. Ένα τραγούδι μοιάζει πανέτοιμο να ξαναενώσει. Ευτυχής συγκυρία θα ’λεγε κανείς, από μια άποψη, η συσχέτιση των αισθημάτων μας σε αυτόν τον δύσκολο καιρό· των αισθημάτων μας που δεν έχουν ανάγκη αποδεικτικότητας για να συνυπάρξουν αιωρούμενα μα και απολύτως ενσωματωμένα μέσα μας. Πολλές συνθήκες έχουν αξιωματικά τακτοποιηθεί σε ντουλαπάκια με πλαστικό ή ηλεκτρονικό ταμπελάκι. Τις τοποθέτησε εκεί η σιγουριά της ανοργασμικής πλέον τηλεοπτικότητας ή το καλπάζον άλογο του ιντερνετικού και ιστοτοπικού αλάθητου;

Φόβος και πάθος. Μεγαλείο και εσωτερικό βάθος. Πολυμήχανα σκεύη προσφέρουν ηδονή απλόχερα με αδιευκρίνιστο τίμημα. Ας ξεκινήσουμε τον νέο χρόνο με ένα ραδιόφωνο ανοιχτό. Με μια μάζωξη σε σπίτι όπου κάποιος θα παίζει πιάνο και ένας άλλος θα ανοίγει το παράθυρο, όχι για να μπει το κρύο αλλά για να κοινωνηθεί η αγάπη. Μετρώντας τις νίκες μας, καθώς η σκοτεινιά του νέου αιώνα πλησιάζει σαν τέφρα που μας έρχεται ψιχαλιστά. Οι νίκες είναι για να γιορτάζονται, οι λέξεις για να ματώνουν μέσα μας και η μουσική για να μας κρατά ιδρωμένους στην αλήθεια της. Και η μέθη είναι μια διαπίστωση ότι μπορούμε ακόμη να πεθάνουμε υπερήφανοι.


Πίστη στο τίμημα. Στις εκδορές που υφίστανται το κορμί και η ψυχή από την άφοβη αλήθεια του Χρόνου. Καλή χρονιά, με την αίσθηση ότι το παιδικό παραμύθι που μας γοητεύει αλλά και μας δυσκολεύει είναι η δική μας μικρή και μεγάλη ιστορία ενός αισθήματος γεμάτου νόημα.

11.1.17

Σημάδι



γράφει ο Τέλλος Φίλης

ξέρω ότι υπάρχεις
απ' τις πατημασιές στο χιόνι
είσαι λύκος, είσαι έρωτας
δεν έχει σημασία

στην παγωμένη σιωπή,
η ύπαρξη σου, ένδειξη,
κάποιος επιμένει 
κόντρα στους καιρούς
μ' έναν τριγμό νιφάδας
ν' αφήνει το σημάδι του

με ήχους ανεπαίσθητους
στον θόρυβο της Ιστορίας
δρόμους σημαδεύει

υπάρχει πέρασμα, υπάρχει λύση
υπάρχει κι άλλος σαν εμένα 
«πάτα γερά»



6.1.17

5η Λογοτεχνική Σκηνή [2016]: Απολογισμός και βίντεο




ΣΤΗ ΦΕΤΙΝΗ, ΠΕΜΠΤΗ ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΗΣ

21 ποιητές και πεζογράφοι
στη Λογοτεχνική Σκηνή 2016

18-19 Νοεμβρίου, στο θέατρο «Άνετον»

Συνδιοργάνωση του «Εντευκτηρίου» και του Δήμου Θεσσαλονίκης


Η 5η Λογοτεχνική Σκηνή πραγματοποιήθηκε στις 18 και 19 Νοεμβρίου 2016 στο δημοτικό θέατρο «Άνετον». Συμμετείχαν είκοσι ένας καταξιωμένοι, νεότεροι αλλά και πρωτοεμφανιζόμενοι ποιητές και πεζογράφοι από τη Θεσσαλονίκη, από την Αθήνα, την Έδεσσα, και τη Λάρισα, καθώς και ένας Σύριος πρόσφυγας που διαμένει σε camp στην περιοχή της Θεσσαλονίκης· επίσης, ένας συνθέτης και μουσικός, μία ερμηνεύτρια, ένας χορογράφος και ένας χορευτής· έγιναν ακόμη μικρά «αφιερώματα» στην Άννα Αχμάτοβα, τον Οδυσσέα Ελύτη, τον Ζαν Ζενέ, τον Κλείτο Κύρου και τον Δ. Ν. Μαρωνίτη.
Η 5η Λογοτεχνική Σκηνή διοργανώθηκε από το περιοδικό «Εντευκτήριο» και τον Δήμο Θεσσαλονίκης (Διεύθυνση Πολιτισμού & Τουρισμού και Α΄ Δημοτική Κοινότητα), με τη χορηγική υποστήριξη της Cosmote και της ΕΥΑΘ.
Τη Λογοτεχνική Σκηνή συντονίζει ο Γιώργος Κορδομενίδης, ο οποίος και εμπνεύστηκε τον θεσμό το 2012.


Αντί άλλου “απολογισμού”, παρατίθενται εδώ τα σχόλια μερικών από τους συντελεστές της διοργάνωσης:

Έλλη Χρυσίδου, αντιδήμαρχος Πολιτισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης «Η γλώσσα είναι λοιπόν εντεύθεν της λογοτεχνίας, το ύφος σχεδόν επέκεινα: εικόνες,τρόπος έκφρασης, λεξιλόγιο, γεννιούνται από το σώμα και το παρελθόν του συγγραφέα και γίνονται σιγά σιγά οι αυτοματισμοί της τέχνης του» (P. Μπάρτ).
Αυτό αναδεικνύει η Λογοτεχνική Σκηνή: την προβολή  του λόγου στον χώρο, την  “άλλη” ανάγνωση. Η Λογοτεχνική Σκηνή είναι σημαντική γιατί κάνει “πράξη” τον  “λόγο”.

Δημήτρης Αθηνάκης, ποιητής Δεν μπόρεσα, μέρες μετά, να ζυγίσω τι αποκόμισα από τη φετινή, πέμπτη Λογοτεχνική Σκηνή του «Εντευκτηρίου». Μου αρέσει όμως που δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάτι. Το μπλέξιμο των λέξεων με την κίνηση, των φωνών με τη μουσική και όλων μαζί με την πόλη αθροίζουν αυτό για το οποίο ένα φεστιβάλ δικαιούται να είναι περήφανο: την εγγύτητα μεταξύ ανθρώπων και πραγμάτων, λόγων και κινήσεων. Δεν είναι καθόλου λίγο. Η Λογοτεχνική Σκηνή είναι αυτό.

Βασίλης Αμανατίδης, ποιητής-περφόρμερ Συγκρίνοντας μέσα μου την αίσθηση με την πρώτη συμμετοχή μου στη Λογοτεχνική Σκηνή το 2012, αντιλήφθηκα ότι: Μεγαλώνοντας, ελευθερώνομαι σκηνικά ως performer – κάτι που χωρίς την ευκαιρία ανάλογων εκδηλώσεων δεν θα μου ήταν διόλου εύκολο να το αντιλαμβάνομαι. Εάν η Λογοτεχνική Σκηνή δεν παραμείνει στην πόλη ως θεσμός, η πόλη θα χάσει μια σπουδαία ευκαιρία να απολαμβάνει –αλλά και να αναμετριέται με– μία από τις βασικότερες (αν και σχετικά παραμελημένες) λειτουργίες της λογοτεχνίας: την ακροαματική. Η επαφή με συγγραφείς –περισσότερο ή λιγότερο γνωστούς– είναι πάντα χρήσιμη τόσο για έναν συγγραφέα όσο και για το κοινό, αφού ευνοεί, μεταξύ άλλων, όχι μόνο την πολλαπλή ανάπτυξη των αξιολογικών μας κριτηρίων, αλλά και την εξοικείωση με τη γραφή και τους φορείς της (η σύγχρονη λογοτεχνία δεν είναι βεβαίως αχειροποίητη, αλλά δημιουργείται από –ευτυχώς ακόμη– ζωντανά πλάσματα, με σώμα, νεύρο, αύρα και φωνή).

Γιάννης Κοτσιφός, ποιητής Και μόνο η πρόκληση να διεκδικήσεις τη συγκέντρωση του κοινού για σχεδόν 7 λεπτά διαβάζοντας θα αρκούσε, ωστόσο υπήρχε και μεγαλύτερο στοίχημα: Να διαπιστώσεις ότι ο ίδιος, φορτωμένος τα νωχελικά αντανακλαστικά του αναγνώστη που δεν είναι ούτε αθώος πια ούτε ανέμελος, μπαίνεις σ’ κείνη την κάπως λησμονήμένη κατάσταση εγρήγορσης και δοκιμάζεις ξανά την αίσθηση της έκπληξης έναντι της λογοτεχνίας. Ακόμη κι αν είναι προσωρινό, μεγάλο κέρδος... 

Θάνος Λουμπρούκος, ποιητής Η εμπειρία μου στην 5η Λογοτεχνική Σκηνή ήταν αξιομνημόνευτη! Περάσαμε τρεις όμορφες ώρες ακούγοντας πολύ ενδιαφέροντα ποιήματα και πεζά. Αξιοσημείωτο ήταν το γεγονός ότι δεν έπληξα ούτε στιγμή (κάτι που μου συμβαίνει συχνά σε ανάλογα δρώμενα…), αφού οι συμμετέχοντες ήταν διαφορετικοί μεταξύ τους: άλλος πιο εκφραστικός, κάποιος άλλος πιο θεατρικός, άλλος πιο υποβλητικός. Υπήρχε εναλλαγή προσώπων, τοπίων, αισθημάτων και αισθήσεων. Θα τολμούσα να πω πως απόλαυσα μια ενδιαφέρουσα λεκτική βεντάλια όλων των αποχρώσεων ενώ δηλώνω ευτυχής όχι μόνο που μου δόθηκε ευκαιρία να παρουσιάσω ένα (πιο κρυφό;) κομμάτι του εαυτού μου στη λογοτεχνική μου πατρίδα, τη Θεσσαλονίκη, αλλά και που γνώρισα ωραίους ανθρώπους, με ειλικρινή αγάπη για τη λογοτεχνία.

Μύρων μ. Παβένος, ποιητής Το «Εντευκτήριο» και οι εκδόσεις του μάχονται έμπρακτα, μέσα στην καθημερινότητα, και αναδεικνύουν νέους δημιουργούς. Η πράξη για άλλη μια χρονιά ονομάστηκε 5η Λογοτεχνική Σκηνή! Αυτό είναι το σκαλί το πρώτο για τους νέους ποιητές ή το επόμενο για τούς υπάρχοντες· η συγκίνηση έρχεται όταν τα λόγια συναντούν την πράξη, και όταν άγνωστες λέξεις, έρχονται κοντά.

Αργύρης Παλούκας, ποιητής Μια ωραία στημένη διοργάνωση χωρίς την τυπολατρεία που συνήθως βαραίνει παρόμοιες εκδηλώσεις. Οι στιγμές χαλαρότητας καθόλου δεν επηρέασαν τους αρμούς της διήμερης Λογοτεχνικής Σκηνής. Πολύ σημαντικό για μένα ήταν το ότι ξανασυνάντησα ανθρώπους που εκτιμώ και γνώρισα καινούργιους. Η γενική γενναιοδωρία εκ μέρους του «Εντευκτηρίου» είναι επίσης αξιομνημόνευτη.

Κατερίνα Παναγιωτοπούλου, πεζογράφος Εκείνο το βράδυ έσερνα 850 χιλιόμετρα και πολλή αγωνία. Η κούραση είχε σταθεί στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου και αρνιόταν. Ένα βλέμμα μ’ ενθάρρυνε και οι λέξεις που το ακολούθησαν μ’ ενδυνάμωσαν. «Ή τώρα ή ποτέ», σκέφτηκα και μίλησα. Ύστερα, άστραψαν φώτα κι ήρθαν πολλά ζεστά χέρια και μ’ άγγιξαν. Αυτή ήταν η επίσημη “πρώτη” μου στην 5η Λογοτεχνική Σκηνή. Ευχαριστώ κι όλον τον κόσμο, που έγινε μια ζεστή αγκαλιά για μένα. Ευχαριστώ και τις λέξεις. Ο ήχος τους ήταν τόσο ζεστός όσο η λύτρωση.

Πέτρος Σατραζάνης, συνθέτης Η Θεσσαλονίκη έκλεινε πάντα στην αγκαλιά της τους μοναχικούς, τους ερωτευμένους, και τους ποιητές. Χαρά και τιμή μου που προσκλήθηκα και συμμετείχα στην 5η Λογοτεχνική σκηνή, παρουσιάζοντας τη μουσική μου επάνω σε ποιήματα της Άννας Αχμάτοβα και του Νίκου-Αλέξη Ασλάνογλου. Πρόκειται για θεσμό που, σαν μια μικρή όαση λογοτεχνικής έκφρασης, επιμένει πεισματικά στη γυμνή ομορφιά της ποίησης και της πεζογραφίας στη Βόρεια Ελλάδα.

Η εκδήλωση σε τμηματικά βίντεο, σύμφωνα με το πρόγραμμα:

1η βραδιά, 18 Νοεμβρίου















[ Για τον Οδυσσέα Ελύτη προβλήθηκε σύντομο βίντεο στο οποίο διαβάζει ο ίδιος ποιήματά του ― δεν το αναρτούμε στο youtube, καθώς δεν έχουμε τα δικαιώματα γι' αυτό.]


2η βραδιά, 19 Νοεμβρίου