13.8.17

Βιωματική πεζογραφία με υπαρξιακές ανησυχίες


Το τείχος του Βερολίνου άρχισε να χτίζεται από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας 
τη νύχτα της 12ης προς την 13η Αυγούστου 1961. Κατεδαφίστηκε στις 9 Νοεμβρίου 1989.


του Γιώργου Κορδομενίδη

Η Κρίστα Βολφ, γεννημένη το 1929 στο Λάντσμπεργκ (σήμερα ανήκει στην Πολωνία), σπούδασε γερμανική φιλολογία στη Λειψία και στην Ιένα, και υπήρξε για πολλά χρόνια η πιο δημοφιλής συγγραφέας τής (κάποτε) Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, μέχρις ότου, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, παραδέχτηκε πως μεταξύ 1959 και 1962 συνεργάστηκε «ανεπίσημα» με τη Στάζι, τη διαβόητη μυστική υπηρεσία πληροφοριών της πατρίδας της. 

Ωστόσο, γρήγορα βρήκε τη θέση της στη λογοτεχνική σκηνή τής ενιαίας από τότε Γερμανίας. Έχει εκδώσει πάνω από 25 βιβλία με μυθιστορήματα, διηγήματα, δοκίμια, χρονικά και κριτικές.


Μυθιστόρημα ενηλικίωσης

Ο «Μοιρασμένος ουρανός» (University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2009) ―αναφορά στο διχοτομημένο Βερολίνο― είναι το πρώτο της βιβλίο, που την καθιέρωσε ευρύτατα, της απέφερε το βραβείο Χάινριχ Μαν της Ακαδημίας Καλών Τεχνών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο σε σενάριο της ίδιας.

Αφηγείται τον καταδικασμένο έρωτα ανάμεσα σε μια νέα, ρομαντική κοπέλα, τη Ρίτα Ζάιντελ, που αναζητά τον εαυτό της, και σε έναν κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερό της χημικό μηχανικό, τον ρεαλιστή και κυνικό Μάνφρεντ Χέρφουρτ. Φόντο της δράσης αποτελεί κυρίως ένα εργοστάσιο παραγωγής βαγονιών τρένου, περιβάλλον που η Βολφ γνώρισε «από μέσα» καθώς είχε αναλάβει να διευθύνει τον κύκλο «Οι εργάτες γράφουν» ενός τέτοιου εργοστασίου και είχε γίνει μέλος μιας ομάδας βιομηχανικής παραγωγής.

Εύκολα μπορεί κανείς να κατατάξει το βιβλίο στα bildungsroman (μυθιστορήματα ενηλικίωσης), είδος που άνθησε ιδιαίτερα στη γερμανόφωνη πεζογραφία. Ωστόσο ―κι εδώ η Βολφ κάνει την πρώτη της μεγάλη τομή―, ενώ παραδοσιακά το είδος αυτό είχε στο επίκεντρό του κάποιον νεαρό άνδρα, εδώ παρακολουθούμε την εξέλιξη μιας νέας γυναίκας και, ουσιαστικά, την ενσωμάτωσή της στην ανδροκρατούμενη κοινωνία. Κι ενώ ο Μάνφρεντ είναι αυτός που εκπροσωπεί τη γενιά της Βολφ (αυτός διαμορφώθηκε στη διάρκεια του ναζισμού μέσα σε μια δυσλειτουργική οικογένεια, σε κλίμα ψυχρότητας, με πατέρα που πρώτα ήταν εθνικοσοσιαλιστής και μετά ασπάστηκε τον κομμουνισμό), η προσωπικότητα που ανατέμνεται είναι της Ρίτας, από την αρχική της επιλογή να γίνει δασκάλα (δηλαδή να εξελιχθεί ως άτομο και να συμμετάσχει στις κοινωνικές διαδικασίες) μέχρι την οικειοθελή προσχώρησή της σε μια ομάδα εργατών του εργοστασίου, που αυτοί γίνονται πια οι «μέντορές» της κατά τη διαδικασία κοινωνικοποίησης και συνειδητοποίησής της.




Παρότι ενσωματώνει στην αφήγηση πολλά δικά της βιώματα, η συγγραφέας πλουτίζει την εξιστόρηση με υπαρξιακά ερωτήματα και φιλοσοφικές ανησυχίες, συνδυάζοντάς τα με την πολιτική κατάσταση στην οποία ζει η ηρωίδα της.


Νεωτερική αφήγηση

Ήδη από αυτό το πρώτο της βιβλίο η Βολφ τόλμησε να χρησιμοποιήσει ένα αφηγηματικό ύφος που απείχε από το κανονιστικό «σοσιαλιστικό μοντέλο» του περίφημου Προγράμματος του Μπίτερφελντ, σύμφωνα με το οποίο οι συγγραφείς έπρεπε να προβάλλουν μόνο θετικούς ήρωες και να αποφεύγουν κάθε κριτική και αυτοκριτική στάση. Το νεωτερικό της ύφος, όπως επισημαίνει και η μεταφράστρια στο διεξοδικό της επίμετρο, συγκροτούν «εσωτερική προοπτική που καταλήγει σε εσωτερικό μονόλογο, διάσπαση του αφηγηματικού προσώπου εκφοράς, ρέουσα αφήγηση που ενσωματώνει ευθύ και πλάγιο λόγο κ. ά.».

Μέσα από ένα παιχνίδι αντιθέσεων ανάμεσα στο χωριό και στην πόλη, στο ιδιωτικό και το δημόσιο, στην ατομική και τη συλλογική ευθύνη, τη θέση των εργατών και των διανοουμένων στην κοινωνία, η Βολφ σκιαγραφεί με τόλμη τη μονολιθικότητα της χώρας της αλλά και τις απώλειες που πρέπει να υποστεί το άτομο (και μάλιστα μια γυναίκα) προκειμένου να ενσωματωθεί στην κοινωνία της εποχής.

Η ηρωίδα της βέβαια επιλέγει συνειδητά να μην ακολουθήσει τον αγαπημένο της στον κατ' εκείνον παράδεισο του Δυτικού Βερολίνου, όμως δεν λείπουν οι άλλοτε ρητές και άλλοτε έμμεσες αναφορές της Βολφ στα προβλήματα της ζωής στην Ανατολική Γερμανία, το καθεστώς της οποίας είχε ανυψώσει, από τα μέσα Αυγούστου του 1961 και για πάνω από 28 χρόνια, ένα «αντιφασιστικό τείχος προστασίας» συνολικού μήκους 107 χλμ., στο οποίο βρήκαν το θάνατο περί τους 140 Ανατολικογερμανούς πολίτες που αποπειράθηκαν να το περάσουν κρυφά αναζητώντας την ελευθερία.


Ο «Μοιρασμένος ουρανός» δεν είναι από τα δυσπρόσιτα κείμενα της Βολφ. Συμβάλλει σε αυτό και η προσεγμένη μετάφραση της Κυριακής Χρυσομάλλη-Ηenrich, που ήδη έχει στο ενεργητικό της τη μετάφραση του σπουδαίου βιβλίου της Βολφ «Ενα πρότυπο παιδικής ηλικίας».

[ Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Η Καθημερινή, 28.2.2010 ]

8.8.17

Ένα κεράκι για την Αρλέτα




γράφει ο Γιώργος Κορδομενίδης

Στην Αρλέτα με σύστησε ο Γιώργος Ιωάννου. Ήταν το 1982, βγαίναμε από το ισόγειο διαμέρισμά του στη Δεληγιάννη 3 για μια βόλτα μέχρι την Ομόνοια· εκείνη εμπαινε στην πολυκατοικία. «Κι από δω η σπιτονοικοκυρά μου, η Αρλέτα» μου είπε ο Ιωάννου, μ' έναν τόνο σκανταλιάς στη φωνή. 

Φυσικά, τη γνώριζα ήδη από τα τραγούδια της, η φτωχική ακόμη δισκοθήκη μου διέθετε 2-3 δίσκους της. 

Όσο ζούσε ο Ιωάννου, ανεβήκαμε δυο-τρεις φορές στο διαμέρισμά της για τσάι ή καφέ. Ήταν συγκρατημένα ανοιχτόκαρδη μαζί μου, αγαπητική προς τον Ιωάννου, όχι ιδιαίτερα ομιλητική αλλά σχεδόν πάντα με μια δόση πικρού χιούμορ σε ό,τι έλεγε. 

Μετά τον θάνατο του Ιωάννου, δέχτηκε ―όχι πολύ εύκολα― και έγραψε ένα κείμενο που μπήκε στις «Σελίδες για τον Γιώργο Ιωάννου», στο 2ο τεύχος του Εντευκτηρίου [Φεβρουάριος 1988].





Από εκείνο το τρισέλιδο, μόλις, κείμενο μού έκανε ιδιαίτερη εντύπωση μια φράση της, που έκτοτε τη μνημόνευσα πολλές φορές: Όχι, [ο Ιωάννου] δεν ήταν "εύκολος άνθρωπος, αλλά ποιος ανθρωπος με ταλέντο είναι; Και τι θα πει "εύκολος"; Ήταν ένας άνθρωπος που για να καλύψει τα "πλην" της ζωής του έκανε αγώνα ολόκληρο, κι όταν ήρθε ο καιρός να εισπράξει τον κόπο τόσων χρόνων, έφυγε.

Γεννήθηκε ως Αργυρώ-Νικολέττα Τσάπρα στις 3.3.1945, πέθανε σήμερα το απόγευμα.

Με έλεγε Κορδομενίδη, σπανίως Γιώργο. 

Φωτογραφία μαζί της, όχι, δεν είχα φροντίσει να βγάλω...