27.9.08

ΜΑΡΓΚΕΡΙΤ ΓΙΟΥΡΣΕΝΑΡ: ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΙ ΟΙ ΜΟΙΡΕΣ






 









Γράφει ο Γιώργος Κορδομενίδης

 

Μια προσωπική μελέτη της αισθητικής του ονείρου

 

 

Μαργαρίτα Γιουρσενάρ: Τα όνειρα και οι μοίρες

Μετάφραση: Νίκος Δομαζάκης

Αθήνα, εκδόσεις Χατζηνικολή 2008, 230 σελ.

 

«Τα όνειρα και οι μοίρες» είναι ένα από τα πρώτα βιβλία της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ. Πρωτοδημοσιευμένο το 1938, την ίδια χρονιά με τα φημισμένα «Διηγήματα της Ανατολής», μεταφράστηκε μόλις πρόσφατα στα ελληνικά, σχεδόν μισό αιώνα μετά την πρώτη του έκδοση. Ίσως επειδή δεν είναι το πιο «αφηγηματικό» της βιβλίο· ούτε μυθιστόρημα, ούτε νουβέλα, ούτε διηγήματα, είναι κατά κάποιον τρόπο μια προσωπική μελέτη της αισθητικής του ονείρου και προσπαθεί να διατυπώσει μια πειστική απάντηση στο ερώτημα γιατί το όνειρο σχηματίζεται με έναν συγκεκριμένο τρόπο.

Τα τριάντα όνειρα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο αυτό δεν είναι οι απλές, συνηθισμένες, σύντομες εξιστορήσεις της ‘υπόθεσης’ που φανέρωσε η νύχτα αλλά λεπτομερέστατες αφηγήσεις του φόντου, των προσώπων που εμφανίστηκαν στο όνειρο κτλ. Η Γιουρσενάρ δεν περιορίζεται να πει «περπατούσα σε έναν κήπο»· εννοεί να περιγράψει τον κήπο με όλα τα χρώματα που είχε στο όνειρο. Άλλωστε,  όταν έγραψε τα όνειρά της πίστευε ότι κάθε πεζό έπρεπε να διατηρεί ένα είδος λυρικής ομορφιάς, να γέρνει προς το τραγούδι.

Λόγου χάρη, στο όνειρο «Οι ζαρντινιέρες» αφηγείται: «Είμαι σ’ ένα παιδικό δωμάτιο, που βρίσκεται στη σοφίτα ενός παλιού εξοχικού σπιτιού. Το δωμάτιο θερμαίνεται από μια σόμπα, που οι εμαγιέ πλάκες της απεικονίζουν σκηνές από τους ‘Μύθους’ του Λαφοντέν, και το πορτρέτο ενός βοσκού εποχής Λουδοβίκου ΙΕ΄, που παίζει φλογέρα, είναι κρεμασμένο στον τοίχο, πλάι στον χοντρό, μονίμως λίγο μαυρισμένο σωλήνα, από τον οποίο διαρρέει καπνός.»

Για την ίδια τη Γιουρσενάρ το βιβλίο αυτό δεν ήταν παρά η σχεδόν απεγνωσμένη απόπειρα, που κάθε έμπειρος ονειρευόμενος γνωρίζει καλά, να καταφέρει ν’ αποδώσει με λέξεις κάτι από την ένταση του χρώματος, την πολυπλοκότητα των συναισθημάτων, την ποικιλία των ενεργειών του ονείρου.

Οι αναφορές της στον κόσμο των ονείρων δεν εξαντλούνται στις σελίδες αυτού του βιβλίου της. Στο μυθιστόρημα που την έκανε δημοφιλή σε όλο τον κόσμο, τα «Αδριανού απομνημονεύματα» (1951), ο εμβληματικός ομώνυμος ήρωάς της αφηγείται τα όνειρα που είχε δει στα τελευταία χρόνια της ζωής του, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι και η ίδια η ζωή έχει κάτι από τον άυλο χαρακτήρα του ονείρου.

Επίσης, ο άλλος ξεχωριστός ήρωάς της, ο Ζήνων, ο μοναχικός αναρχικός, φιλόσοφος-αλχημιστής του 16ου αιώνα, λέει στην «Άβυσσο» (1968) ότι τα μηνύματα των ονείρων μερικές φορές βγαίνουν αληθινά, αφού αποκαλύπτουν τα μυστικά του κοιμισμένου. Θεωρεί ο Ζήνων τα όνειρα παιχνίδια του πνεύματος που αφήνεται στον εαυτό του, και μπορούν να μας πληροφορήσουν για το πώς αντιλαμβάνεται η ψυχή τα πράγματα. Απαριθμεί μάλιστα τις ιδιότητες της ύλης που αποκαλύπτονται στο όνειρο, την ελαφράδα, το άπιαστο, το ασύνδετο, την πλήρη αποδέσμευση από τον χρόνο, τη μεταβλητότητα των σχημάτων του προσώπου που κάνει να είναι ο καθένας πολλοί και οι πολλοί να μειώνονται σε έναν, το σχεδόν πλατωνικό αίσθημα της ανάμνησης, την ανυπόφορη αίσθηση μιας ανάγκης.

Στο βιβλίο «Με ανοιχτά τα μάτια», τη συνέντευξη-ποταμό στον Ματιέ Γκαλέ, η Γιουρσενάρ θα εκμυστηρευτεί: «Σπάνια βλέπω αγχώδη όνειρα. Βλέπω, κυρίως, τοπία εκπληκτικής ομορφιάς. Καμιά φορά και πρόσωπα, που είναι όμως λιγότερο σημαντικά από το τοπίο. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι ονειρευόμαστε σε ασπρόμαυρο. Έχω κάνει τις έρευνές μου και διαπίστωσα ότι πολλοί είναι οι άνθρωποι που ονειρεύονται, όπως και γω, σε καταπληκτικά έντονα χρώματα.»

Το δεύτερο συνθετικό του τίτλου του βιβλίου αναφέρεται στο πεπρωμένο, τον ‘κλήρο’ μιας ύπαρξης. Η Γιουρσενάρ πίστευε ότι υπάρχουν σχέσεις ανάμεσα στο πεπρωμένο ενός ανθρώπου και στα όνειρά του.

Κόρη του Γάλλου αξιωματικού Μισέλ Κληνεβέρκ ντε Κραγιενκούρ και της Βελγίδας Φερνάντ ντε Καρτιέ, η Γιουρσενάρ γεννήθηκε στις 8.6.1903 στις Βρυξέλλες. Μεγάλωσε σε περιβάλλον εύπορο και πνευματικό, γεγονός που της έδωσε τη δυνατότητα να αποκτήσει πλατιά και πλήρη παιδεία, στην οποία ιδιαίτερη θέση κατείχαν ο βουδισμός, οι Έλληνες και οι Λατίνοι κλασικοί. Σπούδασε και έζησε στην Ευρώπη μέχρι το 1942, οπότε εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Νησί των Έρημων Βουνών (Μέην, ΗΠΑ), σε ένα παλιό ξύλινο σπίτι. Έμεινε εκεί μέχρι το τέλος της ζωής της (17.12.1987) και το μοιράστηκε για σχεδόν σαράντα χρόνια με τη φίλη και σύντροφό της Γκρέις Φρηκ, κατόπιν για άλλα εφτά χρόνια με τον τελευταίο σύντροφό της (και πολύ νεότερό της) Τζέρι Ουίλσον και στο τέλος μόνη. Συνέχισε να ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο σχεδόν μέχρι τον θάνατό της. Από τα γνωστότερα έργα της: «Αλέξης» (1929), «Χαριστική βολή» (1939), «Κριτική παρουσίαση του Καβάφη» (1958), «Ο λαβύρινθος του κόσμου (3 τόμοι», 1974-1978), «Το στεφάνι και η λύρα» (μεταφράσεις αρχαίων Ελλήνων ποιητών, 1979), «Μισίμα» (1981) και άλλα.