26.9.09

Ο ΑΡΓΥΡΗΣ ΠΑΛΟΥΚΑΣ ΣΤΟ UNDERGROUND ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ

Το καινούριο ποιητικό βιβλίο του Αργύρη Παλούκα «Το αλάτι πίσω από τ’ αυτί. Ένα ποίημα» θα παρουσιαστεί στο «Underground Εντευκτήριο», Δεσπεραί 9, Θεσσαλονίκη (περιοχή Διεθνούς Εκθέσεως, τηλ. 2310 283.223) την Παρασκευή 9 Οκτωβρίου, ώρα 8.30 μ.μ., με ελεύθερη είσοδο.

Σ’ αυτό το εκτεταμένο ποίημα συνυπάρχουν ο φόβος και η χαρά, για τα μεγάλα και τα μικρά, για ό,τι χάνουμε και για ό,τι μπορούμε να κερδίσουμε.

Σελίδες από το βιβλίο θα διαβάσουν η Ελένη Ζαραφίδου και η Αντιγόνη Φρυδά, καθώς και ο συγγραφέας μαζί με ποιήματα από το πρώτο του βιβλίο, «Το ξέφτι». Καλλιτεχνική επιμέλεια: Αναστασία Θεοφανίδου, Νίκος Βουδούρης.

Η εκδήλωση οργανώνεται από το περιοδικό «Εντευκτήριο», σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου.

Ο Αργύρης Παλούκας γεννήθηκε στην Ερμιόνη της Αργολίδας το 1975. Σπούδασε Θεατρολογία στην Αθήνα, όπου ζει και εργάζεται από το 1994. Κείμενά του (ποιήματα και μελέτες) έχουν δημοσιευθεί σε περιοδικά, έχουν συμπεριληφθεί σε ανθολογίες κι έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, στα γαλλικά και στα γερμανικά.

Για «Το ξέφτι» (Μανδραγόρας, Αθήνα 2007), ο Δ. Ν. Μαρωνίτης έκανε λόγο, μεταξύ άλλων, για «την αίσθηση εσωτερικής ταύτισης βιωματικής εμπειρίας και ποιητικής ομολογίας – επιλογή που αποστρέφεται τόσο την προκλητική επίδειξη όσο και την υπαρξιακή αισθηματολογία.» («Το Βήμα», 23.3.2008). Ο Μισέλ Φάις παρατήρησε: «Προγραμματικά δεχόμαστε ότι ο νέος ποιητής έλκεται από την “καθαρή” ποίηση· από την ποίηση που λογοδοτεί στον λυρισμό του εφήμερου, τη θρυμματισμένη φωνή που παλεύει να αγκαλιάσει το όλον του βιώματος και της αναπαράστασής του.» («Εντευκτήριο», τχ. 79, Οκτ.-Δεκ. 2007) Ο Γιώργος Βέης υπογράμμισε τις «φροντίδες του [Παλούκα] για την απρόσκοπτη ανάδειξη της καίριας στιγμής σε καθοριστικό δείκτη του ποιήματος». («Η Αυγή», 6.9.2009) Η Ευτυχία Παναγιώτου, από μια συμπληρωματική σκοπιά, σημείωσε ότι «Το κάθε ποίημα, καταπώς φαίνεται, είναι ριγμένο στα χέρια του αναγνώστη. Ο ίδιος ο ποιητής αποχωρεί, το ποίημα χαρίζεται.» («Βακχικόν», τχ. 2, Ιούν-Αύγ. 2008). Σε μια χαρτογράφηση της νεότατης ποίησης, ο Αλέξης Ζήρας μνημόνευσε το «Το ξέφτι» ανάμεσα σ’ εκείνα «όπου ο λόγος έχει και πάλι τη διάθεση να σημαίνει και μάλιστα ρητά την πολιτική του θέση». («Το καινούργιο εντός ή πέραν της γλώσσας. Ανθολογία νέων Ελλήνων ποιητών», Γαβριηλίδης, Αθήνα 2009)

Για «Το αλάτι πίσω από τ’ αυτί. Ένα ποίημα» (Κέδρος, Αθήνα 2009), που κυκλοφόρησε πολύ πρόσφατα, ο Δημήτρης Αθηνάκης επισήμανε: «Ο ποιητής καταφέρνει να ενώσει σ’ ένα σώμα τον κόσμο με την οδύνη, εκεί όπου ο ποιητής παίρνει στην πλάτη του τον θάνατο και τον πηγαινοφέρνει.» («Η Αυγή», 30.6.09).

24.9.09

«ΤΑ ΧΑΡΤΟΙΚΙΔΙΑ» ΤΟΥ ΣΥΜΕΩΝ ΤΣΑΚΙΡΗ

ΕΝΑ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟΥ



Συμεών Τσακίρης

Τα χαρτοικίδια

Θεσσαλονίκη
Εκδόσεις Εντευκτηρίου 2009

67 σελ.
τιμή 7,30 ευρώ



Τα κείμενα του βιβλίου αφηγούνται την ιστορία τριαντατεσσάρων χάρτινων κατοικιδίων, τα οποία μια νύχτα σχεδόν σαν όλες τις άλλες απέδρασαν από το σπίτι του Συμεών Τσακίρη, για να μιλήσουν τις λέξεις τους. Τριαντατέσσερα πλάσματα, το καθένα με τη δική του αναπνοή, που πήραν τους δρόμους για να ρεμβάσουν.
Τα σχέδια της απόδρασής τους υπογράφει ο Δημήτρης Παπαϊωάννου.

Ο Συμεών Τσακίρης αποφοίτησε από το Τμήμα Δημοσιογραφίας και Μ.Μ.Ε. του Α.Π.Θ και τη Δραματική Σχολή του Κ.Θ.Β.Ε.
Εργάστηκε ως δημοσιογράφος στον ημερήσιο και περιοδικό Tύπο.
Ως ηθοποιός στο θέατρο συνεργάστηκε μεταξύ άλλων με τους σκηνοθέτες Παναγιώτη Μιχαηλίδη, Γιάννη Ρήγα, Έρση Βασιλικιώτη και στον κινηματογράφο με τους Αρσένη Πολυμενόπουλο, Μελίνα Τσαμπάνη, Πέτρο Καλκόβαλη και Νίκο Γραμματικό.
Συμμετείχε ως χορευτής στις παραστάσεις «2» και «Μήδεια 2» του Δημήτρη Παπαϊωάννου.
Κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στα λογοτεχνικά περιοδικά Εντευκτήριο και (δε)κατα.




Ο Δ. Ν. ΜΑΡΩΝΙΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΑ ΧΑΡΤΟΙΚΙΔΙΑ

Μαύρο χιούμορ

ΤΟ ΒΗΜΑ (Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2009

Αυτοί που βρίσκονται στο όριο της κατάθλιψης, με όσα δοκιμάζουν τελευταία τον χώρο της ανανεωτικής Αριστεράς, η οποία σημάδεψε ανεξίτηλα τη ζωή μας, μπορούν να προσφύγουν σε κάποιες χαλαρές λύσεις, μήπως στο μεταξύ κάτι συμβεί και κόψει την αφόρητη απορία. Η προσφερόμενη πάντως εδώ χαλάρωση (παντελώς απρόβλεπτη και με μαύρο χιούμορ) ίσως βοηθήσει να σκάσει λίγο το χείλι μας. 



Πρόκειται για μικρόσχημο και ολιγοσέλιδο βιβλιάριο, που το γράφει και το επιγράφει ο, άγνωστός μου μέχρι στιγμής, Συμεών Τσακίρης, το στεγάζει στις εκδόσεις του «Εντευκτηρίου», και το αφιερώνει στην Αθηνά (του), σχεδιασμένο έξυπνα από τον Δημήτρη Παπαϊωάννου. Ο νεολογικός και σαρκαστικός τίτλος του (Τα χαρτοικίδια) περιπαίζει, υποθέτω, τα κατοικίδια γραφτά όλων μας. Πόνημα προκλητικά παραβατικό, περιέχει στίχους και πεζά εναλλάξ. 



Οι στίχοι είναι κατά κανόνα γνωμικοί και παρ΄ ολίγον μονόστιχοι. Τέσσερα συστατικά παραδείγματα. Το πρώτο ευθαρσώς αποφαίνεται: ο σκύλος ο δεμένος με λουρί, μόνο παράφωνα μπορεί να γαβγίσει· προτείνεται ως προεκλογική δήλωση όσων αισθάνονται δεμένοι χειροπόδαρα. Το δεύτερο, εξίσου στιγμικό και ακαριαίο, επιγράφεται ποίημα, και απολογείται ευπρεπώς: όχι, δεν είμαι μυθιστόρημα/λυπάμαι· προσφορά αυτό στους βιβλιομανείς (εκδότες και αναγνώστες) των χρηματοφόρων άμυθων μύθων. Το τρίτο, γνωμικό πάντα, είναι ό,τι πρέπει για τα προαναγγελλόμενα διπλότυπα ντιμπέιτ: Δεν ενδιαφέρει πλέον ποιος θα έχει την τελευταία κουβέντα, αλλά ποιος θα έχει την τελευταία σιωπή. Ολες οι πιθανές χορογραφίες πήγανε στα πέναλτι και βγήκαν ισοπαλία. Το τέταρτο και τελευταίο: οι κακές οι γλώσσες/προστατεύονται από δόντια/που αργά ή γρήγορα/θα τις δαγκώσουν//προτείνω τυροκαυτερή της γιαγιάς, απευθύνεται εις εαυτόν. 

Δεν γίνεται να παραλείψω ολότελα και τα πεζά-πεζά, που μερικά μπορεί να τα γούσταρε ο Μπρεχτ. Παράδειγμα το πρώτο του βιβλιαρίου, που έχει τον τίτλο στη σκιά μιας φρέσκιας νεκρής αρκούδας. Αντιγράφω: 

Δίπατο. Γύρω ημίψηλο δάσος. Μπροστά λίμνη. Μια φρέσκια νεκρή αρκούδα στην όχθη. Δυο παιδάκια στη σκιά της. Το ένα είναι αγόρι και το άλλο είναι αγόρι. Το ένα διακορεύει τις μύγες που βγάζει προσεχτικά από το κουτάκι το δίχως Βιτάμ, φιλοδοξία του είναι να φτιάξει ένα κολιέ που όταν το φοράει θα το κάνει αόρατο, να μπαίνει να ακούει τα μυστικά των άλλων και να γελάει. Το άλλο κοιτάει επίμονα το κουτάκι δίχως το Βιτάμ, φιλοδοξία του να αναστήσει την αρκούδα, να ξεκουμπιστεί από την όχθη τους, μπας και το χτυπήσει ο ήλιος, να μαυρίσει, να δείχνει εξωτικός. Δυο αγόρια που όταν μεγαλώσουν θα γίνουν δύο άντρες. 


Για να μη μείνει μόνο του, ένα ακόμη αγοροφιλικό πεζό, καφκικά αισιόδοξο. Τιτλοφορημένο «Το καζανάκι» διηγείται: Ο Γιώργος μικρός έλιωνε πλεξιγκλάς απομεινάρια από το εργαστήρι του πατέρα του πάνω σε ακρίδες και έχωνε λουλούδια μες στις πρίζες του σπιτιού, αλλά όταν μια μέρα προσπάθησε να χαϊδέψει ένα σαμιαμίδι και εκείνο άφησε την ουρά του μες στα δάχτυλα του Γιώργου, αυτός δεν μπόρεσε να κοιμηθεί το βράδυ. Την άλλη μέρα το σαμιαμίδι είχε καινούρια ουρά πίσω του και ο μικρός Γιώργος χαμόγελο στα χείλη του. Παραμένοντας στον παιδόκοσμο, αλλάζοντας όμως φύλο (τα αγοράκια γίνονται τώρα κοριτσάκια), παραφράζω ανίερα την αρχή της δέκατης έκτης ραψωδίας από την Ιλιάδα (τι άλλο, μέρες και μέρος που είναι;), την οποία μανιωδώς τώρα μεταφράζω. Ιδού: Τα πλοία των Αχαιών είναι έτοιμα να γίνουν παρανάλωμα πυρός, οπότε ο Πάτροκλος εγκαταλείπει τον πληγωμένο Ευρύπυλο, και, με καθυστέρηση τεσσάρων ραψωδιών, τρέχει στον Αχιλλέα, να μεταφέρει το πυρπολικό μαντάτο: έφτασε, σκέφτεται, το κακό στον πάτο και δεν παίρνει πια αναβολή: ή πρέπει να ξεθυμώσει το θυμωμένο αφεντικό, ή να του δώσει τα ηφαιστειότευκτά του όπλα, τα αθάνατα άλογά του και τους Μυρμιδόνες του· παίζοντας έτσι ο ίδιος τον Αχιλλέα, μπορεί να διώξει τους πυρομανείς Τρώες από τα πλοία των Ελλήνων. 



Στο μεταξύ, κλαίει ακατάσχετα: σαν μελάνυδρη κρήνη, λέει ποιητικά ο ποιητής, που κρεμάει τα νερά της σε βράχους απόκρημνους. Ο Αχιλλέας, όμως, πεζός, και μάλλον αχάριστος, τον ανταμείβει με μια παιδοθηλυκή παρομοίωση, που οι φεμινίστριες σίγουρα θα την απορρίψουν. Του λέει: «τι κλαις κι οδύρεσαι, ρε Πάτροκλε, σαν κοριτσόπουλο ζαβό, που κλαψουρίζοντας τρέχει πίσω απ΄ τη μάνα του, της κόβει τον δρόμο, της τραβάει το ρούχο, την κοιτάει στα μάτια, ζητώντας καλά και σώνει αγκαλιά;». 



Ποια είναι η μάνα, ποιο το κοράσιο· το παίρνει ή δεν το παίρνει η μάνα αγκαλιά; Λέξη στο πρωτότυπο. Εχει κι ο Ομηρος το μαύρο κέφι του.