24.2.20

Οι απόκριες στο σπίτι μας





της Δάφνης Τσακώτα

πηγή: Facebook


«Η μία μου η κόρη, όταν γεννήθηκε, μάλλον τον αφαλό της τον πέταξα στο σοκάκι. Γι’ αυτό έγινε τόσο σοκακτσού. Την άλλη, πα την αρέσουν τα γλέντια κι οι χοροί».
Τις Απόκριες η μάνα μου έπρεπε να ντυθεί και μαζί με άλλες γειτόνισσες να πάνε από σπίτι σε σπίτι και ν’ αρχίσουν τα μασάλια και τα πειράγματα. Οι πόρτες ήταν ανοιχτές για τα καρναβάλια. Μεγάλη επιτυχία να μη τις γνωρίσουν, αυτό ήταν το ζητούμενο.
― Κατίνα, εσύ είσαι;
― Νο, nο, nο! έκανε το Κατινάκι μου, και ξέθαβε τις ελάχιστες αγγλικές λέξεις που ήξερε. Μετά, ήταν η μέρα που θα ντυθεί για να βγει φωτογραφία. Μανία με τις φωτογραφίες ― και έχουμε αρκετές. Η αγαπημένη μεταμφίεσή της ήταν ο μάγκας. Με τα ρούχα του μπαμπά, ένα ζωγραφισμένο μουστάκι και απαραιτήτως το τσιγάρο στο χέρι, που δεν αποχωριζόταν παρά μόνον στον ύπνο. Πάντα ο στρατηγός διαφωνούσε και τα ’βαζε με τον Γιώργο «Πώς της το επιτρέπεις, πώς, αχ, Γιώργο, πουλί μου!». Ντεμέκ, ο Γιώργος να τη μαλώσει ― άλλο καθαρό μαντήλι κι εκείνος.
Η μαμά σ’ αυτήν τη φωτό είχε και το ταίρι της, την κυρα-Θοδώρα τη Σερδαρίδου, φίλη της και γειτόνισσα. Εκείνη φορούσε μία παραδοσιακή φορεσιά, προφανώς από τον τόπο καταγωγής της. Κάθε χρόνο η ίδια φωτό. Η Θοδώρα και η Κατίνα, το ζευγαράκι της Αγίας Παρασκευής. Δυστυχώς, έχασε τη φίλη της και μετά τον ρόλο της τον πήρε η κυρα-Φρόσω, κι αυτή με την παραδοσιακή της φορεσιά, από την Μπάλτζα, που ήταν η καταγωγή της. Το Κατινάκι, κλασικά, μάγκας.
Η μάνα μου σταμάτησε να ντύνεται όταν ένα μεγάλο πένθος ήρθε στο σπίτι μας. Μετά από αυτό, έκανε χρόνια να ντυθεί. Ένα βράδυ καθόμασταν στο μικρό σαλονάκι του σπιτιού. Η μαμά μου εξαφανίστηκε μες στο δωμάτιο. Μετά από αρκετή ώρα, εμφανίστηκε ως φάντασμα του σπιτιού, έχοντας καταστρέψει ένα σεντόνι λευκό Πειραϊκής Πατραϊκής. Ε, κάπως έπρεπε να βλέπει η γυναίκα! Τότε γύρισε η γιαγιά μου και της είπε: «Ε, άμα σε λέω κεβετζελού εγώ φταίω, Κατίνα μου, ε, πες με τώρα, εγώ φταίω;»
--> Αχ μανούλα μου, και τώρα να ράψω καμιά σούστα, δεν έχει Τσικνοπέμπτη για μένα.
Η Δάφνη Τσακώτα είναι μοδίστρα θεατρικών και κινηματογραφικών κοστουμιών. Εργάστηκε ως βοηθός βεστιαρίου, έκανε την εκτέλεση κοστουμιών σε πολλά έργα. Για χρόνια δούλεψε στο ΚΘΒΕ στην αρχή ως εξωτερική συνεργάτις, και μετά κανονικά. Τα μαγικά της χέρια εργάστηκαν στις ταινίες «Ακροπόλ», «Το λιβάδι που δακρύζει», «Μικρά Αγγλία». Έφτιαξε τα κοστούμια στο θεατρικό έργο «Η Ευθαλία του Γαλατά» και στον «Rigoletto», κ.ο.κ. Ήταν το δημιουργικό χέρι της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας.