Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νίκος Ξυδάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Νίκος Ξυδάκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

20.2.15

Πρώτη φορά αριστερά

























Ο αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού, Νίκος Ξυδάκης (δεξιά) με τον διευθυντή του Ελληνικού Φεστιβάλ, Γιώργο Λούκο


γράφει ο Ηλίας Κανέλλης

πηγή: http://www.tanea.gr


Τελικά, υπάρχει ένας τομέας κυβερνητικής δραστηριότητας, αυτός του Πολιτισμού, ο οποίος υπηρετεί απολύτως το σύνθημα «Πρώτη φορά αριστερά». Οχι όπως το εννοούσαν προεκλογικά διάφορες προσωπικότητες του καλλιτεχνικού χώρου (και του συνδικαλισμού) που είχε φανεί ότι χαράζουν για λογαριασμό του ΣΥΡΙΖΑ πολιτική για την κουλτούρα, τις τέχνες και τους θεσμούς τους, αλλά όπως θα άρμοζε σε μια δυναμική κοινωνία.

Ο Νίκος Ξυδάκης, ως γραφιάς, είχε συμπάθειες και αντιπάθειες. Ως αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού, επίσης, δεν διεκδίκησε συμπάθειες. Οι αποφάσεις που άρχισε αμέσως να λαμβάνει, μάλιστα, έχουν εμφανές το στοιχείο της δημιουργικής σύγκρουσης. 

 
Κατ'αρχήν, άλλαξε τον προσανατολισμό του υπουργείου του. Για πρώτη φορά στα νεοελληνικά χρονικά υπουργός Πολιτισμού δεν πάτησε πάνω στο χιλιοφθαρμένο κλισέ της εθνικής ιδεολογίας, υποθηκεύοντας το σήμερα και το αύριο της πολιτιστικής ταυτότητάς μας στο αρχαίο πνεύμα αθάνατο. Η αρχαιότητα και οι δομές της, ό,τι αφορά ανασκαφές και αρχαιολογικά μουσεία, ούτως ή άλλως είναι ο κορμός της ελληνικής πολιτιστικής βιομηχανίας. Ωστόσο η σύγχρονη αρχαιολογία δεν αποδεικνύει κανενός είδους σύγχρονη ανωτερότητα, και τα μουσεία χρειάζονται αναδιοργάνωση, έκτακτες εκθέσεις, γεγονότα, ζωή, για να γίνουν κέντρο του ενδιαφέροντος των Ελλήνων και για να μπουν με καλά λόγια στους μεγάλους ταξιδιωτικούς οδηγούς. 


Ολα αυτά δεν χρειάζονται συνθήματα ούτε επικοινωνία, αλλά δουλειά. Συνθήματα δεν χρειάζονται ούτε οι σύγχρονες πολιτιστικές δομές. Ο νέος υπουργός έσπευσε, επιθετικά, να επιβραβεύσει θεσμούς που έχουν συμβάλει στην ελληνική εξωστρέφεια (όπως το Φεστιβάλ Αθηνών), διευθέτησε μια εκκρεμότητα που δηλητηρίαζε τον παραγωγικό ιστό της κινηματογραφίας μας (διορίζοντας ΔΣ στο Κέντρο Κινηματογράφου που ακύρωνε τις συντεχνίες), ετοιμάζεται, επιβραβεύοντας τη φυσιογνωμία του, να θωρακίσει θεσμικά το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. 

Πολλά, γρήγορα. Ετσι γίνεται όταν έχεις διάθεση να δουλέψεις όχι ως δεσμώτης οργανωμένων μικροσυμφερόντων, αλλά, αντίθετα, διεκδικώντας την εξωστρέφεια και τη χαρούμενη γνώση.

30.1.15

To τιμόνι του πολιτισμού σε καλά χέρια


"Γνώρισα" τον Νίκο Ξυδάκη το 2005, όταν άρχισα να συνεργάζομαι με τις σελίδες βιβλίου της εφημερίδας Η Καθημερινή, στην οποία εκείνος ήταν αρχισυντάκτης υπεύθυνος για τις σελίδες πολιτισμού. Έκτοτε, επικοινωνούσαμε συχνά τηλεφωνικώς, ωστόσο τον έχω συναναστραφεί μόνο 2-3 φορές. Δεν έχω ούτε σκοπό ούτε πρόθεση να "πουλήσω μούρη" παριστάνοντας πως είμαστε φίλοι. (Κρίνω σκόπιμο να το διευκρινίσω αυτό, καθώς οι καιροί είναι πονηροί, έχουνε δει πολλά τα αθώα, έκπληκτα ματάκια μας, και οι παρεξηγήσεις/παρερμηνείες είναι εύκολες. Ούτε προσβλέπω, ούτε περιμένω οτιδήποτε.) Ουσιαστικά λοιπόν τον γνωρίζω μέσα από τα κείμενά του, στην εφημερίδα ή στο blog του. Κείμενα στα οποία, τα τελευταία κυρίως χρόνια της ανελέητης κρίσης, έπιασε όσο λίγοι τον σφυγμό της εποχής και του τόπου μας, όχι μόνο σχολιάζοντας το καταθλιπτικό παρόν μας αλλά και ανατρέχοντας στο παρελθόν, όποτε αυτό ήταν χρήσιμο, κυρίως όμως προσβλέποντας και σε ένα μέλλον που δικαιούμαστε να είναι καλύτερο, δικαιότερο και πιο ανθηρό. Δεν το κρύβω: η τοποθέτηση του Ξυδάκη ως αρμόδιου για τον πολιτισμό στη νέα κυβέρνηση με έκανε πιο αισιόδοξο. Επιτέλους, ο κατάλληλος άνθρωπος σε μια θέση που δεινοπάθησε από πολλούς και διάφορους καριερίστες της πολιτικής, άσχετους με το αντικείμενο, που τοποθετήθηκαν εκεί επειδή για λόγους κομματικών ισορροπιών και επετηρίδας "έπρεπε" να γίνουν υπουργοί, σε κάποιο υπουργείο τελοσπάντων, «ας ήταν και του Πολιτισμού». Η έλλειψη αξιοκρατίας είναι ένα από τα πιο σοβαρά, κατά την κρίση μου, δεινά που μαστίζουν τον ελληνικό δημόσιο βίο και τις λειτουργίες του. (Το έζησα, εκτός από αυτά που ακούω και διαβάζω, στο πετσί μου εργαζόμενος επί 35 χρόνια στην Εθνική Τράπεζα. Όπου δεν είχες στον ήλιο μοίρα αν δεν διέθετες την υποστήριξη κάποιου κομματικού μηχανισμού. Είχα την ατυχία (ή την τύχη;) οι μεν Νεοδημοκράτες να με θεωρούν αριστερό, οι δε Πασόκοι δεξιό. Καμιά φορά, αναρωτιέμαι πώς κατάφερα να επιβιώσω και να σταδιοδρομήσω "ευδοκίμως" μέσα στον λάκκο με τόσα ανθρωποφάγα λιοντάρια. Μια τέτοια επιβίωση, υπό τις επικρατούσες τότε, ίσως και σήμερα ακόμη, συνθήκες δεν ήταν θέμα προσόντων ή ικανοτήτων, κάθε άλλο μάλιστα...)
Διανοούμενος λοιπόν από τους λίγους που δικαιούνται να φέρουν αυτόν τον τίτλο, ο Ξυδάκης αναλαμβάνει να διαχειριστεί τα θέματα του πολιτισμού σε ένα πεδίο πολλαπλώς ναρκοθετημένο από τους κατά καιρούς μέχρι τώρα διαχειριστές του (με μεγαλύτερους ολετήρες τους υπουργούς των τελευταίων ετών, Τζαβάρα και Παναγιωτόπουλο). Μακάρι να τα καταφέρει, για το κοινό καλό.

Γιώργος Κορδομενίδης

ΥΓ.
Προσυπογράφω στο ακέραιο το παρακάτω κείμενο του Γιώργου Τούλα.


φωτογραφία: Παύλος Φυσάκης

Γράφει ο Γιώργος Τούλας

Κάνω πολιτιστικό ρεπορτάζ σχεδόν 27 χρόνια και έχω να πω πως το υπουργείο του πολιτισμού αποτέλεσε τις τελευταίες δεκαετίες ένα αποπαίδι. Έκτος από τις περιόδους που είχε πολύ χρήμα να διαχειριστεί, οπότε και το κρατούσαν οι πρωθυπουργοί για πάρτη τους (Κώστας Καραμανλής επί Ολυμπιάδας), το Πολιτισμού δυστύχησε να έχει στο τιμόνι του ανθρώπους που η σχέση τους με την Τέχνη εξαντλούνταν στο πόσα χειροκροτήματα θα μαζέψω αν πάω στην παράσταση. Από το 1974 και μετά ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, η Μελίνα, άντε και ο Μικρούτσικος δικαιολόγησαν το ρόλο τους, ενώ υπήρξαν και περίοδοι που όσοι ήρθαν σε επαφή με το υπουργείο και τον υπουργό έμειναν άφωνοι (Βουλγάρακης, Λιάπης, Τασούλας κλπ). Τέλος υπάρχουν και αυτοί που το χρησιμοποίησαν για πρεστίζ (Βενιζέλος, Ντόρα, Σαμαράς, Παναγιωτόπουλος κλπ). Γενικά το υπουργείο την τελευταία δεκαετία για να μη γελιόμαστε κυβερνούσε άτυπα η ισχυρή του κυρία, η Λίνα Μενδώνη. Η κυρία με τη στέκα όπως την αποκαλούν οι άνθρωποι του πολιτισμού, που γνωρίζουν και κυρίως έχουν υποστεί τις συνέπειες της παντοδυναμίας της. Αυτή ήταν η άτυπη υπουργός στην πραγματικότητα που έλυνε και έδενε.
Η αλλαγή στην κυβέρνηση έφερε για πρώτη φορά στην καρέκλα του πολύπαθου υπουργείου μια προσωπικότητα έξω από κάθε αμφισβήτηση. Έναν πραγματικό διανοούμενο του καιρού μας που χαίρει μεγάλης εκτίμησης από το μεγαλύτερο μέρος του πνευματικού κόσμου και τους ανθρώπους της Τέχνης, τον Νίκο Ξυδάκη.
Αναλαμβάνει τα ηνία του πολιτισμού σε μια από τις πιο ζόρικες στιγμές του. Χρήματα δεν υπάρχουν και οι δομές βρίσκονται σε κατάρρευση. Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και Μέγαρο ακέφαλα, τα δυο Κρατικά Θέατρα στην κόψη του ξυραφιού, το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη σε οριακό σημείο με χρηματοδότηση μικρότερη και από τη μισθοδοσία του, τα μικρότερα Μουσεία με διαρκή απειλή λουκέτου, οι ορχήστρες με έλλειψη ρευστότητας, η Λυρική μπροστά στις χρηματοδοτικές ανάγκες της μετακόμισης.
Πέρσι τέτοιες μέρες καταγράψαμε εδώ τα σοβαρότατα προβλήματα του Πολιτισμού και των φορέων του στη Θεσσαλονίκη. Από τότε οι συνθήκες χειροτέρεψαν πολύ. Υπάρχουν φορείς αυτή τη στιγμή που με το ζόρι κρατιούνται σε λειτουργία, χάρη στην υπέρ-προσπάθεια των εργαζομένων τους. Οι προτεραιότητες του νέου υπουργού θα φανούν τις επόμενες μέρες. Εκείνο που πάνω από όλα χρειάζεται είναι ευαισθησία και διάθεση επικοινωνίας. Οι προκάτοχοι του ήταν ανύπαρκτοι. Στη δική μου πόλη δεν εμφανίζονταν ποτέ, η γνώση δεν των προβλημάτων σταματούσε στους τίτλους των εφημερίδων, όταν γινόταν ο πολιτισμός πρωτοσέλιδος, δηλαδή σπάνια.


φωτογραφία: Παύλος Φυσάκης

Μπορεί ο πολιτισμός στα μάτια κάποιων να μην μοιάζει προτεραιότητα σε σχέση με άλλα φλέγοντα ζητήματα της οικονομίας και της κοινωνίας όμως αν από κάπου η χώρα μπορεί να βρει μια σανίδα σωτηρίας για τις επόμενες γενιές είναι στις δικές του θάλασσες. Ας ελπίσουμε σε καλύτερες μέρες του...



28.1.15

Νίκος Ξυδάκης: Τραπεζώματα


[αναδημοσίευση από το αφιέρωμα «Γύρω από το τραπέζι», Εντευκτήριο 87, 2009]

ΜΕΤΕΩΡΙΣΜΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ

Στο πετσί μας φέρουμε την πανσέληνο και το μελτέμι, τις μυρωδιές του φασκόμηλου και του θυμαριού, την κάπαρη. Στα μάτια μας έχουμε ακόμη τον βαθύ Αύγουστο, τις νύχτες που σαλεύουν μοναχικές, τις ταράτσες που θροΐζουν ολιγοπρόσωπες. Μια τέτοια νύχτα οπωσδήποτε, πυρωμένη, οι απομείναντες, αστοί και ακτήμονες καλλιεργητές, μαζεύονται στη συγκλονιστική ταράτσα. Είναι κρεμαστή, αιωρείται κάτω απ’ τον φέγγαρο, πλάι στον Βράχο, πλάι σε γερανογέφυρες, πάνω από ήσυχους δρόμους και κοιμισμένα παράθυρα.

Τώρα δεν έχει πια αυλές. Ούτε «δώμα, μ’ ανοιχτά τα παράθυρα σε κήπους βαθιούς και μ’ όλα απάνωθέ τους τ’ άστρα...» Τώρα ο αστός στην κορυφή ανεβαίνει, να δει τον άναστρο ουρανό και ορισμένως το φεγγάρι. Σ’ ένα θερμό ρουφ-γκάρντεν.

Μα το τραπέζι του αυγουστόδειπνου ίδιο είναι στρωμένο. Ιδιο... σχεδόν. Το ψάρι στη μέση θυμίζει τους απόντες και δίνει παραμυθία στους παρόντες, το κρασί φερμένο από την Magna Grecia, το iPod σκορπάει τις μουσικές του κόσμου. Ολίγοι, κουρασμένοι, φίλοι. Από κάθε νησί φερμένοι, με έγνοιες, συνεπείς ωστόσο στο ραντεβού, την τελετή. 

Η τελετή. Δείπνο εν μετεωρισμώ. Μετέωροι στην κάψα, στην τούλινη νύχτα, στην πανσέληνο, στη σιγαλιά. Μετέωροι στις ομιλίες που γλιστρούν αβίαστα, στις μάταιες κουβέντες που συντροφεύουν και παρηγορούν, σπρώχνουν τη νύχτα έως τον όρθρο τον βαθύ.

«Κι αμίλητοι γευόμαστε μποροστά μας το λιτό δείπνο, τί άθελά μας όλοι την ίδια σκέψη εκλώθαμεν...»

Λευκή η σάρκα του ψαριού, σπιθίζει το κρασί μες στο ποτήρι, το μαύρο ψωμί βουλιάζει στις σκιές. Το παγωμένο απόσταγμα ψυχραίνει και ανάβει. Όλο το δείπνο είναι τούτη η προσφορά πάνω σε άσπρο μάρμαρο, το σύρσιμο των ποτηριών, το ασημόχρυσο φως άνω, η πορτοκαλιά διαύγαση κάτω, η αιώρηση στο ύψος των ονείρων.

Τώρα, οι αυλές σηκώθηκαν στο ύψος των ονείρων. Όνειρα δύσκολα, σπάνια. Κι όμως συμβαίνουν, σαρκώνονται, και τότε οι άνθρωποι σηκώνο­νται κι αυτοί, και μουρμουράνε ακατάληπτες ευχές πλάι στον Βράχο.

Και νιώθουν σαν τον ποιητή, ψυχές να κυκλώνουν τον δείπνο και τον κόσμο: 

ανηφορούσαν σιωπηλοί στα βράχια
να πιουν στου θάρρους την πηγή· μα κι άλλες
παλιές ψυχές αρίθμητες, μα κι άλλες
παλιές ψυχές τη νύχτα οπού γεμίζουν
― τί τώρα είν’ πιότεροι οι νεκροί κι απ’ όλους
της γης τους ζωντανούς―, που από τη ζέστα
της σιωπηλής καρδιάς μας τραβηγμένες,
καθώς οι πεταλούδες απ’ τις φλόγες
τραβιώνται των κεριών, να ξεκινάνε
τις νιώθω από παντού, κι αφήστε τις
 να φτάσουνε ώς εδώ, ν’ απλοχερίσουν
αόρατες σε τούτο το τραπέζι του Πλούτωνα...*

Ετσι επέρασε ο Αύγουστος. Μπήκαμε στο φθινόπωρο.




ΤΑ ΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΙΑ ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΙΚΑ,
ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΟ ΤΡΑΠΕΖΙ

Ξαναγράψε τα. Αλλιώς, πάλι, τα ίδια... 

Γράφω λοιπόν ξανά: Ποτέ δεν τελειώνει η συγκίνηση ενός τραπεζιού με φίλους, αυτός είναι ο πολιτισμός μας ο κυτταρικός, ο πολιτισμός του πλατωνικού Συμπόσιου, των επιγραμμάτων, της τάβλας και της ταβέρνας, του γαμήλιου και του νεκρόδειπνου, ένα τραπέζωμα είναι η ζωή, με αλκοολικούς ατμούς και διαχύσεις αισθημάτων, με γενεές διαδόχων, με ψάρι του πένθους και πιλάφι του γάμου, με α­-γκαλιές ανοιχτές τα σπίτια των κουμπάρων και των προσφιλών, με την Ακρόπολη να στέφει το Σπίτι των Δείπνων και των Πανσελήνων, τις Καρυάτιδες καλόγνωμες να παραστέκονται και να σκορπάνε ευζωΐα και αγάπη. 

Γράφω λοιπόν για ώρες αττικές και ώρες κυκλαδίτικες, για ώρες μεσσηνιακές, κυπριακές, μακεδονίτικες και ηπειρώτικες, για ώρες αρχαίες μεσογειακές που σκάνε παφλάζοντας στο 2009 απαράλλαχτες, σε αστικά σπίτια φθινοπωρινά πλάι σε οθόνες plasma με μεζέδες εκλογών, ώρες των φίλων και των οικείων, των τωρινών και των ερχόμενων, και των κεκοιμημένων, Γιώργου του γιατρού και Δημήτρη του εμπόρου, καλόγνωμων συνδαιτυμόνων που τους θυμάμαι πάντα με τραπεζώματα στα ζεστά τους σπίτια των Εξαρχείων, ανθρώπους θυμόμαστε πάντα, χαμόγελα, φωνασκίες, χωρατά, πρόσωπα, πρόσωπα, πρόσωπα ανθρώπων, άνθρωποι είναι τα τραπέζια, τα δείπνα, τα τσιμπούσια, οι μυστικές αυλές και οι μεταφυσικές ταράτσες, τα ραχατλίδικα σαλόνια με πούρα κι αποστάγματα, τα καλβαντός, οι γυναίκες μας λεπτές αισθαντικές, και ο αυτοσαρκασμός εκείνο τον τρομερό Δεκέμβρη με λαμπαδιασμένο δέ­ντρο και προσέκο, με no future χού­-ντις και μελαγχολική ανάκληση Saint-Juste και Sans-Culottes, πρόσωπα, άνθρωποι, ομιλίες και συναναστροφές. Γύρω από τραπέζια. 

Γύρω από κάθε τραπέζι κουβαλάμε τον παρόντα βίο και τα φορτία μνήμης, χωνεμένα, αχώνευτα, αχνά, μισοσβησμένα, έτοιμα ωστόσο πάντα να αποδώσουν τον ηλεκτρισμό τους, να φωτίσουν και το τραπέζι μας το τωρινό σαν να ’ναι τελευταίο. Σε κάθε τραπέζι έρχεται υπόκωφα το αθηναϊκό γκιουβέτσι του Παπαδιαμάντη και του παιδικού Πειραιά, τσου­γκρίσματα σε βαφτίσια, κλαρίνα και βιολιά, ροκιές ρομαντικές, αστική ευωχία και λυμένες γραβάτες, ασπρόμαυρες φωτογραφίες και μεθυσμένα βίντεο, θραύσματα και αποσπάσματα μιας ζωής μονταρισμένης με λαχάνιασμα, με κρίσιμα κενά, με κενά που συμπληρώνονται μόνο εκεί, γύρω απ’ το τραπέζι, με φλας μνημονικά, με ανασυνθέσεις, με επανεγγραφές, με προς στιγμήν ολόκληρες εικόνες ζωηρές, που ύστερα ξανασβήνουν αλλιώτικες πια, ύστερα: αφού αφήσεις πια το τραπέζι. 

Γράφω λοιπόν για το Μεγάλο Τραπέζι, αυτό που στήθηκε πριν από αιώνες πολλούς και το βρήκαμε εμείς στρωμένο, καθίσαμε νήπια και θα σηκωθούμε μια για πάντα. Το Μεγάλο Τραπέζι απαρτίζεται από πολλά μικρά τραπέζια, αρίφνητα, πολλά μικρά φιλμάκια η ζωή του καθενός, και τους χωράει όλους τους ανθρώπους της ζωής μας, χωράει κι όσους μακρινούς ευλόγησαν τα τραπέζια με το παράδειγμά τους. Τα έχει όλα το Τραπέζι το Μεγάλο, αισθήματα, ουλές, προίκες, δόξες, καημούς κι απωθημένα· κι όλα γλυκαίνουν, μαλακώνουν, μεταμορφώνονται ωραία και ίπτανται πάνω από ποτήρια και ευχές, πειράγματα και παλλιλογίες.

Τα ίδια και τα ίδια λέμε, κι όλο διαφορετικά, τα ίδια πάντα, και πάντα ζωογόνα. Τα ίδια και τα ίδια, παρηγορητικά. Γύρω από το τραπέζι. 



ΒΑΘΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ

Στοιχηθείτε.

Σε ποια τραπέζια καταλήγουμε αργά τη νύχτα, με ποιους στοιχιζόμαστε, για να κορέσουμε την πείνα, θερισμένοι από αλκοόλ ή ξέπνοοι από δουλειά; Στα μικροσκοπικά τραπέζια των μπαρ και των μπιστρό, που ξενυχτάνε και περιμένουν τις παρέες της στιγμής. Σαν νυχτοπεταλούδες φτάνουμε, από επαγγέλματα της νύχτας ή από εφηβική συνήθεια, ξενύχτηδες κατά συρροήν, αναζητώντας μακαρονάδα, σούπα, ένα κρέας, ζεστό ψωμί, ένα μπουκάλι δροσερό κρασί, έναν ακόμη γύρο μπέρμπον.

Όλα χωράνε στα μικρά τραπέζια. Ποτά, ψωμιά, σαλάτες, τσιγάρα, κινητά. Όλοι χωράνε. Μες στους ατμούς του αλκοόλ, βαθιά μέσα στη νύχτα, κανείς δεν περισσεύει. Η ευφυΐα υποχωρεί, οι λαμπερές ατάκες αργοσβήνουν, το θέατρο και η ταινία, τα επαγγελματικά, το θάψιμο, όλα υποχωρούν, και στο τραπεζάκι ανεβαίνουν λόγια ελαφρά και βαθιά, λόγια ελευθερωμένα από το οινόπνευμα, ελαφρά και ριψοκίνδυνα, λόγια που γιατρεύουν και πληγώνουν.

Σκιρτούν τα σώματα μες στο ντεκόρ, σκιρτούν ακόμη και στομωμένα απ’ τη μέθη, ραγίζουν καρδούλες στο μπαρ Ξενύχτης, τα εξατμισμένα αισθήματα σμίγουν με τους καπνούς, παλαιές γνωριμίες αναθερμαίνονται, σπιθίζουν και κρατούν όσο κρατήσει αυτό το τραπεζάκι.

Ο πιο βουλιμικός ή πιο ουισκοθερισμένος ορμάει πρώτος στο ζεστό φαΐ, αναστενάζει, και σιγαλά ευλογάει. Τούτο το φαΐ ενώνει περισσότερο απ’ όλα, είναι η κυριακάτικη εστία των εκτροχιασμένων, είναι η λοιδωρία του γκουρμέ, είναι φαγάκι υποστύλωσης και παρηγοριάς, είναι η αποθέωση του ό,τι-να-ναι, είναι το λάθος ανώτερον της τέχνης.

Στο ημίφως δεν διακρίνεις τις nuances, δεν ξεχωρίζεις μουσικές, απολαμβάνεις το μουρμουρητό της όποιας παρέας σου ’τυχε, νιώθεις τη ζεστή μπουκιά να αργοκυλά και σφίγγεις όποιο φυλαχτό είν’ εύκαιρο: κλειδί σπιτιού, κινητό, αναπτήρα, ζεστό χέρι. 
Κρατιέσαι απ’ την ανάμνηση, μιας βότκας, ενός στίχου ριγμένου στον δρόμο σαν ψωμί, από του Τέλλου Αγρα μια στροφή, κι από ’να καλοκαίρι του Μολύβου.

Γυρνούν τις καρέκλες ανάποδα, χαμηλώνει η αόριστη μουσική (σαν ν’ άκουσα «Wild is the wind»), φώτα αναβοσβήνουν φευγαλέα. Να πληρώσουμε. Να βγούμε στ’ αγιάζι ― «χαράζει στήθος βαθύ περιστεριού».


Ζωγραφική: Μανώλης Ζαχαριουδάκης

* Οι στίχοι στον «Μετεωρισμό Αυγούστου» προέρχονται από τον «Ελληνικό Νεκρόδειπνο» του Άγγελου Σικελιανού.

Ο Νίκος Ξυδάκης είναι από σήμερα αναπληρωτής υπουργός Πολιτισμού.

Νίκος Ξυδάκης: ένας πολιτισμένος για το Πολιτισμού!



της ΝΑΤΑΛΙ ΧΑΤΖΗΑΝΤΩΝΙΟΥ

πηγή: http://www.e-tetradio.gr

«Να γράψουμε για τον Νίκο; Μωρέ μήπως φανεί σαν γλείψιμο μόλις ανέλαβε…». Ε, ναι. Κάπως λειτούργησαν τα παλιά μου αντανακλαστικά κι ας θέλω να ελπίζω πώς η πιο αρνητική τους πλευρά θα λειτουργεί πια όλο και λιγότερο έτσι, μια που εύχομαι να εκλείψουν τα πλονζόν και τα «τρουπώματα» (που έλεγε κι η Βασιλειάδου). 
Φρέσκια κυβέρνηση, φρέσκα πρόσωπα, μακάρι και φρέσκα ήθη. Και όχι. Δεν θα φανεί γλείψιμο εάν επισημάνουμε ένα αυτονόητο. Ο ΝίκοςΞυδάκης είναι ο πρώτος επικεφαλής του χαρτοφυλακίου Πολιτισμού εδώ και χρόνια που έχει σχέση και γνώση του αντικειμένου του.

Η επιλογή του ως φήμη είχε διεγείρει αυτά τα παλιά μου αντανακλαστικά που λέγαμε κι ένα 24ωρο πριν από την επίσημη ανακοίνωση της ανάληψης από τον ίδιο της θέσης του αναπληρωτή υπουργού Πολιτισμού. «Και για το Πολιτισμού ποιος ακούγεται;» ρώτησα ένα φίλο, πιο ενημερωμένο… «Ο Ξυδάκης» μου απάντησε. «Μακάρι αλλά…too good to be true», σχολίασα συνηθισμένη από κυβερνητικές επιλογες στις οποίες το αυτονόητο υπήρχε για να ανατρέπεται! Καμιά φορά μάλιστα δεν υπήρχε καθόλου…

Διότι τις περισσότερες φορές τα τελευταία χρόνια το υπουργείο Πολιτισμού αντιμετωπίστηκε σαν ένα δευτεροκλασάτο κυρίως υπουργείο το οποίο έλυνε τα χέρια των ιθυνόντων που ήθελαν να τακτοποιήσουν όποιο στέλεχος περίσσευε της επιλογής τους-κι ας μην είχε αυτό ιδέα από πολιτισμό (λέγε με π.χ. Πάνο Παναγιωτόπουλο). Με τη σειρά του ο υπουργός έφτανε χαρούμενος αντιμετωπίζοντας το ΥΠΠΟ ως ένα εύκολο και άνετο κυβερνητικό «θέρετρο» όπου οι ιθύνοντες απολαμβάνουν πρώτες θέσεις στα θεάματα (αν πατάνε βεβαίως), εύκολα φλας και συγχρωτισμό με τους χαριτωμένους και ιδιόρρυθμους καλλιτέχνες. Εκ των υστέρων όταν ανακάλυπτε την έλλειψη κονδυλίων από τα ταμεία του υπουργείου, αλλά και τα τεράστια κονδύλια που αφορούσαν τον πολιτισμό και πηγαινοέρχονταν πιο άνετα από ό,τι άλλα ποσά σε άλλα υπουργεία (αφού είπαμε ο πολιτισμός αντιμετωπιζόταν συνήθως ακόμα κι από τη δημοσιογραφία ως το ιλουστρασιόν, ναζιάρικο παραπαίδι), τις καυτές πατάτες, τις… χαριτωμένες και ιδιόρρυθμες ίντριγκες, τις αδικίες, τα πρόσωπα-κλειδιά, τα πρόσωπα-νονούς, τα τεράστια προβλήματα και δη τα οικονομικά της συντριπτικής πλειονότητας των κρατικών πολιτιστικών φορέων, την προαιώνια υπουργική διαμάχη του… αρχαίου πολιτισμού με τον σύγχρονο, ήταν συνήθως αργά. Ηταν ώρα να παραδώσει ο υπουργός τη θέση του έχοντας εν τω μεταξύ κατορθώσει να καταφέρει με τις αποφάσεις του σε πολλές περιπτώσεις καίρια πληγματα στον χώρο. Μερικοί βεβαια είχαν θράσος όπως ο Γιώργος Βουλγαράκης που άσχετος μπήκε στο ΥΠΠΟ, άσχετος βγήκε αλλά στο ενδιάμεσο συνέγραψε και πόνημα με τις απόψεις του για τον πολιτισμό!

Να τέλος πάντων γιατί το όνομα του Ξυδάκη συνοδεύτηκε τουλάχιστον από έναν αναστεναγμό ανακούφισης. Και όχι μόνον. Από χαρά!

Δεν ξέρω τι περιθώρια δράσης θα έχει ο Ξυδάκης σ΄ ένα υπουργείο ελάχιστων κονδυλίων και τεράστιων προβλημάτων (η τύχη του Μεγάρου, τα εγκαίνια του ΕΜΣΤ, η μετακόμιση της Λυρικής στο Φάληρο είναι μόνον η κορυφή του παγόβουνου). Εύχομαι να έχει τουλάχιστον το περιθώριο να ακολουθήσει τη δική του εμπειρία, γνώση και ενστικτο περισσότερο και πολύ λιγότερο εκείνο το κείμενο των βασικών πολιτιστικών αρχών του ΣΥΡΙΖΑ που σε πολλές περιπτώσεις «έμπαζε» και έπασχε (το παραδέχονταν κατ΄ ιδίαν τραβώντας τα μαλλιά τους πολλά στελέχη του κόμματος).


Αυτό που ξέρω περισσότερο είναι τι άνθρωπος είναι ο Ξυδάκης. Είναι π.χ .ένας δημοσιογράφος που έχει διανύσει χιλιόμετρα στον κανιβαλιστικό χώρο μας διατηρώντας την αξιοπρέπεια και την καλή του φήμη. Ότι είναι ένας κορυφαίος αρθρογράφος με το μοναδικό προνόμιο να συνδυάζει στον λόγο του μία επί της ουσίας ποιητικότητα με μία επί της ουσίας γνώση και καταννόηση του σύγχρονου κόσμου. Συναίσθημα-ορθολογισμός σημειώσατε Χ. Παράδοση-σύγχρονος κόσμος σημειώσατε Χ. Γνώση, ψυχραιμία, εμπειρία, νηφαλιότητα. Αισθητική. Αυτό που έλειπε περισσότερο από το υπουργείο Πολιτισμού. Αισθητική. Μακάρι, μακάρι, μακάρι να τα καταφέρει. Τα προσόντα τα έχει. Εάν τον αφήσουν (έσωθεν και έξωθεν παράγοντες) μπορεί να τα καταφέρει.
«Να γράψουμε για τον Νίκο; Μωρέ μήπως φανεί σαν γλείψιμο μόλις ανέλαβε…». Ε, ναι. Κάπως λειτούργησαν τα παλιά μου αντανακλαστικά κι ας θέλω να ελπίζω πώς η πιο αρνητική τους πλευρά θα λειτουργεί πια όλο και λιγότερο έτσι, μια που εύχομαι να εκλείψουν τα πλονζόν και τα «τρουπώματα» (που έλεγε κι η Βασιλειάδου).  - See more at: http://www.e-tetradio.gr/article/11788/Nikos-KSudakis-enas-politismenos-gia-to-Politismou#sthash.izwpk8K9.Y8QYMRLT.dpuf
«Να γράψουμε για τον Νίκο; Μωρέ μήπως φανεί σαν γλείψιμο μόλις ανέλαβε…». Ε, ναι. Κάπως λειτούργησαν τα παλιά μου αντανακλαστικά κι ας θέλω να ελπίζω πώς η πιο αρνητική τους πλευρά θα λειτουργεί πια όλο και λιγότερο έτσι, μια που εύχομαι να εκλείψουν τα πλονζόν και τα «τρουπώματα» (που έλεγε κι η Βασιλειάδου).  - See more at: http://www.e-tetradio.gr/article/11788/Nikos-KSudakis-enas-politismenos-gia-to-Politismou#sthash.izwpk8K9.Y8QYMRLT.dpuf

21.5.14

Νίκος Ξυδάκης: Επαναστάτης με αιτία



της Τίνας Μανδηλαρά


Πώς αλήθεια φτάσατε να πείτε ναι σε ένα ευρωψηφοδέλτιο σε εποχές δύσκολες για πολιτικούς;
Στα δύσκολα μετράει η απόφαση. Και στα δύσκολα πρέπει να επιδεικνύει κανείς σθένος και να λαμβάνει σημαντικές αποφάσεις. Πάντα άλλωστε η στάση μου απέναντι στα πολιτικά κινήματα ήταν κάπως ανορθόδοξη: πρώτα γνώρισα το ροκ εν ρολ και μετά την Αριστερά, αφού μπήκα στο κίνημα μέσα από την υπαρξιακή αμφισβήτηση της γενιάς μου. Ήμουν φίλα προσκείμενος, έχω υπάρξει ιδρυτικό μέλος της Εποχής και έχω περάσει κι από την ομάδα του Πολίτη αλλά δεν ήμουν ποτέ κομματικό μέλος. Παρέμενα πάντα αδέσποτος.
Γιατί όμως σήμερα και γιατί τώρα; Ποιες είναι οι προσδοκίες σας από τον πολιτικό χώρο;
Καταρχάς, είναι σημαντικό να δούμε από πού ξεκίνησε και πώς βρεθήκαμε στην κρίσιμη αυτή φάση. Προσωπικά, τοποθετώ το γύρισμα εποχής στους Ολυμπιακούς του 2004, καθώς έκτοτε ξεκίνησε η καθοδική πορεία: από αυτό το λαμπερό καλοκαίρι μιας φαινομενικής παντοδυναμίας, όπου όλοι νομίζαμε ότι το διαβατήριο μας περνούσε παντού: είχαμε χρήματα, ταξιδεύαμε, ζούσαμε το όνειρο της ευδαιμονίας. Νιώθαμε, δηλαδή, κάτι που δεν ήμασταν στην πραγματικότητα. Το μόνο που συνέβαινε στ’ αλήθεια είναι ότι αυτή η φαινομενική ευημερία ανταποκρινόταν σε ένα ανώτερο επίπεδο διαβίωσης και μόρφωσης, καθώς η Αθήνα δεν είχε τίποτα πια να ζηλέψει από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ― αν εξαιρέσεις τα μουσεία. Γι’ αυτό και το πλήγμα που υπέφερε η μεσαία τάξη στην Ελλάδα ήταν το μεγαλύτερο από όλα ―κι ειδικά τα παιδιά της, που προορίζονταν να ζήσουν σε ένα άλλο περιβάλλον παιδείας, ευημερίας και δικαιοσύνης. Δεν είχαν όμως υπολογίσει ότι το πολιτικό σύστημα είχε μείνει πολύ πίσω σε σχέση με την κοινωνία, καθώς ήταν ένα σύστημα ημιμαθών φυλάρχων, σαφώς πολύ χειρότερο από την κοινωνία την οποία διοικούσαν χωρίς μέτρο και δίχως αιδώ. Βέβαια, αυτό δεν σήμαινε ότι δεν ήταν εν μέρει υπεύθυνη κι η ίδια η κοινωνία που ανέθετε σε αυτό το σάπιο σύστημα το μέλλον της. Το θέμα είναι τι γίνεται σήμερα που επανέρχεται το πρόβλημα τού ποιος θα αναθέσει το πολιτικό πρόταγμα σε ποιον: τώρα που θα μπορούσαν να αναλάβουν τα ηνία τα μορφωμένα τέκνα της τρίτης γενιάς, αυτά αποχωρούν για ξένους τόπους. Κι αντί να πάρουν το μέλλον της χώρας στα χέρια τους, τα παιδιά της μεσαίας τάξης παραμένουν άνεργα, φορτωμένα με πτυχία και διδακτορικά, διαμορφώνοντας το σημερινό καθεστώς της κοινωνίας του 1/3.
Επειδή μιλήσατε για μορφωμένα τέκνα της νέας γενιάς, αλήθεια έχετε την αίσθηση ότι η Αριστερά δεν έχει σχέση με τη διανόηση, όπως είχε παλαιότερα; Θαρρώ πως κάποτε η μόρφωση ήταν η προτεραιότητα για την Αριστερά...
Αξίζει να εξετάσουμε αναλυτικά την αλλαγή του παραδείγματος ιστορικά· πριν από τον πόλεμο, λόγω συνθηκών, ήταν λίγοι οι εγγράμματοι στην Αριστερά, και αυτό άλλαξε μεταπολιτευτικά. Το τέλος του εμφυλίου ήταν το σημείο καμπής για πολλά θέματα, καθώς η Αριστερά βγήκε λαβωμένη, τσακισμένη και συντετριμμένη, ενώ η Δεξιά, ως απόλυτος νικητής, φάνηκε να ενσωματώνει τους δωσίλογους· κάτι τρομακτικό για το πνευματικό εποικοδόμημα της χώρας. Έπρεπε να περάσουν πολλές δεκαετίες έως ότου η Αριστερά μπορέσει να ανιχνεύσει την προοπτική περαιτέρω ανέλιξης, ανιχνεύοντας τις πνευματικές της δυνάμεις. Ακολουθώντας, κατά κάποιο τρόπο, το εβραϊκό αξιακό ήξερε ότι γι’ αυτήν η μόρφωση ήταν ο μοναδικός τρόπος για να μπορέσει να επιβιώσει. Αν οι Εβραίοι είχαν επενδύσει στη νομαδική αξία, το ίδιο έκαναν κι οι Αριστεροί, από τη στιγμή που δεν μπορούσαν να ενσωματωθούν, να εισχωρήσουν δηλαδή στην κρατική μηχανή. Ασχολήθηκαν λοιπόν ως κυνηγημένοι με το ελεύθερο εμπόριο, μπήκαν στον τομέα της ιδιωτικής οικονομίας και μετέδωσαν στα παιδιά τους την αξία της μόρφωσης, αναλογιζόμενοι τα δικά τους ελλείμματα. Ακολούθησαν δηλαδή αυτό που λένε χαρακτηριστικά στην Ήπειρο: «πρώτοι στα άρματα και στα γράμματα». Το ύψιστο παράδειγμα πάντως της διανοητικής έκφρασης της Αριστεράς ήταν η μελοποιημένη ποίηση, όταν ο Μίκης κατάφερε να βάλει στα χείλη και των πιο απλών ανθρώπων την υψηλή ποίηση. Δυστυχώς, σήμερα δεν έχουμε έναν τόσο ρωμαλέο και υψηλό λαϊκό πολιτισμό, ταυτόχρονα εύκολα αναγνωρίσιμο αλλά ωστόσο έχουμε πολλά μικρά ρεύματα που μπορούν να διαμορφώσουν μια προοπτική..
Η προοπτική αυτή ωστόσο κάποια στιγμή προήλθε μέσα από την αμφισβήτηση, την οποία φαίνεται ότι κι εσείς εκφράσατε κάποια στιγμή με τον πλέον δυναμικό τρόπο. Πώς αλήθεια μπορεί ένας αμφισβητίας να ενταχθεί στις κομματικές επιλογές;
Στον βαθμό που με αφορά, δεν πρόκειται για ένταξη αλλά για συμπόρευση. Σέβομαι τις απόψεις του Σύριζα, τις συμμερίζομαι, μπορώ να πω, σχεδόν καθολικά και πιστεύω ότι κι αυτοί συμμερίζονται τη δική μου προσωπικότητα. Ωστόσο, αν κάτι εκφράζω, αυτό είναι το μεγάλο φάσμα των ανένταχτων Αριστερών που ανέκαθεν αποτελούσε το δημιουργικό νερό γύρω από τα κόμματα. Αυτός ήταν ο κόσμος μου και πάντα φρόντιζα να ανοίγω δημιουργικά τη βεντάλια μου, που εκτεινόταν από τους αναρχικούς και αναρχοαυτόνομους μέχρι τους σιτουασιοανιστές.
Aν μπορούσατε να εισαγάγετε καινά δαιμόνια στην Αριστερά, ποια θα ήταν αυτά;
Να κοιτάει τους ανθρώπους στα μάτια και να τους αντικρίζει σαν πρόσωπα και σαν ανθρώπους, όχι σαν νούμερα. Ο λαός αποτελείται από πρόσωπα- κι αυτό δεν πρέπει να το ξεχνάμε ποτέ. Γι' αυτό το πλήθος μιλούσε κάποτε ο Τόνι Νέγκρι, ξέροντας ότι η Αριστερά πρέπει να κοιτάει τους ανθρώπους κατάματα και να τους υπόσχεται χαρά και ευτυχία- όχι μόνο ψωμί. Ουκ επ άρτω μόνον ζήσεται ο άνθρωπος.
Επειδή όμως και στην Ευρώπη το πρόβλημα δεν είναι μόνο το ψωμί αλλά και η πολιτική προοπτική, πώς αλήθεια βλέπετε την προοπτική της Ενωμένης Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης;
Η Αριστερά ήταν πάντα άρρηκτα συνυφασμένη με τις εγγενείς αξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφόσον ήταν κατά της βαρβαρότητας· είχε στηρίξει το οικοδόμημά της στις πυρηνικές αξίες του Διαφωτισμού και στα φανερώματα της Γαλλικής Επανάστασης, ενώ ήταν ανέκαθεν υπέρ του διεθνισμού. Σήμερα λοιπόν περισσότερο από ποτέ, η Αριστερά πρέπει να επιστρέψει στις ξεχασμένες πηγές, στις αρχές του Διαφωτισμού και της Γαλλικής Επανάστασης που δείχνουν να απειλούνται από παντού: η ισότητα έχει γκρεμιστεί, η ελευθερία απειλείται, και να μη μιλήσουμε για την αδελφοσύνη... αυτές ωστόσο είναι οι ιδρυτικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι τρεις αρχές της Ελευθερίας.
Δεν έχετε όμως την αίσθηση ότι μιλάμε για επιστροφή των εθνικισμών; Απόδειξη και τα νεοναζιστικά μορφώματα που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε έξαρση...
Δεν πρέπει επ’ ουδενί να αφήσουμε τον πατριωτισμό στα χέρια των ναζί εθνοκαπήλων. Ας μην ξεχνάμε ότι ο πατριωτισμός είναι κατεξοχήν απελευθερωτικός, και αυτό πρέπει να είναι το περιεχόμενό του ― σε αντίθεση με το εγκλωβιστικό περιεχόμενο που ανιχνεύει η ρητορική του μίσους και του ναζισμού..
Και εσείς τι πιστεύετε ότι μπορεί να σώσει την Ευρώπη; Η Αριστερά μπορεί να αποτρέψει το κύμα ρατσιστικού μίσους;
Είμαι αισιόδοξος ότι μπορεί. Μπορεί αυτό το χαστούκι να συνεφέρει λίγο την αλαζονεία της κυριλέ δεξιάς, αλλά και της αυταρχικής σοσιαλδημοκρατίας, που πρόδωσε τις ευρωπαϊκές αρχές και τους λαούς. Διότι οι ολετήρες της ευρωπαϊκής ιδέας προέρχοντα ―κακά τα ψέματα― από τη σοσιαλδημοκρατία, αφού αυτοί είναι που κυβερνούν στην Ευρώπη εδώ και σαράντα χρόνια- αυτοί παρέδωσαν τα κλειδιά στην άκρα δεξιά. Μήπως πρέπει να ξαναδούμε, για παράδειγμα, ποιος είναι ο Σρέντερ; Αυτός δεν είναι που απορρίθμησε αρχικά την αγορά της Γερμανίας και τώρα βρίσκεται να δουλεύει για την Γκάσπρομ; Ποιος είναι ο Μπλερ; Αυτός που είπε ψέματα στον βρετανικό λαό, για να τον εμπλέξει σε έναν παράλογο πόλεμο και τώρα είναι υπάλληλος σε μεγάλες χρηματοπιστωτικές εταιρείες; Αυτό που συμβαίνει σήμερα στην Ευρώπη είναι αισχρό, στον βαθμό που μιλάμε για εκλεγμένους ηγέτες και όχι για τυράννους. Οι πρώην ηγέτες της Ευρώπης να συναγωνίζονται για το ποιος θα είναι ο υπάλληλος του μήνα…
Πιστεύετε, δηλαδή, ότι ένα από τα μεγάλα προβλήματα της Ευρώπης είναι το έλλειμμα σε ηγέτες;
Ναι, σε μεγάλο βαθμό- ποιος μπορεί να ηγηθεί σήμερα του ευρωπαϊκού σχηματισμού; Ο χλωμός Ολάντ ή Μέρκελ; Η Ευρώπη βρίσκεται σε παρακμή, κι αυτό οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στο έλλειμμα ηγεσίας. Κι αυτό είναι κάτι που δεν εκφράζεται μόνο σε πολιτικό επίπεδο αλλά φαίνεται ξεκάθαρα στην τέχνη της ― όπως πάντοτε άλλωστε. Η Τέλεια ομορφιά’ του Σορεντίνο αντικατοπτρίζει όλη αυτήν την παρακμή: σε αυτήν την πανέμορφη ταράτσα που βρίσκεται δίπλα στο σπίτι με τους ιερείς διεξάγεται ο μεγάλος διάλογος για το ιερό και το ανίερο, τη γνώση και το άγνωστο, μια συζήτηση για τη ζωή στην Ευρώπη σε πλήρη παραλυσία. Επιπλέον, η ταράτσα βρίσκεται πάνω από ένα νεκροταφείο ―ιδεών; προοπτικής;―, και, καθώς η κάμερα κατεβαίνει στα υπόγεια, αποκαλύπτονται τα μεγάλα έργα τέχνης, δηλαδή η βαθιά θαμμένη αξιακή και πολιτιστική ιστορία της ίδιας της Ευρώπης. Αντίστοιχη αίσθηση έχουμε και στην άλλη μεγάλη πόλη μετά την Ρώμη, εδώ, στην Αθήνα: ότι έχουμε το προνόμιο και την κατάρα να περπατάμε πάνω σε ένα ερειπιώνα. Η Αθήνα είναι η Πόλη των Νεκρών, και αυτό το συνειδητοποιεί κανείς με μια βόλτα στην Ακαδημία Πλάτωνος ή στην Πατησίων: από τα ρημαγμένα καταστήματα και τα κατεβασμένα στόρια αντικρίζει περήφανη την Ακρόπολη. Αυτή είναι η ταυτότητά μας, και αυτό πρέπει να εκμεταλλευτούμε ως μια ιστορία που κάνει κύκλους και επανέρχεται μέσα από σύμβολα, ανοιχτοσύνη και άπλετο φως…