του Γιάννη Σφήκα
πηγή: www.parallaximag.gr
πηγή: www.parallaximag.gr
Στο τριήµερο συνέδριο που διοργάνωσε ο Σύνδεσµος Εκδοτών Βιβλίου στο τέλος Μαρτίου, ο Υπουργός Πολιτισµού, δυο µήνες µετά την ανακοίνωση του κλεισίµατος του ΕΚΕΒΙ, απευθυνόµενος προς τους εκδότες που βλέπουν την αγορά να καταρρέει είπε: “Θα κάνω ό,τι µου πείτε”, ενώ συγχρόνως µίλησε µε ιδιαίτερο βάρος για την διεξαγωγή της ∆ιεθνούς Έκθεσης Βιβλίου στην πόλη µας. Άραγε υπάρχει δρόµος εξόδου από την κρίση για το βιβλίο, που περνάει δύσκολες ώρες σε παγκόσµιο επίπεδο;
Αν το όνοµα του διανοµέα βιβλίων «Απόλλων», που έκλεισε πριν λίγους µήνες δεν σηµαίνει και πολλά για το ευρύ κοινό, το σχεδόν ταυτόχρονο κλείσιµο των υποκαταστηµάτων Παπασωτηρίου και Ελευθερουδάκη σίγουρα προκάλεσε αίσθηση. Ο πρώτος ήδη από καιρό είχε περιορίσει τους τρεις καλά ενηµερωµένους ορόφους, που αποτελούσαν σηµείο αναφοράς για το φοιτητικό κοινό της πόλης και µια καλή γωνιά για χαζέψει κανείς γιατί βρέθηκε στο κέντρο νωρίτερα από το ραντεβού. Πιο πρόσφατα, στην Αθήνα, το κλείσιµο του ιστορικού βιβλιοπωλείου της Εστίας στην οδό Σόλωνος προκάλεσε αίσθηση και ακόµη περισσότερη δηµοσιότητα.
Ο προβληµατισµός για το βιβλίο δεν είναι προνόµιο της χώρας µας αλλά απασχολεί έντονα και την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Τον Φεβρουάριο η Barnes & Noble, η µεγαλύτερη αλυσίδα βιβλιοπωλείων στις ΗΠΑ µε 689 καταστήµατα, ανακοίνωσε περικοπές σε βάθος δεκαετίας προκειµένου να µειωθεί ο αριθµός των καταστηµάτων της. ∆υο χρόνια νωρίτερα, το 2011, ο βασικός της ανταγωνιστής, η αλυσίδα βιβλιοπωλείων Borders, πτώχευσε αφήνοντας πίσω χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας και προβληµατίζοντας για το µέλλον στο χώρο του βιβλίου.
Ο προβληµατισµός για το βιβλίο δεν είναι προνόµιο της χώρας µας αλλά απασχολεί έντονα και την άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Τον Φεβρουάριο η Barnes & Noble, η µεγαλύτερη αλυσίδα βιβλιοπωλείων στις ΗΠΑ µε 689 καταστήµατα, ανακοίνωσε περικοπές σε βάθος δεκαετίας προκειµένου να µειωθεί ο αριθµός των καταστηµάτων της. ∆υο χρόνια νωρίτερα, το 2011, ο βασικός της ανταγωνιστής, η αλυσίδα βιβλιοπωλείων Borders, πτώχευσε αφήνοντας πίσω χιλιάδες κενές θέσεις εργασίας και προβληµατίζοντας για το µέλλον στο χώρο του βιβλίου.
Οι εκδότες
Στα µέσα Σεπτεµβρίου του 2010, το κλείσιµο του ιστορικού εκδοτικού οίκου «Ελληνικά Γράµµατα», που είχε ιδρυθεί το 1957 και ανήκε πλέον αποκλειστικά στον ∆ΟΛ, σηµατοδοτεί την άφιξη της κρίσης. Τρία χρόνια αργότερα, σε έναν υδροκέφαλο κλάδο µε το 80% των επιχειρήσεων να εδρεύουν στην Αθήνα και το 10% στην Θεσσαλονίκη, µπορεί τα χρέη των βιβλιοπωλών προς τους εκδότες να είναι δύσκολο να υπολογιστούν, όµως είναι σίγουρο ότι οι τελευταίοι προσπαθούν να ανταπεξέλθουν και να περιορίσουν τις απώλειες δίνοντας πλέον τοις µετρητοίς βιβλία στους πρώτους ή αναλαµβάνοντας ακόµα και οι ίδιοι τη διανοµή βιβλίων, όπως επισηµαίνει η Όλγα Σελλά («Ο κύκλος των χαµένων εκδοτών», Καθηµερινή 13/1/2013). Πολλά είναι τα βιβλιοπωλεία που στην ουσία διαθέτουν κυρίως το στοκ τους και σαφώς λιγότερους νέους τίτλους, κυρίως τους ευπώλητους, µε αποτέλεσµα οι πελάτες να καταφεύγουν σε παραγγελίες, όταν πρόκειται για πιο εξειδικευµένα βιβλία.
Παράλληλα η απώλεια εισοδήµατος λόγω της κρίσης προκάλεσε αντίστοιχη µείωση των αγορών «καθώς το βιβλίο στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ είδος πρώτης ανάγκης» όπως επισηµαίνει ο κ. Ευριπίδης Κωνσταντινίδης, βιβλιοπώλης δεύτερης γενιάς, των οµώνυµων καταστηµάτων σε Εγνατία και Μητροπόλεως. Η αντίδραση των εκδοτών ήταν από τη µία να περιορίσουν τη διαφήµιση κι από την άλλη τις ακριβές εκδόσεις αλλά και γενικά τους τίτλους. Σύµφωνα µε το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου οι τίτλοι µειώθηκαν κατά 2300 µεταξύ 2008 και 2011, για πρώτη φορά µετά τη µεταπολίτευση όπου η τάση ήταν αυξητική κάθε χρόνο. Η προσαρµογή στα νέα οικονοµικά δεδοµένα περιλαµβάνει µετακινήσεις συγγραφέων, οι οποίοι ορισµένες φορές συγχρηµατοδοτούν τις εκδόσεις τους αλλά και προσαρµογές ως προς τη στέγαση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, όπως, για παράδειγµα, οι εκδόσεις «Βάνιας», που από το µεγαλύτερο κατάστηµα της ∆. Γούναρη επέστρεψαν πριν µερικούς µήνες στο µικρότερο της Πλατείας Αγίου Γεωργίου.
Μια πρόσφατη εξέλιξη και κόντρα στο κλίµα της συρρίκνωσης, αποτέλεσε η συγχώνευση του βρετανικού εκδοτικού οίκου «Penguin» µε τον γερµανικών συµφερόντων «Random House». Η ευρωπαϊκή επιτροπή καθώς και αρχή ανταγωνισµού των ΗΠΑ ενέκριναν τη συγχώνευση κρίνοντας ότι δεν συνιστά ολιγοπώλιο καθώς το εγχείρηµα αντιµετωπίζει σηµαντικούς ανταγωνιστές ενώ αναµένονται αποφάσεις σε Καναδά, Αυστραλία και Ασία. Το νέο σχήµα αναµένεται να ελέγχει το 26% της εκδοτικής κίνησης σε παγκόσµιο επίπεδο ακολουθούµενο από τον γαλλικό εκδοτικό οίκο Lagardere µε 17%.
Στις ΗΠΑ η αυτοεκδόσεις (self- publishing) γνωρίζουν άνθιση και αποτελούν νέο δεδοµένο. Από το 2010 στο 2011 αυξήθηκαν κατά 63% περιλαµβάνοντας κυρίως λογοτεχνικά βιβλία και όχι µόνο, µε τιµή που κατά µέσο όρο ανέρχεται στα 7 περίπου δολάρια για τη λογοτεχνία και στα 19 δολάρια για τα υπόλοιπα είδη. Οι αυτοεκδότες προτιµούν τα e-books παρά τα τυπωµένα βιβλία λόγω χαµηλότερου κόστους και την τάση έχει ήδη σπεύσει να εκµεταλλευτεί η Amazon που διαθέτει ειδική σελίδα και έχει εκδώσει κάτι λιγότερο από 60.000 τίτλους.
Στην Ελλάδα πάλι, αν και ως παράπλευρη θετική εξέλιξη αναµένεται η ποιοτική αναβάθµιση των νέων εκδόσεων καθώς η µείωση της παραγωγής τίτλων λειτουργεί προς όφελος και της ποιότητας αλλά και της µεγαλύτερης παραµονής των βιβλίων στις προθήκες, σταθερή παραµένει και σήµερα η τάση για έκδοση ελληνικών λογοτεχνικών µπεστ σέλερ, µε αντίστοιχη µείωση των πάντα ακριβότερων µεταφράσεων ξένης λογοτεχνίας. Ακόµη παρατηρείται άνθιση, λόγω της κατάστασης, του πολιτικού και οικονοµικού βιβλίου.
Στα µέσα Σεπτεµβρίου του 2010, το κλείσιµο του ιστορικού εκδοτικού οίκου «Ελληνικά Γράµµατα», που είχε ιδρυθεί το 1957 και ανήκε πλέον αποκλειστικά στον ∆ΟΛ, σηµατοδοτεί την άφιξη της κρίσης. Τρία χρόνια αργότερα, σε έναν υδροκέφαλο κλάδο µε το 80% των επιχειρήσεων να εδρεύουν στην Αθήνα και το 10% στην Θεσσαλονίκη, µπορεί τα χρέη των βιβλιοπωλών προς τους εκδότες να είναι δύσκολο να υπολογιστούν, όµως είναι σίγουρο ότι οι τελευταίοι προσπαθούν να ανταπεξέλθουν και να περιορίσουν τις απώλειες δίνοντας πλέον τοις µετρητοίς βιβλία στους πρώτους ή αναλαµβάνοντας ακόµα και οι ίδιοι τη διανοµή βιβλίων, όπως επισηµαίνει η Όλγα Σελλά («Ο κύκλος των χαµένων εκδοτών», Καθηµερινή 13/1/2013). Πολλά είναι τα βιβλιοπωλεία που στην ουσία διαθέτουν κυρίως το στοκ τους και σαφώς λιγότερους νέους τίτλους, κυρίως τους ευπώλητους, µε αποτέλεσµα οι πελάτες να καταφεύγουν σε παραγγελίες, όταν πρόκειται για πιο εξειδικευµένα βιβλία.
Παράλληλα η απώλεια εισοδήµατος λόγω της κρίσης προκάλεσε αντίστοιχη µείωση των αγορών «καθώς το βιβλίο στην Ελλάδα δεν ήταν ποτέ είδος πρώτης ανάγκης» όπως επισηµαίνει ο κ. Ευριπίδης Κωνσταντινίδης, βιβλιοπώλης δεύτερης γενιάς, των οµώνυµων καταστηµάτων σε Εγνατία και Μητροπόλεως. Η αντίδραση των εκδοτών ήταν από τη µία να περιορίσουν τη διαφήµιση κι από την άλλη τις ακριβές εκδόσεις αλλά και γενικά τους τίτλους. Σύµφωνα µε το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου οι τίτλοι µειώθηκαν κατά 2300 µεταξύ 2008 και 2011, για πρώτη φορά µετά τη µεταπολίτευση όπου η τάση ήταν αυξητική κάθε χρόνο. Η προσαρµογή στα νέα οικονοµικά δεδοµένα περιλαµβάνει µετακινήσεις συγγραφέων, οι οποίοι ορισµένες φορές συγχρηµατοδοτούν τις εκδόσεις τους αλλά και προσαρµογές ως προς τη στέγαση σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, όπως, για παράδειγµα, οι εκδόσεις «Βάνιας», που από το µεγαλύτερο κατάστηµα της ∆. Γούναρη επέστρεψαν πριν µερικούς µήνες στο µικρότερο της Πλατείας Αγίου Γεωργίου.
Μια πρόσφατη εξέλιξη και κόντρα στο κλίµα της συρρίκνωσης, αποτέλεσε η συγχώνευση του βρετανικού εκδοτικού οίκου «Penguin» µε τον γερµανικών συµφερόντων «Random House». Η ευρωπαϊκή επιτροπή καθώς και αρχή ανταγωνισµού των ΗΠΑ ενέκριναν τη συγχώνευση κρίνοντας ότι δεν συνιστά ολιγοπώλιο καθώς το εγχείρηµα αντιµετωπίζει σηµαντικούς ανταγωνιστές ενώ αναµένονται αποφάσεις σε Καναδά, Αυστραλία και Ασία. Το νέο σχήµα αναµένεται να ελέγχει το 26% της εκδοτικής κίνησης σε παγκόσµιο επίπεδο ακολουθούµενο από τον γαλλικό εκδοτικό οίκο Lagardere µε 17%.
Στις ΗΠΑ η αυτοεκδόσεις (self- publishing) γνωρίζουν άνθιση και αποτελούν νέο δεδοµένο. Από το 2010 στο 2011 αυξήθηκαν κατά 63% περιλαµβάνοντας κυρίως λογοτεχνικά βιβλία και όχι µόνο, µε τιµή που κατά µέσο όρο ανέρχεται στα 7 περίπου δολάρια για τη λογοτεχνία και στα 19 δολάρια για τα υπόλοιπα είδη. Οι αυτοεκδότες προτιµούν τα e-books παρά τα τυπωµένα βιβλία λόγω χαµηλότερου κόστους και την τάση έχει ήδη σπεύσει να εκµεταλλευτεί η Amazon που διαθέτει ειδική σελίδα και έχει εκδώσει κάτι λιγότερο από 60.000 τίτλους.
Στην Ελλάδα πάλι, αν και ως παράπλευρη θετική εξέλιξη αναµένεται η ποιοτική αναβάθµιση των νέων εκδόσεων καθώς η µείωση της παραγωγής τίτλων λειτουργεί προς όφελος και της ποιότητας αλλά και της µεγαλύτερης παραµονής των βιβλίων στις προθήκες, σταθερή παραµένει και σήµερα η τάση για έκδοση ελληνικών λογοτεχνικών µπεστ σέλερ, µε αντίστοιχη µείωση των πάντα ακριβότερων µεταφράσεων ξένης λογοτεχνίας. Ακόµη παρατηρείται άνθιση, λόγω της κατάστασης, του πολιτικού και οικονοµικού βιβλίου.
Τα βιβλιοπωλεία
Το καλοκαίρι του 2010, αποχωρούσε οριστικά από την ελληνική αγορά µετά από 5 περίπου χρόνια παρουσίας, η γαλλική αλυσίδα βιβλιοπωλείων FNAC. Ήταν ίσως η πρώτη κίνηση που σήµανε για τα καλά, για το ευρύ κοινό, την κρίση στον χώρο του βιβλίου, µε την απώλεια εκατοντάδων θέσεων εργασίας. Το τελευταίο εξάµηνο η Αθήνα µετρά την απώλεια του ιστορικού Βιβλιοπωλείου της Εστίας και η Θεσσαλονίκη το κλείσιµο των υποκαταστηµάτων των Παπασωτηρίου και Ελευθερουδάκη, χωρίς να υπολογίζονται οι επιπτώσεις της κρίσης στα περιφερειακά και συνοικιακά µικρά βιβλιοπωλεία.
Η ίδια τάση χαρακτηρίζει και ξένες αγορές όπως των ΗΠΑ, όπου η Barnes & Noble, η οποία από το 2011 ουσιαστικά µονοπωλεί τον χώρο καθώς η ανταγωνίστριά της Borders πτώχευσε. Εντός των επόµενων δέκα ετών η εταιρία µε τα 689 εµπορικά βιβλιοπωλεία και άλλα τόσα σχεδόν πανεπιστηµιακά, ανακοίνωσε ότι προγραµµατίζει περικοπές ώστε να µειώσει τον αριθµό των καταστηµάτων της κατά ένα τρίτο και να φτάσει τα 230 περίπου. Βασικός ανταγωνιστής της είναι η εταιρία Amazon η οποία έχει σαφώς µειωµένα κόστη, αφού διαθέτει τεράστιες αποθήκες και παρέχει ηλεκτρονικές και αντίστοιχα φθηνότερες υπηρεσίες. Η επικράτηση της Amazon έχει ακόµα ως αποτέλεσµα την επικράτηση των γνωστών και επιτυχηµένων εµπορικά συγγραφέων λόγω της µεγαλύτερης κερδοφορίας που αποφέρουν.
Η γενική παραδοχή είναι ότι στην Ελλάδα το franchising των µεγάλων αλυσίδων ή κατ’ άλλους «σουπερ-µάρκετ», που είναι τα άµεσα επηρεαζόµενα από την κρίση και πολλά καταστήµατα ανεξαρτητοποιούνται, δεν σηµείωσε επιτυχία και ουσιαστικά έβλαψε τα συνοικιακά βιβλιοπωλεία. Στην χώρα µας το τελευταίο διάστηµα σε µια προφανή προσπάθεια τόνωσης των εσόδων, εκδότες και βιβλιοπώλες προώθησαν την πρακτική των παζαριών βιβλίου σε τιµές χαµηλές και σε τακτά χρονικά διαστήµατα. Κι ενώ τα παζάρια λειτουργούν ως ενέσεις ρευστότητας οι φωνές που εκφράζουν επιφυλάξεις δεν λείπουν, επισηµαίνοντας κινδύνους καθώς είναι πιθανό ο κόσµος να στραφεί προς τις προσφορές εις βάρος των νέων εκδόσεων καθώς η χαµηλή τιµή πάντα προσελκύει.
Ο κ. Κωνσταντινίδης µας λέει «ότι τα βιβλιοπωλεία µειώνουν τα πάγια έξοδά τους και περιορίζουν τις υπερβολές στις παραγγελίες σε συνδυασµό µε την καλύτερη δυνατή ενηµέρωση και το µικρότερο δυνατό ρίσκο µε την καλύτερη δυνατή έκπτωση του 10%» που επιτρέπει η ενιαία τιµή του βιβλίου την οποία και καθορίζει κυρίως ο εκδότης ενώ ο ίδιος σκέφτεται τη δηµιουργία ενός µικρού χώρου µε µόνιµες προσφορές.
Το καλοκαίρι του 2010, αποχωρούσε οριστικά από την ελληνική αγορά µετά από 5 περίπου χρόνια παρουσίας, η γαλλική αλυσίδα βιβλιοπωλείων FNAC. Ήταν ίσως η πρώτη κίνηση που σήµανε για τα καλά, για το ευρύ κοινό, την κρίση στον χώρο του βιβλίου, µε την απώλεια εκατοντάδων θέσεων εργασίας. Το τελευταίο εξάµηνο η Αθήνα µετρά την απώλεια του ιστορικού Βιβλιοπωλείου της Εστίας και η Θεσσαλονίκη το κλείσιµο των υποκαταστηµάτων των Παπασωτηρίου και Ελευθερουδάκη, χωρίς να υπολογίζονται οι επιπτώσεις της κρίσης στα περιφερειακά και συνοικιακά µικρά βιβλιοπωλεία.
Η ίδια τάση χαρακτηρίζει και ξένες αγορές όπως των ΗΠΑ, όπου η Barnes & Noble, η οποία από το 2011 ουσιαστικά µονοπωλεί τον χώρο καθώς η ανταγωνίστριά της Borders πτώχευσε. Εντός των επόµενων δέκα ετών η εταιρία µε τα 689 εµπορικά βιβλιοπωλεία και άλλα τόσα σχεδόν πανεπιστηµιακά, ανακοίνωσε ότι προγραµµατίζει περικοπές ώστε να µειώσει τον αριθµό των καταστηµάτων της κατά ένα τρίτο και να φτάσει τα 230 περίπου. Βασικός ανταγωνιστής της είναι η εταιρία Amazon η οποία έχει σαφώς µειωµένα κόστη, αφού διαθέτει τεράστιες αποθήκες και παρέχει ηλεκτρονικές και αντίστοιχα φθηνότερες υπηρεσίες. Η επικράτηση της Amazon έχει ακόµα ως αποτέλεσµα την επικράτηση των γνωστών και επιτυχηµένων εµπορικά συγγραφέων λόγω της µεγαλύτερης κερδοφορίας που αποφέρουν.
Η γενική παραδοχή είναι ότι στην Ελλάδα το franchising των µεγάλων αλυσίδων ή κατ’ άλλους «σουπερ-µάρκετ», που είναι τα άµεσα επηρεαζόµενα από την κρίση και πολλά καταστήµατα ανεξαρτητοποιούνται, δεν σηµείωσε επιτυχία και ουσιαστικά έβλαψε τα συνοικιακά βιβλιοπωλεία. Στην χώρα µας το τελευταίο διάστηµα σε µια προφανή προσπάθεια τόνωσης των εσόδων, εκδότες και βιβλιοπώλες προώθησαν την πρακτική των παζαριών βιβλίου σε τιµές χαµηλές και σε τακτά χρονικά διαστήµατα. Κι ενώ τα παζάρια λειτουργούν ως ενέσεις ρευστότητας οι φωνές που εκφράζουν επιφυλάξεις δεν λείπουν, επισηµαίνοντας κινδύνους καθώς είναι πιθανό ο κόσµος να στραφεί προς τις προσφορές εις βάρος των νέων εκδόσεων καθώς η χαµηλή τιµή πάντα προσελκύει.
Ο κ. Κωνσταντινίδης µας λέει «ότι τα βιβλιοπωλεία µειώνουν τα πάγια έξοδά τους και περιορίζουν τις υπερβολές στις παραγγελίες σε συνδυασµό µε την καλύτερη δυνατή ενηµέρωση και το µικρότερο δυνατό ρίσκο µε την καλύτερη δυνατή έκπτωση του 10%» που επιτρέπει η ενιαία τιµή του βιβλίου την οποία και καθορίζει κυρίως ο εκδότης ενώ ο ίδιος σκέφτεται τη δηµιουργία ενός µικρού χώρου µε µόνιµες προσφορές.
Τα βιβλία
Ο ασφαλέστερος τρόπος για να αντιληφθεί κανείς εάν ανήκει σε µια µεγαλύτερη γενιά ή είναι αθεράπευτα ροµαντικός είναι ο προβληµατισµός για τα βιβλία που θα συντροφεύσουν το ταξίδι και τις διακοπές λόγω βάρους και χώρου στις βαλίτσες. Σήµερα µπορείς να κουβαλάς οπουδήποτε τα άπαντα του Τσέχωφ ή ολόκληρη την Αγκάθα Κρίστι µε την επιβάρυνση µονάχα µερικών γραµµαρίων, που ζυγίζουν οι συσκευές ανάγνωσης των ηλεκτρονικών βιβλίων (e-books).
Οι εκδόσεις Penguin ανακοίνωσαν ότι σκοπεύουν το 14% της παραγωγής τους να αποτελείται από ηλεκτρονικά βιβλία, ποσοστό το οποίο αναµένεται να αυξηθεί. Πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι µελλοντικά το τυπωµένο βιβλίο θα έχει την τύχη των δίσκων βινυλίου, αποτελώντας απλώς ένα χόµπι. Κι αυτό γιατί το ηλεκτρονικό βιβλίο είναι φθηνότερο και οι συσκευές ανάγνωσής του παρέχουν τη δυνατότητα συγκέντρωσης µεγάλης ποσότητας γνώσης αντιστρόφως ανάλογης µε τον όγκο, το βάρος και την τιµή του τυπωµένου βιβλίου.
Τα ποσοστά χρήσης ηλεκτρονικών βιβλίων στις ΗΠΑ και την Ευρώπη είναι πολύ µεγαλύτερα από της Ελλάδας. Στις ΗΠΑ αντιπροσωπεύει το 20% της αγοράς ενώ σε Βρετανία, Γερµανία και Γαλλία κινείται µόλις πάνω από 1%. Κι αυτό οφείλεται, όπως επισηµαίνει ο δηµοσιογράφος του Βήµατος Γιάννης Μπασκόζος («e-book», Το Βήµα 18/3/12), σε έλλειψη γνώσης του προϊόντος στη χώρα µας και στην συνακόλουθη έλλειψη εµπιστοσύνης στα πλεονεκτήµατά του. Παράλληλα, η περιορισµένη προώθηση του προϊόντος από εκδότες και βιβλιοπωλεία στην Ελλάδα, εκτός της περιορισµένης γνώσης του αντικειµένου, οφείλεται και στο γεγονός ότι και οι συσκευές είναι ακριβές (150 ευρώ) αλλά και το ποσοστό ΦΠΑ για το τυπωµένο βιβλίο ανέρχεται σε 6,5% ενώ για το ηλεκτρονικό εκτοξεύεται σε 23% καθώς θεωρείται υπηρεσία και όχι βιβλίο. Κι ενώ αυτό ισχύει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η νοµοθεσία τους κινείται προς την κατεύθυνση της εξοµοίωση του συντελεστή προς τα κάτω.
Πρόσφατα έντεκα blogs που ασχολούνται µε το βιβλίο απεύθυναν πρόταση στους έλληνες εκδότες για µείωση τιµών στις νέες εκδόσεις. Ο κ. Κωνσταντινίδης µας λέει ότι για τις υψηλές τιµές «ευθύνεται το περιορισµένο τιράζ, αλλά και τα συγγραφικά δικαιώµατα και οι εκδότες όµως ο πιο αδύναµος κρίκος της αλυσίδας παραµένει το βιβλιοπωλείο, γιατί αποτελεί τον τελικό αποδέκτη που έρχεται σε επαφή µε τον πελάτη που λόγω της οικονοµικής κρίσης έχει περιορίσει τις αγορές. Ωστόσο όλοι πρέπει να βάλουν νερό στο κρασί τους. Το κλειδί στο µέλλον είναι η προσαρµογή στα νέα δεδοµένα». Ως προς το µέλλον των βιβλιοπωλείων µεγάλη σηµασία αποδίδει στον εµπλουτισµό των κατηγοριών, στην επένδυση στο παιδικό βιβλίο και στη µετατροπή των βιβλιοπωλείων σε στέκι για µικρούς αλλά και µεγάλους µε ποικίλες εκδηλώσεις που θα τα µετατρέψει σε χώρους εξωστρέφειας. Ταυτόχρονα παραµένει αισιόδοξος για το µέλλον «εφόσον καθίσει ο καπνός της κρίσης» γιατί «τότε πολλά µπορούν να γίνουν», αλλά σε κάθε περίπτωση το βιβλίο θα συνεχίσει να είναι εδώ γιατί αυτό που προσφέρει «δεν πρόκειται να υποκατασταθεί ό,τι µορφή κι αν έχει».
Ο ασφαλέστερος τρόπος για να αντιληφθεί κανείς εάν ανήκει σε µια µεγαλύτερη γενιά ή είναι αθεράπευτα ροµαντικός είναι ο προβληµατισµός για τα βιβλία που θα συντροφεύσουν το ταξίδι και τις διακοπές λόγω βάρους και χώρου στις βαλίτσες. Σήµερα µπορείς να κουβαλάς οπουδήποτε τα άπαντα του Τσέχωφ ή ολόκληρη την Αγκάθα Κρίστι µε την επιβάρυνση µονάχα µερικών γραµµαρίων, που ζυγίζουν οι συσκευές ανάγνωσης των ηλεκτρονικών βιβλίων (e-books).
Οι εκδόσεις Penguin ανακοίνωσαν ότι σκοπεύουν το 14% της παραγωγής τους να αποτελείται από ηλεκτρονικά βιβλία, ποσοστό το οποίο αναµένεται να αυξηθεί. Πολλοί είναι εκείνοι που πιστεύουν ότι µελλοντικά το τυπωµένο βιβλίο θα έχει την τύχη των δίσκων βινυλίου, αποτελώντας απλώς ένα χόµπι. Κι αυτό γιατί το ηλεκτρονικό βιβλίο είναι φθηνότερο και οι συσκευές ανάγνωσής του παρέχουν τη δυνατότητα συγκέντρωσης µεγάλης ποσότητας γνώσης αντιστρόφως ανάλογης µε τον όγκο, το βάρος και την τιµή του τυπωµένου βιβλίου.
Τα ποσοστά χρήσης ηλεκτρονικών βιβλίων στις ΗΠΑ και την Ευρώπη είναι πολύ µεγαλύτερα από της Ελλάδας. Στις ΗΠΑ αντιπροσωπεύει το 20% της αγοράς ενώ σε Βρετανία, Γερµανία και Γαλλία κινείται µόλις πάνω από 1%. Κι αυτό οφείλεται, όπως επισηµαίνει ο δηµοσιογράφος του Βήµατος Γιάννης Μπασκόζος («e-book», Το Βήµα 18/3/12), σε έλλειψη γνώσης του προϊόντος στη χώρα µας και στην συνακόλουθη έλλειψη εµπιστοσύνης στα πλεονεκτήµατά του. Παράλληλα, η περιορισµένη προώθηση του προϊόντος από εκδότες και βιβλιοπωλεία στην Ελλάδα, εκτός της περιορισµένης γνώσης του αντικειµένου, οφείλεται και στο γεγονός ότι και οι συσκευές είναι ακριβές (150 ευρώ) αλλά και το ποσοστό ΦΠΑ για το τυπωµένο βιβλίο ανέρχεται σε 6,5% ενώ για το ηλεκτρονικό εκτοξεύεται σε 23% καθώς θεωρείται υπηρεσία και όχι βιβλίο. Κι ενώ αυτό ισχύει και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η νοµοθεσία τους κινείται προς την κατεύθυνση της εξοµοίωση του συντελεστή προς τα κάτω.
Πρόσφατα έντεκα blogs που ασχολούνται µε το βιβλίο απεύθυναν πρόταση στους έλληνες εκδότες για µείωση τιµών στις νέες εκδόσεις. Ο κ. Κωνσταντινίδης µας λέει ότι για τις υψηλές τιµές «ευθύνεται το περιορισµένο τιράζ, αλλά και τα συγγραφικά δικαιώµατα και οι εκδότες όµως ο πιο αδύναµος κρίκος της αλυσίδας παραµένει το βιβλιοπωλείο, γιατί αποτελεί τον τελικό αποδέκτη που έρχεται σε επαφή µε τον πελάτη που λόγω της οικονοµικής κρίσης έχει περιορίσει τις αγορές. Ωστόσο όλοι πρέπει να βάλουν νερό στο κρασί τους. Το κλειδί στο µέλλον είναι η προσαρµογή στα νέα δεδοµένα». Ως προς το µέλλον των βιβλιοπωλείων µεγάλη σηµασία αποδίδει στον εµπλουτισµό των κατηγοριών, στην επένδυση στο παιδικό βιβλίο και στη µετατροπή των βιβλιοπωλείων σε στέκι για µικρούς αλλά και µεγάλους µε ποικίλες εκδηλώσεις που θα τα µετατρέψει σε χώρους εξωστρέφειας. Ταυτόχρονα παραµένει αισιόδοξος για το µέλλον «εφόσον καθίσει ο καπνός της κρίσης» γιατί «τότε πολλά µπορούν να γίνουν», αλλά σε κάθε περίπτωση το βιβλίο θα συνεχίσει να είναι εδώ γιατί αυτό που προσφέρει «δεν πρόκειται να υποκατασταθεί ό,τι µορφή κι αν έχει».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου