Απόσπασμα από την κριτική του για την πρόσφατη έκδοση των πεζών του Κάρολου Τσίζεκ (ο οποίος σήμερα μας άφησε χρόνους) από τις Εκδόσεις Κίχλη (δημοσιεύεται στο τχ. 101 του Εντευκτηρίου, που κυκλοφορεί):
Ατόφιος πεζογράφος
Υπάρχουν άπαξ πεζογράφοι ή ποιητές; Υπάρχουν, οπωσδήποτε, οι συγγραφείς του ενός βιβλίου: είτε γιατί όντως δημοσίευσαν ένα και μοναδικό βιβλίο σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους, κερδίζοντας όμως με αυτό την επίνευση της κριτικής και την αναγνώριση του κοινού, είτε επειδή μόνο ένα από τα βιβλία τους, που δεν αποκλείεται ως σύνολο να αντιπροσωπεύουν μια διόλου ευκαταφρόνητη παραγωγή, κατάφερε να αποσπάσει τον έπαινο των ειδικών και του δήμου. Ξεκινώντας εντούτοις μια τέτοια συζήτηση, δεν έχω ακριβώς αυτές τις περιπτώσεις κατά νουν. Πιο πολύ σκέφτομαι κάτι άλλο: τους ανθρώπους οι οποίοι, προερχόμενοι από διαφορετικές τέχνες, καταλήγουν στη λογοτεχνία, αναζητώντας στη γλώσσα και τις εικόνες της μια μορφή επικουρίας.
[...]
Διαβάζω τα κείμενα που περιέχονται στον τόμο των διηγημάτων του Τσίζεκ και δεν μπορώ παρά να επανέλθω σε όσα έλεγα προεισαγωγικά. Δεν πρόκειται για κείμενα τα οποία γράφει ένας καλλιτέχνης του χρωστήρα και της τυπογραφίας συμπληρωματικά προς το εικαστικό του έργο, για λόγους σαν κι αυτούς που επικαλέστηκα πρωτύτερα, αλλά για μιαν ώριμη, από καιρό κατασταλαγμένη και εσωτερικά αποκρυσταλλωμένη λογοτεχνία. Ξεκινώντας πάντοτε από μιαν έντονα βιωματική αφετηρία, ο Τσίζεκ θα κατορθώσει να περάσει στα πεζά του ό,τι σημάδεψε κατά το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα και τις δύο πατρίδες του. Παιδί που μεγάλωσε σε μιαν οικογένεια η οποία έτρεφε μεγάλο σεβασμό για τις αξίες της ελευθερίας και της δημοκρατίας, ο Τσίζεκ θα κατευθύνει την προσωπική του μνήμη σε δύο άκρως τραυματικές ιστορικές περιόδους της Τσεχίας. Η πρώτη περίοδος, που θα ζωντανέψει μέσα από τις μορφές των φίλων του πατέρα του όπως τους γνώρισε όταν ήταν μικρός, έχει να κάνει με την κατάκτηση της Τσεχίας από τους ναζί και το άσβεστο μίσος το οποίο έτρεφαν οι τελευταίοι για τη χώρα και τον πληθυσμό της. Η δεύτερη περίοδος συνδέεται με τον ενήλικο βίο του Τσίζεκ. Δουλεύοντας ως μεταφραστής για τη Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Τσεχοσλοβακίας στο περίπτερο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης, κατά τη δεκαετία του 1960, ο συγγραφέας θα έρθει σε επαφή με τη μεταχείριση που θα επιφυλάξει σε Τσέχους και Έλληνες ο σιδερένιος μηχανισμός της κομμουνιστικής εξουσίας. Την ίδια όμως ώρα, ο Τσίζεκ θα αποκαλύψει το σκοτεινό πολιτικό κλίμα που θα επικρατήσει στη μετεμφυλιακή Ελλάδα ενόσω θα οδεύει με ταχύτητα προς τη δικτατορία των συνταγματαρχών. Ενάντιος από τη φύση του σε οποιονδήποτε αυταρχισμό, ο Τσίζεκ θα εικονογραφήσει με χιούμορ την κρατική αυθαιρεσία, υποδεικνύοντας το πλήρες αδιέξοδο στο οποίο οδηγούνται κάτω από τέτοιες περιστάσεις οι πολίτες. Κι όλα αυτά χωρίς σπουδαιοφανή λόγια και εύκολες καταγγελίες, με μιαν αφήγηση που ξέρει πώς να δείξει ―πίσω από μια καθαρώς ατομική ιστορία― την παθολογία του συλλογικού, μένοντας μακριά από τον οποιονδήποτε ματαιόσπουδο κοσμοπολιτισμό.
[...]
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου
η συνέχεια στις σελίδες του τεύχους
Κάρολος Τσίζεκ
Η λιμνοθάλασσα της Γεωργικής Σχολής
και άλλα αφηγήματα
Αθήνα
Κίχλη 2013
221 σελ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου