της Σταυρούλας Παπασπύρου
πηγή: http://www.enet.gr
«Δεν θέλω να ζω με επιδόματα, να χαρακτηριστώ ανάπηρος και ακόμα περισσότερο δεν θέλω να πάρω πολιτική σύνταξη. Ολη την ενήλικη ζωή μου ήμουν συγγραφέας. Αυτό ήταν το μόνο που σκεφτόμουν, αυτό ήταν το μόνο που με κρατούσε στη ζωή. Συγγραφέας λοιπόν θα παραμείνω μέχρι τέλους. Από την πολιτική απομακρύνθηκα μια και καλή όσο ήμουν ακόμη νέος και δεν πρόκειται να τραφώ τώρα από αυτό που μου είναι πλέον τόσο ξένο και άχρηστο. Στα νιάτα μου αφιερώθηκα στην πολιτική, τώρα όμως δεν έχω άλλα πάρε-δώσε με αυτή. Εχουμε πατσίσει. Τελεία και παύλα».
πηγή: http://www.enet.gr
«Δεν θέλω να ζω με επιδόματα, να χαρακτηριστώ ανάπηρος και ακόμα περισσότερο δεν θέλω να πάρω πολιτική σύνταξη. Ολη την ενήλικη ζωή μου ήμουν συγγραφέας. Αυτό ήταν το μόνο που σκεφτόμουν, αυτό ήταν το μόνο που με κρατούσε στη ζωή. Συγγραφέας λοιπόν θα παραμείνω μέχρι τέλους. Από την πολιτική απομακρύνθηκα μια και καλή όσο ήμουν ακόμη νέος και δεν πρόκειται να τραφώ τώρα από αυτό που μου είναι πλέον τόσο ξένο και άχρηστο. Στα νιάτα μου αφιερώθηκα στην πολιτική, τώρα όμως δεν έχω άλλα πάρε-δώσε με αυτή. Εχουμε πατσίσει. Τελεία και παύλα».
Τα λόγια ανήκουν σ' έναν συγγραφέα που μισήθηκε αλλά και λατρεύτηκε όσο λίγοι στη Ρωσία, τον Αλεξάντρ Γκριν (1880-1932). Ενα «παιδί του σοσιαλισμού» και προστατευόμενο κάποτε του Γκόρκι, που φρόντισε ν' αποφύγει τα καλούπια, ένα δημιουργό που μες στην καρδιά της επανάστασης έπλασε το δικό του παραμυθένιο σύμπαν, αρνήθηκε τη στήριξη του κομματικού μηχανισμού. Το μόνο έργο του Γκριν που κυκλοφορούσε μέχρι πρότινος στη γλώσσα μας ήταν «Ο κυνηγός των αρουραίων» (1995, Στιγμή). Και να που τώρα, χάρη στην «Κίχλη», αποκτάμε πρόσβαση στη διασημότερη νουβέλα του, τα «Πορφυρά πανιά».
Πρωτοδημοσιευμένη το 1923 από τον επίσημο κρατικό οίκο της πρώην ΕΣΣΔ, η νουβέλα του Γκριν ξετυλίγει μια σαγηνευτική ιστορία αγάπης που έμελλε να υποστεί άφθονες επιθέσεις και παραναγνώσεις, αποκτώντας όμως και θρυλικές διαστάσεις ως... βίβλος των ρομαντικών ψυχών. Ο Γκριν αφηγείται εδώ την ερωτική αφύπνιση, τις παράλληλες πορείες και το συναπάντημα της ταπεινής καταγωγής Ασόλ και του αριστοκράτη καπετάνιου Γκρέι, οι οποίοι κατακτούν την ευτυχία σε πείσμα όλων των εμποδίων, ακουλουθώντας ο καθένας το όνειρό του και την εσωτερική του παρόρμηση.
Η νουβέλα του Γκριν κυκλοφορεί μεθαύριο σε μετάφραση Ιοκάστης Καμμένου, πλαισιωμένη από ένα εκτενές επίμετρο της πανεπιστημιακού Αλεξάνδρας Ιωαννίδου, αποκαλυπτικό της τρικυμιώδους διαδρομής του Γκριν και της υποδοχής που επιφυλάχτηκε στα γραπτά του ανάλογα με τις πολιτικές συνθήκες που επικρατούσαν στην πατρίδα του. Ιδού μια πρόγευση από τις σελίδες όπου ο συγγραφέας σκιαγραφεί το πορτρέτο της κεντρικής ηρωίδας του:
«Οσο εκείνη ράβει, ας τη δούμε από λίγο πιο κοντά, μέσα της. Μέσα της λοιπόν υπάρχουν δύο κοπέλες, δυο Ασόλ μπερδεμένες σε μια υπέροχη αταξία. Η μια είναι η κόρη του ναυτικού, η άλλη είναι ένα ζωντανό ποίημα με όλα τα θαύματα των παρηχήσεων και των εικόνων του, με μια μυστήρια γειτνίαση λέξεων, στην αλληλεπίδραση του φωτός και της σκιάς, καθώς το ένα χύνεται πάνω στο άλλο (...). Ηξερε και της άρεσε να διαβάζει, αλλά και στα βιβλία, όπως και στη ζωή της, διάβαζε κυρίως ανάμεσα στις γραμμές. Ασυνείδητα, μέσω μιας ιδιόμορφης έμπνευσης, σε κάθε της βήμα έκανε αναρίθμητες ανακαλύψεις, άρρηκτες μα τόσο σημαντικές (...) Δεν ήταν λίγες οι φορές που πήγαινε τη νύχτα στην ακροθαλασσιά, κι εκεί, περιμένοντας την αυγή, μήπως και φανεί το καράβι με τα πορφυρά πανιά. Εκείνες οι στιγμές ήταν γι' αυτήν η ευτυχία. Οσο δύσκολο είναι για μας να μπούμε στο παραμύθι, τόσο δύσκολο ήταν για κείνη να ξεφύγει από την εξουσία και τη γοητεία του».
Δεν είναι τυχαίο που ακόμα και σήμερα συναντά κανείς στη Ρωσία ένα σωρό εστιατόρια, κλαμπ, παιδικές κατασκηνώσεις και τουριστικές επιχειρήσεις με την ονομασία «Πορφυρά πανιά». Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, τον ίδιο τίτλο έφεραν από τη νεανική στήλη της εφημερίδας «Η αλήθεια της Κομσομόλ», ώς το φεστιβάλ που διοργανωνόταν στο Λένινγκραντ για τους αποφοίτους των σχολείων. Ενώ από το 1967 ώς το 1981 -οπότε επενέβη... πυροσβεστικά η KGB- πλήθη πολιτών συνέρρεαν στην Παλαιά Κριμαία την ημέρα των γενεθλίων του συγγραφέα, υψώνοντας στο λοφίσκο που γειτόνευε με τον τάφο του ένα μεγάλο κόκκινο πανί.
Το σίγουρο είναι πως τα μεταξένια πορφυρά πανιά της νουβέλας του Γκριν δεν αποτελούσαν κανενός είδους αλληγορία της επανάστασης. Κάτι που γνώριζαν πολύ καλά οι διώκτες του συγγραφέα τα χρόνια της κυριαρχίας του Ζντάνοφ, αλλά και που οι φανατικοί θαυμαστές του προτιμούσαν να ξεχνούν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου