27.12.13

Οι κούνιες του Φάμπιο Μοράμπιτο

του Σπύρου Μοσκόβου

πηγή: http://www.dw.de




Ο δοκιμιογράφος και ποιητής Χανς-Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ ανακάλυψε και παρουσίασε έναν Ιταλομεξικανό ποιητή, τον Φάμπιο Μοράμπιτο. Η αναπάντεχη λιτότητα και ευθυβολία των στίχων του εκπλήσσει.

Είθισται τελευταίες μέρες του Δεκεμβρίου να συνιστά κανείς από τα διαβάσματα της χρονιάς ενδιαφέροντα βιβλία, που για τον ένα ή τον άλλο λόγο έμειναν αλησμόνητα. Εμείς ας μην προτείνουμε σήμερα κανένα φετινό βιβλίο, αλλά ένα συγγραφέα άγνωστο και αμετάφραστο ακόμα στα ελληνικά. Το όνομά του Φάμπιο Μοράμπιτο. Για την ακρίβεια τον ανακάλυψε πριν από μας και τον παρουσιάζει αυτή την εβδομάδα στη Frankfurter Allgemeine Zeitung o Χανς-Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ, ένας από τους σημαντικότερους δοκιμιογράφους και ποιητές της μεταπολεμικής Γερμανίας. Ας διαβάσουμε κατ’ ευθείαν, χωρίς να προηγηθούν άλλες πληροφορίες για τον άγνωστο και αμετάφραστο Φάμπιο Μοράμπιτο, ένα ποίημά του:
Οι κούνιες
Ο καθένας μας ξέρει τις κούνιες,
είναι απλές όπως ένα κόκκαλο
ή όπως ένας ορίζοντας.
Λειτουργούν με έναν επιβάτη
και για τη συντήρησή τους αρκεί
να τις ξαναβάφει κανείς που και που.
Κάθε γενιά τις περνάει ένα χέρι
με ένα καινούργιο χρώμα
(για να εξυμνήσει τα δικά της παιδικά χρόνια),
αλλά κατά τα άλλα τις αφήνει ως έχουν.
Κανένας δεν προσπαθεί να βρει καινούργιο ντιζάιν
για τις κούνιες, ουδέποτε υπήρξαν
αγώνες ή μαθήματα κούνιας,
τις κούνιες δεν τις κλέβει κανείς,
ποτέ το ραδιόφωνο δεν μεταδίδει το τρίξιμο
που κάνουνε οι κούνιες.
Οι άνθρωποι κάθε γενιάς τις βάφουν
με άλλο χρώμα,
για να θυμούνται τις κούνιες εκείνες
που σαν ήταν παιδιά τους μύησαν
στο κούνια μπέλα,
στη μελαγχολία,
στη μάταιη προσπάθεια
να θέλουν να είναι διαφορετικοί από τους άλλους,
εξαντλώντας έτσι σαν παιδιά
και τις τελευταίες δυνάμεις τους
για κάτι το ακατόρθωτο,
με την ελπίδα να μεταμορφωθούν,
ως ότου κάποια μέρα, χωρίς να χύσουν
ούτε ένα δάκρυ, κατέβηκαν από την κούνια τους
και ξαναβρήκαν τον εαυτό τους
και το καθαρά προσωπικό τους όνομα,
ένα βήμα πια πιο κοντά στον μακρινό ακόμα θάνατο.

Ο Φάμπιο Μοράμπιτο γεννήθηκε από Ιταλούς γονείς το 1955 στην Αλεξάνδρεια, πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο Μιλάνο, εγκαταστάθηκε το 1970 στο Μεξικό και γράφει στα ισπανικά, διηγήματα και ποιήματα. Λίγα πεζά του έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά, την ποίησή του ανακάλυψε τώρα ο Χανς-Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ σαν μια νέα φλέβα χρυσού μέσα στην αχανή επικράτεια της ισπανικής λογοτεχνίας. Είναι μια ποίηση εντελώς απέριττη και βαθύτατα ανθρώπινη. Ένα ακόμα δείγμα:

Τα δόντια μου
Επί χρόνια παραμελούσα
το κόκκαλο που τα συγκρατεί,
και να τώρα οι συνέπειες.
Έχω χάσει κιόλας τρία,
ενώ ακόμα τέσσερα
βρίσκονται σε άμεσο κίνδυνο.
Στα πενήντα μου και κάτι
και κατά τα λοιπά σε άριστη φόρμα
έχω τη μασέλα ενός γέρου.
Κάθε μήνα εξετάζω με το δάχτυλο
Ένα-ένα τα δόντια μου και τρομάζω όταν κάποιο κουνιέται.
Αν πίστευα ακόμα στον θεό,
θα τον παρακαλούσα να διαφυλάξει
τη μασέλα μου στην παρούσα κατάσταση,
ούτε ένα δόντι λιγότερο ούτε ένα περισσότερο.
Αλλά τι να εκνευρίζω τώρα τον θεό
μόνο και μόνο για μερικά δόντια;
Καλύτερα να προετοιμάζεται κανείς
Για τα χειρότερα από την οδοντόπτωση.
Εξάλλου έχω σταματήσει από καιρό
να μασάω άγαρμπα
και να φιλώ αχαλίνωτα.
Είμαι ακόμα σχετικά εμφανίσιμος.
Αλλά η κατάπτωση έχει αρχίσει,
έστω κι αν την υπομένω με αξιοπρέπεια,
με έχει πειράξει αυτός ο εκφυλισμός των οστών,
στον βαθμό που δεν είναι αναστρέψιμος.
Το ξέρουμε: τα εμφυτεύματα δεν κάνουν τίποτα,
το κόκκαλο δεν είναι ανόητο, όπως νομίζαμε,
κανένα κόκκαλο δεν ξεγελιέται με άλλα ένθετα οστά,
το απόθεμα κοκκάλων είναι καθορισμένο διά παντός,
όπως και ο μέσος όρος ηλικίας.
Αυτά τα πράγματα δεν πολλαπλασιάζονται σαν το κεφάλαιο.
Ένα κι ένα κάνουν δύο, κι από κει και πέρα πρέπει να τα βγάλει
κανείς πέρα μόνος του, πόσο μάλλον που όπως τα δόντια
έτσι κι ο θεός, το χειρότερο όλων των εμφυτευμάτων,
μπορεί ανά πάσα στιγμή να εκπέσει.
Προλογίζοντας το μικρό απάνθισμα από την ποίηση του Φάμπιο Μοράμπιτο, ο Χανς-Μάγκνους Εντσενσμπέργκερ γράφει: «Τα καλά ποιήματα μπορεί να τα διαβάσει κανείς εντελώς γυμνά, χωρίς σχόλια και ερμηνείες». Ας είναι αυτή η παρατήρηση και η δική μας κατακλείδα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: