22.7.16

To καλοκαίρι που δεν θα ξεχάσω [Ιστορίες καλοκαιριού, VI]


γράφει η Ελένη Χοντολίδου


Καλοκαίρι του ’69. Ετών 11. Ο δρόμος των Πλέσσα & Παπαδόπουλου είναι ο δίσκος του καλοκαιριού. Κατεβαίνω στη γειτονιά[1] να παίξουμε τσιλίκα τσομάκα. Φοράω μίνι. Μια φίλη μου μού κάνει νοήματα επί ματαίω. Δεν καταλαβαίνω τι μου λέει. ΄Ερχεται στο αυτί και μου ψιθυρίζει το μεγάλο νέο. Πάω αμέσως στο σπίτι και, αφού βεβαιώνομαι για το γεγονός, ανακοινώνω στη μητέρα μου με ύφος περισπούδαστο: «μαμά, έχω περιοδεία»! «Πού έχεις περιοδεία, καλέ;»



Μαγεμένη από τη διαδικασία της «περιοδείας μου», παιδί ακόμη, συνεχίζω το παιχνίδι. Μου λένε οι φίλοι μου: «Είσαι πολύ καλή στην τσιλίκα, αλλά ο Σωτήρης…». Πφ, ποιος είναι αυτός ο Σωτήρης; Κάποια στιγμή εμφανίζεται και βλέπω αστεράκια, ακούω καμπάνες και έχω ένα σφίξιμο στο μέρος της καρδιάς. Κάτι φτερουγίζει μέσα μου και ο κόσμος ξαφνικά γίνεται οικείος. Όλα είναι στη θέση τους και μαζί με αυτά κι εγώ μαζί.

Κάθε πρωί κεντώντας, ακούω το Αρανχουέζ αγάπη μου, που είναι το χαλί για τους τίτλους της ραδιοφωνικής σειράς που περικλείει όλο το μεγαλείο της πραγματικής αγάπης που ζούσα εγώ τότε στο μυαλό μου: «Η ιστορία ενός νέου που αγάπησε εκείνη που δεν άξιζε την αγάπη του, που γνώρισε τη στοργή και την αφοσίωση από εκείνη που δεν μπόρεσε να αγαπήσει. Κι ύστερα ήρθε ο έρωτας…». Άκουγα κι άλλα, όπως Αλ Μπάνο και Ρομίνα Πάουερ και Beatles και Adamo και Rolling Stones και διάβαζα στίχους του Αναγνωστάκη που εκείνος μου αντέγραφε σε ροζ χαρτί. Κάπως έτσι έγινα γυναίκα και άρχισα να μπαίνω στη γλύκα, στα βάσανα και στον πόνο του έρωτα. Σαν παιδί και λίγο σαν γυναίκα. Η ζωή μου δεν υπήρξε ποτέ η ίδια




[1] Ημουνα τυχερή και μεγάλωσα στις 40 Εκκλησιές με παιχνίδι μέχρι την προχωρημένη μου εφηβεία.

Δεν υπάρχουν σχόλια: