του Θανάση Βασιλείου
πηγή: http://ritsmascorner.eu (Το εφημεριδάκι της Ρίτσας Μασούρα)
Όταν η κοινωνία είναι αντιμέτωπη με τον πρωτοφανή τυφώνα δεινών, μόνον η πολιτική τάξη της χώρας –πρωτίστως η αυταρχική κυβερνητική πλευρά– δείχνει να το αγνοεί. Στον συμπυκνωμένο χρόνο, είχε λεχθεί σε όλους τους τόνους πως μία από τις όψεις της ελληνικής τραγωδίας είναι πολιτική· με τον τρόπο μάλιστα που η πολιτική, όπως παροικονομεί εν Ελλάδι, γίνεται η βασική τροφός των δεινών που επισωρεύονται το ένα επάνω στο άλλο, κι όλα μαζί, πάνω στον κοινωνικοπολιτικό και παραγωγικό ερειπιώνα, πάνω στο σοβαρά εξασθενημένο κοινωνικό σώμα.
Η εφευρετικότητα της κυβέρνησης, προκειμένου να αντιμετωπίσει τη λαϊκή δυσαρέσκεια, εξαντλείται στην υπόθεση των άκρων. Η υπόθεση των άκρων είναι παραλλαγμένη πτυχή της συλλογικής ενοχοποίησης. Η παραλλαγή αυτή σκοπό της έχει να εξομοιώνει τους θύτες με τα θύματα, κυρίως όμως, να συσκοτίζει τα μείζονα προβλήματα: τη γελοιοποίηση της δημοκρατίας, την κρίση της οικονομίας, τη γενίκευση της δυστυχίας.
Αυτή τη στιγμή η κυβερνητική πολιτική χρησιμοποιεί τη ναζιστική συμμορία σαν Πέμπτη Φάλαγγα προκειμένου να καταπνίξει κάθε μορφής δημόσιο διάλογο. Με τα διαρκή ψέματα μιας οψέποτε «ανάπτυξης» – μιας jobless recovery, με την ανεργία να πλησιάζει το 30%, με την ανεργία των νέων, σχεδόν, στο 70%, τις ληστρικές φοροεπιδρομές, την αποεπένδυση στην οικονομία, την εκποίηση των κοινών, με 400.000-500.000 οικογένειες χωρίς εισόδημα, με το ΑΕΠ σε διαρκή συρρίκνωση – η κυβέρνηση είπε ότι για την οργανωμένη δολοφονία του Παύλου Φύσσα από τους χρυσαυγίτες … φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας. Δηλαδή, η κυβέρνηση κατηγορεί τον πολιτικό της αντίπαλο. Τόσο απροκάλυπτα, με τόσο κυνισμό. Έτσι.
Η κυβέρνηση, όχι μόνον δεν μπορεί να ανοίξει δημόσιο διάλογο για τα μείζονα ζητήματα στην Ελλάδα (και στην Ευρώπη), αλλά κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της για να τον εμποδίσει και να καταπνίξει οποιαδήποτε φωνή τολμάει να πει κάτι διαφορετικό από την ατζέντα που επιβάλλει η κυβέρνηση και οι δανειστές.
Αρκετοί από εμάς πιστεύαμε πως ορισμένα σημαντικά θέματα ήταν οριστικά ενσωματωμένα στους χυμούς της σύγχρονης πολιτικής κοινωνίας· θέλαμε να πιστεύουμε πως «η ελευθερία της έκφρασης και του δημοσίου διαλόγου» –για να χρησιμοποιήσω τον τίτλο του δευτέρου κεφαλαίου του John Stuart Mill στο On Liberty – ήταν κατακτημένα. Το 1869 έγραφε ο Mill: «Σήμερα, μπορούμε να υποθέσουμε, δεν υπάρχει κανένα επιχείρημα να χρησιμοποιήσουμε ώστε να αποδείξουμε πως δεν επιτρέπεται στη νομοθετική ή την εκτελεστική εξουσία, της οποίας τα συμφέροντα δεν ταυτίζονται με αυτά του λαού, να υπαγορεύει απόψεις στους ανθρώπους ή να καθορίζει ποιες πεποιθήσεις ή ποια επιχειρήματα είναι αυτά που επιτρέπεται να ακούνε». Ήταν λαθεμένη αυτή η πίστη.
Στην Ελλάδα δεν μάθαμε να συζητάμε. Δεν ανεχτήκαμε την αντίθετη άποψη. Δεν ακούσαμε της φωνές των άλλων, ώστε να μπορέσουμε να ελέγξουμε στην ορθότητα ή όχι των δικών μας απόψεων ή έστω των απόψεων των άλλων. Νομίζαμε ότι η δημοκρατία αντέχει. Το αποτέλεσμα της γενικευμένης ολιγωρίας και του συλλογικού εφησυχασμού, ήταν η έκπτωση της δημοκρατίας, η λοιδορία της κοινωνίας, η γενίκευση της ύβρεως. Και τώρα, σήμερα, στα ύστατα όρια, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων στον δημόσιο διάλογο, ο θάνατος του Φύσσα, χρησιμοποιήθηκε σαν προϊόν. Τα πολιτικά κόμματα εξέδωσαν «καταδικαστικές ανακοινώσεις» που –είναι φανερό– δεν αρκούν. Αυτό που δεν είναι φανερό (αν θέλετε τη γνώμη μου, αυτό που αποκρύπτεται) είναι η περισσή υποκρισία, το πλεόνασμα πολιτικού αμοραλισμού και καιροσκοπισμού – του πολιτικού κυνισμού, καλύτερα. Αποκρύπτουν ότι στην ουσία θα πράξουν ουδέν, αφού το φαινόμενο υπερβαίνει τις δυνατότητές τους. Η αντιπολίτευση θα κάνει την αντιπολίτευση, και η κυβέρνηση θα παριστάνει την κυβέρνηση. Θα παριστάνει πως «διαχειρίζεται την κρίση χρέους» αλληθωρίζοντας προς το «πρωτογενές πλεόνασμα» και βγάζοντας δεκάρικους, σπεύδοντας κιόλας –όπως έκαναν χρόνια τώρα οι πολιτικές ελίτ– να το μοιράσει «για να ανακουφιστούν οι αδικημένοι». Εντωμεταξύ, φουντώνουν τα κηρύγματα του μίσους, χτίζεται η προπολιτισμένη κατάσταση των αντιανθρώπινων συμμοριών, γεμίζουν οι τράπεζες της οργής. Οι κυβερνητικοί με την τρόικα, έχουν τρομάξει. Παρόλα αυτά, νομίζουν πως τα πράγματα θα είναι όπως ήταν συνήθως. Κοιτώντας το ΑΕΠ, δεν βλέπουν όλα όσα δεν αποτιμώνται στο ΑΕΠ. Ο δείκτης της κοινωνικής ευτυχίας αδειάζει και γεμίσει ο δείκτης της κοινωνικής δυστυχίας. Ο δεύτερος αυτός δείκτης έχει, εδώ και καιρό, αδικοχαμένο αίμα. Η δολοφονία του Φύσσα, ξεχείλισε το ποτήρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου