7.7.14

Kική Δημουλά: Από την καβαφική πειθαρχία στην απελευθέρωση των Ευρέτρων



του Βασίλειου Βουβονίκου

πηγή: http://www.ethnos.gr

Στην τελευταία της ποιητική συλλογή, τον Δημόσιο καιρό (Ικαρος, Μάρτιος 2014), στην οποία συνοψίζονται βεβαίως τα βασικά μορφολογικά και θεματικά της χαρακτηριστικά, αλλά πάνω απ' όλα υπάρχει ένα μήνυμα: η έννοια του τετελεσμένου. Ουσιαστικά είναι ένας δημόσιος από-λογος.

Γονέων Μνήμη
Οι συστάσεις περιττεύουν... Ας περάσουμε στις ποιητικές συστάσεις...
Ο τελευταίος μόνο στίχος/τίποτα δεν θα λέει./Κοιτώντας θλιβερά τους προηγούμενους/θα κλαίει.
(Ερεβος, Ερεβος Α 1956)
Μελαγχολικός της ζωής άνεμος είμαι/που νυχτώθηκα κι απόμεινα σ' ένα/χθες ανάλγητο.
(Παράκλησις, Ερεβος Α 1956)
Νεότερη/κατασκεύαζα κυρίως διαμαρτυρίες [...]/Τώρα επιδίδομαι στο άσκοπο [...]/επιβαίνω του ανέργου χρόνου μου.
(Εν πτωχεύσει, Ερήμην 1958)
Επεκτείνομαι και βιώνω/παράνομα/σε περιοχές που σαν υπαρκτές/δεν παραδέχονται οι άλλοι.
(Παρανομίες, Ερήμην 1958)
Υπήρξα περίεργη και μελετηρή./Ξέρω απ' όλα. Λίγο απ' όλα./Τα ονόματα των λουλουδιών όταν μαραίνονται,/πότε πρασινίζουν οι λέξεις και πότε κρυώνουμε./Πόσο εύκολα γυρίζει η κλειδαριά των αισθημάτων/μ' ένα οποιοδήποτε κλειδί της λησμονιάς.[...]/Περπάτησα πολύ στα αισθήματα,/τα δικά μου και των άλλων,[...]/Εγραψα γράμματα και ξαναέγραψα/και στο θεό της απαντήσεως προσευχήθηκα άκοπα.[...]/Μίλησα πολύ. Στους ανθρώπους,/στους φανοστάτες, στις φωτογραφίες./Και πολύ στις αλυσίδες.[...]/Εχασα κι από 'δω, έχασα κι από 'κει./Κι από την προσοχή μου μέσα έχασα/κι απ' την απροσεξία μου.[...]/Φοβήθηκα τη μοναξιά/και φαντάστηκα ανθρώπους.[...]/Οσο μπόρεσα έφερ' αντίσταση σ' αυτό το ποτάμι/όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει,/κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό/στα ξεροπόταμα/και παρασύρθηκα.
(Πέρασα, Το λίγο του κόσμου 1971)
Οταν μου λέγανε τα σύννεφα ταξίδευε/ταξίδευα/κι όταν μου λέγανε τα όνειρα περίμενε/περίμενα.
(Μεσιτείες, Το λίγο του κόσμου 1971)
Φαίνεται απ' τη ζωή μου/πέρασε άγνοια κάποτε /[...] πίστη/[...] επάρκεια/[...] ζωή πέρασε κάποτε.
(Φωτογραφία 1948, Το λίγο του κόσμου 1971)
Και μεγάλωσα πολύ/για να περιμένω άλλο μέτρο όταν βρέχει/κι όταν δεν βρέχει άλλο.
(Το διαζευκτικόν ή/ Το λίγο του κόσμου 1971)
Από τον κόσμο των γρίφων/φεύγω ήσυχη./Δεν έχω βλάψει στη ζωή μου αίνιγμα:/δεν έλυσα κανένα. [...]/Αφησα να μην ξέρω/πώς λύνεται ένα χθες,/ένα εξαρτάται,/το αίνιγμα των ασυμπτώτων.
(Αφησα να μην ξέρω/ Το λίγο του κόσμου 1971)
Οτ' ήμουν ένας άνθρωπος/που όλο με σκυμμένο το κεφάλι/με περπατάγανε οι δρόμοι,/αυτό πράχθηκε φανερά σας.[...]/Ομως πώς σκύβοντας/ατένιζα ουρανό,/αυτό δε θα τ' αγγίξετε./Επράχθηκε κρυφά σας,/το έκρυψα καλά/στην ασφαλή του κεφαλιού μου/τη λιμοκτόνα στάση.[...]/Εζησα,/συνταιριάζοντας τις πτώσεις/με τις παράταιρες αιτίες τους,/για να μην πάει χαμένο το χαμένο.
(Ελάνθανε/Το τελευταίο σώμα μου 1981)
Η ποιητική πορεία της Κικής Δημουλά θα μπορούσε να συνοψιστεί σ' αυτό που προτάσσει ο τίτλος του συγκεκριμένου σημειώματος: από την καβαφική πειθαρχία στην απελευθέρωση των Ευρέτρων. Για να φτάσουμε στην τωρινή τελευταία της ποιητική συλλογή, τον Δημόσιο καιρό (Ικαρος, Μάρτιος 2014), στην οποία συνοψίζονται βεβαίως τα βασικά μορφολογικά και θεματικά της χαρακτηριστικά, αλλά πάνω απ' όλα υπάρχει ένα μήνυμα: η έννοια του τετελεσμένου. Ουσιαστικά είναι ένας δημόσιος από-λογος.
Μια δημόσια διευθέτηση εκκρεμοτήτων, ποιητικών και μη, που μέσα από τις συνήθεις γλωσσικές ανατροπές (συνειδητές εκτροπές;) προσδιορίζονται με μια κανονικότητα αξιοζήλευτη. Η αίσθηση που αποκομίζει κανείς διαβάζοντας, με οποιαδήποτε σειρά, τα ποιήματα του Δημόσιου καιρού είναι ότι με αυτά δημοσιοποιεί ποιητικά μια σειρά από «ανοιχτούς» λογαριασμούς που έχει εκούσια αφήσει.
Το ποιητικό υποκείμενο σταθερά απευθύνεται και συζητά, συνήθως καταλήγει. Αποτυπώνει ρεαλιστικά τις πιο λεπτές εκφάνσεις της ζωής ως σκιερού ανακουφιστικού αποτυπώματος.
Οι λέξεις είναι γυμνές, χωρίς στολίδια λεκτικά, επιτείνοντας μια βασική συναίσθηση των πραγμάτων που οδηγεί σ' ένα τέλος. Δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι ταπεινώνει ηθελημένα τον λεκτικό της τρόπο. Από την άλλη, μια ματαιότητα των πραγμάτων κατακτητική κάθε αισθήματος.
Και η ανάδειξη των σχέσεων εμψύχων και αψύχων συνήθως με τρόπο που προϋποθέτει τη γνώση των προσωπικών της βιωμάτων.
Αν κάτι χαρακτηρίζει διαχρονικά την ποίηση της Κικής Δημουλά ...κάτι που η κριτική και οι κριτικοί δεν έχουν αναδείξει επαρκώς ή συνήθως προσεγγίζουν μερικώς... είναι η σταθερή της προσήλωση σε μια συζήτηση με το Θ(θ)είο. (Απόδειξη/όσο κι αν σε ταρακουνώ/δεν ξεριζώνεσαι με τίποτα Θεέ μου/από το χωματένιο είναι μου.-Η ζύμη).
Και στον Δημόσιο καιρό η ποιήτρια τοποθετείται θεολογικά σε μεταφυσικά θέματα με έναν τρόπο άμεσο, συνήθως ανορθόδοξο, αλλά οπωσδήποτε βιωματικό, που εισάγει τον αναγνώστη της σε μια ενδοσκόπηση. (Δώσε και σύ κανένα στρέμμα/από τον απροσμέτρητο ουρανό/ν' απλωθούμε λίγο-Σαν ίσος προς ίσα).
Πολλές εσωτερικευμένες σκέψεις ενσαρκώνονται ποιητικά σε μια θεολογία των ανθρωπίνων μέτρων, γήινη. Αυτό το σταθερό θεολογικό της υπόβαθρο παίρνει τη μορφή είτε διαλόγου με τον Θεό είτε κατάφασης για το δέον γενέσθαι. (Κύριε/εάν στην πρόθεσή σου εκκρεμεί/να τιμωρήσεις τους εχθρούς μου/άφες αυτοίς/όχι πως τους συγχώρησα/μη με θαυμάσεις/βράζουν από θυμό μέσα μου τα μαχαίρια/μα δεν τα χαραμίζω/τα προορίζω γι' άλλον περιωπής/εχθρό: το Σπάνιο/που δε με καταδέχτηκε/και μ' έβαλε στην ταπεινωτική/λίστα των αφθονούντων-Αφιερωμένο στους λιγοστούς φίλους).
Πέρα λοιπόν από τη δύναμη της πίστης, το οποιοδήποτε σωτηριολογικό Επέκεινα, την ορθόδοξη κανονικότητα, η Κική Δημουλά αποκαλύπτει και στον Δημόσιο καιρό, μεταξύ άλλων, με τρόπο απόλυτα συμβατό με ό,τι ποιητικά έχει εγκαινιαστεί ήδη από το Ερεβος (1956) στο επίπεδο της (μετα)φυσικής αναζήτησης, τη θεολογία της: μια θεολογία του εφικτού και του ανέφικτου, που διαθέτει όμως τη δική της «κειμενικότητα»: σκέπτεσαι ελεύθερα/αμαρτάνεις εξομολογείσαι/δύσκολα μετανοείς δεν ξεχνιέται/ότι για λίγο δικό μας παράδεισο/υπέστη τόση κόλαση η αμαρτία-Κατ' οίκον.

* Ο Βασίλειος Βουβονίκος είναι φιλόλογος στο Κολλέγιο Ψυχικού.

Δεν υπάρχουν σχόλια: