21.6.14

[Έξω από τον εαυτό μας, όσο πιο μακριά από τον καιρό μας]



του Κωνσταντίνου Τζαμιώτη

από τη σελίδα του στο Facebook

Έξω από τον εαυτό μας, όσο πιο μακριά από τον καιρό μας.
Από τη δυσάρεστη αίσθηση πως είναι κανείς μονίμως στο λάθος μέρος έως στην ακόρεστη επιθυμία να βρίσκεται ταυτόχρονα παντού και πουθενά, μεσολαβεί ακριβώς μια συνηθισμένη ζωή.
Και δεν είμαστε έτοιμοι να το δεχτούμε. Ποτέ δεν ήμαστε, δεν είμαστε ούτε τώρα, παρότι ο ευδαιμονισμός των προηγούμενων χρόνων αποδείχθηκε χίμαιρα.
Οι πιο τυχεροί, όσο ακόμη μπορούν, εξαργυρώνουν αγορασμένο ρομαντικό χρόνο, εξαιρώντας εν μέρει τον εαυτό τους από τις ευθύνες του πραγματικού βίου.
Οι λιγότερο ευνοημένοι πάλι, αν και με δυσκολία κρατούν το κεφάλι έξω απ’ το νερό, αποδεικνύονται ως επί των πλείστων εξίσου μεταφυσικοί. Επιπλέοντας μεταξύ αυτολύπησης και τυφλού μένους για όποιον μοιάζει λιγότερο μουσκίδι από τους ίδιους, φέρονται σαν να περιμένουν να φτάσει η στιγμή που θα βουλιάξουμε όλοι. 
Η δυσαρέσκεια, τούτος ο αυτοάνοσος συλλογικός περισπασμός όσων επένδυσαν εμμονικά στην υπεροχή τους έναντι των πολλών και εκείνων που δεν διανοήθηκαν ποτέ να αποσπαστούν από το σωρό, καταλήγουν πια στην ίδια αδιέξοδη παραδοχή: η πραγματικότητα παραείναι χάλια για να δοκιμάσει να την αλλάξει κανείς. 
Και επιμένουμε να μη βλέπουμε πως η κοινωνία μας από κοινωνία των 2/3 στις «καλές» εποχές, βρίσκεται κιόλας στην κατάσταση του 1/3 και οδεύει ολοταχώς προς μια κοινωνία του 1/5. Αυτό συμβαίνει στις «υπανάπτυκτες μη δημοκρατικές χώρες», έτσι πιθανότατα θα γίνει και εδώ.
Κάπως έτσι, εννιά στους δέκα που μιλούμε για «ταχύ εκφασισμό» της ελληνικής κοινωνίας και βρίσκουμε ανεπίτρεπτο να εκβιάζεται από έναν σεσημασμένο μιντιακό εκτελεστή ένας άνθρωπος νέος και δυνητικά χρήσιμος για το κοινό συμφέρον όπως ο Γαβριήλ Σακελαρίδης, ξεχνούμε τον πρωταγωνιστικό ρόλο της λεκτικής βίας, του σεξισμού και κάθε είδους αποκλεισμού στο όνομα του δυνατότερου, που ρύθμιζαν ανέκαθεν τον δημόσιο βίο μας. 
Κάπως έτσι, εννιά στους δέκα απ’ όσους θεωρούμε κρετίνους όσους χάλασαν πριν μερικές δεκαετίες την παλιά Αθήνα και τις άλλες πόλεις, χάριν της «προόδου», κλείνουμε τα μάτια σ’ αυτό που ετοιμάζεται να συμβεί αύριο με τους αιγιαλούς στο όνομα της «ανάπτυξης». 
Κάπως έτσι, εννιά στους δέκα απ’ όσους θεωρούμε αποτρόπαιο ό,τι συμβαίνει με τα ανήλικα εκδιδόμενα κορίτσια στη Βραζιλία του Μουντιάλ και τους παρόμοιους προορισμούς σεξουαλικού τουρισμού, δεν θέλουμε να ξέρουμε πως ο στοματικός έρωτας στο πεδίο του Άρεως με ένα ανήλικο αγόρι από το Αφγανιστάν, το Μπαγκλαντές ή το Πακιστάν κοστίζει ακριβώς δύο ευρώ αυτές τις μέρες.
Κάπως έτσι, εννιά στους δέκα από όσους θλιβόμαστε βλέποντας ανθρώπους να ψάχνουν για φαγητό στα σκουπίδια δεν πρόκειται να κάνουμε τίποτα γι’ αυτό εκτός απ’ το να λυπούμαστε συνεχίζοντας να παχαίνουμε ώσπου να φράξουν εντελώς οι αρτηρίες μας.
Κάπως έτσι, εννιά στους δέκα απ’ όσους ανατριχιάζουμε με τις σκηνές βίας στην Τουρκία, στη Βραζιλία, την Ουκρανία, την Αίγυπτο, τη Συρία, το Ιράκ, κάνουμε πως δεν βλέπουμε πως και η δική μας κυβέρνηση έπαψε από καιρό να πιστεύει στο διάλογο και μετέρχεται μέρα με τη μέρα όλο και πιο συχνά πρακτικές των πιο βίαιων καθεστώτων. Η αντιμετώπιση των απολυμένων καθαριστριών του ΥΠΟΚ αν και δικαστικά δικαιωμένες, αυτό μαρτυρά. 
Κάπως έτσι εννιά στους δέκα απ’ όσους συμφωνούμε πως δεν μπορεί μια δημοκρατική και πολιτισμένη χώρα να διατηρεί στρατόπεδα-κολαστήρια κράτησης για άτυχους πρόσφυγες που έτυχε να καταφύγουν στα μέρη μας, ξεχνούμε διαρκώς την ύπαρξη τους.
Κάπως έτσι εννιά στους δέκα από εμάς με παιδιά που έδιναν πανελλήνιες αυτές τις μέρες αν και πιθανότατα φοράμε (ή φορούσαμε έως πρόσφατα) ρούχα σιδερωμένα από πτυχιούχους Πανεπιστημίου των Τιράνων, της Σόφιας του Βουκουρεστίου ή του Κιέβου, δεν εννοούμε να καταλάβουμε πως η Ιστορία είναι γεμάτη γωνίες και πως αυτός που φαντάζει σήμερα νικητής αύριο μπορεί να είναι απ’ τους χαμένους.
Και κάπως έτσι οι περισσότεροι από εμάς θα συνεχίσουμε να ζούμε «ερήμην», όμηροι της ισόβιας δυσαρέσκειας μας πως αφού δεν μπορούμε να τα αλλάξουμε όλα με τη μία, ας τα αφήσουμε ως έχουν.
Ασφαλώς και από τη δυσάρεστη αίσθηση πως είναι κανείς μονίμως στο λάθος μέρος έως στην ακόρεστη επιθυμία να βρίσκεται ταυτόχρονα παντού και πουθενά, μεσολαβεί ακριβώς μια συνηθισμένη ζωή. Μα είναι όμως αυτός λόγος να ζήσουμε εκτός από συνηθισμένα και χωρίς στοιχειώδη αξιοπρέπεια;


[ Το έργο στη φωτογραφία είναι του αγαπημένου Valerio Adami ]

Δεν υπάρχουν σχόλια: