[ Η Μάρη Θεοδοσοπούλου είναι
η μόνη κριτικός λογοτεχνίας που ασχολείται σταθερά και συστηματικά ―από τη στήλη της στην εφημερίδα Η Εποχή― με τα λογοτεχνικά περιοδικά, επαινώντας τις καλές
τους στιγμές και ελέγχοντας, όταν χρειάζεται, τις ελλείψεις και της παραλείψεις
τους. Ως άνθρωπος που κατέχομαι, από νέος, από το ίδιο πάθος για τα περιοδικά, δεν
μπορώ παρά να της είμαι ευγνώμων ―με τη διπλή
ιδιότητα του διευθυντή-ανθρώπου για όλες τις δουλειές ενός περιοδικού αλλά και του
αναγνώστη― γι' αυτή της την επιμονή, ειδικά
όταν εφημερίδες και κριτικοί ή δημοσιογράφοι που ασχολούνται με το βιβλίο δεν καταδέχονται
να ασχοληθούν με τα λογοτεχνικά περιοδικά. Μικρή σημασία έχει αν συμφωνώ πάντα με
όλες τις παρατηρήσεις και τις υποδείξεις της, τουλάχιστον όσον αφορά το Εντευκτήριο.
Διαβάζω πάντα με προσοχή τις επισημάνσεις της και αξιοποιώ όσες από αυτές με βρίσκουν σύμφωνο.
Με αυτή την αφορμή, αισθάνομαι την ανάγκη να της πω και δημόσια ένα θερμό «ευχαριστώ»
για τη συγκινητική της συνοδοιπορία. Γιώργος Κορδομενίδης ]
της Μάρης Θεοδοσοπούλου
πηγή: www.epohi.gr (δημοσιεύτηκε
στο φύλλο της εφημερίδας της 23.2.2013)
«Εντευκτήριο», Δίμηνο καλλιτεχνικό περιοδικό, Οκτώβριος 1987, τεύχος 1,
Διεύθυνση: Γιώργος Κορδομενίδης, Γ. Σεφέρη 15, Σταυρούπολη, Θεσσαλονίκη.
Αυτή είναι η ταυτότητα του πρώτου τεύχους του περιοδικού. Παρότι πρώτο, δεν υπάρχει προοίμιο για το τι είναι, σε τι ακριβώς στοχεύει ή, τελοσπάντων, κάτι σαν διακήρυξη αρχών. Στις τελευταίες σελίδες, καταχωρούνται τα βιοεργογραφικά “των συνεργατών/συγγραφέων του τεύχους”. Εκεί παρουσιάζεται, κατά αλφαβητική σειρά, και ο άγνωστος, τότε, σε Αθηναίους και λοιπούς Παλαιοελλαδίτες, διευθυντής του περιοδικού, με ένα σύντομο βιογραφικό. Μαθαίνουμε ότι υπήρξε συνεργάτης κατά την προηγούμενη επταετία (1979-1986) της ΕΡΤ-2 Θεσσαλονίκης ως παραγωγός εκπομπών και ότι έχει μια μελέτη στο ενεργητικό του, με τίτλο, «Τα μουσεία της Θεσσαλονίκης». Η συνεχής αναγνωστική συνάφεια, επί ένα τέταρτο του αιώνα, με το περιοδικό του, δικαίωσε την πρώτη εντύπωση ενός ανθρώπου χαμηλών τόνων, που αποδείχτηκε ότι διέθετε ορισμένες πρόσθετες ιδιότητες, όπως δημιουργικός, επίμονος, αποτελεσματικός.
Το πρώτο τεύχος, ωστόσο, συνοδευόταν από διπλό δελτίο Τύπου. Το ένα παρουσίαζε τα περιεχόμενα του τεύχους και το άλλο, το εγχείρημα της έκδοσης. Αντιγράφουμε επιλεκτικά από αυτό το δεύτερο, που, όντας ένα δελτίο Τύπου, μπορεί και να μην διασώθηκε. “Είναι ένας έντυπος χώρος όπου συναντώνται πρόσωπα και κείμενα... Δεν είναι στενά λογοτεχνικό... φιλοδοξεί να γίνει περιοδικό γενικής παιδείας και πνευματικού προβληματισμού... Δεν είναι τοπικό περιοδικό. Ούτε η θεματογραφία του, ούτε οι συνεργάτες του περιορίζονται στο χώρο της Θεσσαλονίκης... φιλοδοξεί να διαβάζεται με το ίδιο ενδιαφέρον σε όλη την Ελλάδα...” Ευσεβείς πόθοι, θα έλεγε κανείς, οι οποίοι, όμως, φαίνεται ότι, λίγο πολύ, ευοδώθηκαν.
Ο διευθυντής του περιοδικού, ήδη από το πρώτο τεύχος, είχε προτιμήσει, αντί αφιερωματικών τευχών, να παραχωρεί περισσότερες ή λιγότερες σελίδες σε ένα θέμα. Ως προς αυτό, εκείνο το πρώτο τεύχος διεκδικεί μια μοναδικότητα. Δεν πιστεύουμε να υπήρξε ποτέ άλλο λογοτεχνικό περιοδικό, που να ξεκίνησε το πρώτο τεύχος του με σελίδες αφιερωμένες στις συνθήκες που επικρατούν στις φυλακές. Βεβαίως, πρόκειται για ένα θεσσαλονικιώτικο περιοδικό, όπου το Γεντί Κουλέ αποτελεί ένα από τα σημεία αναφοράς της πόλης. Όπως και να έχει, το τεύχος ανοίγει με “Σελίδες για τη φυλακή”. Έναυσμα στάθηκε ο θόρυβος που είχε προκαλέσει, στα μέσα της δεκαετίας του ’80, η έκθεση της εισαγγελέως Χρυσούλας Γιαταγάνα για τις συνθήκες στη Δικαστική Φυλακή Επταπυργίου. Στο πρώτο κείμενο, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος παρουσιάζει ένα βιβλίο του 1921, «Από τον τάφο των ζωντανών», του Γεωργίου Ιορδάνου. Κάτι σαν χρονικό ή απομνημόνευμα από το Γεντί Κουλέ του 1918. Για της φυλακής τα σίδερα γράφουν ακόμη, οι Ηλίας Πετρόπουλος και Κώστας Ταχτσής.
«Εντευκτήριο», Λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό περιοδικό, Αύγουστος - Οκτώβριος 2012, τεύχος 98, Εκδότης - Διευθυντής Γιώργος Κορδομενίδης, Underground Εντευκτήριο, Δεσπεραί 9.
Αυτή είναι η ταυτότητα του τρέχοντος τεύχους. Είναι το τρίτο στη σειρά, που θυμίζει στο εξώφυλλό του τη συμπλήρωση 25 χρόνων συνεχούς παρουσίας, χωρίς περίοδο αγρανάπαυσης ή άτακτης έκδοσης. Σημάδι ότι έχει κάτι να πει και πως ο χαλκέντερος εκδότης του ούτε κουράστηκε ούτε, το βασικότερο, κούρασε. Όπως σημειώνεται εισαγωγικά, το περιοδικό άρχισε να επιχορηγείται από το Ίδρυμα Ουράνη. Αυτή η χορηγία θα μπορούσε να σταθεί αφορμή για κάποιες σελίδες αφιερωμένες στην παλαιότερη πεζογραφία, που αποτελεί το αποκλειστικό αντικείμενο των εκδόσεων του Ιδρύματος. Δεδομένου ότι, τα τελευταία χρόνια, οι άλλοι εκδοτικοί φορείς την έχουν σχεδόν ολοσχερώς εγκαταλείψει, ενώ το «Εντευκτήριο» παραμένει σταθερά επικεντρωμένο στο παρόν, ένα μεγάλο τμήμα του αναγνωστικού κοινού αγνοεί τις σχετικές εκδόσεις. Γι’ αυτό, πιστεύουμε ότι θα ήταν καλή ιδέα να καταχωρούνται οι εκδόσεις του Ιδρύματος στις σελίδες του περιοδικού. Λ.χ., ανοίγοντας το τεύχος, ο αναγνώστης να αντικρίζει δυο, πιθανώς, άγνωστους σε αυτόν, αλλά καθόλου τυχαίους, όπως ο Κωνσταντίνος Σάθας και ο Εμίλ Λεγκράν, και η διαφημιστική προβολή να κεντρίζει την περιέργειά του για την Αλληλογραφία τους, μια πρόσφατη έκδοση του Ιδρύματος, που δεν βρήκε την αντίστοιχη ανταπόκριση.
Τα γενέθλιά του, πάντως, δηλαδή τη συμπλήρωση της εικοσιπενταετίας, το περιοδικό τα εορτάζει με αυτό το τεύχος. Του Οκτωβρίου 2012. Να παρατηρήσουμε, ότι στην ταυτότητα δεν αναφέρεται η πόλη. Ποιος, αλήθεια, γνωρίζει πλην Θεσσαλονικέων, την οδό Δεσπεραί κι ας είναι παράλληλος της Αγγελάκη, ένα βήμα από τον Λευκό Πύργο. Κάποιοι, όμως, θα πρέπει να έχουν ακουστά τον στρατηγό Φρανσαί Δεσπεραί, που θριάμβευσε στο Μακεδονικό Μέτωπο τον Σεπτέμβριο του 1918. Αυτό, σε συσχετισμό, με τις σελίδες του τεύχους τις αφιερωμένες στην Γερτρούδη Στάϊν και το διήγημα του γάλλου πεζογράφου Ερβέ Λε Τελιέ, δίνει στο τεύχος γαλλικό άρωμα. Ίσως, ακριβέστερα, παγκοσμιοποιημένο, καθώς δημοσιεύονται, επίσης, πεζά Αμερικανίδας, Ούγγρου, Ισπανού, ποιήματα Τούρκων και φωτογραφίες Ελβετίδας. Ύστερα, στους συνεργάτες υπερτερούν σαφώς οι Αθηναίοι. Και δη, η αφρόκρεμα του πνευματικού μας χώρου. Ο διευθυντής φαίνεται να ετοίμασε με ιδιαίτερη μέριμνα τη συνάντηση προσώπων και κειμένων για το γενέθλιο τεύχος.
«Εντευκτήριο», Δίμηνο καλλιτεχνικό περιοδικό, Οκτώβριος 1987, τεύχος 1,
Διεύθυνση: Γιώργος Κορδομενίδης, Γ. Σεφέρη 15, Σταυρούπολη, Θεσσαλονίκη.
Αυτή είναι η ταυτότητα του πρώτου τεύχους του περιοδικού. Παρότι πρώτο, δεν υπάρχει προοίμιο για το τι είναι, σε τι ακριβώς στοχεύει ή, τελοσπάντων, κάτι σαν διακήρυξη αρχών. Στις τελευταίες σελίδες, καταχωρούνται τα βιοεργογραφικά “των συνεργατών/συγγραφέων του τεύχους”. Εκεί παρουσιάζεται, κατά αλφαβητική σειρά, και ο άγνωστος, τότε, σε Αθηναίους και λοιπούς Παλαιοελλαδίτες, διευθυντής του περιοδικού, με ένα σύντομο βιογραφικό. Μαθαίνουμε ότι υπήρξε συνεργάτης κατά την προηγούμενη επταετία (1979-1986) της ΕΡΤ-2 Θεσσαλονίκης ως παραγωγός εκπομπών και ότι έχει μια μελέτη στο ενεργητικό του, με τίτλο, «Τα μουσεία της Θεσσαλονίκης». Η συνεχής αναγνωστική συνάφεια, επί ένα τέταρτο του αιώνα, με το περιοδικό του, δικαίωσε την πρώτη εντύπωση ενός ανθρώπου χαμηλών τόνων, που αποδείχτηκε ότι διέθετε ορισμένες πρόσθετες ιδιότητες, όπως δημιουργικός, επίμονος, αποτελεσματικός.
Το πρώτο τεύχος, ωστόσο, συνοδευόταν από διπλό δελτίο Τύπου. Το ένα παρουσίαζε τα περιεχόμενα του τεύχους και το άλλο, το εγχείρημα της έκδοσης. Αντιγράφουμε επιλεκτικά από αυτό το δεύτερο, που, όντας ένα δελτίο Τύπου, μπορεί και να μην διασώθηκε. “Είναι ένας έντυπος χώρος όπου συναντώνται πρόσωπα και κείμενα... Δεν είναι στενά λογοτεχνικό... φιλοδοξεί να γίνει περιοδικό γενικής παιδείας και πνευματικού προβληματισμού... Δεν είναι τοπικό περιοδικό. Ούτε η θεματογραφία του, ούτε οι συνεργάτες του περιορίζονται στο χώρο της Θεσσαλονίκης... φιλοδοξεί να διαβάζεται με το ίδιο ενδιαφέρον σε όλη την Ελλάδα...” Ευσεβείς πόθοι, θα έλεγε κανείς, οι οποίοι, όμως, φαίνεται ότι, λίγο πολύ, ευοδώθηκαν.
Ο διευθυντής του περιοδικού, ήδη από το πρώτο τεύχος, είχε προτιμήσει, αντί αφιερωματικών τευχών, να παραχωρεί περισσότερες ή λιγότερες σελίδες σε ένα θέμα. Ως προς αυτό, εκείνο το πρώτο τεύχος διεκδικεί μια μοναδικότητα. Δεν πιστεύουμε να υπήρξε ποτέ άλλο λογοτεχνικό περιοδικό, που να ξεκίνησε το πρώτο τεύχος του με σελίδες αφιερωμένες στις συνθήκες που επικρατούν στις φυλακές. Βεβαίως, πρόκειται για ένα θεσσαλονικιώτικο περιοδικό, όπου το Γεντί Κουλέ αποτελεί ένα από τα σημεία αναφοράς της πόλης. Όπως και να έχει, το τεύχος ανοίγει με “Σελίδες για τη φυλακή”. Έναυσμα στάθηκε ο θόρυβος που είχε προκαλέσει, στα μέσα της δεκαετίας του ’80, η έκθεση της εισαγγελέως Χρυσούλας Γιαταγάνα για τις συνθήκες στη Δικαστική Φυλακή Επταπυργίου. Στο πρώτο κείμενο, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος παρουσιάζει ένα βιβλίο του 1921, «Από τον τάφο των ζωντανών», του Γεωργίου Ιορδάνου. Κάτι σαν χρονικό ή απομνημόνευμα από το Γεντί Κουλέ του 1918. Για της φυλακής τα σίδερα γράφουν ακόμη, οι Ηλίας Πετρόπουλος και Κώστας Ταχτσής.
«Εντευκτήριο», Λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό περιοδικό, Αύγουστος - Οκτώβριος 2012, τεύχος 98, Εκδότης - Διευθυντής Γιώργος Κορδομενίδης, Underground Εντευκτήριο, Δεσπεραί 9.
Αυτή είναι η ταυτότητα του τρέχοντος τεύχους. Είναι το τρίτο στη σειρά, που θυμίζει στο εξώφυλλό του τη συμπλήρωση 25 χρόνων συνεχούς παρουσίας, χωρίς περίοδο αγρανάπαυσης ή άτακτης έκδοσης. Σημάδι ότι έχει κάτι να πει και πως ο χαλκέντερος εκδότης του ούτε κουράστηκε ούτε, το βασικότερο, κούρασε. Όπως σημειώνεται εισαγωγικά, το περιοδικό άρχισε να επιχορηγείται από το Ίδρυμα Ουράνη. Αυτή η χορηγία θα μπορούσε να σταθεί αφορμή για κάποιες σελίδες αφιερωμένες στην παλαιότερη πεζογραφία, που αποτελεί το αποκλειστικό αντικείμενο των εκδόσεων του Ιδρύματος. Δεδομένου ότι, τα τελευταία χρόνια, οι άλλοι εκδοτικοί φορείς την έχουν σχεδόν ολοσχερώς εγκαταλείψει, ενώ το «Εντευκτήριο» παραμένει σταθερά επικεντρωμένο στο παρόν, ένα μεγάλο τμήμα του αναγνωστικού κοινού αγνοεί τις σχετικές εκδόσεις. Γι’ αυτό, πιστεύουμε ότι θα ήταν καλή ιδέα να καταχωρούνται οι εκδόσεις του Ιδρύματος στις σελίδες του περιοδικού. Λ.χ., ανοίγοντας το τεύχος, ο αναγνώστης να αντικρίζει δυο, πιθανώς, άγνωστους σε αυτόν, αλλά καθόλου τυχαίους, όπως ο Κωνσταντίνος Σάθας και ο Εμίλ Λεγκράν, και η διαφημιστική προβολή να κεντρίζει την περιέργειά του για την Αλληλογραφία τους, μια πρόσφατη έκδοση του Ιδρύματος, που δεν βρήκε την αντίστοιχη ανταπόκριση.
Τα γενέθλιά του, πάντως, δηλαδή τη συμπλήρωση της εικοσιπενταετίας, το περιοδικό τα εορτάζει με αυτό το τεύχος. Του Οκτωβρίου 2012. Να παρατηρήσουμε, ότι στην ταυτότητα δεν αναφέρεται η πόλη. Ποιος, αλήθεια, γνωρίζει πλην Θεσσαλονικέων, την οδό Δεσπεραί κι ας είναι παράλληλος της Αγγελάκη, ένα βήμα από τον Λευκό Πύργο. Κάποιοι, όμως, θα πρέπει να έχουν ακουστά τον στρατηγό Φρανσαί Δεσπεραί, που θριάμβευσε στο Μακεδονικό Μέτωπο τον Σεπτέμβριο του 1918. Αυτό, σε συσχετισμό, με τις σελίδες του τεύχους τις αφιερωμένες στην Γερτρούδη Στάϊν και το διήγημα του γάλλου πεζογράφου Ερβέ Λε Τελιέ, δίνει στο τεύχος γαλλικό άρωμα. Ίσως, ακριβέστερα, παγκοσμιοποιημένο, καθώς δημοσιεύονται, επίσης, πεζά Αμερικανίδας, Ούγγρου, Ισπανού, ποιήματα Τούρκων και φωτογραφίες Ελβετίδας. Ύστερα, στους συνεργάτες υπερτερούν σαφώς οι Αθηναίοι. Και δη, η αφρόκρεμα του πνευματικού μας χώρου. Ο διευθυντής φαίνεται να ετοίμασε με ιδιαίτερη μέριμνα τη συνάντηση προσώπων και κειμένων για το γενέθλιο τεύχος.
Το τεύχος ανοίγει με ένα διήγημα. Όχι ιστορία, διήγημα. Ο τίτλος κυριολεκτεί ως προς τη μορφή. «Τρίπτυχο». Αποτελείται από τρεις μυθοπλαστικές συνθέσεις, που συνδέονται μεταξύ τους δια μέσου του τοπικού τους στίγματος. “Ένα μεγάλο μπαλκόνι”, που προβάλλει προστατευτικό ως μητρικός κόλπος. Οι δυο ακραίες “εικόνες” σαν να διπλώνονται προς αυτήν που βρίσκεται στο κέντρο και να την καλύπτουν. Υποθετικός τίτλος αυτού του επί μέρους δίπτυχου, “θηλυκή πρόκληση”. Περιγράφεται σε όλο της το μεγαλείο η χάρις του αιλουροειδούς. “Η ορθωμένη ουρά”, “τα μπράτσα και οι γάμπες μαυρισμένα από τη θάλασσα”. Μια αλανιάρα γάτα, ένα θηλυκό που δεν ενδίδει εύκολα. Συγκοινωνούντα δοχεία αισθησιασμού. Τα αιλουροειδή, ανεξαρτήτως είδους και εθνικότητας, διατηρούν “την αξιοπρέπειά τους” και επιδεικνύουν εξαιρετική αντοχή. Ούτε μια περιττή λέξη, ούτε αισθηματολογικές ή άλλες παρεκβάσεις. “Η μνήμη των σωμάτων”, η μνήμη των τόπων. Τον Ευρώτα θυμάται ο αφηγητής, την Άνω Τζουμαγιά η Βουλγάρα της μεσαίας “εικόνας” του τρίπτυχου, που “έρχεται κάθε Τετάρτη”.
Υπογείως επετειακό το διήγημα. Οι μάχες Κρέσνας- Σιμιτλή-Τζουμαγιάς, 11-15 Ιουλίου 1913. “Δια της αλώσεως των στενών της Κρέσνας, ο ελληνικός στρατός ήτο ελεύθερος να βαδίση προς την Τζουμαγιάν... εσταμάτησεν εις τεσσάρων χιλιομέτρων απόστασιν και την είδε καιόμενη...”, κατά παλαιά χρονογραφική καταγραφή. Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου τράβηξε την οριοθετική γραμμή και η Άνω Τζουμαγιά πήρε το όνομα του Ντιμιτάρ Μπλαγκόεφ από τη Ζαγορίτσανη Καστοριάς. Οραματιστής κομουνιστής, ας όψεται κι αυτός, που η Βουλγάρα ξενοδουλεύει στο Παγκράτι. Αυτά πίσω από τις γραμμές. Κατά τα άλλα, κυρίαρχη καταληκτική εντύπωση, η απόλαυση της συνεύρεσης, όταν του διψασμένου “μαρτυρούνε τα γόνατά του” για να φτάσει τη δυσπρόσιτη πηγή. Το διήγημα αριστεύει από μόνο του, δεν χρειάζεται να το σπρώξει το όνομα του συγγραφέα. Έτσι κι αλλιώς, το βαρύγδουπο, στις ημέρες μας, όνομα του συγγραφέα του θα χαλούσε τους χαμηλούς τόνους στο Εντευκτήριο. Άλλωστε, το τεύχος κλείνει με παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου τού εν λόγω μη ονομασθέντος συγγραφέα, όπου οργιάζουν τα θαυμαστικά επίθετα σε βαθμό ανοικονόμητο.
Στη συνάντηση προσώπων και κειμένων, ο Τίτος Πατρίκιος και η Κική Δημουλά συνομιλούν με τον Λευτέρη Ξανθόπουλο. Ο Μένης Κουμανταρέας γράφει κάτι σαν ημερολόγιο για τον εορτασμό των πενήντα χρόνων παρουσίας του στα γράμματα. Το κείμενό του ακολουθεί, δίκην συμπληρώματος, η ομιλία της Αντιγόνης Βλαβιανού στην επετειακή εκδήλωση, που έλαβε χώρα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Η μελετήτρια εκκινεί να “προσμετρά” πλείστα όσα, σενάριο, θεατρικό, μεταφράσεις, δοκιμιακά βιβλία (έτσι αποκαλεί τις τρεις συναγωγές προσωπικών κειμένων), για να συλλάβει το συνολικό έργο του. Κάνει, μάλιστα, και μια πολύ πρωτότυπη παρατήρηση: “Ένα έργο μεγάλο, ακόμη κι αν περιοριστούμε στα ακραιφνώς λογοτεχνικά του κείμενα...” Δηλαδή, αν διαβάζουμε σωστά, την εκπλήσσει, ένα έργο λογοτέχνη να είναι μεγάλο μόνο με τα λογοτεχνικά κείμενα. Όπως και να έχει, αναφέροντας από τα μυθιστορήματα μόνο το μπεστ σέλερ, «Η φανέλα με το εννιά», και τα υπόλοιπα σωρευτικά μέσα από αποφθεγματικές αποφάνσεις και κρίσεις Ευρωπαίων και γηγενών, πολύ φοβόμαστε ότι ο λογοτεχνικός Κουμανταρέας διαφεύγει.
Στη συνάντηση προσέρχονται με πεζά πέντε συγγραφείς (Γ. Ευσταθιάδης, Μαρία Κουγιουμτζή, Κ. Χαρίτος, Κ. Αρκουδέας, Μαρία Στασινοπούλου, κατά σειρά παράταξης). Και με ποιήματα, άλλοι πέντε (Α. Μαρωνίτη, Βασίλης Παπάς, Κ. Συφιλτζόγλου, Σωτήρης Παστάκας, Ν. Κυριακίδης). Σε αυτά προστίθενται μεταφράσεις, θέατρο, κριτική και το φωτογραφικό ένθετο «Camera Obscura». Η ζωγραφική του Μιχάλη Μανουσάκη συμπληρώνει εικονογραφικά τη συνάντηση.
Παρεμπιπτόντως, υπάρχει ένας μοναδικός συνεργάτης του πρώτου τεύχους, που εμφανίζεται και στο γενέθλιο 98ο. Συμμετέχει και τις δυο φορές με πεζό, όπου διακρίνεται η ίδια ευαισθησία, αλλά και η εξέλιξη της γραφής. Ας αφήσουμε τα γνωστά ονόματα σαν γρίφο για τους φανατικούς του Εντευκτηρίου. Ευχόμαστε μια δεύτερη, εξίσου γόνιμη, εικοσιπενταετία. Είθε, στο τέλος της, ο εκδότης του περιοδικού, που θα έχει φθάσει τα χρόνια του μέντορά του, να διατηρεί το δικό του σφρίγος.
Υπογείως επετειακό το διήγημα. Οι μάχες Κρέσνας- Σιμιτλή-Τζουμαγιάς, 11-15 Ιουλίου 1913. “Δια της αλώσεως των στενών της Κρέσνας, ο ελληνικός στρατός ήτο ελεύθερος να βαδίση προς την Τζουμαγιάν... εσταμάτησεν εις τεσσάρων χιλιομέτρων απόστασιν και την είδε καιόμενη...”, κατά παλαιά χρονογραφική καταγραφή. Η Συνθήκη του Βουκουρεστίου τράβηξε την οριοθετική γραμμή και η Άνω Τζουμαγιά πήρε το όνομα του Ντιμιτάρ Μπλαγκόεφ από τη Ζαγορίτσανη Καστοριάς. Οραματιστής κομουνιστής, ας όψεται κι αυτός, που η Βουλγάρα ξενοδουλεύει στο Παγκράτι. Αυτά πίσω από τις γραμμές. Κατά τα άλλα, κυρίαρχη καταληκτική εντύπωση, η απόλαυση της συνεύρεσης, όταν του διψασμένου “μαρτυρούνε τα γόνατά του” για να φτάσει τη δυσπρόσιτη πηγή. Το διήγημα αριστεύει από μόνο του, δεν χρειάζεται να το σπρώξει το όνομα του συγγραφέα. Έτσι κι αλλιώς, το βαρύγδουπο, στις ημέρες μας, όνομα του συγγραφέα του θα χαλούσε τους χαμηλούς τόνους στο Εντευκτήριο. Άλλωστε, το τεύχος κλείνει με παρουσίαση του τελευταίου βιβλίου τού εν λόγω μη ονομασθέντος συγγραφέα, όπου οργιάζουν τα θαυμαστικά επίθετα σε βαθμό ανοικονόμητο.
Στη συνάντηση προσώπων και κειμένων, ο Τίτος Πατρίκιος και η Κική Δημουλά συνομιλούν με τον Λευτέρη Ξανθόπουλο. Ο Μένης Κουμανταρέας γράφει κάτι σαν ημερολόγιο για τον εορτασμό των πενήντα χρόνων παρουσίας του στα γράμματα. Το κείμενό του ακολουθεί, δίκην συμπληρώματος, η ομιλία της Αντιγόνης Βλαβιανού στην επετειακή εκδήλωση, που έλαβε χώρα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Η μελετήτρια εκκινεί να “προσμετρά” πλείστα όσα, σενάριο, θεατρικό, μεταφράσεις, δοκιμιακά βιβλία (έτσι αποκαλεί τις τρεις συναγωγές προσωπικών κειμένων), για να συλλάβει το συνολικό έργο του. Κάνει, μάλιστα, και μια πολύ πρωτότυπη παρατήρηση: “Ένα έργο μεγάλο, ακόμη κι αν περιοριστούμε στα ακραιφνώς λογοτεχνικά του κείμενα...” Δηλαδή, αν διαβάζουμε σωστά, την εκπλήσσει, ένα έργο λογοτέχνη να είναι μεγάλο μόνο με τα λογοτεχνικά κείμενα. Όπως και να έχει, αναφέροντας από τα μυθιστορήματα μόνο το μπεστ σέλερ, «Η φανέλα με το εννιά», και τα υπόλοιπα σωρευτικά μέσα από αποφθεγματικές αποφάνσεις και κρίσεις Ευρωπαίων και γηγενών, πολύ φοβόμαστε ότι ο λογοτεχνικός Κουμανταρέας διαφεύγει.
Στη συνάντηση προσέρχονται με πεζά πέντε συγγραφείς (Γ. Ευσταθιάδης, Μαρία Κουγιουμτζή, Κ. Χαρίτος, Κ. Αρκουδέας, Μαρία Στασινοπούλου, κατά σειρά παράταξης). Και με ποιήματα, άλλοι πέντε (Α. Μαρωνίτη, Βασίλης Παπάς, Κ. Συφιλτζόγλου, Σωτήρης Παστάκας, Ν. Κυριακίδης). Σε αυτά προστίθενται μεταφράσεις, θέατρο, κριτική και το φωτογραφικό ένθετο «Camera Obscura». Η ζωγραφική του Μιχάλη Μανουσάκη συμπληρώνει εικονογραφικά τη συνάντηση.
Παρεμπιπτόντως, υπάρχει ένας μοναδικός συνεργάτης του πρώτου τεύχους, που εμφανίζεται και στο γενέθλιο 98ο. Συμμετέχει και τις δυο φορές με πεζό, όπου διακρίνεται η ίδια ευαισθησία, αλλά και η εξέλιξη της γραφής. Ας αφήσουμε τα γνωστά ονόματα σαν γρίφο για τους φανατικούς του Εντευκτηρίου. Ευχόμαστε μια δεύτερη, εξίσου γόνιμη, εικοσιπενταετία. Είθε, στο τέλος της, ο εκδότης του περιοδικού, που θα έχει φθάσει τα χρόνια του μέντορά του, να διατηρεί το δικό του σφρίγος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου