23.1.13

Για τον Παύλο Μάτεσι

γράφει ο Βασιλης Αμανατίδης

πηγή: www.parallaximag.gr



Τώρα που δεν είναι πια μαζί μας, ας ομολογήσω ξανά και σταθερά ό,τι είχα ομολογήσει και παλιότερα που ήταν:

Η άγρια ματεσική ειρωνεία, το βιτριολικό χιούμορ, εφαρμόστηκε στα πρώτα έργα του εν είδει καταλυτικής χειροβομβίδας εναντίον κάθε μικροαστικού ιστού. Κατόπιν όμως, στην πεζογραφία και στο θέατρό του, ο Μάτεσις κινήθηκε κυρίως στο απογειωμένο πεδίο ενός απόκρημνου αλλά χαρίεντος πένθους. Που είναι δεδομένο και αδιαίρετο. Που δεν εξηγείται και δεν αναλύεται. Πρόκειται ωστόσο για απογείωση που έχει τη βάση της σε μια σχηματική «σκληρότητα».

Ο Μάτεσις κατανόησε ότι η επιπεδότητα και το σχήμα, η αδρότητα και η πράξη (και όχι ο νατουραλιστικός, ούτε ο επιμελημένος ψυχογραφικός σκιοφωτισμός) είναι το μοντέρνο: το ικανό να εκφράσει το αδρό «τώρα» και να συνομιλήσει μαζί του. Αλλά όπως οι μεγάλοι μοντερνιστές ζωγράφοι του 20ού αιώνα θαύμασαν αναδρομικά τη χρυσή και γαιώδη επιπεδότητα και σχηματοποίηση της βυζαντινής αγιογραφίας –προκειμένου να αντιταχτούν σε αιώνες αναπαραστατικής τέχνης και, δουλικής αργότερα, μίμησης της Φύσης και του Πραγματικού–, έτσι και ο Μάτεσις αναγνώρισε στη σύζευξη του χρυσού και του γαιώδους το ελληνικό του προφίλ, πέρα όμως από κάθε θρησκευτικό συναισθηματισμό, το αντίθετο θα έλεγα: αυστηρώς αισθητικά. Κι αυτό γιατί –διδασκόμενος από τη θητεία του στο θέατρο– ο Μάτεσις εξέθεσε μόνον: πράξεις και εικόνες πράξεων, σε μια διαδικασία όπου προηγείται η εικόνα-αίσθηση, και οι κατάλληλοι ήχοι των λέξεων που θα την εκφράσουν. Ανανέωσε έτσι την πεζογραφία μας με έναν τρόπο που βασίζεται στο απτό και στη σωματοποίηση του λόγου.

Σταθερός στόχος του ήταν η διαρκής αναζήτηση του διαφεύγοντος, ασχολίαστου και απερίγραπτου μυστικού: Της υπάρξεως. Για τον λόγο αυτό, ο Μάτεσις έλκεται σταθερά προς το «ά-λογο», όχι προς το «παράλογο», και βέβαια προς το «ανομολόγητο» και υπερφυές, όχι προς το μεταφυσικό. Δεν τον ενδιαφέρει η ευλάβεια, αλλά η βλάβη που αναγκάζεται να καταφεύγει στην ευλάβεια ως τέχνασμα.

Μαζί με αυτά, ας λογαριάσουμε ως κρίσιμη συνεισφορά του και το εξής: Ο Μάτεσις πλάθει μια δική του Ελλάδα τού πάντα και ποτέ, συχνά με στοιχεία και συμπεριφορές της δεκαετίας του ’50, δαιμονίως και αναχρονιστικά μετατοποθετημένη σε ένα κάποιο σήμερα, εντελώς σήμερα, εντελώς ποτέ: όπως οφείλει να ποιεί η λογοτεχνία εκείνη που –μιλώντας για τον άνθρωπο και τον ψυχικό κόσμο– ενδιαφέρεται να ποιήσει σύμπαντα. Τα κείμενά του υποδέχονται εξίσου την «υψηλότητα» της τραγωδίας και την «κατωτερότητα» του camp. Διακρίνονται δε πάντα από μια αγαπησιάρικη ποιότητα, που δεν τρέμει το ευτελές, ίσα ίσα το καλωσορίζει και το μετατρέπει σε προσόν - στοιχείο ανθρωπινότητας, αναγνώριση της σύμμεικτης φύσης του ανθρώπου. Η ένωση των αντιθέτων στον Μάτεσι αποδεικνύει για μια ακόμη φορά πως το υβρίδιο συνήθως παράγει θαύματα, ενώ η καθαρότητα συνήθως τίποτα.

Πιθανές επιρροές και εκλεκτικές συγγένειες: ο Φώκνερ, ο Κάφκα, ο Μπέκετ, ο Μπουλγκάκοφ, αλλά και η λογοτεχνία της Λατινικής Αμερικής. Όμως και ο Γκόγια, ο Φελίνι, ο Μπουνιουέλ. Από τη δική μας πλευρά, ο Όμηρος και το έπος, οι προσωκρατικοί, ο Ευριπίδης, ο Αριστοφάνης, τα Ευαγγέλια, τα απόκρυφα κυρίως, ο Βιζυηνός, ο Ροϊδης, ο Καβάφης, ο Παπαδιαμάντης, ο Χειμωνάς. Αλλά και το βαριετέ, η επιθεώρηση, το χοντρό χιούμορ του μπουλουκιού. Και κυρίως ο ομιλών άνθρωπος. Που οδεύει, μαζί και μόνος, προς άγνωστον κατεύθυνσιν: με χώμα και γη πάντα στα πόδια του και με χρυσή άλω δικαίωσης και δόξας στο κεφάλι. Η χρυσή αυτή άλως στον Μάτεσι είναι φτιαγμένη συνήθως από χρυσόχαρτο, γιατί ήξερε (όπως και ο Τσαρούχης) πως στο θέατρο (όπως και σε ολόκληρη την τέχνη) για να αναδειχτεί το αληθινό χρειάζεται να χρησιμοποιήσεις ένα ευεργετικό ψέμα, μια απάτη.

Ελπίζω πως με τα χρόνια θα τον ανακαλύπτουμε όλο και περισσότερο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: