22.3.20

Εγκλεισμός: Hμέρα 17η


σχέδιο: Έλενα Τουμαζή Ρεμπελίνα


γράφει η Ευφροσύνη Μαντά -Λαζάρου

Μέχρι και σήμερα που γράφω αυτό το σημείωμα δεν νιώθω έγκλειστη. Ίσα ίσα, ιδιαίτερα αυτές τις μέρες, δεν καταφεύγω στα γνωστά παυσίλυπα, ούτε καν στην ιαματική ποίηση. Είναι αλήθεια πως για τις μέρες που περνούμε έχω ένα προνόμιο: Ζω κοντά στην πόλη κι έξω από αυτήν.  Πρώτη φορά λοιπόν συνειδητοποιώ πως η φύση γύρω από το σπίτι μου είναι τόσο παρούσα, αληθινή συντροφιά όσο ποτέ άλλοτε. Την είχα χρόνια αποκλείσει από την καθημερινότητά μου. Μία βιαστική ματιά μόνο της έριχνα και έτρεχα να κλειστώ σε ένα αυτοκίνητο που με μετέφερε στη δουλειά, στην αγορά, στο σχολείο, σε εκδηλώσεις, παραστάσεις, και παραστάσεις, σε συνάξεις και συναναστροφές, συχνά από υποχρέωση και σε πολύ λίγες περιπτώσεις με ουσία. Όμως, αυτή είναι τώρα όσο ποτέ άλλοτε δίπλα μου. Με πολιορκεί με τη ζωντάνια της η πιο ωραία άνοιξη. Τώρα, που δεν τρέχω με το αμάξι  εδώ κι εκεί, παρατηρώ πολλά στη νέα διαδρομή, από τα περιττά ως τα αναγκαία και που θα μπορούσε να φτάσει ακόμη κι ώς τα στοιχειώδη. Πιο πέρα ο εφιάλτης, αλλά δοκιμάζω με αρκετή επιτυχία και κάτι άλλο που συγκρατεί την ανησυχία μου. Το καταφέρνω κάπως καλύτερα αυτές τις μέρες, που πέφτουν οι στροφές μιας τεράστιας αλεστικής μηχανής, όπως την είχαμε στήσει.  Δοκιμάζω τις στιγμές, γεύομαι το παρόν και ξεμαθαίνω τον πολτό.  
Δεν είναι όμως η φύση κι ο στοχασμός  οι σύμμαχοι  που με βοηθούν  να νιώθω μέχρι στιγμής περισσότερο ελεύθερη παρά έγκλειστη. Όσες υποχρεώσεις  έχω ή φανταζόμουν πως είχα τώρα υποχρεωτικά έχουν ανασταλεί. Κάθε μέρα που περνά με κάνει να αποβάλλω και ένα ακόμη ρίνισμα από την πανοπλία μου. Από την καταραμένη αίσθηση της μαγικής παντοδυναμίας που με παρακολουθεί από  παιδί και που, ως  φαίνεται,  δεν την είχα αποβάλει ούτε με την ενηλικίωση ούτε  και με ψυχολογική στήριξη.  Δεν είσαι υπεύθυνη ούτε και ένοχη για όλα. Δεν μπορείς  να έχεις λύση για όλα, δεν μπορείς να σώσεις κανέναν, δεν μπορείς να ελέγχεις τα πάντα, ούτε να αλλάξεις  την πραγματικότητα. Πολλές ευκαιρίες μού δόθηκαν να επαναλάβω αυτά τα λόγια και τα πίστεψα όσο μπόρεσα. Κατέθεσα όμως ήσυχα ήσυχα το κοντρόλ τώρα που, με ένα κοινό για την ανθρωπότητα πρόβλημα, χάθηκε για όλους μας  κάθε βεβαιότητα.
Θα σας φανεί περίεργο αλλά ταυτόχρονα λιγοστεύει μέσα μου το αίσθημα της αποξένωσης. Δεν βλέπω φίλους και συγγενείς, ούτε και τα παιδιά μου, αλλά αυτό δεν με αποξενώνει. Είναι που «νιώθουμε όλοι κάτι κοινό», όπως λέει το τραγούδι. Όχι μόνον γι’ αυτό.  Συμβαίνουν κι άλλες πολύ λεπτές εσωτερικές  διεργασίες νομίζω. Όποιος αποβάλλει το παιδικό συναίσθημα της μαγικής παντοδυναμίας, ελευθερώνεται από ενοχές και άχρηστα βάρη, ο χώρος μένει ανοικτός για γνήσια συναισθήματα και επαφή με τον εαυτό μας και με τους άλλους.
Η ηλικία και τα βιώματα είναι ακόμη ένας σύμμαχος. Τόσα που περνάμε, δεν μπορεί παρά να στοχαστούμε  πάνω στη ζωή και στον θάνατο με άλλον τρόπο.  «Ζήσουμε δεν ζήσουμε», που λέει και το τραγούδι, «αυτό δεν είναι η ουσία». Αυτό το τραγούδι, που έβαλε σε λέξεις τα συναισθήματά μου, είναι δώρο μιας ανάρτησης που έκανε σήμερα η φίλη μου η Κάκια. Δεν είναι θαύμα; Χρόνια είχα να την ακούσω και να τη δω -- οι δουλειές,  λέγαμε, οι ευθύνες τα τρεχάματα…  Και να που σήμερα ήρθε τόσο κοντά μου με ένα υπέροχο δώρο.
Όλα αυτά με βοηθούν  και δεν νιώθω μέχρι αυτή τη στιγμή έγκλειστη. Όμως, η αλήθεια είναι πως δεν είμαστε έγκλειστοι   όσο έχουμε τις λέξεις μας· όσο υφαίνουμε με αυτές έναν ιστό κοινωνίας και πολιτισμού· όσο δημιουργούμε μία κοινή γλώσσα για να συνομιλήσουμε, για να μοιραστούμε, για να δημιουργήσουμε, για να υπερασπιστούμε αλληλέγγυοι τη ζωή όλων.
Δεν νιώθω ακόμη έγκλειστη αλλά με βασανίζει ο εγκλεισμός του αυτιστικού παιδιού μου, που πότε παλεύει  μέσα από την ιδιότυπη ομιλία και έκφρασή του να κοινωνήσει με τον κόσμο που τον περιβάλλει και πότε επιλέγει να αποκόπτεται και να περιφρουρεί την ύπαρξή του μέσα σε ένα κέλυφος σιωπής. Με βασανίζει ο εγκλεισμός του νέου και του κάθε ανθρώπου που, αφού έφαγε κι εθίστηκε σε κάθε είδους σκουπίδι, δεν μπορεί να βρει τι να κάνει και ποιους να συναντήσει μέσα του, τώρα που αυτός ο καταραμένος ιός έκλεισε όλους τους δρόμους που είδε και γνώρισε. Άλλους δρόμους δεν ξέρει.  Με βασανίζει ο διπλός εγκλεισμός του ξένου, του μετανάστη, του πρόσφυγα. Με συγκλονίζει ο εγκλεισμός μιας ανθρωπότητας που δημιούργησε όλα τα εχέγγυα μιας αποξένωσης για να ξυπνήσει με ένα ακόμη χαστούκι πιο μπερδεμένη. Ωστόσο, η τεχνολογία κάποιον καινούργιο καρπό ετοιμάζει για τους λωτοφάγους της.  Όταν τελειώσει κι αυτός  ο πόλεμος, όπως και τόσοι άλλοι, όλα θα τα έχουμε ξεχάσει. Κι ούτε πως σταθήκαμε μια στιγμή στο σταυροδρόμι  πολλών ερωτηματικών και διλημμάτων:  Το πλήθος ή το πρόσωπο, ο θόρυβος ή ο λόγος…  ΄

Η Ευφροσύνη Μαντά-Λαζάρου γεννήθηκε στη Δευτερά (Λευκωσία, Κύπρος) το 1955. Σπούδασε ελληνική φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπηρέτησε στη Μέση Εκπαίδευση. Από το 1995 μέχρι το 2003 εργάστηκε με απόσπαση στην Υπηρεσία Εκπαιδευτικής  Ψυχολογίας του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού της Κύπρου, ως συντονίστρια προγραμμάτων για την αντιμετώπιση του λειτουργικού αναλφαβητισμού, της πρόωρης εγκατάλειψης του σχολείου, και της παραβατικότητας. Από το 2003 μέχρι το 2011 εργάστηκε στα σχολεία της Φανερωμένης στην εντός των τειχών Λευκωσία, για τον σχεδιασμό και τον συντονισμό προγραμμάτων με σκοπό την εξασφάλιση συνέχισης της εκπαίδευσης για τα παιδιά των οικονομικών μεταναστών και για τους Κύπριους μαθητές που κατοικούσαν σε υποβαθμισμένες περιοχές του κέντρου της πόλης.

Έχει ήδη εκδώσει πέντε βιβλία με ποίηση και δύο με πεζογραφία. Έργα της έχουν μεταφραστεί στα ιταλικά και στα σερβικά.Κείμενά της έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά Εντευκτήριο, Μανδραγόρας, Παρέμβαση, Φαρφουλάς, καθώς και στα κυπριακά περιοδικά Άνευ, Νέα Εποχή, In focus.   
Από τις Εκδόσεις Εντευκτηρίου κυκλοφορεί το βιβλίο της Κρανίο Κύκλωπα (ποίηση), με σχέδια του Νικόλα Σιδέρη.








Δεν υπάρχουν σχόλια: