«Ο επισκέπτης ήρθε μια μέρα κατακίτρινη. Ο νοτιάς έστελνε την αφρικανική σκόνη μέχρι τις λάχνες των εντέρων. Φίσκα το καφενείο. Οι παρέες έψηναν στη χόβολη τις ζωές των άλλων. Είχε καιρό να πατήσει ξένος στο χωριό. Ετούτος γύρευε τη φράου Θυμιούλα.
»Η Θυμιούλα έσερνε το υποκοριστικό από γεννησιμιού της. Μια σταλιά άνθρωπος μέχρι τα γεράματα. Τη σκληράδα την απόχτησε στην Κατοχή. Μ’ αυτήν κατάφερε να μαλακώσει την τύχη της. Τελευταία, είχε αρχίσει να νικιέται∙ από τότε που ο χρόνος τής αρνήθηκε κάθε παράταση». Ετσι άμεσα οργανώνει και εκθέτει την αφήγησή της η εξηντάχρονη Κατερίνα Παναγιωτοπούλου στα δεκαοχτώ διηγήματα που απαρτίζουν το πρώτο της πεζογραφικό βιβλίο.
Μνήμες παιδικές καταχωνιασμένες, που αναδύονται από μια τυχαία αφορμή. Ιστορίες βιωμένες ή ακουσμένες από το στόμα κάποιου παλαιού. Λόγος ποιητικής πνοής και τρυφερής ανθρώπινης ματιάς. Θα μπορούσε να τα κατατάξει κανείς στην ηθογραφία∙ και πράγματι πρόκειται για ηθογραφία σύγχρονη, που τη διατρέχει όμως μια καθολικότερου ενδιαφέροντος προβληματική.
Στα περισσότερα διηγήματα οι ήρωες ζουν και κινούνται σε χωριά, νησιά ή επαρχιακές πόλεις, ακόμη κι αν κάνουν ένα πέρασμα από πόλεις μεγαλύτερες ή από την πρωτεύουσα. Διαγράφονται και ρυθμίζουν την πλοκή όλες οι συνήθειες και τα χούγια των ανθρώπων της υπαίθρου. Στέρηση, σκληρότητα, κακία, κουτσομπολιά, προκαταλήψεις, «συναισθηματική μοναξιά», μεγάλοι έρωτες και μικροί άνθρωποι.
Πολυμελείς οικογένειες, πρόωροι γάμοι και κουκουλώματα. Ο φόβος της φθοράς, των γηρατειών και του θανάτου. Ο φόβος που προκαλεί κάποτε το απευκταίο. Ο αφηγηματικός χρόνος απλώνεται από τη Μικρασιατική Καταστροφή και μέχρι τα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση.
Στο πρώτο, το ομώνυμο με τη συλλογή διήγημα, η λιπόσαρκη γριά με τη μακριά βυσσινιά μαντίλα, η Μακρυγιαλού, δημιουργεί διαρκή ερωτηματικά για την ταυτότητά της. Είναι άραγε η μόνη επιζήσασα από φοβερό ναυάγιο; Υπήρξε μαγείρισσα σε εμπορικό πλοίο ή λαθρεπιβάτις;
Μάγισσα, αερικό ή νύμφη της θάλασσας; Μήπως καπετάνισσα που ξεκληρίστηκε; Οποια εκδοχή κι αν υιοθετήσουμε, πάντως, συμβολίζει το άγνωστο και το απ’ αλλού φερμένο, το ακατανόητο και το φοβερό. Η λαϊκή σοφία περνά σαν θρύλος ή παραμύθι και ματαστοιχειώνεται σε ιστορία και «κυκλώνει τη γη» και γεννά αμφιβολίες: «Γιατί η άγνοια φέρνει πρώτα την επιφύλαξη και μετά την αμφισβήτηση».
Τη Μακρυγιαλού συναντάμε και στο τελευταίο διήγημα. Αλλά και άλλα πρόσωπα ή καταστάσεις περνούν από τη μία ιστορία στην άλλη∙ σημάδι που προδίδει το εργαστήριο δημιουργικής γραφής; Εκτός από το πρώτο διήγημα, πυκνές, πολύσημες και μεστές στιγμές: «Το τρένο», «Η Γιωργού», «Το μπορντέλο». Με οικονομία και ακρίβεια ο τρόπος που συστήνει τα πρόσωπα των ιστοριών της η συγγραφέας. Κυλάει σαν παραμύθι η αφήγησή της με ένταση κλιμακούμενη και χιούμορ υποδόριο.
Κατερίνα Παναγιωτοπούλου
Η Μακρυγιαλού και άλλες ιστορίες
Θεσσαλονίκη
Εκδόσεις Εντευκτηρίου, 2017
88 σελ,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου