19.3.15

Ο χρόνος που τελειώνει



του Γιώργου Τούλα

πηγή: http://www.parallaximag.gr

Είκοσι Μαρτίου. Στην τελική για το Πάσχα. Τα μαγαζιά έχουν ακόμα χειμωνιάτικα ρούχα και ταμπέλες που γράφουν δεκαήμερο προσφορών. Δεν μπαίνει άνθρωπος. Έχω φίλους που δουλεύουν σε οργανισμούς και είναι απλήρωτοι τρεις, τέσσερις μήνες. Μουσεία, θέατρα, νοσοκομεία τώρα πια. Όσοι άνοιξαν δουλειές βασιζόμενοι στα ΕΣΠΑ είναι στα όρια της απόγνωσης. Δεν αποταμιεύεται ευρώ εδώ και ένα εξάμηνο. Παγωνιά. Στο λιμάνι, μου λέει ένας φίλος που είναι στις μεταφορές, βλέπουν τα κοντέινερ να λιγοστεύουν βδομάδα με τη βδομάδα. Τα τριακόσια έγιναν εκατό και έχει και παρακάτω. Κανείς δεν εξάγει. Κανείς δεν εισάγει. Και στις δυο περιπτώσεις απαιτούνται κεφάλαια μπροστά πια από το εξωτερικό. Προκαταβολές για τον φόβο των Ιουδαίων. Οι οποίες δεν υπάρχουν. Από το τέλος Φεβρουαρίου μέχρι σήμερα, στον δρόμο που κάνω κάθε πρωί από το σπίτι μου μέχρι το ραδιόφωνο, μέτρησα δώδεκα ακόμα μαγαζιά που άδειασαν. Δώδεκα νέα λουκέτα. Και μόλις ένα opening. Μπορείτε να φανταστείτε τι είναι: Καφέ, για να περνούν την ώρα τους οι άνεργοι. Τρίτη βράδυ στο κέντρο. Απόκοσμη ερημιά. Όσα εστιατόρια είναι ανοιχτά γιορτάζουν τη μοναξιά της στρωμένης χαρτοπετσέτας. Κλείνουν νωρίς, βυθίζοντας στο σκοτάδι τα κτίρια. Έξω από τον Χόντο στον πεζόδρομο της Αριστοτέλους κοιμάται ένας άνδρας γύρω στα πενήντα πέντε. Κρύβει το πρόσωπο του με τα χέρια. Έξω από το ΜΙΕΤ στην Τσιμισκή μια γυναίκα. Γύρω στα εξήντα και αυτή. Κανείς από τους δύο δεν ζητιανεύει. Απλά, κοιμούνται στο πεζοδρόμιο. Στο δημοτικό πάρκινγκ κάτω από τη Ρωμαϊκή Αγορά υπάρχουν πια πολλές άδειες θέσεις τα μεσημέρια. Το πάρκινγκ είναι γεμάτο από ανθρώπους σε απόγνωση. Πολλοί από αυτούς μετανάστες, που ήρθαν πριν από δέκα, δεκαπέντε, είκοσι χρόνια από πρώην σοβιετικές χώρες και δούλευαν σε οικοδομές και σήμερα περνούν τη μέρα τους σε αυτό το πάρκινγκ, υποδυόμενοι τους παρκαδόρους σε ένα ελεύθερο πάρκινγκ γεμάτο άδειες θέσεις. Στα πεζούλια του αργά το μεσημέρι υπάρχουν αφημένα άδεια μπουκάλια με φθηνό χύμα τσίπουρο. Σας παρακαλώ, μου είπε χθες ένας κύριος στην ηλικία μου, έχω τρία παιδιά. Δεν το έχω ξανακάνει ποτέ να κατέβω εδώ. Χρειάζομαι βοήθεια. Έκλαιγε.

Το κράτος έχει παγώσει. Η αγορά έχει παγώσει. Από τη μέρα που προκηρύχτηκαν οι εκλογές μέχρι σήμερα πάγωσε ο χρόνος. Οι ηλικιωμένοι σταμάτησαν να χρηματοδοτούν τις φαμίλιες των παιδιών τους, κρατούν, λέει,  τα μικρά τους αποθέματα για τη μέρα που δεν θα πληρωθούν συντάξεις. Οι εβδομάδες περνούν απελπιστικά ίδιες. Με τελεσίγραφα, συσκέψεις, διασκέψεις eurogroups, αναμονή. Το οξυγόνο της χώρας τελειώνει. Είναι φανερό πια πως το δημόσιο χρήμα έχει δεσμευτεί όλο για τις δόσεις. Το νοσοκομείο Παπαγεωργίου, λέει,  κινδυνεύει με λουκέτο.  Στη Φλώρινα ασθενείς έδειραν γιατρούς και νοσοκόμες. Στο Ιπποκράτειο υπάρχουν 3 εργαζόμενοι για 30 χιλιάδες ραντεβού. Το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης ετοιμάζεται να κλείσει. Η πασχαλινή αγορά δεν μοιάζει με κανέναν παλαιότερο εαυτό της. Ακόμα και πολυεθνικές σταμάτησαν να διαφημίζονται γιατί απλά φοβούνται. Είναι είκοσι Μαρτίου. Στην καρδιά μιας άνοιξης που δεν θα έρθει ποτέ. Το θερμόμετρο δείχνει έξι βαθμούς και στην τηλεόραση μιλούν εδώ και ώρες για το δάχτυλο του Βαρουφάκη. Η μποτίλια αδειάζει. Σε λίγο θα χρειαστεί ο απινιδωτής. Ευθεία γραμμή.

Δεν υπάρχουν σχόλια: