11.12.12

Πέθανε σήμερα η ποιήτρια Μπίλη Βέμη

Το ηλεκτρονικό μήνυμα, δύο αράδων όλο κι όλο, έφτασε σαν αστροπελέκι μέσα στο απομεσήμερο: 

Με μεγάλη μας θλίψη σας ανακοινώνουμε ότι η σύζυγος και μητέρα μας Μπίλη Βέμη απεβίωσε σήμερα 11 Δεκεμβρίου.

Παύλος και Πάνος Μαύρος

Η Μπίλη Βέμη γεννήθηκε το 1954. Σπούδασε αρχαιολογία στην Αθήνα και στο Παρίσι και έγινε διδάκτωρ Βυζαντινής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Από το 1990 δίδαξε στα πανεπιστήμια Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας μαθηματα Βυζαντινής Τέχνης και Πολιτισμού, καθώς και Μουσειοπαιδαγωγικής. 

Εξέδωσε τα βιβλία: 
Νέλτο (ποιήματα και πεζά, 1966)
Ο κόκορας των θεμελίων (ποιήματα, 1971)
Η σκουριά του Μεγαλέξανδρου (ποιήματα, 1979)
Τοπίο που σε λένε ποίημα (ποιήματα, 1987)
Φυτά του ύπνου (ποιήματα και πεζά, 2000)
Το δέντρο που το φέραν στο μουσείο (ποιήματα, 2003)

Ακόμη, εμπνεύστηκε και δημιούργησε Το κουτί της γραφής. Πάνω σε τι και με τι, που περιείχε εκπαιδευτικά βοηθήματα σχεδιασμένα για να δώσουν από άλλη οπτική γωνία το θέμα της γραφής και της ανάγνωσης· μια οπτική γωνία η οποία προσεγγίζεται με τη βοήθεια της κίνησης, της τέχνης, της αρχαιολογίας και της ιστορίας του πολιτισμού: πρόκειται για μια ολιστική αντιμετώπιση του θέματος, με τρόπο που προσφέρει στα παιδιά ευχάριστη γνώση. 

Μεταφράσεις
Φριτς Πήτερς, Τα παιδικά μου χρόνια με τον Γκουρτζίεφ (από κοινού με την Τριάδα Καραγεωργίου)
Ράντοβαν Ίβσικ, Ο βασιλιάς Γκόρντογκαν (από κοινού με τον Βασίλη Νικολαΐδη)
Henri Michaux, Ονειροπολώντας με αφορμή αινιγματικές ζωγραφιές

Όπως γράφει ο Ευριπίδης Γαραντούδης στο Λεξικό της νεοελληνικής λογοτεχνίας, «η Β. πρωτοεμφανίστηκε ως ποιήτρια σε ηλικία 12 ετών. Έτσι, το πρώτο και το δεύτερο βιβλίο της απηχούν εμπειρίες της παιδικής ηλικίας, εκφρασμένες με την αθωότητα και την πηγαιότητα του παιδιού. Στις ποιητικές συλλογές των ώριμων χρόνων της η ποιήτρια ανατέμνει τον ιδιωτικό χώρο της, εκφράζοντας την αγωνία του θανάτου, την αποσπασματικότητα του ερωτικού βιώματος και τη βαθιά μοναξιά της σύγχρονης ζωής. Ιδιαίτερο, και σπάνιο για νεότερο ποιητή, χαρακτηριστικό της Β. είναι οι συχνές αναφορές σε ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα, καθώς και σε κείμενα της αρχαιοελληνικής γραμματείας».

Δεν θυμάμαι πότε και μέσω τίνος γνωριστήκαμε. Ξέρω ότι εκτιμούσα πολύ τη σοβαρότητα και τη συνέπειά της, το ανοιχτό πνεύμα συνεργασίας που τη διακατείχε και που επιβεβαιώθηκε όταν δουλέψαμε μαζί φτιάχνοντας το βιβλίο Χε Γουέι: Τα ελληνικά ποιήματα - Μεταφράσεις - Φιλοσοφικό δοκίμιο, με τα κείμενα που κατέλιπε στην ελληνική γλώσσα ο αλησμόνητος κοινός μας φίλος, ο Κινέζος Χε Γουέι ― η οδύνη για τον τόσο πρόωρο θάνατό του ήταν κάτι που νομίζω μας συνέδεσε υπόρρητα και πολύ βαθιά. (Μέσα μου, κρυφά κι ανομολόγητα, τη ζήλευα για την ουσιαστικότερη σχέση που είχε τον χρόνο και την οξυδέρκεια ―ή το ένστικτο― να καλλιεργήσει με τον Γουέι.)
Τα τελευταία χρόνια μαζί με τον σύζυγό της Παύλο και τον γιο τους Παύλο είχαν μετεγκατασταθεί στην Αθήνα. Επικοινωνούσαμε πλέον πολύ σπάνια αλλά πάντα μέσα στο πλαίσιο μιας αμφίπλευρης φιλίας και εκτίμησης που δεν μπορούσε να την απειλήσει ο χρόνος ή η απόσταση.
Στα τέλη του περασμένου Αυγούστου την παρακάλεσα να συμμετάσχει "εξ αποστάσεως" στην πρώτη διοργάνωση του φεστιβάλ «Λογοτεχνική Σκηνή», που έγινε στα μέσα Σεπτεμβρίου στη Θεσσαλονίκη. Ανταποκρίθηκε πρόθυμα και έστειλε ένα βίντεο στο οποίο διάβαζε μερικά ποιήματά της (μπορείτε να το δείτε στο τέλος της ανάρτησης αυτής). 
Δεν ήξερα ότι την ταλαιπωρούσε χρόνια ο καρκίνος. Ξέρω ότι ποτέ δεν έκανε όχι κατάχρηση αλλά ούτε καν χρήση της φιλίας μας, ζητώντας το παραμικρό από το Εντευκτήριο. 
Σκέφτομαι τους δικούς της ανθρώπους. Τον Παύλο, και τον γιο τους Πάνο. Ο πόνος της απώλειάς της ξέρω ότι βιώνεται ατομικά. Μόνη παρηγοριά που μπορώ να εκστομίσω είναι η παραδοσιακή "ευχή": να ζήσουν και να τη θυμούνται. Όπως κι εμείς άλλωστε που αξιωθήκαμε να τη γνωρίσουμε και να τιμηθούμε με τη φιλία της.


Τα ξύλινα κιβώτια

Τρέχουμε πάνω στην υδρόγειο
οδηγημένοι απ' το φεγγάρι
Θέμα ώρας ποιος πόλεμος θα μας μασήσει
Και το φεγγάρι μας σαλαγάει
δικά του πρόβατα
παραμονεύοντας με το μεγάλο αυτί του
τις απαλές κινήσεις του θανάτου.

Στις ποταμίσιες εκβολές θα μας στοιβάξει
το φεγγαράκι το χλωμό με το δικράνι
και με ακρίβεια χειρουργού
Κορμιά λευκά θροΐζοντας εκεί που σμίγουν τα νερά
κορμιά νεκρά
που τίποτα δεν υποψιάστηκαν σαν ζούσαν
Τώρα αντίσχυρα ζηλεύουνε
και των μικρών ψαριών το πηγαινέλα

Κι εμείς λοιπόν ―παραμιλούν
όσο πιο αθόρυβα μπορούν―
ποιος ο μισθός μας; κι απορούν

Στεγνή τροφή για τους μοναχικούς ταξιδευτές
λέει το φεγγάρι φροντίζοντας τον εαυτό του
και μας παστώνει ανάκατα
στα ξύλινα κιβώτια

[από τη συλλογή Τοπίο που σε λένε ποίημα]



Δεν υπάρχουν σχόλια: