Δημήτρης Στεφανάκης
Μέρες Αλεξάνδρειας
Αθήνα, Ψυχογιός 2011, 724 σ.
του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΟΡΔΟΜΕΝΙΔΗ
διευθυντή του Εντευκτηρίου
«Πριγκίπισσα και πόρνη, βασιλική πολιτεία και anus mundi» κατά τον Λώρενς Ντάρρελ, ο οποίος άλλωστε τη μυθολόγησε και τη μυθοποίησε στη σύγχρονη λογοτεχνία, κοσμοπολίτικη ήδη από την ίδρυσή της, η Αλεξάνδρεια μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα υπήρξε το σπουδαιότερο λιμάνι της ανατολικής Μεσογείου και μια από τις πιο εξελιγμένες πόλεις της περιοχής, σταυροδρόμι πολιτισμών και φυλών. Τα αγκυροβολημένα στο λιμάνι βρετανικά θωρηκτά θύμιζαν ποιος κάνει κουμάντο στην Αίγυπτο. Οι πλάκες στους δρόμους της πόλης ήταν ιταλικές, τοποθετημένες από τα χέρια Σικελών μεταναστών. Οι ΄Ελληνες πρωτοστατούσαν στο εμπόριο. Και οι Αιγύπτιοι παρείχαν τη δομή του κράτους και τα φτηνά εργατικά χέρια.
Η πλατεία Μωχάμετ Άλι σε καρτ-ποστάλ. Στα δεξιά του αγάλματος με τον έφιππο, εκ Καβάλας, οραματιστή οθωμανό, βρίσκονται τα Μεικτά Δικαστήρια, στο βάθος το Χρηματιστήριο Βάμβακος και το Χρηματιστήριο Αξιών, και στα αριστερά, πίσω από τα δέντρα, η αγγλικανική εκκλησία του Αγίου Μάρκου (πηγή: Μάικλ Χάαγκ, «Αλεξάνδρεια: Η πόλη της μνήμης»)
Σ’ αυτό το φόντο, που το γνωρίζει πολύ καλά καθώς έχει μεταφράσει υποδειγματικά το βιβλίο του Μάικλ Χάαγκ «Αλεξάνδρεια: Η πόλη της μνήμης» (Ωκεανίδα, 2005), τοποθετεί ο Δημήτρης Στεφανάκης το μυθιστόρημά του «Μέρες Αλεξάνδρειας». Το βιβλίο εκδόθηκε για πρώτη φορά το 2007, πρόσφατα όμως κυκλοφόρησε στα γαλλικά και τιμήθηκε με το Prix Mediterranée Étranger 2011, ενώ επανεκδόθηκε στην Ελλάδα.
Πρόκειται για ένα πολυπρόσωπο ιστορικό μυθιστόρημα, στο επίκεντρο του οποίου ―και με χρονικό ορίζοντα από τις παραμονές του πρώτου παγκοσμίου πολέμου μέχρι τις εθνικοποιήσεις του Νάσερ― βρίσκεται μια ελληνική οικογένεια καπνοβιομηχάνων. Δεσπόζει η φυσιογνωμία του πάτερ-φαμίλια, Αντώνη Χάραμη, τυπική περίπτωση φτωχού πλην ευφυούς άντρα που χάρη σε έναν «καλό» γάμο και στην αξιοποίηση των συγκυριών γνωρίζει ραγδαία την κοινωνική καταξίωση. Κάτω όμως από την τσιτωμένη επιφάνεια της κοινωνικής ευπρέπειας, τόσο ο ίδιος όσο και τα περισσότερα ―τα ανδρικά κυρίως― μέλη της οικογένειάς του και ο περίγυρός τους έχουν μια παράλληλη, όχι και τόσο καθωσπρέπει ζωή. Οι ποικίλες, κυρίως οι ερωτικές και οι επαγγελματικές, περιπέτειες τόσο του γενάρχη Χάραμη όσο και της γυναίκας του αλλά και των δύο γιων του περιγράφονται από τον συγγραφέα με τρόπο που του δίνει την ευκαιρία να συστήσει στον αναγνώστη διαφορετικές πτυχές της ζωής της Αλεξάνδρειας, από τις κοσμικές λέσχες και τα σαλόνια μέχρι τον υπόκοσμο και τους ανθηρούς ανταγωνισμούς των κατασκόπων. Η δράση βέβαια δεν περιορίζεται στη μεσογειακή μεγαλούπολη, καθώς οι γιοι του Χαράμη, λόγω έκλυτου ιδιωτικού βίου (ο μικρότερος μάλιστα και λόγω «ανορθόδοξων» ερωτικών επιλογών) αναγκάζονται να εγκαταλείψουν για ένα διάστημα την Αλεξάνδρεια και να βρεθούν «για σπουδές», ο μεγάλος στο Παρίσι και ο μικρότερος ―εξαιτίας και του φλερτ του με τον εθνικοσοσιαλισμό― στο Βερολίνο.
Όπως σε κάθε ιστορικό μυθιστόρημα που σέβεται τον εαυτό του, οι επιμέρους ιστορίες των ηρώων διασταυρώνονται με τις επιταγές της ιστορίας του καιρού τους, και μάλιστα επηρεάζονται καθοριστικά ―έως και δραματικά― από αυτές. Έτσι, η περιγραφή μεγάλων ιστορικών γεγονότων που συμβαίνουν όχι μόνο στην Αλεξάνδρεια αλλά και στη μητροπολιτική Ελλάδα και πιο πολύ στην Ευρώπη καταλαμβάνει σημαντικό τμήμα της έκτασης του βιβλίου (λ.χ. αξίζει να προσεχτεί ιδιαίτερα η αξιοθαύμαστη μυθιστορηματική περιγραφή μιας επίσκεψης του Ελευθερίου Βενιζέλου). Όπως επίσης συμβαίνει στην πραγματική ζωή, οι ήρωες του Στεφανάκη, μολονότι βρίσκονται στον πυρήνα μεγάλων πολιτικών εξελίξεων στον τόπο τους, δεν φαίνεται να συνειδητοποιούν ούτε τον κομβικό τους ρόλο ούτε την προνομιακή τους θέση. Κοσμοπολίτες θαρραλέοι, καλοπερασάκηδες και τυχοδιώκτες, που βρήκαν προσωρινό ή διαρκέστερο καταφύγιο στην αγκαλιά της Αλεξάνδρειας, ταξιδεύουν στην Ιταλία, την Κωνσταντινούπολη, τη Γαλλία, τη Γερμανία, επιζούν δύο παγκόσμιων πολέμων, παρακολουθούν την ακμή και την κατάρρευση του ευρωπαϊκού φασισμού αλλά και τις κοσμοϊστορικές αλλαγές που γύρισαν την Ευρώπη το πάνω-κάτω.
Παρ’ όλα αυτά, στον ίδιο τους τον τόπο δεν συνειδητοποιούν (άβουλοι και μοιραίοι αντάμα) τη λαϊκή οργή που κοχλάζει κατά της αποικιοκρατίας και που σε λίγο θα γίνει γιγαντιαίο τσουνάμι παρασέρνοντας στην ορμή του τα πάντα.
Ο Στεφανάκης καταφέρνει να ζωντανέψει πετυχημένα μια ταραγμένη εποχή και τους ανθρώπους της, δίνοντάς μας μια τεράστια τοιχογραφία, ιδιαίτερα της ελληνικής παροικίας της Αλεξάνδρειας, με τις ιδιαιτερότητες και τα πάθη των ανθρώπων της, τις σχέσεις τους με την εξουσία, καθώς και το δύσκολο ταξίδι τους μέσα στον χρόνο και κάτω από τη σκιά μεγάλων ιστορικών γεγονότων.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Η Καθημερινή, 7 Αυγούστου 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου