Ιδιόχειρο βιογραφικό σημείωμα του Μ.Σ.
(από την εικονογράφηση των «Σελίδων για τον Μίλτο Σαχτούρη»,
Εντευκτήριο 84, 2009, με ανέκδοτα ποιήματά του, άγνωστο αρχειακό υλικό
και άρθρα που
καλύπτουν ευρύ θεματικό φάσμα
+ cd με τη φωνή του να διαβάζει ποιήματά του)
Το αφιέρωμα
ανοίγει με τέσσερα ποιήματα του Σαχτούρη χαρισμένα σε
φίλους του: τον Στάθη Αρφάνη, τον
Θάνο Κωνσταντινίδη, τον Γιώργο Στενό και τον Θέμη Λιβεριάδη. Ακολουθεί
χρονολόγιο βίου και έργου του Μίλτου Σαχτούρη που συνέταξε ο
Αργύρης Παλούκας. Αν και συνοπτικό,
παρουσιάζει τη διαδρομή του ποιητή στη ζωή και την τέχνη:
από τη γέννησή του, στις 29 Ιουλίου 1919,
μέχρι τον θάνατό του, στις 29 Μαρτίου 2005, στον οίκο ευγηρίας «Βασιλάκειο».
Η πρώτη σελίδα του Χρονολογίου Σαχτούρη που συνέταξε με αγάπη για τον ποιητή
αλλά και για το Εντευκτήριο ο ποιητής Αργύρης Παλούκας
Για την εκ μέρους της πρόσληψη
της ποίησης του Σαχτούρη γράφει η Βερονίκη Δαλακούρα, που παρατηρεί μεταξύ
άλλων: «Ο Σαχτούρης βίωσε τα γεγονότα σαν τον τυφλό που, ψαύοντας,
φαντάζεται, κι αυτή η διαδικασία ερεθίζει ακόμη περισσότερο το φαντασιακό του.
Φαίνεται σαν να μην επινόησε· το καθετί στην ποίησή του είναι πραγματικό όσο
και παράλογο».
Προσωπική
είναι και η προσέγγιση του Θέμη Λιβεριάδη, που συναιρεί
όνειρα, πραγματικά περιστατικά και επιλεγμένους
στίχους του Σαχτούρη.
Ο Αμερικανός Τζον Τέιλορ, ποιητής,
πεζογράφος και μεταφραστής έργων πολλών Ελλήνων λογοτεχνών
στα αγγλικά, γράφει για τις θεματολογικές εμμονές του
ποιητή, επισημαίνοντας: «Πλημμυρισμένοι
από βίαια σχήματα λόγου που συμπεριλαμβάνουν μαχαίρια, περίστροφα,
απωλεσθείσα όραση και ακρωτηριασμένα
άκρα (οι στίχοι “τώρα τα χέρια και τα πόδια μας/ κρέμονται στα
δέντρα” αποτελούν χαρακτηριστικό δείγμα ενός συχνά εμφανιζόμενου θέματος
ταπείνωσης και απελπισίας), οι στίχοι του Σαχτούρη μοιάζουν
συχνά να ανταποκρίνονται ρεαλιστικά στους φόνους, τα βασανιστήρια και
την απάνθρωπη όψη του πολέμου».
Στο υπερρεαλιστικό περιεχόμενο
του ποιητικού έργου του Σαχτούρη αναφέρεται ο
Ανδρέας Παγουλάτος: «Υπερρεαλιστικής προέλευσης εικονοποιΐα,
με εξπρεσιονιστικούς, όμως, ζωγραφικούς χρωματισμούς
και τόνους, μια δραματική ένταση, με τραγικά
ξεσπάσματα, καθώς και τη διαλογική
θεατρικότητα του παραλόγου: ένας παράδοξος, πράγματι, συνδυαστικός
χαρακτήρας που καταφέρνει και δίνει στην ποίησή του ο Σαχτούρης».
Ο ποιητής Αργύρης
Παλούκας παρουσιάζει στο άρθρο
του μια όχι ιδιαίτερα γνωστή πτυχή του έργου του ποιητή των «Εκτοπλασμάτων»: με αφορμή τις σκοτεινές
πεζογραφικές δοκιμές του Σαχτούρη (ήδη
από το 1938), συσχετίζει το
πρώτο ―άγνωστο― διήγημα του ποιητή με μοτίβα του κατοπινού έργου
του.
Ο Βαγγέλης Χατζηβασιλείου
γράφει για την ποίηση και την ποιητική
του “ώριμου”
Σαχτούρη: «Χωρίς να μπορεί να τεκμηριωθεί
επακριβώς ένας θεματικός αναπροσανατολισμός
του ή μια μεταστροφή του ποιητικού του ψυχισμού, ο Σαχτούρης της
ώριμης ηλικίας μετατοπίζεται βαθμιαία από τον πανικό τον οποίο προκαλεί ο
παραλογισμός του πολιτικο-ιστορικού ή του καθημερινού περιβάλλοντος,
στον τρόμο τον οποίο συνεπιφέρει η εικασία ή η πρόβλεψη του ατομικού
θανάτου».
Ο Βασίλης Αμανατίδης δημοσιεύει
ένα «ποίημα σκηνικής χρήσης, με προοίμιο, θέσεις, άρσεις και
φινάλε», που το αποτελούν 88 εικόνες – όλες απομονωμένοι, σκόρπιοι στίχοι
ποιημάτων του Σαχτούρη από το σύνολο του έργου του (1945-1998), θραύσματα
επανασυναρμολογημένα και μερικές φορές ελαφρώς παραλλαγμένα.
Στην προσωπική ανάγνωση
επιμένει κι ο Θανάσης Τριαρίδης: «Στον Σαχτούρη η ποιητική τέχνη, έτσι όπως τη σκέφτηκαν ο
Σολωμός και ο Καβάφης (μιλάω σκόπιμα για δυο ποιητές που ο ίδιος
λέει πως τον σημάδεψαν), δεν υπάρχει· στη θέση της υπάρχει ποιητική ανάγκη. Ο
Σαχτούρης όντως γράφει μια ποίηση που δεν ποιήθηκε ― και μακάρι να
μην διαβαστεί αυτό ως λογοπαίγνιο. Τα
ποιήματά του μοιάζουν να κόβονται με το μαχαίρι: από ένα καρβέλι,
από ένα σώμα, από έναν ουρανό».
Σύντομο, όσο
και περιεκτικό, το άρθρο του Λίνου Ιωαννίδη τιτλοφορείται «Αμετάβλητη
γραφή»: «Ο Σαχτούρης που βρέθηκε στον χρόνο τ’
ουρανού, που κράτησε κι ένιωσε όσο κανένας την Απουσία, ο έκπτωτος
που ήρθε με τη στιγμή χαμένη, ο λεπτός και φοβισμένος διαρκώς που αντίκρισε το
Τρομερό, είναι ο Πλήρης. Κοντά του παρηγορείται ο Πόνος. Για όλα αυτά, θα
παραμένει λυτρωμένος και δέσμιος, αθάνατος και χτυπημένος απ’ το πένθος, πιστός
και απελπισμένος, υγιής και πάσχων. Αθέατος ο Μίλτος Σαχτούρης, φωτεινός και ασύλληπτος θα
φεύγει συνεχώς και γι’ αυτό θα παραμένει ο
πιο στερεωμένος».
Ο συλλέκτης
Γιώργος Ζεβελάκης ανασύρει από το φημισμένο αρχείο του μια συνέντευξη του
Σαχτούρη δημοσιευμένη στην εφημερίδα «Μεσημβρινή» στις 13.9.1963 (δοσμένη
πιθανότατα στον Αλέξανδρο Κοτζιά), τεκμήρια της πνευματικής σχέσης του Σαχτούρη
με τον Τάκη Σινόπουλου (τις αφιερώσεις
των συλλογών του πρώτου προς τον δεύτερο και σύντομο χειρόγραφο κριτικό
σημείωμα του Σινόπουλου, που παρατηρεί: «η ποίηση του Μ. Σ. μου
δίνει την εντύπωση μιας δύσκολης λέξης στο στόμα ενός Τραυλού. Η δύσκολη
λέξη είναι η σύγχρονη ποίηση και ο Μ.Σ. κάνει πιπί ποίηση. Πράγματα εξαρθρωμένα
και γι’ αυτό η δυσκολία σπασμένη τού γίνεται ευκολία»), και μια κριτική του
Τάσου Λειβαδίτη για τη συλλογή «Τα στίγματα», όπου μεταξύ
άλλων σχολιάζει: «Ο Σαχτούρης δεν βασανίζεται ούτε απ’ το υπαρξιακό
άγχος, ούτε από την αναζήτηση
μιας μεταφυσικής εξόδου. Ανήκει σ’ ένα τρίτο είδος εκφυγής. Πρόκειται
για τυπική περίπτωση καλλιεργημένης παραισθητικής, με αιτιολογικό
την αυτοπροστασία. Θα μπορούσε ίσως να θυμηθεί κανείς τον
Κάφκα, με την μέγιστη όμως διαφορά ότι στον Τσέχο συγγραφέα, αντίθετα με τον
Έλληνα ποιητή, όλα τα σύμβολα, παρά τον εφιαλτικό χαρακτήρα τους, έχουν όχι
μόνο κοινωνική καταγωγή αλλά και κοινωνικό στόχο».
Ο Σαχτούρης με τον σκηνοθέτη και ποιητή Λευτέρη Ξανθόπουλο, που τον φιλμογράφησε επίμονα
Σκηνοθέτης δύο ταινιών με (και για) τον Μίλτο
Σαχτούρη, ο Λευτέρης Ξανθόπουλος παρουσιάζει την υποδοχή από την κριτική των
πρώτων συλλογών του ποιητή, από τον λίβελο κατά του ελληνικού υπερρεαλισμού εκ
μέρους του ψευδώνυμου Άρτζη Μπούρτζη [ο Ξανθόπουλος θεωρεί πως πρόκειται για
τον δημοσιογράφο και συγγραφέα Κώστα Παράσχο] μέχρι τα σχόλια του Αλέξανδρου
Αργυρίου (1944), του Κώστα Κουλουφάκου (1956), της Νόρας Αναγνωστάκη (1960) και
του Γιώργου Ιωάννου (1981).
Το αφιέρωμα συμπληρώνουν ποιήματα
αφιερωμένα στον Σαχτούρη: των Γιώργου Στενού, Θανάση Μίχου και
Δημήτρη Στενού, σημειώματα του Γιάννη Παλαμιώτη, του Πάνου Θεοδωρίδη και του
Νίκου Γ. Ξυδάκη, καταγραφή της βασικής δισκογραφίας (από τον συλλέκτη Δημήτρη
Μπαγέρη) και της φιλμογραφίας Σαχτούρη.
Στη σκιαγράφηση του
πορτραίτου του Σαχτούρη πίσω από τα ποιήματά του βοηθά η αναδημοσίευση δύο ακόμη
συνεντεύξεών του: η πρώτη στον Γιάννη Φλέσσα («Το Βήμα της Κυριακής»,
14.12.1980) και η δεύτερη στον Γιώργο Πηλιχό («Τα Νέα», 21.5.1983).
Η εικονογράφηση
του αφιερώματος προέρχεται από το αρχείο του Θάνου Κωνσταντινίδη και του
Λευτέρη Ξανθόπουλου.
Το αφιέρωμα συνοδεύεται από σιντί, στο οποίο ο Σαχτούρης διαβάζει τα ποιήματά του:
Η ΄Υδρα, Συμπέρασμα, Το φεγγάρι γελάει, Ο στρατιώτης ποιητής, Ο τρελός λαγός, Κλεψύδρα, Το χρυσάφι, Επεισόδιο, Στιγμές, Θρήνος, Κοιτάμε με τα δόντια, Το καναρίνι, Βενιαμίν, Κεφάλια, Η τριανταφυλλιά, Η εισβολή της μαύρης πεταλούδας του Πόρου, Τα λυπημένα Χριστούγεννα των ποιητών (οι ηχογραφήσεις προέρχονται από τα αρχεία των Γιώργου Ζεβελάκη, Λευτέρη Ξανθόπουλου και Μισέλ Φάις).
Η παραγωγή του σιντί δεν θα ήταν δυνατή δίχως τη γενναιοδωρία της Ελένης Μ. Λαζαρίδου.
Το τεύχος αποστέλλεται με αντικαταβολή 13,00 ευρώ.
Παραγγελίες και πληροφορίες: τηλ. 2310 279607, entefkti@otenet.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου