9.3.11

ΜΙΚΡΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΑΝΤΩΝΗ ΦΩΣΤΙΕΡΗ ΚΑΙ ΑΛΛΗ ΕΚΛΕΚΤΗ ΥΛΗ ΣΤΟ ΝΕΟ ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ (τεύχος 91)

Σελίδες εκλεκτής ελληνικής και ξένης πεζογραφίας και ποίησης αλλά και αφιέρωμα στην ποίηση του Αντώνη Φωστιέρη περιλαμβάνει το νέο τεύχος (αριθ. 91) περιοδικού Εντευκτήριο, που μόλις κυκλοφόρησε [22 Φεβρουαρίου 2011].


ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ «[...] Ο Διαμαντής ο Τσιούγκραβος ή το βουνό ξεχείλιζε στο ψάθινο καρεκλί του ακουμπισμένος στο ξύλινο τραπέζι, σαν ένα ανάγλυφο τζουκ-μποξ από κάτω και δύο από πάνω. Τα ποδάρια του απ’ την παλιά γυμναστική και το τωρινό χαμαλίκι είχαν γίνει τοπούζια [...] Καθέναν που γινότατε τούρνα και δεν μπορούσε να περπατήσει, να ανεβεί τα δεκάδες ανηφορικά σκαλιά της προκυμαίας και μετά να περασει τα επίσης ανηφορικά στενά και να πάει σπίτι του, τον φωτονότανε στην πλάτη, αυτός, το Βουνό, και τον ανέβαζευ […]» γράφει ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης στο διήγημά του «Ο Διαμαντής Τσιούγκραβος ή Το βουνό», με το οποίο ανοίγει το τεύχος. Το ίδιο τεύχος του Εντευκτηρίου πλουτίζουν νέα, αδημοσίευτα διηγήματα του Διαμαντή Αξιώτη, του Κυριάκου Χαρίτου, της Κατερίνας Ζαρόκωστα, του Ηλία Παπαμόσχου, του Ζαχαρία Κατσακού και της Δώρας Κασκάλη, ενώ αξίζει να προσεχτεί και το απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Σουηδού Γιαν Χένρικ Σβαν Τα μηχανάκια του Μανόλη, σε μετάφραση της Μαρίας Φραγκούλη. (Το πρώτο βιβλίο του Σβαν ―ενός από τους σημαντικότερους σύγχρονους πεζογράφους της χώρας του― που κυκλοφόρησε στα ελληνικά, το μυθιστόρημα Η καταραμένη χαρά, βγήκε από τις Εκδόσεις Εντευκτηρίου.)
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν όμως και οι σελίδες της ποίησηςι: δείγματα της νεότερης παραγωγής τους παρουσιάζουν οι Μαρία Καρδάτου, Άννυ Κουτροκόη, Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου, Γεωργία Τρούλη, Χάρης Χρήστου, ενώ ο Βασίλης Καραβίτης μεταφράζει πέντε ποιήματα της Πολωνίδας Άννα Καμιένσκα (1920-1986). Στην ξεχωριστή ενότητα «Διεθνής Λογοτεχνική Συνάντηση “Dasein” 2010», που επιμελείται Χρήστος Χρυσόπουλος, δημοσιεύονται συνθέσεις τριών, σχετικά νέων, ποιητών: του Βασίλη Κάρδαρη, του Θοδωρή Χιώτη και του Γιώργου Χαντζή· όπως σχολιάζει ο Χρυσόπουλος, «οι τρεις ποιητές εκπροσωπούν διαφορετικές προσεγγίσεις μιας ποίησης που ―εντούτοις― χαρακτηρίζεται από δύο κοινά στοιχεία: τη φιλοδοξία να συμπεριλάβει τον στοχασμό αλλά και να απομακρυνθεί από τον συρμό της “ποιητικότητας” και της συναισθηματολογίας που μαστίζει μεγάλο μέρος όχι μόνο της τρέχουσας ελληνικής ποιητικής παραγωγής αλλά και της επικρατούσας άποψης για το τι συνιστα σήμερα το υψηλό στην ποιητική δημιουργία».

ΣΕΛΙΔΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΤΩΝΗ ΦΩΣΤΙΕΡΗ (Αθήνα, 1953) Σ’ ένα από τα ανέκδοτα ποιήματά του που προδημοσιεύονται στο πλαίσιο του μικρού αφιερώματος στην ποίησή του, ο Φωστιέρης γράφει κάτω από τον τίτλο «Ελπίζω» Σ’ ένα υπέρτατο/ Μηδέν/ Που στρόβιλος/ Θα ξεριζώσει/ Ακέραιο το/ Σύμπαν/ Κι άναρχο/ Θα ξεχυθεί από τα/ Σπλάχνα του το/ Χάος.


Στο εισαγωγικό του κείμενο, ο Αλέξης Ζήρας επιχειρεί να συμπληρώσει τον κυρίαρχο χαρακτηρισμό της ποίησης του Φωστιέρη ως «μιας αδιάκοπης μελέτης θανάτου», επισημαίνοντας πως «ο ποιητής φαίνεται να ελκύεται από ένα όραμα ρομαντικής φαντασίας, με τη φωνή του να δονείται συχνά από ένα είδος έντονης μεταρσίωσης, η οποία μοιάζει να προκαλείται από το μυστικό αποκαλυπτικό βίωμα των ορίων της ζωής». Από την πλευρά του, ο Κώστας Γεωργουσόπουλος σχολιάζει την ωριμότητα και τη θυμοσοφία με την οποία προσήλθε στην ποίηση ο Φωστιέρης, για να καταλήξει: «Μια ποίηση που πενθεί, που συλλαβίζει τον θάνατο και τιμά τη λήθη, είναι μια ποίηση φιλοσοφική, όχι μεταφυσική, ένας λυρικός σπαραγμός για τον φόβο της ύπαρξης»· τη ματιά ενός ζωγράφου στο έργο ενός ποιητή ρίχνει με το δικό του κείμενο Σωτήρης Σόρογκας, ενώ ο Γιάννης Βαρβέρης αναφέρεται στην πιο πρόσφατη συλλογή του Φωστιέρη, Πολύτιμη λήθη και ο Θανάσης Θ. Νιάρχος (συνεκδότης με τον Φωστιέρη του λογοτεχνικού περιοδικού Η Λέξη) γράφει λιγότερο για την ποίηση του τιμώμενου και περισσότερο για τη φιλία και τη συνεργασία μαζί του· το μικρό αφιέρωμα στον Φωστιέρη συμπληρώνουν δύο επιστολές που του έστειλαν ο Τ. Κ. Παπατσώνης και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος σχετικά με την πρώτη του συλλογή Το μεγάλο ταξίδι (1971), καθώς και δύο κριτικά κείμενα για συλλογές του, πρωτοδημοσιευμένα στον ημερήσιο Τύπο, από τον Τάσο Λειβαδίτη και τη Μαργαρίτα Καραπάνου.

ΤΕΧΝΕΣ - ΚΑΠΝΙΣΤΗΡΙΟ Η ιστορικός της Τέχνης, καθηγήτρια του ΑΠΘ Ευθυμία Γεωργιάδου-Κούντουρα παρουσιάζει την έκθεση «Νίκη Καναγκίνη: Εν οίκω» στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (την οποία άλλωστε επιμελήθηκε μαζί με την Αρετή Λεοπούλου), έκθεση που παρουσιάζει μια ενδιαφέρουσα όψη γυναικείας δημιουργίας αλλά προβάλλει παραστατικά και τους προβληματισμούς και τις δυνατότητες έκφρασης της σύγχρονης ελληνικής τέχνης. Η θεατρική κριτικός Ζωή Βερβεροπούλου σχολιάζει παραστάσεις που δόθηκαν το προηγούμενο διάστημα στη Θεσσαλονικη, ο Άκης Παπαντώνης γράφει από την Οξφόρδη για τη «γεωγραφία της αφηγηματικής του Γκογκέν» με αφορμή την έκθεση «Gauguin: Maker of Myth» στην πινακοθήκη Tate Modern του Λονδίνου, ο Γιάννης Γκροσδάνης κάνει έναν απολογισμό του πρόσφατου 51ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ Πολυσέλιδη είναι και στο τεύχος αυτό η ενότητα των βιβλιοκρισιών και παρουσιάσεων. Γράφουν: Βαγγέλης Χατζηβασιλείου (Ιωάννας Καρυστιάνη, «Τα σακιά»)· Μαρία Στασινοπούλου (Γιάννη Ατζακά, «Κάτω από τις οπλές»· Δημήτρης Κόκορης (Τάσου Καλούτσα, «Η ωραιότερη μέρα της»)· Λίνα Πανταλέων (Θεόδωρου Γρηγοριάδη, «Ο παλαιστής και ο δερβίσης»)· Γιάννης Ευθυμιάδης (Χριστόφορου Λιοντάκη, «Στο τέρμα της πλάνης»)· Κώστας Καλημέρης (Δημήτρη Νόλλα, «Ο καιρός του καθενός»)· Μπαρτ Σούτχαρτ (Μισέλ Φάις, «Πορφυρά γέλια»)· Γιάννης Λειβαδάς (για τρία βιβλία με ποίηση Ουόλτ Ουίτμαν)· Μαρία Κουγιουμτζή (Χλόης Κουτσουμπέλη, «Η αλεπού και ο κόκκινος χορός»)· Λάμπρος Σκουζ]δομενίδης (συλλογικό, αφιέρωμα στη μνήμη του Μωρίς Σαλτιέλ), Βάνα Χαραλαμπίδου (Σαχριάν Μαντιπούρ, «Λογοκρίνοντας μια ιρανική ερωτική ιστορία»)· στα «Εισερχόμενα», ο Δημήτρης Η. Παστουρματζής παρουσιάζει νέες εκδόσεις που έφτασαν στο περιοδικό, ενώ στη στήλη «Βιβλία στο κομοδίνο» ο Γιώργος Κορδομενίδης ρίχνει λοξές ματιές σε μεγάλο αριθμό πρόσφατων εκδόσεων.

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ Την ενότητα της λογοτεχνίας σ’ αυτό το τεύχος του «Εντευκτηρίου» κοσμούν έργα του Σταύρου Παναγιωτάκη.

Ο Παναγιωτάκης γεννήθηκε το 1963, όμως ζει από χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε ζωγραφική στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (U.D.K.) του Βερολίνου. Εργάστηκε ταυτόχρονα στα εργαστήρια Χαρακτικής και Γλυπτικής του S. Taijiri. Πήρε υποτροφία από την DAAD το 1989 και μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών από την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών Βερολίνου το 1991. Δίδαξε στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Α.Π.Θ. από το 2000 μέχρι το 2007. Είναι υποψήφιος διδάκτωρ του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Α.Π.Θ.
Από τον Δεκέμβριο του 2010 δημιούργησε τον «χΩρο18» (Χρ. Σμύρνης 18) στη Θεσσαλονίκη, οργανώνοντας εκθέσεις και πρωτογενείς εικαστικές δράσεις. Έχουν τοποθετηθεί μόνιμα επτά γλυπτά του σε δημόσιους χώρους στην Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Έχει διοργανώσει καλλιτεχνικά χωριά-εργαστήρια, στη Σάμο το 1999 και Νάξο, Ξάνθη-Πομακοχώρια και Πάφο το 2001-2003.
Έχει εκθέσει έργα του σε 31 ατομικές εκθέσεις και σε 70 ομαδικές, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΝΘΕΤΟ Στην Camera Obscura, το ένθετο του «Εντευκτηρίου» για τη δημιουργική φωτογραφία, που επιμελείται ο Άρις Γεωργίου, παρουσιάζονται φωτογραφίες της Γκλόρυς Ροζάκη, για τη δουλεια της οποίας ο ποιητής Χριστόφορος Λιοντάκης παρατηρεί: «Η φωτογραφική προσέγγιση της Ροζάκη, χαμηλών πάντα τόνων, συνίσταται στην ερωτική σχέση που δημιουργεί με τον χώρο και τα εργαλεία της τέχνης της. Μια ασκητική πορεία με τερματικό στόχο να παγιδέψει το φευγαλέο, το άπιαστο, να εισχωρήσει στο αμέθεκτο, να πολιορκήσει το Άλλο, για ν’ αποσπάσει το αρχέγονο κάλλος της εικόνας.


Εικόνες που την προσπερνούν ή τις προσπερνά η ίδια επανέρχονται μέσα από την αλχημεία μιας προσωπικής μνημοτεχνικής. Από ένα απροσδόκητο κάλεσμα το βλέμμα λειτουργεί σαν μοίρα που της καθορίζει τη στιγμή που θα μνημειώσει τις δικές της πια εικόνες, μεταφέροντάς τες στην άλλη πλευρά του χρόνου.
Από κει και πέρα το θαύμα συντελείται από μόνο του, όπως όλα τα θαύματα. Η ίδια συνεχίζει ερήμην της, χωρίς να γνωρίζει a priori το μετέπειτα – διαφορετικά η γνώση στη συγκεκριμένη διεργασία θα δρούσε σε βάρος της λάμψης του τυχαίου. Οι εικόνες της, γαλβανισμένες από μια μυστική διάρκεια για ν’ αντέχουν στη φθορά του χρόνου, διαιωνίζονται από τους άλλους.»

Δεν υπάρχουν σχόλια: