To βιβλίο
του Γ. Β. Δερτιλή
Συνειρμοί, μαρτυρίες, μυθιστορίες
(Εκδόσεις Πόλις)
παρουσιάζεται την Τετάρτη 14 Ιανουαρίου 2015, ώρα 6 μ.μ.
στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων
του Δημαρχείου Θεσσαλονίκης
(Βασ. Γεωργίου Α΄ 1, τηλ. 2313 317777)
Με τον συγγραφέα θα συζητήσουν οι
Νικηφόρος Διαμαντούρος
καθηγητής πανεπιστημίου, πρών Ευρωπαίος Διαμεσολαβητής
Αλέξης Πανσέληνος
συγγραφέας
προλογίζει
ο δήμαρχος Θεσσαλονίκης Γιάννης Μπουτάρης
TO BIBΛΙΟ
Γιώργος Β. Δερτιλής
Συνειρμοί, μαρτυρίες, μυθιστορίες
σελίδες: 424,
isbn: 978-960-435-423-8, τιμή: 18 ευρώ
Τα κείμενα του βιβλίου αυτού, τα
περισσότερα αυτοβιογραφικά, είναι συνειρμικά. Το καθένα έφερνε στη μνήμη μου,
την ώρα της γραφής, κύματα αναμνήσεων, βιωμάτων και συναισθημάτων, συνδέοντας
έτσι το σήμερα με το παρελθόν· όχι μόνο το δικό μου παρελθόν – όχι μόνο της
οικογένειάς μου, αλλά και του τόπου μας. Έτσι, συνειρμικά, παραπέμπω συνεχώς
από τη «μικρή» στη «μεγάλη» Ιστορία των τελευταίων διακοσίων χρόνων. Η αφήγηση
πηγαινοέρχεται σε μια οικογενειακή ιστορία πέντε γενεών – από την πλευρά του
πατέρα και της μάνας μου. Και ιχνηλατεί τους δρόμους που ο κάθε κλάδος
ακολούθησε από την ύπαιθρο της Μάνης και της Κρήτης στις πόλεις και στην πρω
τεύουσα, από τα κτήματα, από το εμπόριο, από τη δημόσια υπηρεσία, στον πλούτο ή
στη φτώχεια. Οι πορείες αυτές σκορπίζουν τα μέλη της ευρύτερης οικογένειας σε
όλες τις κοινωνικές τάξεις – αγροτική, εργατική, μικροαστική, αστική. Και
ανάλογα με την κοινωνική τάξη και το επάγγελμα, ορισμένα από τα μέλη της
οδηγούνται στα αξιώματα, στην πολιτική, στην εξουσία. Άλλα μένουν στην αφάνεια
– και δεν είναι τα λιγότερο ενδιαφέροντα.
#
Άνοιξη 1944. Λαμπρό
μεσημεριανό φως, ησυχία απόλυτη, διάχυτο το άρωμα από τις νεραντζιές. Γωνία
Ξενοκράτους και Λουκιανού, εκεί όπου αρχίζουν να κατεβαίνουν τα σκαλοπάτια,
όρθιο το παλικαράκι βγάζει το χωνί κι αρχίζει τα συνθήματα: «Ο Πόλεμος
τελειώνει, τελειώνουν και οι Γερμανοί, ζήτω η ελευθερία, ζήτω το ΕΑΜ!» Αρπάζω
το ξύλινο τουφεκάκι με τη γυαλιστερή μετάλλινη κάννη, τρέχω στο παράθυρο,
σκαρφαλώνω στην καρέκλα για ν’ ακούω καλύτερα και να τον βλέπω, να μη χάσω
καμιά από τις λέξεις που δεν καταλαβαίνω.
Και ξάφνου ακούω τον ήχο της
μοτοσικλέτας που έρχεται. Το παλικαράκι δεν την ακούει, το χωνί σκεπάζει τον
ήχο. Τώρα τη βλέπω, τρίκυκλη, έρχεται μουγκρίζοντας από τη Σπευσίππου, γνώριμη
η μισητή φιγούρα, ο οδηγός με το κράνος και το όπλο φορεμένο σταυρωτά με την
κάννη να ξεπροβάλλει από τον ώμο του, στο καλάθι καθιστός ο άλλος, να κρατάει
το πολυβόλο μπροστά στο στήθος του. Το φρένο στριγκλίζει, στροφή επιτόπου,
πηδάει ο άλλος και στρέφει το πολυβόλο στα σκαλοπάτια, βγάζω κι εγώ τη
γυαλιστερή κάννη από το παράθυρο και τον σημαδεύω, ανοίγει η μάνα μου την
πόρτα, πέφτει επάνω μου με πνιγμένη τη φωνή και με σωριάζει στο πάτωμα ενώ
κροταλίζει το αυτόματο, το σώμα της να με σκεπάζει. Αργήσαμε πολύ να μιλήσουμε
για το παλικάρι. Παιδί κι αυτός ήταν, ξανθομπάμπουρας σαν εμένα, μόνο κάτι λίγα
χρόνια πιο μεγάλος.
Ο ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ
Ο Γιώργος Δερτιλής γεννήθηκε στην
Αθήνα το 1939. Είναι ομότιμος καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στο
οποίο δίδαξε από το 1978 ώς το 2000. Το 2000 εξελέγη διευθυντής σπουδών
(καθηγητής) στην École des Hautes Études en Sciences Sociales του Παρισιού. Διετέλεσε
επισκέπτης καθηγητής στα Πανεπιστήμια του Χάρβαρντ και της Οξφόρδης, καθώς και
στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας, και είναι τακτικό μέλος
της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας. Δώδεκα βιβλία και πενήντα σχεδόν άρθρα του έχουν
δημοσιευθεί ή μεταφραστεί στην ελληνική, αγγλική, ισπανική και ιταλική γλώσσα.
Σχόλια για το βιβλίο:
Ο Δ. Ν. Μαρωνίτης, που το χαρακτήρισε «βιβλίο που σε καθηλώνει», έγραψε μεταξύ άλλων: «[...] Η Ιστορία (ως μυθιστορία στην προκείμενη περίπτωση) συμπορεύεται από το προβληματικό παρελθόν στο κρίσιμο παρόν, επιμένοντας στον ενδιάμεσο χρόνο και χώρο, που συνεχώς στενεύει. Μέθοδος που προφαίνεται περισσότερο στα πολιτικά κείμενα, τα οποία παίζουν ρόλο ιστορικού εκσκαφέα. Τα μέτρησα βιαστικά και βγήκαν είκοσι επτά. Παραθέτω ενδεικτικά δέκα σημαδιακούς τίτλους: «Η πείνα της Κατοχής: Ταξικές διαφορές, αστικές ανασφάλειες», «Αστικό και καπιταλιστικό ήθος», «Η Ελλάδα, ο Εμφύλιος και ο Μαρξ: Αναγνώσεις μιας φιλίας», «Ο ακατάσχετος νεοπλουτισμός», «21η Απριλίου 1967, ώρα 1:50», «Δικτατορία: Οι απαρχές», «Αντιστασιακές ουτοπίες», «Χρήμα και Ιστορία», «Η αναβίωση της Δημοκρατίας και η Αριστερά», «Η Ελλάδα και η κρίση: Πρόβλημα μακροχρόνιο πολιτικό».
Τα πολιτικά αυτά κείμενα, που σαφώς εξέχουν, συμπληρώνονται από ζητήματα και ζητούμενα συστηματικής έρευνας και μελέτης στον τραπεζικό τομέα, που για πρώτη φορά στον τόπο μας απογράφεται και ελέγχεται ως αποφασιστικός δείκτης της εθνικής μας οικονομίας. Προτάσσονται ωστόσο και κείμενα οικογενειακής καταγωγής και αγωγής σε βάθος χρόνου, η οποία «συνειδητά εξιδανικεύεται», όπως ευθαρσώς ομολογείται στη σφραγίδα του Επιμέτρου, ως «συμφιλίωση που όλοι σχεδόν επιχειρούμε, αρχίζοντας με το πένθος, όταν έρχεται το αναπόδραστο».
Τα παραλειπόμενα είναι πολλά σ' αυτή τη συνειδητά ψύχραιμη σύσταση. Δείγματος χάριν, το εύρος και το βάθος μιας σπάνιας επιστημοσύνης, αναγνωρίσιμης και αναγνωρισμένης περισσότερο στο εξωτερικό: Οξφόρδη, Χάρβαρντ, Φλωρεντία και προπαντός Παρίσι. Κι από κοντά το πάθος ενός δασκάλου που συσπειρώνει γύρω του νέους ερευνητές, «τα παιδιά του». Ασκώντας την Ιστορία («ιστορίης απόδεξιν», όπως την είπε εκείνος που την ανακάλυψε) ως μέθοδο γνώσης και αυτογνωσίας.» (Το Βήμα, 1.12.2013)
Είναι τόσο αισθαντικές, γιατί είναι βιωμένες στο έπακρο, οι αναφορές του Γιώργου Δερτιλή στα παιδικά βιώματα από τη ζωή στον δεύτερο όροφο της τετραώροφης πολυκατοικίας, Λουκιανού και Σπευσίππου, που σχεδόν αυτονομούνται ως μια αυθύπαρκτη αφήγηση, με όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που δημιουργεί στον αναγνώστη η θερμότητα των κοινών αναμνήσεων. Σαν αυτήν την πολυκατοικία, ανάλογη ζωή είχαν και όλες οι γειτονικές στην περιοχή αλλά και όσες ήταν διάσπαρτες στις κεντρικές συνοικίες.
Καταλαβαίνω πολύ καλά αυτό που λέει ο Γιώργος Δερτιλής για τους κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας (από τους οποίους συγκρατεί πολλές λεπτομέρειες), για το καταφύγιο στο υπόγειο (όταν ακούγονταν οι σειρήνες στην Κατοχή), για τη θέα από την ταράτσα («καμιά φορά με ανέβαζαν οι γονείς μου για να δούμε το ηλιοβασίλεμα» ή «τις φωτιές που είχαν ανάψει οι συμμαχικές βόμβες στον Πειραιά»), για τον ανελκυστήρα («από καλοδουλεμένο ξύλο καστανιάς και με κρύσταλλα γύρω γύρω, μέσα σε ένα λεπτό, δικτυωτό περίβλημα από σίδερο»). Αλλά και οι φιλίες των παιδιών των γειτονικών πολυκατοικιών, έτσι όπως άναβαν σαν φλόγες από τα αντικρινά μπαλκόνια. Αυτή η πτυχή της ζωής στην πολυκατοικία, που τόσα παιδιά φέρουν ως ανάμνηση, με το «άπιαστο» αλλά προσφιλές γειτονόπουλο του απέναντι μπαλκονιού, ξεδιπλωνόταν ως μια τελετουργία, ακριβής όσο και μυστική.
Η πολυκατοικία, ως κυτίον αναμνήσεων, είναι ένα αθηναϊκό κεφάλαιο που δεν εξαντλείται.» (Καθημερινή, 7.12.2014)
Σχόλια για το βιβλίο:
Ο Δ. Ν. Μαρωνίτης, που το χαρακτήρισε «βιβλίο που σε καθηλώνει», έγραψε μεταξύ άλλων: «[...] Η Ιστορία (ως μυθιστορία στην προκείμενη περίπτωση) συμπορεύεται από το προβληματικό παρελθόν στο κρίσιμο παρόν, επιμένοντας στον ενδιάμεσο χρόνο και χώρο, που συνεχώς στενεύει. Μέθοδος που προφαίνεται περισσότερο στα πολιτικά κείμενα, τα οποία παίζουν ρόλο ιστορικού εκσκαφέα. Τα μέτρησα βιαστικά και βγήκαν είκοσι επτά. Παραθέτω ενδεικτικά δέκα σημαδιακούς τίτλους: «Η πείνα της Κατοχής: Ταξικές διαφορές, αστικές ανασφάλειες», «Αστικό και καπιταλιστικό ήθος», «Η Ελλάδα, ο Εμφύλιος και ο Μαρξ: Αναγνώσεις μιας φιλίας», «Ο ακατάσχετος νεοπλουτισμός», «21η Απριλίου 1967, ώρα 1:50», «Δικτατορία: Οι απαρχές», «Αντιστασιακές ουτοπίες», «Χρήμα και Ιστορία», «Η αναβίωση της Δημοκρατίας και η Αριστερά», «Η Ελλάδα και η κρίση: Πρόβλημα μακροχρόνιο πολιτικό».
Τα πολιτικά αυτά κείμενα, που σαφώς εξέχουν, συμπληρώνονται από ζητήματα και ζητούμενα συστηματικής έρευνας και μελέτης στον τραπεζικό τομέα, που για πρώτη φορά στον τόπο μας απογράφεται και ελέγχεται ως αποφασιστικός δείκτης της εθνικής μας οικονομίας. Προτάσσονται ωστόσο και κείμενα οικογενειακής καταγωγής και αγωγής σε βάθος χρόνου, η οποία «συνειδητά εξιδανικεύεται», όπως ευθαρσώς ομολογείται στη σφραγίδα του Επιμέτρου, ως «συμφιλίωση που όλοι σχεδόν επιχειρούμε, αρχίζοντας με το πένθος, όταν έρχεται το αναπόδραστο».
Τα παραλειπόμενα είναι πολλά σ' αυτή τη συνειδητά ψύχραιμη σύσταση. Δείγματος χάριν, το εύρος και το βάθος μιας σπάνιας επιστημοσύνης, αναγνωρίσιμης και αναγνωρισμένης περισσότερο στο εξωτερικό: Οξφόρδη, Χάρβαρντ, Φλωρεντία και προπαντός Παρίσι. Κι από κοντά το πάθος ενός δασκάλου που συσπειρώνει γύρω του νέους ερευνητές, «τα παιδιά του». Ασκώντας την Ιστορία («ιστορίης απόδεξιν», όπως την είπε εκείνος που την ανακάλυψε) ως μέθοδο γνώσης και αυτογνωσίας.» (Το Βήμα, 1.12.2013)
Από την πλευρά του, ο Νίκος Βατόπουλος παρατήρησε: «[...] Μπορεί ο ιστορικός Γιώργος Δερτιλής να μην είχε σκοπό να μας προσφέρει
ένα αθηναϊκό βιβλίο καθώς έγραφε το «Συνειρμοί, μαρτυρίες, μυθιστορίες»
(εκδ. Πόλις), σπαράγματα γραπτών κειμένων του σε ενιαία αφήγηση,
στοχασμός-ποταμός πάνω στην εθνική ιδιοσυστασία.
Είναι τόσο αισθαντικές, γιατί είναι βιωμένες στο έπακρο, οι αναφορές του Γιώργου Δερτιλή στα παιδικά βιώματα από τη ζωή στον δεύτερο όροφο της τετραώροφης πολυκατοικίας, Λουκιανού και Σπευσίππου, που σχεδόν αυτονομούνται ως μια αυθύπαρκτη αφήγηση, με όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που δημιουργεί στον αναγνώστη η θερμότητα των κοινών αναμνήσεων. Σαν αυτήν την πολυκατοικία, ανάλογη ζωή είχαν και όλες οι γειτονικές στην περιοχή αλλά και όσες ήταν διάσπαρτες στις κεντρικές συνοικίες.
Καταλαβαίνω πολύ καλά αυτό που λέει ο Γιώργος Δερτιλής για τους κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας (από τους οποίους συγκρατεί πολλές λεπτομέρειες), για το καταφύγιο στο υπόγειο (όταν ακούγονταν οι σειρήνες στην Κατοχή), για τη θέα από την ταράτσα («καμιά φορά με ανέβαζαν οι γονείς μου για να δούμε το ηλιοβασίλεμα» ή «τις φωτιές που είχαν ανάψει οι συμμαχικές βόμβες στον Πειραιά»), για τον ανελκυστήρα («από καλοδουλεμένο ξύλο καστανιάς και με κρύσταλλα γύρω γύρω, μέσα σε ένα λεπτό, δικτυωτό περίβλημα από σίδερο»). Αλλά και οι φιλίες των παιδιών των γειτονικών πολυκατοικιών, έτσι όπως άναβαν σαν φλόγες από τα αντικρινά μπαλκόνια. Αυτή η πτυχή της ζωής στην πολυκατοικία, που τόσα παιδιά φέρουν ως ανάμνηση, με το «άπιαστο» αλλά προσφιλές γειτονόπουλο του απέναντι μπαλκονιού, ξεδιπλωνόταν ως μια τελετουργία, ακριβής όσο και μυστική.
Η πολυκατοικία, ως κυτίον αναμνήσεων, είναι ένα αθηναϊκό κεφάλαιο που δεν εξαντλείται.» (Καθημερινή, 7.12.2014)
Επίσης, η Σταυρούλα Παπασπύρου, με αφορμή τη βράβευση του βιβλίου με το Βραβείο Νίκου Θέμελη 2014: «[...] Το "Συνειρμοί, μαρτυρίες και μυθιστορίες" είναι ένα μωσαϊκό από
αναμνήσεις, βιώματα και συναισθήματα του Γιώργου Δερτιλή, που συνδέουν
το σήμερα με το παρελθόν όχι μόνο του ίδιου, αλλά και της Ελλάδας,
δεδομένου ότι η αφήγησή του πηγαινοέρχεται σε μια οικογενειακή ιστορία
πέντε γενεών που αγκαλιάζει πολλά επαγγέλματα και διάφορες κοινωνικές
τάξεις, από την ύπαιθρο της Κρήτης και της Μάνης ώς την πρωτεύουσα. Σ'
αυτήν την «ελλιπή αυτοβιογραφία», όπως χαρακτηρίζει ο ίδιος το βιβλίο
του, συναντάμε τις παιδικές του αναμνήσεις ως ευαίσθητου και
καλλιεργημένου αστόπαιδου στην Αθήνα της Κατοχής και του Εμφυλίου, την
κριτική του ματιά πάνω στο εκπαιδευτικό σύστημα όπως το βίωσε μαθητής
στο Πειραματικό, τη σύντομη αντιστασιακή του δράση επί χούντας δοσμένη
με περίσσευμα αυτοσαρκασμού και ειρωνείας, τη γόνιμη θητεία του αργότερα
στα πανεπιστημιακά ιδρύματα του εξωτερικού, όπως και την ανησυχία του
για τη διαιωνιζόμενη ανομία, την πολιτική δημαγωγία και την έκπτωση της
παιδείας στη χώρα μας υπό την ανοχή μεγάλης μερίδας του πληθυσμού.
Αντίστοιχες ανησυχίες, θυμίζουμε, εξέφραζε στα μυθιστορήματά του και ο
Νίκος Θέμελης.» (Ελευθεροτυπία, 26.8.2014)
Ετσι, από τα σπονδυλωτά κείμενα του βιβλίου ξεπηδά ένας πολύχρωμος κόσμος σε συνεχή κίνηση, με ανάγλυφους χαρακτήρες που συχνά επισκιάζουν τον αφηγητή. Είναι ο αυτοδημιούργητος πατέρας του που έφτασε 11χρονος στον Πειραιά. μαθήτευσε δίπλα σε έναν γνωστό κοσμηματοπώλη, έγινε αναγνωρισμένος πραγματογνώμων στις πολύτιμες πέτρες, και στα μέσα του ’20 εύπορος αστός που θα αρνηθεί δελεαστικές προτάσεις επιχειρηματικής συνεργασίας με τις δυνάμεις του Ράιχ, και θα καταστραφεί τελικά από τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος το 1957. Είναι η καλοαναθρεμμένη μάνα, που δεν την άφησαν να σπουδάσει και έκανε μαθήματα σε αναλφάβητες γυναίκες. Είναι ο ουρανοκατέβατος ξάδελφος, αρχηγός φρουράς στο αεροδρόμιο του Τατοΐου τη νύχτα της 21ης Απριλίου, που εξηγεί πως το πραξικόπημα κρεμόταν από μια κλωστή.
Οι συγγενείς που με τις περιπέτειές τους δείχνουν «τις στρατηγικές των αστικών και μικροαστικών οικογενειών της επαρχίας, και το πώς σχηματίστηκαν τα εύπορα στρώματα των μεγάλων πόλεων». Ακραιφνείς δεξιοί, μετριοπαθείς βασιλικοί, βενιζελικοί, φιλελεύθεροι, κάλυπταν ολόκληρο το πολιτικό, κοινωνικό, επαγγελματικό, φάσμα στο μετεμφυλιακό κράτος, μαζί με τον σοσιαλιστή που έγινε υπουργός του Καραμανλή, τον ταγματασφαλίτη υπάλληλο στα ανθρακωρυχεία «που η ανάγκη για επιβίωση καθόρισε τις πολιτικές του επιλογές», την αποσυνάγωγη θεατρίνα, και τον κομμουνιστή που τον «σκότωσε» η οικογένεια αποσιωπώντας την ύπαρξή του… Οταν ο Δερτιλής το έμαθε 60 χρόνια αργότερα, ένιωσε, λέει, να μεταλλάσσεται η αλήθεια του. Κι αυτή η παραδοχή συνιστά μια έμμεση κριτική στο σινάφι του.
Είναι ελάχιστοι οι ιστορικοί, σημειώνει αλλού, οι οποίοι καταφέρνουν να απογαλακτιστούν από τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις που τους έχουν θρέψει. Δεν είναι τυχαίο ότι στο βιβλίο του ξεχωρίζει μονάχα τον «αείμνηστο Φίλιππο Ηλιού», τον Σπύρο Ασδραχά και τον Κ.Θ. Δημαρά. «Ηταν ο σημαντικότερος και θερμότερος δάσκαλος που είχα στη ζωή μου».» (Εφημερίδα των Συντακτών, 27.11.2013)
Και η Μικέλα Χαρτουλάρη: «[...] Δεν θα βρούμε εδώ τη συνήθη ύλη των απομνημονευμάτων, τις
λεπτομέρειες της ιδιωτικής ζωής, τα μυητικά διαβάσματα, τις καθοριστικές
φιλίες, τις πικρίες του επιστήμονα, ούτε θα νιώσουμε την ακαδημαϊκή
σοβαροφάνεια (ή ματαιοδοξία). Ο Δερτιλής μιλά για την καριέρα του ως
ιστορικού μόνο στο τελευταίο τέταρτο του βιβλίου του. Αντ’ αυτού,
επιστρατεύει αναμνήσεις, βιώματα, μαρτυρίες, για να αναπλάσει με
εντυπωσιακή γλαφυρότητα τη μικροϊστορία της οικογένειάς του και να
χρησιμοποιήσει τα μέλη της ως μάρτυρες των μετασχηματισμών της ελληνικής
κοινωνίας. Μέσα από αυτό το μικροσκόπιο, παίρνοντας υπόψη του και τη
σημερινή κρίση, σχολιάζει τη μεγάλη ιστορία του τόπου μας κατά τα
τελευταία 200 χρόνια.
Ετσι, από τα σπονδυλωτά κείμενα του βιβλίου ξεπηδά ένας πολύχρωμος κόσμος σε συνεχή κίνηση, με ανάγλυφους χαρακτήρες που συχνά επισκιάζουν τον αφηγητή. Είναι ο αυτοδημιούργητος πατέρας του που έφτασε 11χρονος στον Πειραιά. μαθήτευσε δίπλα σε έναν γνωστό κοσμηματοπώλη, έγινε αναγνωρισμένος πραγματογνώμων στις πολύτιμες πέτρες, και στα μέσα του ’20 εύπορος αστός που θα αρνηθεί δελεαστικές προτάσεις επιχειρηματικής συνεργασίας με τις δυνάμεις του Ράιχ, και θα καταστραφεί τελικά από τη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος το 1957. Είναι η καλοαναθρεμμένη μάνα, που δεν την άφησαν να σπουδάσει και έκανε μαθήματα σε αναλφάβητες γυναίκες. Είναι ο ουρανοκατέβατος ξάδελφος, αρχηγός φρουράς στο αεροδρόμιο του Τατοΐου τη νύχτα της 21ης Απριλίου, που εξηγεί πως το πραξικόπημα κρεμόταν από μια κλωστή.
Οι συγγενείς που με τις περιπέτειές τους δείχνουν «τις στρατηγικές των αστικών και μικροαστικών οικογενειών της επαρχίας, και το πώς σχηματίστηκαν τα εύπορα στρώματα των μεγάλων πόλεων». Ακραιφνείς δεξιοί, μετριοπαθείς βασιλικοί, βενιζελικοί, φιλελεύθεροι, κάλυπταν ολόκληρο το πολιτικό, κοινωνικό, επαγγελματικό, φάσμα στο μετεμφυλιακό κράτος, μαζί με τον σοσιαλιστή που έγινε υπουργός του Καραμανλή, τον ταγματασφαλίτη υπάλληλο στα ανθρακωρυχεία «που η ανάγκη για επιβίωση καθόρισε τις πολιτικές του επιλογές», την αποσυνάγωγη θεατρίνα, και τον κομμουνιστή που τον «σκότωσε» η οικογένεια αποσιωπώντας την ύπαρξή του… Οταν ο Δερτιλής το έμαθε 60 χρόνια αργότερα, ένιωσε, λέει, να μεταλλάσσεται η αλήθεια του. Κι αυτή η παραδοχή συνιστά μια έμμεση κριτική στο σινάφι του.
Είναι ελάχιστοι οι ιστορικοί, σημειώνει αλλού, οι οποίοι καταφέρνουν να απογαλακτιστούν από τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις που τους έχουν θρέψει. Δεν είναι τυχαίο ότι στο βιβλίο του ξεχωρίζει μονάχα τον «αείμνηστο Φίλιππο Ηλιού», τον Σπύρο Ασδραχά και τον Κ.Θ. Δημαρά. «Ηταν ο σημαντικότερος και θερμότερος δάσκαλος που είχα στη ζωή μου».» (Εφημερίδα των Συντακτών, 27.11.2013)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου