7.9.14

Γιαν Χένρικ Σβαν, Τα μηχανάκια του Μανόλη (μετάφραση: Μαρία Φραγκούλη, επίμετρο: Μαργαρίτα Μέλμπεργκ), Εκδόσεις Εντευκτηρίου, 2013, σελ. 174.

Μπορεί ένας Σουηδός λογοτέχνης να μιλήσει για έναν Έλληνα νησιώτη χωριάτη; Στην περίπτωση του Γ.Χ.Σ. (του οποίου διαθέτουμε άλλα δύο βιβλία μεταφρασμένα στα ελληνικά: Η καταραμένη χαρά, Εκδόσεις Εντευκτηρίου, 2002, και Οι περιπλανώμενοι, Κέδρος, 2007), που γνωρίζει και αγαπά και την χώρα και την γλώσσα μας, η απάντηση είναι ένα βροντερό “ναι”. 

Ο Μανόλης, τον οποίο παρακολουθεί –μ' ένα εξόχως υπαινικτικό και γοητευτικό ύφος– μετά από ένα μεγάλο τραύμα, αγοράζει διαδοχικά μηχανάκια για να μετακινείται (κυρίως από το σπιτάκι του στο βουνό ώς το χωριό: στην ταβέρνα του Γιάννη, και στο σπίτι του όπου κυβερνά η γυναίκα του). Δεν περιμένει. απλά περνάει την ώρα του. Και για να μην παρασυρθεί στη ροή του χρόνου, μένει ακίνητος. 

Ο άλλος Μανόλης όμως, ο Μανόλης που θα μπορούσε  να έχει υπάρξει, συνεχίζει να καβαλάει γάιδαρο. Ωστόσο, ο ήλιος δύει και, καθώς φυσά το βραδινό αεράκι, τα ανταλλακτικά της μηχανής, κρεμασμένα στα δέντρα, αρχίζουν το θέατρο των σκιών πάνω στον ασβεστωμένο τοίχο του φούρνου.

 Είναι προφανές πως ο Μανόλης αυτός, δεν είναι μόνο ένας Έλληνας νησιώτης χωριάτης. 

Π.Ι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: