26.12.15

Άντζελα Δημητρακάκη: Δεν είμαι διατεθειμένη να παίξω τους κλέφτες και αστυνόμους



πηγή: http://www.athensvoice.gr

συνέντευξη στον Δημήτρη Μαστρογιαννίτη

Οι πέντε ήρωες του βιβλίου της Άντζελας Δημητρακάκη Αεροπλάστ (εκδ. Εστία) είναι πολίτες της Ευρώπης και αναζητούν τρόπο να επιβιώσουν μέσα στην ιστορική συγκυρία της εποχής. Καταλύτης στη σχέση τους η Αντιγόνη. Μήπως η ηρωίδα είναι η ίδια η συγγραφέας;
«“Δεν βλέπεις ότι υπάρχει και τρίτη επιλογή;”
“Αν θες τη γνώμη μου, δεν υπάρχει ποτέ πραγματικά τρίτη επιλογή”
“Πάντα έχουμε μόνο δύο επιλογές;”
“Ναι. Να μείνουμε ή να φύγουμε”».
(σελ. 41)

Με περίμενε στο Μπρίκι της Μαβίλη. Της εξομολογούμαι πως αν και στην αρχή είδα τους ήρωές της πολύ θεωρητικούς για τα γούστα μου τελικά το βιβλίο με καθήλωσε, σε σημείο ταύτισης. Θα χαρεί. Έχει πιει ήδη τον πρώτο καφέ, θα παραγγείλει και δεύτερο. Παθιασμένη, όταν γελάει γελάει με την καρδιά της. Κάποιες φορές οι αγγλικές τις έρχονται πιο εύκολα από τις ελληνικές λέξεις. Τη ρωτάω πώς είναι να ζει τη ζωή της Περσεφόνης, αφού μοιράζει το χρόνο της μεταξύ Εδιμβούργου (διδάσκει στο Πανεπιστήμιο) και στην Ελλάδα. «Να ζεις μεταξύ φωτός και σκότους; Δεν είναι και το καλύτερο. Έχεις από πάνω σου ένα γκρίζο ουρανό για μέρες κι αυτό δεν αντέχεται. Είμαι στη Βρετανία 25 χρόνια. Το χειρότερο είναι πως, αντί να έχεις πλέον συνηθίσει, σου λείπει όλο και περισσότερο το μεσογειακό φως. Νομίζω, δεν γνωρίζω κανέναν Έλληνα ή Ισπανό που να μην υποφέρει. Πολλοί έχουν συμπτώματα κλινικής κατάθλιψης».

Όμως στις σελίδες του βιβλίου που αφορούν την Ελλάδα συμβαίνουν δύο βίαια επεισόδια. Το ένα σε μια πορεία και το άλλο αφορά μια επίθεση που στοιχίζει τη ζωή ενός ήρωα. Είναι η εικόνα που έχετε για τη χώρα;
Εν μέρει μεταφέρω και ένα επεισόδιο επίθεσης σ’ ένα gay ζευγάρι φίλων μου, ευτυχώς δεν υπέκυψε κανένας στα τραύματά του. Μου είχε φανεί αδιανότητο πως στη σημερινή Αθήνα συνέβαιναν μια σειρά επιθέσεων σε gay. Το σκηνικό που περιγράφω με τα ΜΑΤ στην πορεία το έχω ζήσει εγώ. Ήμουν έγκυος και είχα εισπνεύσει τόσα δακρυγόνα που φοβόμουν, και φοβάμαι, πως μπορεί να έκανε κακό στο παιδί που γέννησα. Είμαι σχεδόν μόνιμα εδώ από το καλοκαίρι του 2014 και ταξιδεύω δίνοντας διαλέξεις στην Ευρώπη δύο φορές το μήνα. Τη βία την ένιωθα σε καθημερινή βάση. Φοβόμουν και να κυκλοφορήσω – να επισημάνω όμως πως στο Λονδίνο νιώθεις περισσότερο φόβο. Η Αθήνα είχε αλλάξει πολύ σε σχέση με την Αθήνα της δεκαετίας του ’90. Η βία πλέον είναι θεσμοθετημένη και είναι δομικό στοιχείο του φασισμού. Το συζητάνε κάποια στιγμή και οι ήρωες του βιβλίου. Πάντως μια από τις πιο σοκαριστικές στιγμές που έχω ζήσει είναι αφού πήρε ο ΣΥΡΙΖΑ την εξουσία. Είχα κατεβεί με την κόρη μου σε μια πορεία κατά των μέτρων λιτότητας. Είχα μείνει με την αφελή έως ηλίθια εντύπωση πως πλέον δεν θα υπήρχε παρουσία ΜΑΤ στις διαδηλώσεις. Θυμάμαι πως πέσαμε σε κλούβες στην Ακαδημίας και βλέποντας το παιδί τους αστυνομικούς αναρωτήθηκε αν έχουμε πόλεμο και άρχισε να κλαίει. Ζήτησα να μπει για λίγο σ’ ένα περίπτερο για να μη βλέπει...

Μα πώς πιστέψατε πως δεν θα υπάρχουν ΜΑΤ; Τι είχατε στο μυαλό σας όταν ανέλαβε ο ΣΥΡΙΖΑ την εξουσία;
Εννοείται πως τον έχω ψηφίσει. Κάποια στιγμή θεώρησα πως ένα τέτοιο, πολύ δυναμικό κατά τη γνώμη μου, κόμμα είχε τη δυνατότητα να έχει μια ουτοπική πολιτική σε μακροοικονομικό επίπεδο. Όμως, δεν θα ήθελα να κάνω ακόμη κριτική. Υπάρχουν ανοιχτοί λογαριασμοί. Ελπίζω πως όσοι είμαστε στην Αριστερά έχουμε ιδεολογικές σχέσεις που απλά τυγχάνει να συμπίπτουν με κάποιες κομματικές.

«Στο Ελσίνκι παρακολουθούσε τις πολιτικές εξελίξεις, αυτό το δράμα, την πλημμύρα, το θέατρο της αποσύνθεσης από την απόσταση που της επέτρεπε η εξασφάλιση στέγης, θέρμανσης και φαγητού... Έφτασε στο σημείο να μην μπορεί να φανταστεί τον επόμενο χρόνο, πόσο μάλλον την επόμενη δεκαετία. Φυσικά καταλαβαίνει ότι το σφάλμα δεν είναι της ανθρώπινης βιολογίας, δεν είναι θέμα μηχανικής αλλά οργάνωσης της ανθρώπινης κοινωνίας». (σελ. 191)
Η μία από τις ηρωίδες του βιβλίου σας, η Αντιγόνη, παρατάει το Ελσίνκι με όλα τα καλά της οργανωμένης κοινωνίας προκειμένου να γυρίσει στην Ελλάδα. Σας περιέχει η στάση της;
Οι ιστορικές συνθήκες, το καζάνι που βράζει, είναι αυτές που την εξωθούν. Θέλει να είναι μάχιμη και έχει την ανάγκη να βρει συμμάχους. Αυτοί θα προέκυπταν και μέσα από μια φιλική ή μια ερωτική σχέση. Γνωρίζω πάντως πως στο επίπεδο του εφικτού δεν μπορούμε να υπερβούμε όλα τα περιβάλλοντα εξουσίας – το λέω και αναφορικά με το συμβολισμό που έχει αυτό το όνομα.


Η μόνη εμφανής παραβίαση εξουσίας από μέρους της είναι αυτή της μητέρας. Σε μια σπαρακτική σκηνή παρατάει το παιδί της και φεύγει χωρίς ορατό στόχο.
Τι να πω; Είμαι και μητέρα και προφανώς μου είναι αδιανόητη η πράξη της. Το λέω βέβαια από μια θέση προνομιακή. Υπάρχουν πολλές γυναίκες που έχουν παρατήσει τα παιδιά τους για να βρουν δουλειά εκτός της χώρας τους, ώστε σήμερα να μιλάμε για μια παγκόσμια βιομηχανία. Πάνω σ’ αυτό θα μπορούσαμε να ανοίξουμε μια μεγάλη θεωρητική συζήτηση...


Θα μπορούσατε να ακολουθήσετε το δρόμο της;
Ποτέ δεν θα είχα το κουράγιο να αφεθώ έτσι, χωρίς χρήματα και όπου βρεθώ. Έχω γνωρίσει τέτοιους ανθρώπους και έχω σοκαριστεί. Πάντοτε είχα μισθό και δεν μπορούσα να διανοηθώ πώς θα ζήσω σε επισφαλείς συνθήκες. Μια φορά είχα μείνει άνεργη στη Βρετανία και ήθελα να πάρω πιστόλι και να πυροβολώ. Ήμουν 24 χρονών και ακόμη δεν μπορώ να ξεχάσω εκείνη την περίοδο.


Όταν η Αντιγόνη αντιλαμβάνεται πως δεν υπάρχουν «οδοφράγματα» στην Ελλάδα, σχεδόν καταρρέει. Κι εδώ είστε εσείς;
Μισώ τον καπιταλισμό. Όμως, δεν είμαι διατεθειμένη να παίξω τους κλέφτες και αστυνόμους στο αστικό τοπίο. Δεν θα βάλω στην ίδια ζυγαριά το αντάρτικο πόλεων και τον ισπανικό εμφύλιο. Ως άνθρωπος όμως απεχθάνομαι τη βία. Πρώτα θα πρέπει να εξετάσουμε όλα τα υπόλοιπα περιθώρια. Πάντως για να απαντήσω ειλικρινά… Η ζωή της Αντιγόνης περιέχει γεγονότα από τη ζωή μου, αλλά δεν είναι εγώ. Δεν ξέρω όμως αν τελικά θα ήθελα να είμαι αυτή.


Οι ήρωές σας έχουν διεθνές βλέμμα –αν και δεν μπορούν να απαλλαγούν από την παιδική πατρίδα– αλλά δείχνουν να μην τους χωράει η Ευρώπη. Νιώθετε ανέστια;
Δεν είναι τυχαίο πως όλοι οι ήρωες έχουν καταγωγή από χώρες της Δυτικής Ευρώπης. Έχουν συνηθίσει για χρόνια να περνούν σύνορα χωρίς διαβατήριο. Έτσι έχω ζήσει κι εγώ. Μπορούσα να περάσω τα σύνορα μόνο και μόνο για ένα πάρτι. Όμως, απότομα, ως Ελληνίδα, άρχισα να βιώνω μια άλλη κατάσταση μετά το 2010, που με υποχρέωσε να ξαναδιαπραγματευτώ την έννοια πατρίδα – αν και με ενοχλεί ως λέξη γιατί έχει πατριαρχική ρίζα. Δηλώνοντας Ελληνίδα άρχισα να νιώθω αλλαγή συμπεριφοράς. Πως μετράει πλέον η χώρα καταγωγής.


Γι’ αυτό και επιλέξατε το Ελσίνκι απ’ όπου δραπετεύει η Αντιγόνη; Επειδή η Φινλανδία είναι μια τόσο επικριτική απέναντι στην Ελλάδα χώρα;
Έχω άμεση σχέση με το Ελσίνκι. Ο πατέρας της κόρης μου είναι Φινλανδός. Μαζί είχαμε κατέβει εδώ σε πορεία κρατώντας πλακάτ γραμμένα στα φινλανδικά κατά της κυβέρνησής τους. Ακόμη και σήμερα εκεί δεν μπορείς πουθενά να διαβάσεις κάτι καλό για την Ελλάδα. Εδώ στη Σκωτία, που είναι πιο φιλελληνική χώρα, αρχίζουν να αλλάζουν οι συζητήσεις. Έχω υποστεί ντροπιαστικές καταστάσεις και μέσα στο πανεπιστήμιο. Ήμουν σε μια επιτροπή και όταν αναφέρθηκε η Ελλάδα ο πρόεδρός της έβαλε τα γέλια. Θυμάμαι πόσο είχα κοκκινήσει. Ξαφνικά άρχισα να δέχομαι ερωτήσεις για το «σπίτι μου στην Ελλάδα» λες και δεν έμενα εκεί. Αρνιόμουν να γράψω για πολύ καιρό και αυτό το βιβλίο το έγραψα σε λίγους μήνες. Γιατί ήξερα πως ήθελα να περιγράψω αυτή την καταρέουσα πραγματικότητα. Γι’ αυτό και η αναφορά στον Μπένγιαμιν μέσα στο βιβλίο (σ.σ. Γερμανός μαρξιστής φιλόσοφος. Μεταξύ άλλων έγραψε την «Κριτική της βίας», τις «Θέσεις για τη φιλοσοφία της Ιστορίας»). Τόσο εγώ όσο και οι ήρωες είμαστε σα να τρέχουμε στα Πυρηναία...

«“Τι θα πει είσαι ερωτευμένος;”
“Γιατί έχεις ξεχάσει;”
“Όταν θυμάμαι πώς ξεκινήσαμε με τον Έλιας, και τι βγήκε απ’ αυτό, με καταβάλλει η ματαιότητα.”
“Ξεκινήσατε ως Οκτωβριανή Επανάσταση και καταλήξατε Σοβιετική Ένωση ”».
(σελ. 129)

Στο βιβλίο σάς απασχολεί ο έρωτας ως συνθήκη ανατροπής. Ακόμη και ο Μπένγιαμιν εισχωρεί μέσω του έρωτά του για την Άσια Λάτσις.
Αυτό με ενδιέφερε. Ο έρωτάς του γι’ αυτήν τον οδήγησε στον κομμουνισμό. Πολλοί από εμάς δεν ψάχνουμε μια Λάτσις ή έναν Μπένγιαμιν, τελικά; Αλλά είναι τόσο δύσκολο να τους βρούμε.

Μας διακόπτει μια κοπέλα που πληροφορώντας μας πως πάσχει από σκλήρυνση κατά πλάκας ζητάει να τη βοηθήσουμε αγοράζοντας ένα CD. Νιώθουμε άβολα, κατεβάζουμε το βλέμμα μέχρι που ψιθυρίζω «ευχαριστώ δεν...». «Είμαι τελείως αντίθετη στη φιλανθρωπία» θα μου πει μετά. «Δεν δίνω ποτέ. Μέχρι που πρόσφατα ήμουν σ’ ένα μπαρ και ζήτησε βοήθεια μια Ελληνίδα, ίδια με εμένα σε πιο νεανική ηλικία, και της έδωσα χρήματα. Έδωσα 10 ευρώ να πάρω δύο κεριά, εγώ ο άνθρωπος που δεν έχει δώσει ποτέ τίποτα στη ζωή του! Και το έχω ξανακάνει, πάλι με Ελληνίδα. Αρχίζω να συνειδητοποιώ πως άρχισε να με καταλαμβάνει ένας ιδιότυπος ρατσισμός. Αν ήταν ξένη, μάλλον δεν θα έδινα. Αν ήταν πιο φτωχικά ντυμένη μπορεί να έδινα περισσότερα. Δες πώς μπαίνεις σε μια βίαιη διαδικασία. Γι’ αυτό και οι ήρωές μου δεν νιώθουν καλά με τον εαυτό τους, ξαφνικά τον λυπούνται. Τελικά η ιστορική συγκυρία σε κάνει να αηδιάζεις με εσένα».
«Οι περισσότεροι είχαν σπουδάσει φιλοσοφία, όπως ο Έλιας, και είχαν εκ των προτέρων την τάση να σκέφτονται αφαιρετικά και να γενικεύουν. Η ανθρώπινη φύση σήμαινε γι’ αυτούς περισσότερα από την ανθρώπινη ιστορία, της οποίας την εξέλιξη αντιλαμβάνονταν ως επί το πλείστον ως άσχετη με την προσωπική τους θέση στον κόσμο». (σελ. 85)
Σε κάποιο σημείο του βιβλίου λέτε «ασφαλώς δεν αρκεί το να αλλάξει κανείς μόνο τον εαυτό του». Αντίθετη με μια κοινή δοξασία;
Ναι είμαι καθέτα αντίθετη της θεωρίας που λέει «αλλάζουμε την μονάδα και έτσι θα αλλάξουμε τα πράγματα». Πώς θα γίνει αυτό; Αφού η μονάδα παράγεται από το ίδιο το σύνολο. Δεν μπορούμε καν να καταλάβουμε πώς διαμορφώνονται οι υποκειμενικότητες.

Γι’ αυτό γράψατε το βιβλίο;
Γιατί ήθελα να αποδώσω την αδυναμία να υπάρξουμε ως αυστηρά ατομικές οντότητες χωρίς να μας διασχίζει η ίδια η ιστορία. Τα δύο ζευγάρια του βιβλίου ουσιαστικά καταστρέφονται λόγω της αδυναμίας τους να ταυτιστούν με την ιστορική στιγμή.

«Ξέρεις, όταν η προσωπική σου ζωή πάει στο διάολο παράλληλα με την ιστορική σου πραγματικότητα κι είσαι αρκετά ρεαλιστής για να το παραδεχτείς, τα περιθώρια δεν στενεύουν απλώς... περάσαμε ώρες να συζητάμε τι σημαίνει να ταξιδεύεις κάπου για ν’ ανακτήσεις την ψυχραιμία σου απέναντι στα δεδομένα και να διαπιστώνεις ότι έχεις φτάσει εκεί σε λάθος χρόνο». (σελ. 377)
Και από την άλλη, τους ήρωες χωρίς τις αβεβαιότητες ή τις ασάφειες των πρωταγωνιστών τούς κρατήσατε δευτεραγωνιστές. Γιατί;
Ενδιαφέρον αυτό που λέτε, δεν το είχα συνειδητοποιήσει. Μπορεί να είχα τελικά την ανάγκη ως συγγραφέας και ως άνθρωπος να υπάρχουν ήρωες με περισσότερες βεβαιότητες, αλλά ηθελημένα ή άθελά μου να τους έδωσα δεύτερο ρόλο. Ίσως γιατί οι πρωταγωνιστές, έτσι όπως είναι δομημένοι, με πονούν περισσότερο. Οι χαρακτήρες του βιβλίου βασίζονται σε ανθρώπους τους οποίους έχω γνωρίσει. Έχω ζήσει μαζί τους. Είναι διανοούμενοι και παιδιά της φύσης που θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο.

Μου εξομολογείται πως προτιμάει να γράφει σε πολυγλωσσικά περιβάλλοντα ώστε να μένει μόνη με τη μητρική της γλώσσα. Πως σιχαίνεται τα αστυνομικά μυθιστορήματα, πως επηρεάστηκε από την Άιρις Μέρντοχ και πως έχει μείνει σε μια διεύθυνσή της. Μου αναφέρει πως έχει ζήσει στην κοινότητα που αναφέρει στο βιβλίο, γι’ αυτό και διατηρεί το δικαίωμα να κάνει κριτική, για το εξερευνητικό πλοίο «RV Hercalitus», από το οποίο δανείστηκε το πλοίο Πραγματικότητα στο «Αεροπλάστ», αλλά δεν θέλει να αναφερθούν λεπτομέρειες ώστε να αναζητήσει ο ίδιος ο αναγνώστης πληροφορίες.


Οι φίλοι το γνωρίζουν πως τους «δανειστήκατε»;
Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που κυκλοφορούν στο βιβλίο έχουν κάνει τα περισσότερα από τα πράγματα του βιβλίου. Είναι ένα ντοκουμέντο της σύγχρονης ευρωπαϊκής πραγματικότητας, μέσα και από εμπειρίες, σκέψεις, πράξεις ανθρώπων που συναναστρέφομαι, με τη διαμεσολάβηση της συγγραφικής ματιάς. Είναι μια προσπάθεια να βρω τους τρόπους για να μη σκληρύνουμε ως άνθρωποι, παραδομένοι σ’ ό,τι συμβαίνει. Πάντως είναι γεγονός πως όταν γράφεις σε μια μικρή γλώσσα έχεις μια τεράστια ελευθερία να δανείζεσαι αληθινές καταστάσεις. Τελικά όχι, δεν τους το έχω πει. Αν το ήξεραν δεν θα είχα φίλους (γέλια).

Δεν υπάρχουν σχόλια: