γράφει ο Γιώργος Τούλας
Στον τρίτο όροφο μένει ένα ζευγάρι γύρω στα σαράντα, που πρόσφατα απέκτησε ένα μωρό.
Ο άνδρας αγαπά γύρω στις οκτώ να παίζει μπουζούκι. Το κάνει με πολλή αφοσίωση, χειμώνα-καλοκαίρι. Για μισή ώρα, τρία τέταρτα, προβάρει δυο-τρία ρεμπέτικα, τα τραγουδάει κιόλας. Όχι πάντα με μεγάλη επιτυχία αλλά πάντα με την ίδια αγάπη.
Συνήθως δεν έχω τον χρόνο να απολαύσω το μικρό, και καμιά φορά άτεχνο, κονσέρτο. Τώρα έχω πολύ χρόνο. Πλησιάζω το παράθυρο του φωταγωγού μέσα στο αποθηκάκι. Με σβησμένο το φως. Μόλις ακουστεί η πρώτη νότα, το ανοίγω. Στην καθημερινότητα της οικοδομής, ανάμεσα σε φωνές παρουσιαστών τηλεόρασης που λένε απειλητικά νέα για τον ιό και παιδιά που τσιρίζουν σε διαμερίσματα, οι νότες από το μπουζούκι του άνδρα στον τρίτο μοιάζουν η ωραιότερη συναυλία του κόσμου.
Είναι το σήμα ότι η ζωή συνεχίζεται και θριαμβεύει. Δεν τον έχω συναντήσει στην είσοδο ή στο ασανσέρ. Όταν τον βρω όμως θα του πω ένα μεγάλο ευχαριστώ. Γι' αυτό το δώρο.
Γι' αυτό το φως που ανεβαίνει κάθε απόγευμα από τον φωταγωγό και φτάνει ψηλά στις καπνοδόχους και από κει στον ουρανό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου