3.5.07

ΝΕΟΤΗΤΑ - ΠΟΘΟΣ ΚΑΙ ΘΑΝΑΤΟΣ

Ένα δίπτυχο πρόγραμμα, με τίτλο «Νεότητα: Πόθος και θάνατος», παρουσιάζουν, το περιοδικό «Εντευκτήριο» και το Θέατρο Τέχνης «Ακτίς Aελίου» τη Δευτέρα 7 Mαΐου 2007, ώρα 9 μ.μ., στο «Underground Eντευκτήριο», με ελεύθερη είσοδο.
To θεατρικό αυτό αναλόγιο αξιοποιεί δύο κείμενα αφιερωμένα στη νεότητα: «Επιτάφιος στον Άδωνη» του αρχαίου ποιητή Βίωνα (μετάφραση: Δήμητρα Κωτούλα) και «Η παλίρροια» του Γάλλου συγγραφέα Andre Pieyre de Mandiargues (μετάφραση: Ευγενία Γραμματικοπούλου). Και τα δύο κείμενα έχουν δημοσιευτεί στο παρελθόν στο «Εντευκτήριο».
Πρόκειται για μια συνομιλία ανάμεσα στη θηλυκή νιότη, προκλητική, αισθησιακή, φυσική, και στην αρσενική νιότη, ατίθαση, ενεργητική, καταστροφική· μιά συνομιλία ανάμεσα στον Πόθο και στον Θάνατο.
Διαβάζουν η κυρία Λίνα Λαμπράκη και ηθοποιοί του Θεάτρου Τέχνης «Ακτίς Αελίου». Σκηνοθετική επιμέλεια: Νίκος Σακαλίδης.

ΒΙΩΝ: «ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΣΤΟΝ ΑΔΩΝΗ»
Ο Βίων γεννήθηκε στη Φλώσσα, κοντά Σμύρνη και άκμασε ανάμεσα στο δεύτερο μισό του 2ου και το πρώτο μισό του 1ου αιώνα π.Χ. Κατέχει την τρίτη και τελευταία θέση στον κανόνα των βουκολικών ποιητών. Από το σύνολο του έργου έχουν φτάσει ως εμάς μόνο οι 98 στίχοι του «Επιταφίου στον Άδωνη» και 17 άλλα ποιητικά αποσπάσματα, από 1 έως 18 γραμμές.
Ο «Επιτάφιος στον Άδωνη», τοποθετημένος στο τέλος μιας ολόκληρης ποιητικής παράδοσης, της βουκολικής ποίησης, θεωρήθηκε από την φιλολογική έρευνα των Αλεξανδρινών ήδη χρόνων, αλλά και των μεταγενέστερων, ως μία μάλλον χαριτωμένη έκφραση κοινότοπων ιδεών εμποτισμένη από μια αβρά επεξεργασμένη φολκλορική διάθεση και ένα ανάλαφρα τρυφερό ερωτικό χρώμα. Ως έργο μπορεί να παραπέμπει στους τελετουργικούς θρήνους για τον νεκρό Άδωνη, με κυριότερους προδρόμους του το έργο του Καλλιμάχου, αλλά θεωρήθηκε ότι οπωσδήποτε στερείται της δικής τους ζωντάνιας και αμεσότητας.
Όπως παρατηρεί η μεταφράστριά του, Δήμητρα Κωτούλα, ο «Επιτάφιος στον Άδωνη» διαβάζεται αδιάκοπα και επηρεάζει καθοριστικά την ιστορία της λογοτεχνίας. Λατίνοι ποιητές, όπως ο Κάτουλλος, τον ανακαλύπτουν με ενθουσιασμό, γίνεται «κείμενο-κανόνας» από τα πιο βασικά, εμπνέει ποιητές και συγγραφείς ως τον Γρηγόριο Ναζιανζηνό και τους σύγχρονούς του μυθιστοριογράφους. Το κείμενο συμπεριλαμβάνεται σε όλες της μεταγενέστερες ποιητικές ανθολογίες του μεσαίωνα και από τον 16ο αιώνα, οπότε χρονολογούνται και οι πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις του, μπαίνει θριαμβευτικά στην ιστορία της παγκόσμιας λογοτεχνίας και τέχνης γενικότερα. Ενδεικτικά αναφέρονται η επιρροή του ύμνου στο σαιξπηρικό «Αφροδίτη και Άδωνης», η περίφημη ωδή του Σέλλεϋ για τον τόσο πρόωρο θάνατο του ομότεχνού του Κήατς, το Κάντο 47 του Έζρα Πάουντ, που στην πραγματικότητα αποτελεί μια γοητευτικότατη προσπάθεια εκ νέου “ανάγνωσης” του έργου του ποιητή των ελληνιστικών χρόνων, η καθοριστικότατη τέλος επιρροή του στο έργο του Ανδρέα Σενιέ.

Η λατρεία του νεαρού θεού του έρωτα και ευνοούμενου της Αφροδίτης πρωτοεμφανίζεται τον 7ο αιώνα. Τα «Αδώνια» είναι ήδη καθιερωμένη γιορτή στην Αθήνα του 5ου και 4ου αιώνα π.Χ. ― τελούνται αποκλειστικά από γυναίκες έξω από κάθε κρατική επίβλεψη, συμμετοχή ή ανάμειξη. Σύμφωνα με τον μύθο, ο νεαρός έρωτας της Αφροδίτης πληγώνεται θανάσιμα από άγριο κάπρο και την τελευταία στιγμή τον σώζει η χθόνια Περσεφόνη, με τον απαράβατο όμως όρο να περνά έξι μήνες του χρόνου μαζί της, στον Κάτω Κόσμο. Δεν είναι τυχαίο που ο Άδωνης λατρεύτηκε ως σύμβολο και ενσάρκωση της Ανάστασης, της πνευματικής και φυσικής Αναγέννησης, της επιστροφής της Ομορφιάς.

André Pieyre de Mandiargues: «Η παλίρροια»
Ο Ντε Μαντιάργκ (Παρίσι, 1909-1991), με ρίζες από τη Νορμανδία και τη Νότια Γαλλία, εγγονός του συλλέκτη έργων τέχνης Paul Bérard, αναπτύσσει από μικρός ιδιαίτερη σχέση με την τέχνη, πρόδηλη στην αισθητική αρτιότητα του μετέπειτα έργου του. Τη συνακόλουθη κλίση του προς την αρχαιολογία την καλλιεργεί άτυπα ταξιδεύοντας, γοητευμένος κυρίως από χώρες της Κεντρικής Αμερικής και της Δυτικής Μεσογείου. Με ομολογημένες τις επιρροές του από τον υπερρεαλισμό, τον Λωτρεαμόν, το μπαρόκ, το ελισαβετιανό θέατρο και τον γερμανικό ρομαντισμό, ο Ντε Μαντιάργκ είναι ο συγγραφέας ενός πολυσύνθετου έργου (ποιητικές συλλογές, μυθιστορήματα, διηγήματα, θεατρικά έργα, κριτικά κείμενα για την τέχνη, την ποίηση και την πεζογραφία, καθώς και μεταφράσεις από τα αγγλικά, τα ιταλικά, τα ισπανικά και τα ιαπωνικά).
Το 1947 γνωρίζεται με τον André Breton αλλά αρνείται να ενταχθεί στο υπερρεαλιστικό κίνημα, προτιμώντας την επιτακτική μοναξιά του «αμφίβιου ζώου», όπως αυτοαποκαλούνταν, και ιχνηλατώντας τον «Παν-ικό κόσμο», απ’ όπου δηλώνει ότι αντλεί την καλύτερη έμπνευσή του. Διερευνά στο έπακρό τους την εκζήτηση της γλώσσας και τις δυνατότητες του φαντασιακού, το οποίο μαζί με τον ερωτισμό συνιστά το κύριο δίπολο της θεματικής του. Από νωρίς είχε χαρακτηριστεί ως ο «καθ’ όλα πλέον ιδιότυπος συγγραφέας της γενιάς του» και ουσιαστικά καθιερώθηκε ως εστέτ. Τρέφοντας μια σχετική «περιφρόνηση για την πραγματικότητα» και κυριευμένος από μια «δίψα για το ανεπίκαιρο», καταφεύγει στο όνειρο και την ονειροπόληση για να συνθέσει ένα σύμπαν σιβυλλικό, γεμάτο πλάσματα ιδιόμορφα, συχνά αλλόκοτα και συμβάντα παράδοξα.
Το 1951 του απονεμήθηκε το βραβείο Κριτικών για τη συλλογή διηγημάτων «Soleil des Loups »και το 1967 το βραβείο Goncourt για το μυθιστόρημα «La Marge». Στο ευρύτερο κοινό έγινε γνωστός με το μυθιστόρημα «La Motocyclette» (1963).
Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα διηγήματα «Το αίμα του αμνού» («Le Μusée noir», 1946) και «Ροδογύνη» («Feu de braise», 1959) σε μετάφραση Λήδας Παλλαντίου (εκδ. Άγρα, Αθήνα, 1985), το μυθιστόρημα Το περιθώριο («La Marge», 1967) σε μετάφραση Γιώργου Ξενάριου (εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα, 2002) και δύο δημοσιεύσεις σε περιοδικά σε επιμέλεια Ευγενίας Γραμματικοπούλου («Εντευκτήριο», τεύχος 62 και «Ποίηση», τεύχος 25).

Δεν υπάρχουν σχόλια: