Το πρώτο βιβλίο ενός νεαρού ποιητή κρύβει μια κάποια συγκίνηση για
τον αναγνώστη. Τα ποιήματα του Ενο Αγκόλλι (γενν. 1994), υπό τον τίτλο
«Ποιητικό αίτιο» (εκδ. Εντευκτηρίου, 2015), επαναφέρουν τη λεγόμενη
γραφή της αθωότητας: ανυποψίαστα –από φόρμες, σχολές και κριτική–,
δυναμικά και γεμάτα από τον ενθουσιασμό της νιότης.
Ο Ενο Αγκόλλι προσφέρει μια εκδρομή σε έναν κόσμο που σιγά σιγά εξαφανίζεται και ο ποιητής αναλαμβάνει το καθήκον να τον διατηρήσει ζωντανό, ακμαίο. Ο κόσμος αυτός, ένα σύμπαν απροϋπόθετης αγάπης για τη ζωή στο τώρα και μελαγχολικής αναμονής για τη ζωή στο μέλλον, επισημαίνει το δημιουργικό μπλέξιμο του παρόντος και του μέλλοντος, ακυρώνοντας τον διαχωρισμό τους: πραγματικότητα και προσδοκία γίνονται ένα τρένο που καλύπτει το δρομολόγιο της καθημερινότητας κάθε ανθρώπου.
Ο ποιητής, εδώ, με τις φιλοσοφικές και ψυχολογικές του αναφορές, επισκευάζει τον χαλασμένο από την πολλή αλήθεια εαυτό και τον παραδίδει ως ένα όλον που αποτελείται απ’ όσα ήδη υπάρχουν και απ’ όσα είναι να ’ρθουν. Η γραφή της αθωότητας υπογραμμίζει, σχεδόν εν αγνοία του αναγνώστη, την ομορφιά που ξεχνιέται στη βιβλιοθήκη της γνωριμίας με τη δύσκολη ζωή: ανάμεσα στα ράφια της, κάπου χωμένη στη σκόνη του καιρού, αναδύεται η ξεχασμένη από καιρό λαχτάρα για πάθος και πάθη.
«Η μνήμη. Ο νευρώνας που εκτελεί τον οργασμό κι ο ίδιος που παγιδεύει τον χρόνο. Η φωτογραφία. Δειλή, επιφανειακή, σχεδόν τυχαία. Σχεδόν. Η σκουριά, η καρδιά και μια εσπέρα: Μη-με-λησμόνει», λέει ο Αγκόλλι, και ξεσκονίζει, ίδιο πανί, τις «ακαθαρσίες» που προκαλεί η πολλή εμπειρία της πραγματικότητας.
Το «Ποιητικό αίτιο» είναι η πρώιμη υπαρξιακή αναμέτρηση με την παιδικότητα, που δεν έχει να κάνει με την ηλικία· είναι η άχρονη παιδικότητα που σωματοποιεί το φαντασιακό και το μεταφράζει σε κορμί έτοιμο να γευτεί τις ατέλειες της πραγματικής ζωής.
Μένει να δούμε πώς το αίτιο της ποίησης θα γίνει –αν γίνει– αιτιατό. Και πώς, ακόμη πιο απλά, αυτή η αθωότητα θα συγκεραστεί με την ωρίμανση.
Ο Ενο Αγκόλλι προσφέρει μια εκδρομή σε έναν κόσμο που σιγά σιγά εξαφανίζεται και ο ποιητής αναλαμβάνει το καθήκον να τον διατηρήσει ζωντανό, ακμαίο. Ο κόσμος αυτός, ένα σύμπαν απροϋπόθετης αγάπης για τη ζωή στο τώρα και μελαγχολικής αναμονής για τη ζωή στο μέλλον, επισημαίνει το δημιουργικό μπλέξιμο του παρόντος και του μέλλοντος, ακυρώνοντας τον διαχωρισμό τους: πραγματικότητα και προσδοκία γίνονται ένα τρένο που καλύπτει το δρομολόγιο της καθημερινότητας κάθε ανθρώπου.
Ο ποιητής, εδώ, με τις φιλοσοφικές και ψυχολογικές του αναφορές, επισκευάζει τον χαλασμένο από την πολλή αλήθεια εαυτό και τον παραδίδει ως ένα όλον που αποτελείται απ’ όσα ήδη υπάρχουν και απ’ όσα είναι να ’ρθουν. Η γραφή της αθωότητας υπογραμμίζει, σχεδόν εν αγνοία του αναγνώστη, την ομορφιά που ξεχνιέται στη βιβλιοθήκη της γνωριμίας με τη δύσκολη ζωή: ανάμεσα στα ράφια της, κάπου χωμένη στη σκόνη του καιρού, αναδύεται η ξεχασμένη από καιρό λαχτάρα για πάθος και πάθη.
«Η μνήμη. Ο νευρώνας που εκτελεί τον οργασμό κι ο ίδιος που παγιδεύει τον χρόνο. Η φωτογραφία. Δειλή, επιφανειακή, σχεδόν τυχαία. Σχεδόν. Η σκουριά, η καρδιά και μια εσπέρα: Μη-με-λησμόνει», λέει ο Αγκόλλι, και ξεσκονίζει, ίδιο πανί, τις «ακαθαρσίες» που προκαλεί η πολλή εμπειρία της πραγματικότητας.
Το «Ποιητικό αίτιο» είναι η πρώιμη υπαρξιακή αναμέτρηση με την παιδικότητα, που δεν έχει να κάνει με την ηλικία· είναι η άχρονη παιδικότητα που σωματοποιεί το φαντασιακό και το μεταφράζει σε κορμί έτοιμο να γευτεί τις ατέλειες της πραγματικής ζωής.
Μένει να δούμε πώς το αίτιο της ποίησης θα γίνει –αν γίνει– αιτιατό. Και πώς, ακόμη πιο απλά, αυτή η αθωότητα θα συγκεραστεί με την ωρίμανση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου