28.9.13

[Δημήτρης Ρηγόπουλος] Επάγγελμα αθηναιογράφος

του Ντίνου Ρητινιώτη

πηγή: http://www.metropolispress.gr




Η πορεία του στη δημοσιογραφία ξεκίνησε το 1993, τότε που πέρασε την πόρτα της «Καθημερινής» ως μαθητευόμενος από τη Σχολή Επικοινωνίας και ΜΜΕ της Παντείου. Οπως όλοι οι… νιούφηδες του χώρου, ασχολήθηκε αρχικά με το ελεύθερο ρεπορτάζ, ενώ στην πορεία εντάχθηκε στο αντίστοιχο πολιτιστικό. Σήμερα, ο 42χρονος Δημήτρης Ρηγόπουλος αφιερώνεται σχεδόν ολοκληρωτικά σε θέματα πόλης, τα οποία καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος της αρθρογραφίας του.
«Αθηναιογράφος;» τον ρωτάω χωρίς να είμαι βέβαιος ότι θα συμφωνήσει με την… ταμπέλα μου. «Αθηναιογράφος, ναι. Αποδέχομαι τον όρο με χαρά». Αθηναιογράφος και αθηναιολάτρης λοιπόν ο Δημήτρης, φρόντισε ο έρωτάς του με την πόλη να μη μείνει πλατωνικός, παντρεύοντας τη θεωρία με την πράξη. Ετσι, εκτός από τη συνεισφορά της αρθρογραφίας του στα της Αθήνας, υπήρξε -πριν από τρία περίπου χρόνια- ένας από τους πρωτεργάτες που δημιούργησαν την πλέον πολυπληθή και ενεργή συλλογικότητα πολιτών που γνώρισε ποτέ η πρωτεύουσα, τους atenistas. «Δεν μου έφτανε μόνο να γράφω για την πόλη, ήθελα να ενεργήσω και υπέρ αυτής. Κάπως έτσι ξεκινήσαμε την προσπάθεια με τον Τάσο Χαλκιόπουλο, τον οποίο ήξερα από το μπλογκ του (σσ: το γνωστό athensville)», εξηγεί.
Το βήμα αυτό του Δημήτρη (το οποίο παρεμπιπτόντως εμένα μου μοιάζει με… άλμα) ήταν η απαρχή μιας εξέλιξης που είχε πραγματικά ανάγκη η πόλη: άνθησε η συμμετοχική συμπεριφορά των πολιτών της. Η ομάδα έγινε ταχύτατα και ευρύτατα γνωστή πραγματοποιώντας πολυποίκιλες δράσεις. Ωστόσο, ύστερα από ενάμιση χρόνο κοινής πορείας, o Δημήτρης αποχώρησε. «Τι συνέβη;» τον ρωτάω. Εκφράζει αρχικά μια διστακτικότητα, αλλά εν τέλει απαντάει: «Από ένα σημείο και μετά δεν ακολούθησα, όχι επειδή δεν μου άρεσαν οι δράσεις της ομάδας, αλλά επειδή στο μυαλό μου το είχα πλάσει κάπως διαφορετικά. Πίστευα σε κάτι πιο ‘πολιτικό’ με την ευρεία έννοια του όρου». Του ζητάω να γίνει πιο συγκεκριμένος. «Στις αρχικές μας δράσεις, για παράδειγμα, υπήρξε ένα περιορισμένο αλλά έντονο ιντερνετικό bullying από μειοψηφίες που διαφωνούσαν με τις δράσεις μας. Ως δημοσιογράφος ίσως ήμουν περισσότερο συνηθισμένος στις επιθέσεις αυτές, οι υπόλοιποι όμως δεν ήταν. Ενδεχομένως και να τρόμαξαν. Πείστηκαν έτσι ότι δεν θα πρέπει να ‘ενοχλούμε’ και να ‘προκαλούμε’ μέσα από τις δράσεις των atenistas. Ισως τελικά, μιλώντας κατόπιν εορτής και βλέποντας πόσα σπουδαία πράγματα έχουν πετύχει από τότε, θα πρέπει να ομολογήσω ότι είχαν δίκιο».
Δεν τάσσεται αναφανδόν υπέρ όλων των ομάδων πολιτών που δρουν στην Αθήνα, ωστόσο ξεχωρίζει τη δράση ορισμένων από αυτές. «Για παράδειγμα, θεωρώ πολύ σημαντικό αυτό που κάνει ο Νίκος Βατόπουλος με την ομάδα του ‘Κάθε Σάββατο στην Αθήνα’. Και δεν το λέω επειδή τυχαίνει να είναι καλός φίλος και εξαιρετικός συνάδελφος», τονίζει και εξηγεί. «Με έναν τρόπο ήπιο και διαφορετικό ενεργοποιεί πάρα πολύ κόσμο σε μια κατεύθυνση θετική. Χωρίς φωνές και φανφάρες. Πράος και κατευναστικός, βγάζει προς τα έξω στοιχεία που γενικά απουσιάζουν από την εποχή μας». Η εμπειρία του γύρω από τις ομάδες αυτές του δίνει τη δυνατότητα και να διαβάζει ανάμεσα στις γραμμές των… άτυπων καταστατικών λειτουργίας τους. «Πίσω από πάρα πολλά εθελοντικά ή ακτιβίστικα πράγματα στην ουσία υπάρχει η ανάγκη του κόσμου να συναντηθεί με τον άλλον. Υπάρχει ένα αίτημα, μια ανάγκη κοινωνικότητας γύρω από όλα αυτά, η οποία εκπληρώνεται μέσα από τέτοιου είδους ομάδες».
Η συζήτηση πηγαίνει και στον ρόλο της τοπικότητας μέσα στην παγκοσμιοποιημένη κοινωνία. «Θεωρώ πως το τοπικό αναδεικνύεται πλέον ακόμη περισσότερο. Σε έναν κόσμο τόσο μπερδεμένο, με έναν καταιγισμό πληροφοριών, απόψεων και ιδεολογιών, χρειάζεται να ακουμπήσει κανείς κάπου. Και ακουμπάει σε αυτό ακριβώς που ξέρει καλύτερα, σε αυτό που τον περιτριγυρίζει, σε αυτό που έχει μεγαλύτερη σχέση με την καθημερινότητά του. Στη γειτονιά του, στην πόλη του». Στο τοπικό επίπεδο εντοπίζει και τη λύση για την πολιτικοκοινωνική απαξίωση της εποχής. «Για να επιστρέψει ο κόσμος στην πολιτική και στα κοινά, δεν χρειάζονται οι μεγάλες ιδέες-ιδεολογίες, ούτε τα μεγάλα οράματα. Αυτά ούτως ή άλλως δείχνουν πιο μπερδεμένα και ουτοπικά από ποτέ. Αυτό που προβάλλει ως αναγκαιότητα είναι η ενασχόληση με τη μικροκλίμακά μας, με τη γειτονιά, η γνωριμία με τους ανθρώπους γύρω μας». Η στροφή προς το τοπικό, σύμφωνα με τον δημοσιογράφο της «Καθημερινής», φαίνεται και από το ενδιαφέρον που αναπτύσσουν για αυτό τα μίντια. «Η ‘Metropolis’ είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της νοοτροπίας που εστιάζει στις ατομικές ιστορίες που έχουν να αφηγηθούν κάτι πολύ ευρύτερο», εξηγεί ευλογώντας τα γένια μας.
Από τα της μικροκλίμακας τον πάω στην αντίπερα όχθη. Στα σπουδαία και μεγάλα που λαμβάνουν (ή που αναμένεται να λάβουν) χώρα στην Αθήνα. Στα έργα του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος στο Φαληρικό Δέλτα, στην αποκατάσταση του Φιξ, στο Rethink Athens… «Για κάθε έργο υπάρχουν υπέρ και κατά που μπορείς να κάθεσαι και να τα αναλύεις με τις ώρες. Συμμερίζομαι κάποιες από τις αντιρρήσεις που ίσως έχουν μερικοί επιστήμονες για διάφορα projects, αλλά είμαι υπέρ του να γίνονται και κατά του να το συζητάμε και να παραμένουμε στάσιμοι».
Περπατάμε στο πάρκο Ριζάρη, στην αγαπημένη του γειτονιά, το Παγκράτι. Λίγο πριν τελειώσουμε τη συζήτηση, προλαβαίνουμε μερικές ακόμα κουβέντες: Για την επίκαιρη Χρυσή Αυγή, που «η αντισυσπείρωση του πολιτικού κόσμου και η οικονομική εξομάλυνση θα μειώσουν τη δυναμική της». Για τα λατρεμένα του αθηναϊκά στέκια, «το Duende στη Μακρυγιάννη και Το Τσάι στη Σούτσου». Για τις Πλειάδες, «το βιβλιοπωλείο που τόσο έλειπε από το Παγκράτι». Για το νέο του μπλογκ, τοathensnotes.wordpress.com, που σύντομα θα πάρει τη μορφή site και θα μετονομαστεί σεmyathensnotes.com. «Είναι η προσωπική μου γωνιά στην οποία θα συγκεντρώνω όλα όσα γράφω και όλα όσα φωτογραφίζω με τη νέα μου μηχανή. Στο μέλλον σκοπεύω να συγκεντρώνω σε αυτό μονάχα πρωτότυπο υλικό». Τα ραντεβού μας, λοιπόν, με την αθηναϊκή του ματιά θα συνεχιστούν. Οχι μονάχα στο παραδοσιακό χαρτί της εφημερίδας που υπηρετεί εδώ και δύο δεκαετίες, αλλά και στη δυναμικότατη πια μπλογκόσφαιρα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: