10.1.19

«Σ’ έναν καρπό σταριού»




Στην πρόσφατη κριτική της της Μαίρης Γιόση για το βιβλίο ποίησης του Αργύρη Παλούκα «Άνθρωποι που γελάνε» (Εκδόσεις Κριτική), δημοσιευμένη στο τεύχος 92 του The Books' Journal, η Γιόση εστιάζει στη λέξη-κλειδί της ποιητικής του Παλούκα «πραγματογνωσία». Γράφει, ειδικότερα:
«[...] Η ιδιότυπη πραγματογνωσία του Αργύρη Παλούκα ξεκινά με τη φράση "κοιτάζω όσα ένιωσα", καθώς το αντικείμενο του βλέμματος δεν είναι ένα απτό, υλικό σώμα, αλλά ένα πράγμα περιβαλλόμενο από την αύρα ενός συναισθήματος όταν δεν είναι το ίδιο το συναίσθημα. Υλικά σώματα ή βιωματικά υλικά αυτονομούνται μέσω της ποίησης και μεταμορφώνονται μυθικά σε τοπία ή πρόσωπα. Οι αισθήσεις επιστρατεύονται όλες για να κάνουν απτό αυτό που σε λίγο θα μεταμορφωθεί σε κάτι άυλο [...]».


Αυτή η εύστοχη και διεισδυτική εστίαση μού θύμισε το κείμενο της ομιλίας της στον αθηναϊκό «Ιανό», το 2007, για το πρώτο βιβλίο ποίησης του Παλούκα, Το ξέφτι (2007), κείμενο που έως τώρα παρέμενε άστεγο. Παρατίθεται κατωτέρω. 


Γιώργος Κορδομενίδης 


της Μαίρης Γιόση

-->
Λαλεῖ πουλί, παίρνει σπυρί, κι μάνα τζηλεύει.
Διονύσιος Σολωμός, «Ελεύθεροι πολιορκημένοι», σχεδίασμα Β

Κλεμμένος από το ποίημα «Διαδοχικά» του Αργύρη Παλούκα ο στίχος που έβαλα για τίτλο στο σύντομο αυτό σημείωμά μου για την ποίησή του. Το «Διαδοχικά» δημοσιεύτηκε το 1997 στον τόμο 16 νέοι Έλληνες ποιητές, που εκδόθηκε από τη Θεατρική Εταιρεία «Πράξη». Σήμερα, δέκα χρόνια μετά, κρατώ το πρώτο του βιβλίο, Το ξέφτι, που κυκλοφόρησε φέτος από τις εκδόσεις Μανδραγόρας.
Στην ποιητική του ελάχιστου, κάθε λέξη και κάθε σιωπή γνωρίζει το βάρος της. Σε καλεί σε μαθήματα αναπνοής. Και όρασης. Γιατί, ακολουθώντας το υποκείμενο που μιλά (πότε «εγώ», πότε «εμείς»), ακολουθώντας το βλέμμα του, τρυπώνεις σε δωμάτια σπιτιών, γλιστράς σε δρόμους και σε πλατείες, κατρακυλάς σε σπλάγχνα ή σε πηγάδια, και ακόμα πιο βαθιά, εκεί που «ο θάνατος συγυρίζει κι απλώνει ρίζες σαν ευκάλυπτος», δεμένος στην τρυφερή τροχιά του σπόρου που πάει να καλλιεργήσει «νέα μυστικά χωράφια»:
      ΕΔΩ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΧΑΝΕΤΑΙ
      Πέφτει σύρμα και τυλίγει την εβδομάδα.
      Τη βραδινή του δροσιά πόσο να κρατήσει
      το σώμα;
      Το πρόσωπό σου
      για πόσο να φαντάζομαι
      τεντωμένο αντίσκηνο σε ερημική παραλία;
      Τουλάχιστον για τους νεκρούς μας ανθίζει ένα λουλούδι
       οι σπόροι του πέφτουν ξανά στα κοιμητήρια
       καλλιεργούνται νέα μυστικά χωράφια.
Στο μικροσκόπιο της ποίησης του Αργύρη Παλούκα παρακολουθείς τη μεταμόρφωση της σκόνης σε παλλόμενη υπόσταση, τη συνεχή μετάπτωση του άψυχου σε έμψυχο, του οργανικού που τυφλά συσπάται σε σώμα ερωτικό, του αφηρημένου που γίνεται «τόσο συγκεκριμένο όσο ο ενθουσιασμός».
Το βλέμμα του ομιλητή σε εξοικειώνει με αυτό το γίγνεσθαι και παραδίδεται το ίδιο σ’ αυτό, παρά τον ομολογημένο φόβο του και τη γλυκειά αποδοχή μιας θλίψης που κάποτε γίνεται φυλαχτό. Στο κάτω κάτω:
Ό,τι ο δυνατός αέρας είναι για τα δέντρα
είναι για εμάς ο φόβος,
μας σπρώχνει να ριζώσουμε.
                                        («Χωρίς θαύματα»)
Και υπάρχει πάντα η δυνατότητα, εκεί που το θαύμα λειτουργεί ακόμα, να καλοπιάσεις τη νύχτα «να ξημερώνει αργότερα την πρωινή της λύπη»: με αυτό το «ξέφτι» που, όσες φορές κι αν το κατεβάσεις στα σκουπίδια, θα επιστρέφει ανεξήγητα παρόν, ακατανόητα επίσημο, σαν ξόρκι.
Κλείνω τη σύντομη αυτή περιδιάβαση με έναν «Πρόλογο». Είναι από τη συλλογή Στους φίλους μιας άλλης χαράς (1940) του Γιώργου Σαραντάρη, ενός ποιητή που σίγουρα διεκδικεί μία θέση δίπλα στον Σαχτούρη και τον Γονατά στο εικονοστάσι του Αργύρη Παλούκα. Το διαβάζω ως αφιέρωση στον Αργύρη και σε σας, και ως εξομολόγηση: «Δεν μπορώ να βρω πια τι θέλει να πει η ποίηση. Μου διαφεύγει. Το ήξερα, αλλά τώρα μου διαφεύγει. Αν κάποιος με ρωτήσει αυτή τη στιγμή, θα ντροπιαστώ. Γιατί εξακολουθώ να είμαι ενδόμυχα βέβαιος πως η ποίηση είναι μια ουσία απαράλλαχτη, όπως και η ζωή. Και κρύβω, κρύβομαι, κάτι κρύβω, από κάποιον κρύβομαι. Σαν ν’ αρχίζω να γίνομαι τρελλός και να ντρέπομαι».

Το παρόν αποτελεί την ομιλία της ποιήτριας Μαίρης Γιόση στο πλαίσιο της παρουσίασης του βιβλίου στον Ιανό, στις 20 Νοεμβρίου 2007.

Δεν υπάρχουν σχόλια: