Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΒΛΙΑ ΣΤΟ ΚΟΜΟΔΙΝΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΒΙΒΛΙΑ ΣΤΟ ΚΟΜΟΔΙΝΟ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

9.2.16

Τρία βιβλία στο κομοδίνο της Έφης Αντωνίου



Αυτή τη στιγμή υπάρχουν τρία βιβλία στο  κομοδίνο μου.

1.
The Christmas Truceτης Carol Ann Duffy. Έφτασε ως δώρο, από φίλη – πρώην μαθήτρια, τις ημέρες των Χριστουγέννων. Το διάβαζα και το ξαναδιάβαζα για πολλές ώρες εκείνη τη νύχτα. Με συνεπήρε η ιστορία της ανακωχής των Βρετανών και Γερμανών την ημέρα των Χριστουγέννων. Η ανακωχή κράτησε μία μέρα, κατά τη διάρκεια της οποίας Άγγλοι, Γάλλοι και Γερμανοί σταμάτησαν ανεπίσημα τις εχθροπραξίες του πολέμου, έψαλλαν, αντάλλαξαν δώρα, έθαψαν τους νεκρούς τους κι έπαιξαν και ποδόσφαιρο. Ο πόλεμος ξανάρχισε την επόμενη ημέρα στα χαρακώματα. Το βιβλίο είναι ένα αριστοτέχνημα γραμμένο σε μεστό, υποβλητικό ποιητικό τόνο και δεξιοτεχνώς κοσμημένο με εικονογραφήσεις του David Roberts. Το κείμενο μου θύμισε το αρχαίο κείμενο της Ιλιάδας, όπου οι εχθροπραξίες σταμάτησαν για την περισυλλογή και τον ενταφιασμό των νεκρών ή την περίοδο των Ολυμπιακών Αγώνων, που η κήρυξη της εκεχειρίας έδινε τη δυνατότητα παρακολούθησης των αγώνων από όλους τους άνδρες ειρηνικώς.


2.
Το βιβλίο του Κωστή Κορνέτη, Τα παιδιά της δικτατορίας. Είναι ένα εξαιρετικό ιστορικό ντοκουμέντο της εποχής και διαβάζεται απνευστί. Αυτό που μου αρέσει στο βιβλίο του Κορνέτη είναι η αξιοποίηση αυθεντικών μαρτυριών πρωταγωνιστών της εποχής, όπως και η πολιτισμική πολιτική προσέγγιση των δρώμενων της εποχής. Έφτασα στη σελ. 200. Έπεται η συνέχεια.


3.
Αφού προσφάτως διάβασα τον Γιούγκερμαν, είπα να ξαναδιαβάσω τον Κίτρινο φάκελο του Καραγάτση.  Θα δείξει.

5.2.16

Ένα βιβλίο στο κομοδίνο της Ζαΐρας Παπαληγούρα



Άρτουρ Σνίτσλερ. Έρωτας και θάνατος: Δέκα Νουβέλες. Μετάφραση: Β. Χ. Παλιγγίνης. Αθήνα, Οδός Πανός 2015

Ο ΄Αρτουρ Σνίτσλερ γεννήθηκε στη Βιέννη το 1862 και πέθανε το 1931. Καταγόταν από οικογένεια Εβραίων (ο πατέρας του ήταν γιατρός και καθηγητής πανεπιστημίου). Σπούδασε ιατρική και άσκησε για κάποια χρόνια το επάγγελμα. Ωστόσο, γρήγορα αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία.

Το συγκεκριμένο βιβλίο μού το δώρισε η κόρη μου τα Χριστούγεννα, στα γενέθλιά μου… Ο τίτλος αμέσως τράβηξε το ενδιαφέρον μου... Γιατί τι άλλο υπάρχει στη ζωή εκτός από τον έρωτα και τον θάνατο; Το ότι το έχω στο κομοδίνο μου σημαίνει ότι δεν το έχω τελειώσει. Από τις δέκα νουβέλες έχω διαβάσει τις 2,5 και με συνεπήραν.



Η πρώτη ονομάζεται «Εγγύς θάνατος» και αφορά ένα νέο ζευγάρι. Ο άνδρας ανακοινώνει στην κοπέλα ότι έχει έναν χρόνο ζωής. Το διήγημα ξετυλίγει ―με απίστευτη μαεστρία, που δείχνει ότι ο Σνίτσλερ έχει βαθιά γνώση της ανθρώπινης ψυχής― την γκάμα των συναισθημάτων που στη διάρκεια της ασθένειας βιώνουν οι δύο αυτοί άνθρωποι.

Αρχικά η κοπέλα συγκλονίζεται με την πληροφορία.  Τη μια στιγμή δεν μπορεί να πιστέψει ότι ο σύντροφός της είναι βαριά άρρωστος και θα πεθάνει, την άλλη δηλώνει ότι δεν θέλει να τον αποχωριστεί, θέλει να πεθάνει μαζί του. Εκείνος, έχοντας βγει από την αβεβαιότητα για το αν είναι σοβαρά άρρωστος ή όχι, και γνωρίζοντας πλέον την αλήθεια, μοιάζει να αισθάνεται μια ανακούφιση. Προσπαθεί να την πείσει να τον εγκαταλείψει. 

Ωστόσο, γρήγορα αντιλαμβάνεται πόσο υποκριτικό είναι αυτό, καθώς αν αυτή ήταν μια πραγματική του επιθυμία θα εξαφανιζόταν χωρίς να την ειδοποιήσει. Καθώς περνά ο καιρός, ο φόβος του θανάτου τον κατακλύζει και δεν αντέχει στη σκέψη ότι θα πεθάνει ενώ κάποιες στιγμές μια μικρή ελπίδα δεν τον εγκαταλείπει.

Οι διάλογοι του ασθενούς με τον γιατρό του καθηλωτικοί… Μεταφέρω έναν εξ αυτών που σημείωσα στο βιβλίο:

Ασθενής: «Την περιφρόνηση της ζωής όταν είναι κανείς υγιής σαν τον θεό και την ήρεμη θεώρηση κατάματα του θανάτου, όταν περιφέρεται κανείς εποχούμενος στην Ιταλία και η ζωή ανθεί τριγύρω με τα ποικιλότατα χρώματα – τούτο το ονομάζω απλούστατα υποκρισία. Ας κλειδώσει κανείς έναν τέτοιο κύριο σε μια κάμαρα, ας τον καταδικάσει σε πυρετό και δύσπνοια, ας του πει ότι θα έχετε κηδευτεί μεταξύ 1ης Ιανουαρίου και 1ης Φεβρουαρίου του ερχόμενου έτους, και ας τον αφήσει να φιλοσοφήσει κάτι φωναχτά».

Γιατρός: «Και ο Σωκράτης;».

Ασθενής: « Ήταν θεατρίνος.. Αν είναι κανείς φυσιολογικός άνθρωπος αισθάνεται φόβο έναντι του Αγνώστου…».

Τη συνέχεια δεν την αποκαλύπτω…

Η δεύτερη νουβέλα, «Φυγή προς το σκοτάδι», αφηγείται τις τυραννικές φαντασιώσεις  ενός Ρόμπερτ, ο οποίος κάποιες στιγμές πιστεύει ότι η πρώην γυναίκα του δεν πέθανε αλλά πιθανόν να την σκότωσε ο ίδιος και άλλες ότι ο αδελφός του, ο οποίος είναι γιατρός, θέλει να τον κλείσει σε ψυχιατρική κλινική. Και σε αυτό το διήγημα η περιγραφή του παραληρήματος είναι εξαιρετική. Παρακολουθεί ο αναγνώστης με αυξανόμενο άγχος τις σκέψεις του Ρόμπερτ, που δείχνουν τη γνώση της ψυχοπαθολογίας που είχε ο συγγραφέας.

Η τρίτη νουβέλα, την οποία διαβάζω τώρα, τιτλοφορείται «Ονειρική νουβέλα» και προς το παρόν με έχει γοητεύσει ο διαφαινόμενος ερωτισμός.



4.2.16

Ένα βιβλίο στο κομοδίνο της Λένας Αγαθοπούλου


Francis Bacon, Blood on Pavement, 1988

Δημοσθένης ΠαπαμάρκοςΓκιακ: Διηγήματα. Αθήνα, Αντίποδες 2014, 128 σ.

Γκιακ στ’ αρβανίτικα σημαίνει αίμα, δεσμός αίματος, φόνος αντεκδίκησης, φυλή.  Εννιά τα διηγήματα του βιβλίου, ή μάλλον οκτώ, γιατί το πέμπτο, «Παραλογή», αποτελεί δημοτικό ποίημα που αφηγείται τη συνάντηση μιας νεαρής χήρας με τον Χάρο.

Αλλά η δικιά σου η καρδιά το χορτασμό δεν έχει
και το πρωί που ξύπνησες και πάλι επεινούσες
τον άντρα μου τον ακριβό λιανίζεις και τον τρώγεις
Σαν το σκυλί το άγριο που γνωριμιά δε δίνει
Μόνο χυμάει και δαγκά το χέρι που το θρέφει.

                                           (σ. 59)

Τα πρόσωπα των διηγημάτων κουβαλούν τα εγκλήματά τους, όσα διέπραξαν στη Μικρασιατική Εκστρατεία, αλλά και εγκλήματα αντεκδίκησης όταν επέστρεψαν από τον πόλεμο στο χωριό τους. Και στο χωριό δεν υπάρχει πια θέση για μερικούς απ’ αυτούς, όπως τον Αργύρη, που όταν τον ρωτάνε τι έγινε στον πόλεμο, λέει την αλήθεια, γι’ αυτό αναγκάζεται να φύγει στην Αμερική. Εκεί εξασκεί το επάγγελμα στο οποίο είναι ο καλύτερος: Να παραλύει μοσχάρια για σφαγή χτυπώντας τα «Με τη βαρειά κατευθείαν στο κούτελο, στο δοξαπατρί» (σ. 110).

Έκδηλη μεταμέλεια δεν υπάρχει γιατί τα κρίματα είναι πολύ βαριά.  Στο ερώτημα «πόσο αίμα αθώων έχεις χύσει παιδάκι μ’;», ο Αργύρης απαντάει «γι’ αυτό είναι το αίμα, πατέρα. Για να χύνεται» (σ. 115). «Αυτή είναι η αλήθεια όμως. Ούτε περηφανεύομαι ούτε ντρέπομαι» λέει ο Τακούλης (σ. 22), ενώ σε άλλο διήγημα ο αφηγητής δηλώνει: «Έχασα την πίστη μ’ κείθε πέρα. Έκαμα και είδα πράματα και κατάλαβα ότι οι χειρότεροι δαιμόνοι είναι οι ανθρώποι» (σ. 53).



Με γραφή λιτή σε αρβανίτικη διάλεκτο, ο μόλις 32 χρονών συγγραφέας μας προσφέρει μια συλλογή από σπαρακτικά διηγήματα, χωρίς έκδηλο σπαραγμό. «Κείθε πέρα στην Τουρκιά χίλιες μάνες καταριούνται τ’ όνομά μ’, ε, ας είσ’ είναι κι εδώ ακόμα μία» (σ. 116), λέει ο Αργύρης, ένας άνθρωπος σαν τους περισσότερους άλλους, που «ξέμαθαν να χαίρονται».

Άρχισα να διαβάζω το Γκιακ στο λεωφορείο. Κατέβηκα δύο στάσεις παρακάτω από το σπίτι μου, απορροφημένη από ένα διήγημα. Εξαιρετική γραφή. Περιμένω με ανυπομονησία  το επόμενο βιβλίο του Δημοσθένη Παπαμάρκου.




3.2.16

Ένα βιβλίο στο κομοδίνο του Κώστα Μαρίνου



Αθανάσιος Αλεξανδρίδης. Το πρωτάκι. Αθήνα, Καστανιώτης 2015, 120 σελ.

Δεν πρόλαβε να γίνει «βιβλίο στο κομοδίνο». Το άνοιξα στο λεωφορείο και άρχισα να διαβάζω αμέσως Το πρωτάκι του Αθανάσιου Αλεξανδρίδη. Τον συγγραφέα τον ήξερα ως ψυχίατρο και ψυχαναλυτή, κατόπιν συνέχεια και ως ποιητή, ολιγόλογο και ουσιαστικό. Αναρωτιόμουν ποιο μπορεί να ήταν αυτό «το πρωτάκι», γιατί θέλησε να ασχοληθεί με τη ζωή ενός παιδιού της πρώτης σχολικής ηλικίας, χαριτωμένου και σίγουρα προνομιούχου.

Στις πρώτες σελίδες χαμογέλασα, σε κάποιες μάλιστα με δυσκολία συγκράτησα το γέλιο μου, όμως σύντομα συνάντησα τη φράση «όταν μεγαλώσω θα τον σκοτώσω»· μια φράση-ρωγμή στην αφήγηση, η οποία έφερε και την ανατροπή στον τρόπο με τον οποία διάβασα εν συνεχεία το βιβλίο.

Το πρωτάκι, όπως και κάθε παιδί, υφίσταται την εξουσία των μεγάλων. Τρομάζει από τις λέξεις που χρησιμοποιούν, τα διπλά νοήματά που του διαφεύγουν, νιώθει οτι καθοδηγούν τη ζωή του. Όμως παράλληλα, μαθαίνει να τους κρίνει, και μάλιστα με εξοντωτική ειλικρίνεια, ενώ διαμορφώνει τις άμυνές του, ενώ ολοκληρώνει ένα πρόσωπο με το οποίο συνομιλεί με τους γύρω του, κάνοντας μαζί τους τα πρώτα βήματα συνειδητοποίησης της θέσης τους στον κόσμο.



Έτσι, το βιβλίο του Θανάση Αλεξανδρίδη αποκτά διπλό νόημα. Είναι μια αφήγηση μαθητείας, με τον μικρό ήρωα να ερωτεύεται, να βλέπει γύρω του αντιπάλους και να γνωρίζει φίλους. Όμως, ο Αλεξανδρίδης δε μένει εκεί. Συστήνει στον αναγνώστη τις διαδρομές της ψυχής, του προσφέρει και ένα μάθημα σύντομο αλλά σημαντικό, γνωριμίας με το παιδί αλλά και τον εαυτό μας.

Είχα φθάσει στις τελευταίες σελίδες όταν σταμάτησε το λεωφορείο στη στάση όπου κατεβαίνω. Είχε απομείνει το τελευταίο κεφάλαιο, εκεί όπου ο ψυχίατρος και πεζογράφος συναντά και πάλι τον ποιητή Αλεξανδρίδη και χαρίζει στο «πρωτάκι» μια μαγική στιγμή ως δώρο που θα τον συνοδεύει σε όλη του την ζωή.