16.10.08

ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΣ, ΛΑΪΝΑ, ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ, ΒΟΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ, ΣΦΥΡΙΔΗΣ ΣΤΟ ΝΕΟ ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ

Κυκλοφορεί με το νέο φεγγάρι (16 Οκτωβρίου 2008)















Μ’ ένα νέο πεζό ποίημα του Ντίνου Χριστιανόπουλου για το κόστος της ομορφιάς (των άλλων) στη ζωή μας, εμπνευσμένο από ένα μπρούντζινο γλυπτό κεφάλι του Ρωμαίου αυτοκράτορα Αλέξανδρου Σεβήρου, ανοίγει το τεύχος 82 του «Εντευκτηρίου» (Ιούλιος-Σεπτέμβριος 2008, 192 σελίδες, 10 ευρώ)

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ    Το τεύχος προδημοσιεύει ένα απόσπασμα από το τελευταίο, ανέκδοτο μυθιστόρημα «Μαμά, φοβάμαι» της Στέλλας Βογιατζόγλου, που πέθανε πρόσφατα, μόλις στα 58 της χρόνια.

Ακόμη, ένα ζωοφιλικό διήγημα του Περικλή Σφυρίδη και πεζά των Δημήτρη Νόλλα, Ηλία Λ. Παπαμόσχου και Τζένης Οικονομίδη. Ο Άκης Δήμου δημοσιεύει έναν θεατρικό μονόλογο όπου αφηγείται την πραγματική ιστορία της δολοφονίας του εικαστικού καλλιτέχνη Danny Thomason από την εκδικητική ερωμένη του, που συντάραξε την καλλιτεχνική κοινότητα. 

Το εκτενές διήγημα του Ηλία Μαγκλίνη «Η κουβεντιασμένη» εκτυλίσσσεται στη Θεσσαλονίκη του 1948, όταν ένα τάγμα του Δημοκρατικού Στρατού έπληξε την πόλη με βολές πυροβολικού. 

Η Ολυμπία Γλυκιώτη μεταφράζει ένα νεανικό “νουάρ” πεζό του Ζαν-Πατρίκ Μανσέτ, ποτισμένο από τζαζ μουσικές, κι ο Φοίβος Ι. Πιομπίνος παρουσιάζει το εντυπωσιακά επίκαιρο διήγημα του Εμίλ Ζολά «Ένα θύμα της διαφήμισης», για το τι μπορεί να πάθει κάποιος αν παίρνει τοις μετρητοίς όσα ισχυρίζονται οι διαφημίσεις αλλά και με αιχμές για τον τρόπο με τον οποίο ενίοτε ασκείται (ήδη από την εποχή του Ζολά) η κριτική της λογοτεχνίας. 

Επίσης, δημοσιεύεται ένα διήγημα τού (πιθανότατα πρωτομεταφραζόμενου στα ελληνικά) Ολλανδού Φ. Μπ. Χοτζ που είχε μεταφράσει για το «Εντευκτήριο» η επίσης πρόσφατα και πρόωρα χαμένη Στέλλα Τιμωνίδου, γεννημένη στη Θεσσαλονίκη, που όμως εργάστηκε πολλά χρόνια ως εκπαιδευτικός στη βόρεια Ευρώπη.

Η Μαρία Λαϊνά δημοσιεύει έξι «Βήματα για τη νύχτα» (μικρά ποιήματα), ο Γιώργος Μαρκόπουλος υμνεί ένα «Νεκροταφείο αυτοκινήτων», ενώ νέα ποιήματά τους δημοσιεύουν ακόμη οι Χάρης Βλαβιανός, Γιάννης Γκούμας, Ιωσήφ Βεντούρας, Δημήτρης Λεοντζάκος, Δήμητρα Κατιώνη, Γιώτα Αργυροπούλου και ο Αλβανός μετανάστης Λουάν Τζούλις, που συστεγάζει τα ποιήματά του υπό τον εύγλωττο υπέρτιτλο «Δεν είμαι ξένος στα ποιήματά μου».

ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ     Πολυσέλιδη είναι και στο τεύχος αυτό η ενότητα των βιβλιοκρισιών και παρουσιάσεων νέων εκδόσεων, όπου γράφουν οι: Βαγγέλης Βαγγέλης Χατζηβασιλείου (για το βιβλίο της Μαρίνας Καραγάτση, «Το Ευχαριστημένο ή Οι δικοί μου άνθρωποι»), Τιτίκα Δημητρούλια (Πέτρου Μάρκαρη, «Παλιά, πολύ παλιά»), Αθανασία Τσατσάκου (Τίτου Πατρίκιου, «Η νέα χάραξη»), Δημήτρης Δασκαλόπουλος (Γ. Θεοτοκά - Γ. Κ. Κατσίμπαλη, «Αλληλογραφία [1930-1966]»), Θανάσης Ε. Μαρκόπουλος (Μάριου Χάκκα, «Άπαντα»), Λίνα Πανταλέων (Γιάννη Μακριδάκη, «Ανάμισης ντενεκές»), Γιώργος Κορδομενίδης (Μιγιούκι Μιγιάμπε, «Πύρινη άμαξα»), Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου (Ίνγκεμποργκ Μπάχμαν, «Να λέω λόγια σκοτεινά»), Δημήτρης Κόκορης (Γρηγόρη Παπαδογιάννη, «Σνιφ!»), Σοφία Νικολαΐδου (Θόδωρου Παπαγγελή, «Πανωστάφυλα»), Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης (Norberto Fuentes, «Η αυτοβιογραφία του Φιντέλ Κάστρο»), Αγνή Κουβελά (Πάνου Τζώνου, «Μουσείο και Νεωτερικότητα»)· ακόμη, οι Βασίλης Τομανάς, Γιάννης Κεσσόπουλος και Κώστας Θεολόγου προτείνουν βιβλία των Theodor Roszak, Δημήτρη Στεφανάκη και Χρύσας Φάντη, η Ελένη Χοντολίδου σχολιάζει στα πεταχτά μια σειρά από λευκώματα, ενώ στη στήλη «Βιβλία στο κομοδίνο» ο Γιώργος Κορδομενίδης ρίχνει λοξές ματιές σε μεγάλο αριθμό πρόσφατων εκδόσεων.  

«ΚΑΠΝΙΣΤΗΡΙΟ»:  Η Ελένη Κοσμά και ο Στέργιος Μήτας γράφουν για τον επιστολογράφο Φλωμπέρ, με αφορμή την έκδοση στο εξωτερικό του πέμπτου και τελευταίου τόμου της Αλληλογραφίας του, που καλύπτει την εποχή κατά την οποία ο συγγραφέας έφερε βαρέως την επιτυχία του, απεκδυόταν τις λογοτεχνικές ετικέτες και εξαπατούσε (κατά περίπτωση) ερωμένες και βιογράφους. 


Θεωρώντας μάλιστα ότι η λογοτεχνική ιστορία γύρω του “στερεοποιείται”, αγωνιζόταν πεισματικά να κρατηθεί στο περιθώριο της δημοσιότητας. «Το να δίνεις στο κοινό λεπτομέρειες για τον εαυτό σου», έγραφε έξι μήνες προτού πεθάνει, «είναι ένας μπουρζουάδικος πειρασμός στον οποίο πάντοτε αντιστάθηκα.» «Δεν έχω βιογραφία», ήταν η σταθερή απάντησή του απέναντι στην ευγενή αδιακρισία του βιογράφου.

Από την άλλη, η Βάλια Τσάιτα-Τσιλιμένη αναφέρεται στα ημερολόγια του μοντερνιστή και νεοκλασικιστή συνθέτη Σεργκέι Προκόφιεφ (1891-1953), τα οποία στο σύνολό τους αποτελούν ένα ταξιδιωτικό φιλμ, ένα ευπαρουσίαστο χρονικό γεγονότων με δραματικές αντιπαραθέσεις και εξομολογητικό τόνο. Μικρό δείγμα μια εγγραφή του 1919: «Το πρώτο μου ρεσιτάλ: Ανησυχούσα λιγάκι σχετικά με τον Bach, αλλά το ξεπέρασα χωρίς δυσκολίες. Οι Contredanses του Beethoven πήγαν πολύ καλά και η Σονάτα του Schumann πήγε επίσης αρκετά καλά […]. Μετά το ρεσιτάλ υπήρχε πλήθος ανθρώπων στο πράσινο δωμάτιο. Με τραβούσαν από τα χέρια και τους ώμους με βία λόγω της έκστασής τους.»

ΑΠΟΥΣΙΟΛΟΓΙΟ    Ο Μιλτιάδης Πολυβίου νεκρολογεί τον ποιητή και κριτικό Πάνο Θασίτη και ο Άκης Σακισλόγλου την πεζογράφο Στέλλα Βογιατζόγλου.


ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ     Την ενότητα της λογοτεχνίας σ’ αυτό το τεύχος του «Εντευκτηρίου» κοσμούν ζωγραφιές της Φωτεινής Χαμιδιελή, που γεννήθηκε και κατοικεί στη Βέροια, σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Rhode Island των ΗΠΑ, διδάσκει στη Μέση Εκπαίδευση και έχει στο ενεργητικό της 12 ατομικές εκθέσεις και συμμετοχή σε πάνω από 75 ομαδικές. Για το έργο της Χαμιδιελή γράφει η Δήμητρα Μήττα.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΝΘΕΤΟ     Στην Camera Obscura, το ένθετο του «Εντευκτηρίου» για τη δημιουργική φωτογραφία, που επιμελείται ο Άρις Γεωργίου και παράγεται με τη χορηγική υποστήριξη της THINK BEAUTY, παρουσιάζεται το πορτφόλιο του Άκη Παπαδόπουλου «Τα ιδρωμένα αλώνια». 


Γράφει ο Ηρακλής Παπαϊωάννου σχολιάζοντας τη συγκεκριμένη εργασία, που καταγράφει παραδοσιακούς αγώνες πάλης στη μακεδονική ενδοχώρα: [Πρόκειται για μια] σειρά ασπρόμαυρων έντεχνων ντοκουμέντων, όπου ξεδιπλώνεται όλη η τελετουργία: το κάλεσμα του κοινού από τους παλαιστές πριν από τον αγώνα, η πανηγυρική ατμόσφαιρα, το γυάλισμα των σωμάτων, η ένταση της μονομαχίας, το σμίξιμο ιδρώτα, χώματος και λαδιού πάνω στη γυμνή, μυώδη σάρκα. Στην ζωντανή αυτή αφήγηση παρεμβάλλονται, σαν απαραίτητα σημεία στίξης, τα πορτραίτα των παλαιστών που ποζάρουν στον φακό με αιχμηρό βλέμμα λίγο πριν από τον αγώνα. 


Οι εκφραστικές φωτογραφίες του Παπαδόπουλου ζωντανεύουν ψήγματα από τη δράση και τον χώρο στον οποίο αυτή συμβαίνει. Εδώ δεν υπάρχουν περιθώρια λαθραίας καταγραφής. Ο φωτογράφος πρέπει να μυηθεί στο τυπικό και αναπόφευκτα να γίνει αποδεκτός από την κοινότητα. […] Η φωτογραφία τέτοιων δρώμενων τελικά, πέρα από λαογραφικές επισημάνσεις, ανοίγει σήμερα ένα παράθυρο σε ένα κομμάτι του εαυτού μας επιμελώς κρυμμένο, όπου ―πέρα από το λούστρο και τις ουσιαστικές ή επιφανειακές κατακτήσεις του σύγχρονου πολιτισμού― αντηχεί ακόμη ο ζωτικός χτύπος του αρχέγονου κόσμου.»

Τέλος, από το τεύχος αυτό στην ύλη του «Εντευκτηρίου» προστίθεται μια νέα ενότητα, υπό τον προβοκατόρικο επίτιτλο «Φωτογραφίες που ίσως δεν εγκρίνει ο κ. Άρις Γεωργίου». Η αρχή γίνεται με τη σειρά «Το τέλος της ζωής όπως την ήξερα», του Γαβρήλου Κοντομανίκη.

Τα τέσσερα τεύχη ενός χρόνου κοστίζουν τουλάχιστον 40 ευρώ. Ως συνδρομητές, τα έχετε κάθε τρεις μήνες στο σπίτι σας μόνο με 30 ευρώ ετησίως.  Γραφτείτε σήμερα συνδρομητές, στέλντοντάς το μήνυμά σας στο entefktirio@translatio.gr

Επίσης, μπορείτε να έχετε σημαντικές εκπτώσεις στα βιβλία και τα cd των Εκδόσεων Εντευκτηρίου. 

 

27.9.08

ΜΑΡΓΚΕΡΙΤ ΓΙΟΥΡΣΕΝΑΡ: ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΙ ΟΙ ΜΟΙΡΕΣ






 









Γράφει ο Γιώργος Κορδομενίδης

 

Μια προσωπική μελέτη της αισθητικής του ονείρου

 

 

Μαργαρίτα Γιουρσενάρ: Τα όνειρα και οι μοίρες

Μετάφραση: Νίκος Δομαζάκης

Αθήνα, εκδόσεις Χατζηνικολή 2008, 230 σελ.

 

«Τα όνειρα και οι μοίρες» είναι ένα από τα πρώτα βιβλία της Μαργκερίτ Γιουρσενάρ. Πρωτοδημοσιευμένο το 1938, την ίδια χρονιά με τα φημισμένα «Διηγήματα της Ανατολής», μεταφράστηκε μόλις πρόσφατα στα ελληνικά, σχεδόν μισό αιώνα μετά την πρώτη του έκδοση. Ίσως επειδή δεν είναι το πιο «αφηγηματικό» της βιβλίο· ούτε μυθιστόρημα, ούτε νουβέλα, ούτε διηγήματα, είναι κατά κάποιον τρόπο μια προσωπική μελέτη της αισθητικής του ονείρου και προσπαθεί να διατυπώσει μια πειστική απάντηση στο ερώτημα γιατί το όνειρο σχηματίζεται με έναν συγκεκριμένο τρόπο.

Τα τριάντα όνειρα που περιλαμβάνονται στο βιβλίο αυτό δεν είναι οι απλές, συνηθισμένες, σύντομες εξιστορήσεις της ‘υπόθεσης’ που φανέρωσε η νύχτα αλλά λεπτομερέστατες αφηγήσεις του φόντου, των προσώπων που εμφανίστηκαν στο όνειρο κτλ. Η Γιουρσενάρ δεν περιορίζεται να πει «περπατούσα σε έναν κήπο»· εννοεί να περιγράψει τον κήπο με όλα τα χρώματα που είχε στο όνειρο. Άλλωστε,  όταν έγραψε τα όνειρά της πίστευε ότι κάθε πεζό έπρεπε να διατηρεί ένα είδος λυρικής ομορφιάς, να γέρνει προς το τραγούδι.

Λόγου χάρη, στο όνειρο «Οι ζαρντινιέρες» αφηγείται: «Είμαι σ’ ένα παιδικό δωμάτιο, που βρίσκεται στη σοφίτα ενός παλιού εξοχικού σπιτιού. Το δωμάτιο θερμαίνεται από μια σόμπα, που οι εμαγιέ πλάκες της απεικονίζουν σκηνές από τους ‘Μύθους’ του Λαφοντέν, και το πορτρέτο ενός βοσκού εποχής Λουδοβίκου ΙΕ΄, που παίζει φλογέρα, είναι κρεμασμένο στον τοίχο, πλάι στον χοντρό, μονίμως λίγο μαυρισμένο σωλήνα, από τον οποίο διαρρέει καπνός.»

Για την ίδια τη Γιουρσενάρ το βιβλίο αυτό δεν ήταν παρά η σχεδόν απεγνωσμένη απόπειρα, που κάθε έμπειρος ονειρευόμενος γνωρίζει καλά, να καταφέρει ν’ αποδώσει με λέξεις κάτι από την ένταση του χρώματος, την πολυπλοκότητα των συναισθημάτων, την ποικιλία των ενεργειών του ονείρου.

Οι αναφορές της στον κόσμο των ονείρων δεν εξαντλούνται στις σελίδες αυτού του βιβλίου της. Στο μυθιστόρημα που την έκανε δημοφιλή σε όλο τον κόσμο, τα «Αδριανού απομνημονεύματα» (1951), ο εμβληματικός ομώνυμος ήρωάς της αφηγείται τα όνειρα που είχε δει στα τελευταία χρόνια της ζωής του, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι και η ίδια η ζωή έχει κάτι από τον άυλο χαρακτήρα του ονείρου.

Επίσης, ο άλλος ξεχωριστός ήρωάς της, ο Ζήνων, ο μοναχικός αναρχικός, φιλόσοφος-αλχημιστής του 16ου αιώνα, λέει στην «Άβυσσο» (1968) ότι τα μηνύματα των ονείρων μερικές φορές βγαίνουν αληθινά, αφού αποκαλύπτουν τα μυστικά του κοιμισμένου. Θεωρεί ο Ζήνων τα όνειρα παιχνίδια του πνεύματος που αφήνεται στον εαυτό του, και μπορούν να μας πληροφορήσουν για το πώς αντιλαμβάνεται η ψυχή τα πράγματα. Απαριθμεί μάλιστα τις ιδιότητες της ύλης που αποκαλύπτονται στο όνειρο, την ελαφράδα, το άπιαστο, το ασύνδετο, την πλήρη αποδέσμευση από τον χρόνο, τη μεταβλητότητα των σχημάτων του προσώπου που κάνει να είναι ο καθένας πολλοί και οι πολλοί να μειώνονται σε έναν, το σχεδόν πλατωνικό αίσθημα της ανάμνησης, την ανυπόφορη αίσθηση μιας ανάγκης.

Στο βιβλίο «Με ανοιχτά τα μάτια», τη συνέντευξη-ποταμό στον Ματιέ Γκαλέ, η Γιουρσενάρ θα εκμυστηρευτεί: «Σπάνια βλέπω αγχώδη όνειρα. Βλέπω, κυρίως, τοπία εκπληκτικής ομορφιάς. Καμιά φορά και πρόσωπα, που είναι όμως λιγότερο σημαντικά από το τοπίο. Οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι ονειρευόμαστε σε ασπρόμαυρο. Έχω κάνει τις έρευνές μου και διαπίστωσα ότι πολλοί είναι οι άνθρωποι που ονειρεύονται, όπως και γω, σε καταπληκτικά έντονα χρώματα.»

Το δεύτερο συνθετικό του τίτλου του βιβλίου αναφέρεται στο πεπρωμένο, τον ‘κλήρο’ μιας ύπαρξης. Η Γιουρσενάρ πίστευε ότι υπάρχουν σχέσεις ανάμεσα στο πεπρωμένο ενός ανθρώπου και στα όνειρά του.

Κόρη του Γάλλου αξιωματικού Μισέλ Κληνεβέρκ ντε Κραγιενκούρ και της Βελγίδας Φερνάντ ντε Καρτιέ, η Γιουρσενάρ γεννήθηκε στις 8.6.1903 στις Βρυξέλλες. Μεγάλωσε σε περιβάλλον εύπορο και πνευματικό, γεγονός που της έδωσε τη δυνατότητα να αποκτήσει πλατιά και πλήρη παιδεία, στην οποία ιδιαίτερη θέση κατείχαν ο βουδισμός, οι Έλληνες και οι Λατίνοι κλασικοί. Σπούδασε και έζησε στην Ευρώπη μέχρι το 1942, οπότε εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Νησί των Έρημων Βουνών (Μέην, ΗΠΑ), σε ένα παλιό ξύλινο σπίτι. Έμεινε εκεί μέχρι το τέλος της ζωής της (17.12.1987) και το μοιράστηκε για σχεδόν σαράντα χρόνια με τη φίλη και σύντροφό της Γκρέις Φρηκ, κατόπιν για άλλα εφτά χρόνια με τον τελευταίο σύντροφό της (και πολύ νεότερό της) Τζέρι Ουίλσον και στο τέλος μόνη. Συνέχισε να ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο σχεδόν μέχρι τον θάνατό της. Από τα γνωστότερα έργα της: «Αλέξης» (1929), «Χαριστική βολή» (1939), «Κριτική παρουσίαση του Καβάφη» (1958), «Ο λαβύρινθος του κόσμου (3 τόμοι», 1974-1978), «Το στεφάνι και η λύρα» (μεταφράσεις αρχαίων Ελλήνων ποιητών, 1979), «Μισίμα» (1981) και άλλα.

 

 

5.8.08

Κυκλοφορεί το καλοκαιρινό «Εντευκτήριο»





Ελληνική ποίηση και πεζογραφία,

ζωγραφική, φωτογραφικό ένθετο


τεύχος 81, Καλοκαίρι 2008, τιμή 10 ευρώ




Νέα ποιήματα της Μαρίας Κέντρου-Αγαθοπούλου, του Μιχάλη Γκανά, του Αναστάση Βιστωνίτη, πεζά του Τάσου Χατζητάτση και της Λίλας Κονομάρα, ένα αφήγημα επιστημονικής φαντασίας του Ζαν-Πιερ Αντρεβόν για το τι θα συμβεί στον κόσμο μας όταν το πετρέλαιο θα έχει εξαφανιστεί (μετ.: Παύλος Μαύρος), παρουσίαση τριών σχετικά νέων συγγραφέων από την κεντρική και την ανατολική Ευρώπη, ένας μονόλογος του Λεωνίδα Προυσαλίδη αφιερωμένος στη Λούλα Αναγνωστάκη κι ένα δοκίμιο του Δ. Ν. Μαρωνίτη για τις ομηρικές γυναικείες μορφές στο αρχαίο δράμα είναι μερικά μόνο από τα περιεχόμενα του νέου, καλοκαιρινού τεύχους του «Εντευκτηρίου» (αριθ. 81, 176 σελ., 10 ευρώ), που μόλις κυκλοφόρησε.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ

Με τρία ποιήματα υπό τον κοινό τίτλο «Σκοτεινό νερό κι όμως σε φέγγει» επιμένει η Μαρία Κέντρου-Αγαθοπούλου. Γράφει στο πρώτο από αυτά: [...] Μην κρύβεσαι μην κλείνεσαι / Σαν λουλούδι της νύχτας / Σκοτεινό νερό και σε φέγγει / Εικόνα στη σκιά του σπιτιού σου / Εντός είσαι άγρυπνος και γυμνός // Έλα έλα // Στο στήθος σου άρωμα χύνω / Κόκκινα φιλιά με στόμα πορφυρό / Μιας αιματοβαμμένης μέρας


Υπάρχουν ποιητές, ελάχιστοι, πιστεύει ο Ηλίας Κεφάλας, που μιλούν την ιδιαίτερη φωνή του γενέθλιου τόπου με έναν τρόπο καθολικό και σχεδόν καταλυτικό, που αναδεικνύουν τους δεσμούς καταγωγής ως πιο ισχυρούς από τους δεσμούς του αίματος και που, πολλές φορές, τους συνταυτίζουν, συναντώνται κατά μια περίεργη φαινομενολογική συγκυρία σε ένα συνεχόμενο γεωγραφικό τόξο: πρόκειται για την άτμητη ενδοχώρα της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Δυτικής Μακεδονίας. Το τόξο δηλαδή αρχίζει από τη «μικρότατη Άρτα» του Γιάννη Δάλλα, συμπαρασύρει στο ξεκίνημά του όλη την Ήπειρο των Μιχάλη Γκανά, Νίκου Χουλιαρά, Κώστα Κρυστάλλη, για να αναφέρουμε ενδεικτικά κάποια ονόματα παλιά και καινούρια, περνά από τα φασματικά Τρίκαλα του Νίκου Παππά και τη χαμηλόβουνη Δεσκάτη του Χρίστου Μπράβου και καταλήγει στο «Μαύρο Δάσος» με τα Μακεδονίτικα πουλιά του Μάρκου Μέσκου. Τόνιζα τότε ότι οι ποιητές που έχουν τις βιολογικές αφετηρίες τους στο μισοφέγγαρο αυτό είναι άρρηκτα δεμένοι με τη γενέθλια γη. Ο εντόπιος χώρος λειτουργεί σαν ένα προστατευτικό κέλυφος πάνω από την καθημερινή τους ανάλωση. Οπωσδήποτε, όμως, το κέντρο της συμπάγειας αυτής είναι η Ήπειρος και οι Ηπειρώτες ποιητές είναι αυτοί που, κατά κύριο λόγο, επιβεβαιώνουν το φαινόμενο, κατακυρώνοντάς το ως ένα επί μέρους χαρακτηριστικό μέσα στο οικουμενικό άνοιγμα της ποίησής τους.
Από αυτή την οπτική ο Ηλίας Κεφάλας γράφει για τη «μαγνητική δύναμη της εντοπιότητας» και την εφαρμογή της στην περίπτωση του εξ Ηπείρου ποιητή.

Σ' αυτό το φόντο δημοσιεύονται τα τρία πεζόμορφα ποιήματα του Μιχάλη Γκανά, που επιγράφονται στη γενική πτώση «Γυναικών»

Από την ανέκδοτη συλλογή του «Τα ρόδα της Αχερουσίας» αποσπά επτά ποιήματα ο Αναστάσης Βιστωνίτης.

Το τεύχος περιλαμβάνει ακόμη τα τελευταία, ίσως, ποιήματα του Χρίστου Λάσκαρη, που πέθανε στις αρχές του καλοκαιριού, καθώς και ποιήματα της Ουρανίας Κουνάγια και του πρωτοεμφανιζόμενου Κωνσταντίνου Παπαχαράλαμπου.

Ο Τάσος Χατζητάτσης δημοσιεύει ένα νέο διήγημά του σε μορφή εξαιρετικά σύντομης σάγκας και η Λίλα Κονομάρα παρουσιάζει τον διαρκώς ερωτηματικό και σπειροειδή μονόλογο «Ας πάρουμε καλύτερα τα πράγματα απ’ την αρχή»· μονόλογο δημοσιεύει και ο θεατρικός συγγραφέας Λεωνίδας Προυσαλίδης, βασισμένο μάλιστα στο έργο της Λούλας Αναγνωστάκη «Διαμάντια και μπλουζ».


Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το δοκίμιο του Δ. Ν. Μαρωνίτη «Ομηρικές γυναίκες στο αρχαίο δράμα», που επιλεκτικά αλλά και αποτελεσματικά σχολιάζει την παραδειγματική εμπλοκή ηρωίδων από τα ομηρικά έπη (της Ελένης και της Κλυταιμνήστρας πρωτίστως), σε αρχαίες τραγωδίες।


Επίσης, το παιγνιώδες κείμενο του Σάκη Σερέφα για την έμπνευση και την ποίηση.


ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ

Πολυσέλιδη είναι και στο τεύχος αυτό η ενότητα των βιβλιοκρισιών και παρουσιάσεων, όπου οι Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, Μισέλ Φάις, Τιτίκα Δημητρούλια, Μαρία Στασινοπούλου, Βενετία Αποστολίδου, Λίνα Πανταλέων, Θανάσης Ε. Μαρκόπουλος, Φίλιππος Φιλίππου, Δημήτρης Κόκορης, Βάνα Χαραλαμπίδου και Παναγιώτης Γούτας γράφουν για βιβλία των Γιώργου Κοροπούλη, Γιώργου Χρονά, Σταύρου Ζαφειρίου, Γιώργου Παναγιωτίδη, Γιάννη Ατζακά, Τόλη Νικηφόρου, Νίκου Μπακουνάκη, Έλσας Κορνέτη, Μαριάννας Κορομηλά και Πέτρου Τατσόπουλου· ακόμη, ο Βασίλης Τομανάς και ο Δημήτρης Η. Παστουρματζής προτείνουν βιβλία των Βίκτορ Σερζ και Γκυ Σαζέ, ενώ στη στήλη «Βιβλία στο κομοδίνο» ο Γιώργος Κορδομενίδης ρίχνει λοξές ματιές σε μεγάλο αριθμό πρόσφατων εκδόσεων.

ΣΧΟΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΑΠΟΥΣΙΟΛΟΓΙΟ

Στο «Καπνιστήριο», η Ελένη Κοσμά και ο Στέργιος Μήτας γράφουν για τη σχέση εβραϊσμού - λογοτεχνίας αλλά και για τη «διαρκή νεότητα της Σιμόν ντε Μπωβουάρ», ενώ η Βάλια Τσάιτα-Τσιλιμένη αναφέρεται σε μια μετάφραση του «Φάουστους» του Γκαίτε από τον Κόλριτζ.

Ακόμη, η Ελένη Χοντολίδου νεκρολογεί τον διανοητή, συγγραφέα και (μεταξύ άλλων ιδιοτήτων) εκδότη του περιοδικού «Ο Πολίτης», Άγγελο Ελεφάντη, και ο διευθυντής του «Εντευκτηρίου» αποχαιρετά δύο σπουδαίες φυσιογνωμίες της Θεσσαλονίκης, την ευεργέτρια Αλίκη Τέλλογλου (του ομώνυμου ιδρύματος) και την κριτικό της τέχνης (και συνεργάτιδα του περιοδικού) Σοφία Καζάζη, καθώς και τον πεζογράφο, δοκιμιογράφο και μεταφραστή Μήτσο Αλεξανδρόπουλο.


ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ












Την ενότητα της λογοτεχνίας σ’ αυτό το τεύχος του «Εντευκτηρίου» ―με τη συνεργασία του Μανόλη Γιανναδάκη― κοσμούν έργα αποφοίτων του Εργαστηρίου Χαρακτικής της Σχολής Καλών Τεχνών Α.Π.Θ. Πρόκειται για τους: Χρύσα Μπεζιργιαννίδου (Ορεστιάδα, 1974), Γιώργο Πάλλη (Αθήνα, 1969), Ελένη Κυριακίδου (Κωνσταντινούπολη, 1968), Serhad (Serhad Tseliker Bapir, Κουρδιστάν, 1964), Δημήτρη Καρλαφτόπουλο (Αθήνα, 1971), Anna Maira Glownia (Πολωνία), Κριστιάνα Ηλιοπούλου (Ρουμανία, 1969), Ιωάννα Χάμου (Λάρισα, 1981), Παναγιώτη Καλογιάννη (Κλουζ, Ρουμανία, 1983), Ράνια Φραγκουλίδου (Κατερίνη, 1971), Ελένη Βλάχου (Θεσσαλονίκη, 1979), Ελένη Τσίρη (Καστοριά, 1967), Νένα Γεωργιάδου (Πτολεμαΐδα, 1977) και Κυριακή Φωτιάδου (Ηράκλειο, 1972).

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΝΘΕΤΟ
Στην Camera Obscura, το ένθετο του «Εντευκτηρίου» για τη δημιουργική φωτογραφία, που επιμελείται ο Άρις Γεωργίου και παράγεται με τη χορηγική υποστήριξη της THINK BEAUTY, παρουσιάζεται το πορτφόλιο της Ένης Κούκουλα «Άλλος τόπος». 

Γράφει ο Βασίλης Αμανατίδης σχολιάζοντας τη συγκεκριμένη εργασία της: « Στις φωτογραφίες της Ένης Κούκουλα, τα σώματα και τα πράγματα ―ολόκληρα ή σπαραγμένα― διακηρύσσουν με τον πιο βουβό και αθόρυβο τρόπο την απόσπασή τους από μια υποθετική ολότητα· στέκουν ως σιωπηλά μνημεία του απογαλακτισμού τους από το όλον που τα περιέχει· ασκούν, με μια αυτεξουσιότητα, το δικαίωμά τους να παραμείνουν λεπτομέρειες. Εδώ, η απόσπαση από το ενιαίο του κόσμου μνημειώνεται με την τήρηση ενός στρατηγήματος απομάκρυνσης: Oι εικονιζόμενες ανθρώπινες μορφές στρέφουν την πλάτη στο κάθε βλέμμα μας […]. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, τα αντικείμενα “αρνούνται” την πλήρη και ανεμπόδιστη θέασή τους, “προκρίνοντας” τη μερική και θραυσματική έκθεσή τους. Αυτή η συστροφή και αυτός ο επιμερισμός, ωστόσο, δε μας εμποδίζουν ποτέ να τα κατανοήσουμε. Αντίθετα, βοηθούν τον θεατή να καταλαγιάσει το σημερινό, αδηφάγο του βλέμμα και να πλησιάσει τα αποσπάσματα του κόσμου με την ίδια αργή σιωπή που του επιβάλλουν αυτοί οι διαιρεμένοι χώροι, αυτοί οι απομακρυσμένοι άνθρωποι και αυτά τα αποκομμένα αντικείμενα.»

15.7.08

Η ΑΝΘΗΣΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ

Υπήρξα και παραμένω φανατικός αναγνώστης εφημερίδων και ―κυρίως― περιοδικών· και μάλιστα ευρέος φάσματος, δηλαδή όχι μόνο των λογοτεχνικών. Κι αν μερικά λογοτεχνικά περιοδικά, με την ποιότητά τους και την οπτική τους, με ώθησαν κάποια στιγμή στο να αποπειραθώ την έκδοση του Εντευκτηρίου, τα "άλλα" περιοδικά, τα μη λογοτεχνικά, ήταν εκείνα που διαμόρφωσαν την γραφιστική αισθητική μου, όπως αυτή εκφράζεται τώρα πια στις σελίδες του δικού μου περιοδικού.

Παρακολουθώ φυσικά με φανατισμό, τα τελευταία χρόνια, τα (λεγόμενα) freee press, αν και σε μερικά από αυτά η δημοσιευόμενη ύλη είναι το πρόσχημα για τη συγκέντρωση διαφημίσεων· και για τα περισσότερα δεν ξέρω πόσο ακριβώς free μπορούν να είναι, δέσμια ακριβώς των διαφημίσεων και παρόμοιων εξαρτήσεων.

Ανάμεσα στα free press ξεχωρίζω για την ποιότητα της ύλης της την Parallaxi, κι αυτό σε μεγάλο βαθμό (ελπίζω) άσχετα από το γεγονός ότι ο εκδότης της Γιώργος Τούλας είναι φίλος αλλά κι από το ότι η Parallaxi αρκετές φορές έχει αναφερθεί επαινετικά στο Εντευκτήριο και στο υποκείμενό μου.



Στο τελευταίο τεύχος της λοιπόν η Parallaxi δημοσιεύει δύο τουλάχιστον εξαιρετικά κείμενα, που αποτελούν λαμπρά δείγματα της νέας δημοσιογραφικής λογοτεχνίας που ακμάζει στον τόπο μας και στον καιρό μας. Το ένα είναι το εκδοτικό σημείωμα του Γιώργου Τούλα, το δεύτερο είναι μια ιστορία που αφηγείται ο Παναγιώτης Ιωσηφέλης (νομίζω ότι στο Εντευκτήριο πρωτοδημοσίευσε πεζό του).

Αναζητείστε το καλοκαιρινό τεύχος του περιοδικού και διαβάστε αυτά αλλά και τα υπόλοιπα κείμενά του.
Δείγματος χάριν, παραθέτω εδώ το κείμενο του Τούλα.
Γιώργος Κορδομενίδης


Το δικό της αλλιώτικο καλοκαίρι

Πάνε τρεις μήνες που ξενοίκιασε το σπίτι. Όχι τίποτε σπουδαίο, ένα δυάρι στη Ροτόντα. Τριακόσια είκοσι ευρώ με το χαρτόσημο. Πολυκατοικία του εξήντα. Το πλήρωναν από μισό με τον Παντελή. Δυόμιση χρόνια άντεξαν μαζί. Τελευταία πιο πολλές ήταν οι γκρίνιες για τα χρέη, παρά οι χαρές. Χώρισαν στην αρχή του χειμώνα. Με τα πρώτα πετρέλαια. Τα πρώτα ανεβασμένα κοινόχρηστα. Είπε να το κρατήσει μόνη. Είχε τη σκασίλα του χωρισμού, να γύρναγε και στη μάνα της… Έπιασε και τρίτη δουλειά. Το πρωί αναπληρώτρια σε ένα σχολείο στη Χαλάστρα, μίαμιση ώρα να πάει και μιάμιση νάρθει. Τρία απογεύματα τη βδομάδα ιδιαίτερα σε ένα πιτσιρίκι αδύναμο στα φιλολογικά και κάθε Σάββατο και Κυριακή κρατούσε δυο δίδυμα για να βγαίνουν οι γονείς τους. Τα βόλευε κάπως αν δε γλιστρούσε μια μέρα σε ένα πεζοδρόμιο και δεν έσπαγε τα δόντια. Κάτω γνάθος κατεστραμμένη. Στα καλά καθούμενα. Και ένα μήνα με μώλωπες μακριά από τη δουλειά και τα χρέη που συσωρεύτηκαν, μετρητό δεν έμπαινε καθόλου και μετά τα δόντια. Δύο οκτακόσια για να φτιαχτούν. Σε μέτριο οδοντίατρο στην Τούμπα και όχι στο φιρμάτο στη Μητροπόλεως, που την έστειλε η κυρία που της κρατούσε τα παιδιά. Η μόνη λύση για να τον πληρώσει ήταν το δάνειο. Ξενοίκιασε το σπίτι και γύρισε στο πατρικό. Παναγία Φανερωμένη. Η πολυκατοικία γεμάτη πια μετανάστες. Και το παιδικό της δωμάτιο τι να πρωτοχωρέσει. Καλοκαίριαζε πια. Τις εξόδους τις έκοψε εκ των πραγμάτων. Τα κορίτσια είπαν μια μέρα για Πέγκυ Ζήνα και Ρουβά. Πλάκα θα είχε. Το ξέχασε το ίδιο απόγευμα. Έβγαινε στο μπαλκόνι της πρασιάς και κάπνιζε. Είχε και τα μπάιπας του πατέρα της. Που να καπνίσεις μέσα στο σπίτι. Βγες καμιά βόλτα της έλεγε η μάνα της, θα μαραθείς. Καλοκαιρινά ρούχα είχε να πάρει δυο χρόνια. Πέρσι κράτησαν τα λεφτά με τον Παντελή και πήγαν δέκα μέρες σε κάμπινγκ στην Κρήτη. Φέτος λογάριαζε να πάει κάπου σε δωμάτιο. Μεγάλωσε και κουράστηκε να κοιμάται κατάχαμα. Τα λογάριασε και έτσι και αλλιώς δεν της έβγαινε. Και όταν οι άλλες έβγαλαν τα εισιτήρια για την Κω τους είπε να μην την υπολογίζουν φέτος. Το δάνειο την έπνιγε και ας της έλεγε ο πατέρας της να μη σκάει. Πως κάτι θα έκανε και κείνος. Τα εξακόσια ευρώ της σύνταξης το μήνα ήταν ανέκδοτο. Σκέφτηκε να πάει μια βδομάδα στην Πελλοπόνησο. Η μάνα της κατάγεται από ένα χωριό κοντά στη Ζαχάρω. Περνούσαν παλιά τα καλοκαίρια στο σπίτι του παππού. Ψηλοέρημο πια. Τηλεφώνησε στα ξαδέρφια της, λέω να κατέβω. Μην έρθεις της είπαν, θα μαυρίσει η ψυχή σου. Ένας χρόνος πέρασε και δεν έχουν κάνει τίποτε. Απορώ που πήγαν όλα εκείνα τα λεφτά που δίνατε πέρσι στους μαραθώνιους για τα καμένα. Την άδεια την έφαγε στο πήγαινε έλα. Μια μέρα σε μια πισίνα με κάτι συναδέλφους. Πήρε δυο ποτά και άραξε στον ήλιο. Ένα Σαββατοκύριακο στα Φλογητά στο σπίτι του αδερφού της με τα παιδιά και τα σκυλιά. Και τρεις μέρες στο κάμπινγκ το φοιτητικό, γκοτζάμ γαιδούρα. Ένα βράδυ την έπιασε το παράπονο στο μπαλκόνι και έκλαψε. Τι στο διάολο κάνω στραβά σκέφτηκε. Το Αύγουστο άρχισε να προγυμνάζει ένα μαθητή για την επόμενη χρονιά. Κάθε μέρα δυο ώρες. Και κρατούσε και τα δίδυμα τα απογεύματα που η μάνα τους έκανε βελονισμούς και τάι τσι. Μια νύχτα στην Παναγία Φανερωμένη ανέβηκε στην ταράτσα. Η νύχτα ήταν ξάστερη. Έκανε ένα τσιγάρο, είδε τους Ρώσους απέναντι να πίνουν μπύρες. Του χρόνου σκέφτηκε, αν δε σπάσω κανένα δόντι μια βδομάδα σε τετράστερο θα την πάω. Όσο και αν στοιχήσει. Να νοιώσω σαν τα κορίτσια των διαφημίσεων.

Γιώργος Τούλας

14.7.08

Πλαστικά όνειρα με δανεικό χρήμα (Μιγιούκι Μιγιάμπε)

Η αλλοτρίωση του ανθρώπου από την υπερκατανάλωση και τον αλόγιστο δανεισμό

Μιγιούκι Μιγιάμπε
Πύρινη άμαξα
Μετάφραση [από τα αγγλικά]: Βασίλης Πουλάκος
Αθήνα, εκδόσεις Printa 2007, 337 σελ.

γράφει ο διευθυντής του Εντευκτηρίου, Γιώργος Κορδομενίδης


«H καταναλωτική μανία των Ελλήνων έχει οδηγήσει τη χώρα μας στην πρώτη θέση των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών με το υψηλότερο ποσοστό καταναλωτικών δανείων στο σύνολο του δανεισμού. Σύμφωνα με τα στοιχεία του 2006, το ποσοστό της καταναλωτικής δαπάνης ανήλθε στο 16,32% έναντι 7, 97 στην Ευρωζώνη και 8,31 στην Ευρώπη των 27». («Η Καθημερινή», 25 Μαΐου 2008)


Μέχρι πριν από τρεις δεκαετίες, ήταν ελάχιστοι οι σύγχρονοι Γιαπωνέζοι συγγραφείς που γνωρίζαμε, έστω και κατ’ όνομα. Κι ακόμα λιγότερα ήταν τα βιβλία τους που μπορούσαμε να διαβάσουμε στη γλώσσα μας· κυρίως του Ριουνοσούκε Ακουταγκάουα και του Γιασουνάρι Καουαμπάτα (βραβείο Νομπέλ 1968).
Η εκδοτική επιτυχία του βιβλίου του Γιούκιο Μισίμα «Εξομολογήσεις μιας μάσκας» (μετ. Λουκά Θεοδωρακόπουλου, Οδυσσέας 1977) και το ευρύτερο ενδιαφέρον γύρω από τη ζωή και το έργο του συγκεκριμένου συγγραφέα φαίνεται πως έστρεψαν την προσοχή των Ελλήνων εκδοτών στο έργο και άλλων σύγχρονων Γιαπωνέζων πεζογράφων. Έτσι, από τη δεκαετία του ’80 και μετά, γνωρίσαμε, μεταξύ άλλων, τους Κατσούο Ισιγκούρο, Τζουνίτσιρο Τανιζάκι, Σουσάκου Έντο, Σέισι Γοϊκομίρο, Μπανάνα Γιοσιμότο, Χαρούκι Μουρακάμι, Γιόκο Ογκάουα (ονόματα που συχνά μεταγράφονται στα ελληνικά με διαφορετικό τρόπο από τους ποικίλους μεταφραστές).
Η «Πύρινη άμαξα» της Μιγιούκι Μιγιάμπε δεν είναι το πρώτο γιαπωνέζικο αστυνομικό μυθιστόρημα που μεταφράζεται στα ελληνικά (η αστυνομική σειρά των εκδόσεων «Άγρα» περιλαμβάνει ήδη αρκετά βιβλία του είδους αυτού). Παρουσιάζει ωστόσο ιδιαίτερο ενδιαφέρον, καθώς στο επίκεντρό του βρίσκεται η αλόγιστη χρήση καταναλωτικών καρτών και δανείων. Το φαινόμενο αυτό, που βρισκόταν στην κορύφωσή του στην Ιαπωνία στη δεκαετία του ’80, χαρακτηρίζει τώρα και την ελληνική οικονομία.
Κάθε άτομο που δεν μπορεί να απαντήσει τίμια στη βασική ερώτηση «ποιος είσαι;» είναι δυνατόν να εξαφανιστεί «σαν τις αράχνες που δεν αφήνουν πίσω τους ίχνη αλλά μονάχα έναν τέλειο ιστό». Όμως, όταν μια τέτοια εξαφάνιση συμβαίνει σε μια κοινωνία συμπαγή όπως η γιαπωνέζικη, όπως γίνεται στο γεμάτο διακυμάνσεις αστυνομικό μυθιστόρημα της Μιγιάμπε, τότε η εξαφάνιση μπορεί να αποδειχτεί ολοκληρωτική και μοιραία.
Αυτό βέβαια δεν μπορούσε να το ξέρει ο έμπειρος ντετέκτιβ της αστυνομίας Σούνσουκε Χόνμα, που βρισκόταν σε αναρρωτική άδεια μετά από πυροβολισμό που δέχτηκε από έναν κακοποιό, όταν ανέλαβε ―κατά παράκληση του ανιψιού της συγχωρεμένης της γυναίκας του― να ερευνήσει την εξαφάνιση της αρραβωνιαστικιάς του. Εκ πρώτης όψεως, η Σόκο Σεκίνε εξαφανίστηκε για να μην ανακαλυφθεί ότι στο παρελθόν είχε ζητήσει και κηρύχθηκε σε ‘καταναλωτική πτώχευση’, εξαιτίας της υπέρμετρης χρήσης της πιστωτικής της κάρτας στην αρχή, των υπεραναλήψεων μετρητών κατόπιν, των διαδοχικών προκαταβολών από τον μισθό της κτλ.
Η ενδελεχέστερη έρευνα από τον ντετέκτιβ Χόνμα αυτής της εξαφάνισης καταλήγει σε μια απροσδόκητη ανακάλυψη: η (φερόμενη ως) ‘Σόκο Σεκίνε’ είχε οικειοποιηθεί την ταυτότητα και το βιογραφικό μιας άλλης γυναίκας, της οποίας μάλιστα ―κι αυτό είναι το χειρότερο― είχε αφαιρέσει τη ζωή.
Ο βασικός καμβάς της ιστορίας ξεκαθαρίζει αρκετά γρήγορα, όπως επίσης σχεδόν εξαρχής είναι προφανής η άτυχη κατάληξη της πραγματικής Σόκο. Ωστόσο, η Μιγιάμπε καταφέρνει να κρατήσει αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη μέχρι το τέλος, έτσι όπως ο ντετέκτιβ φέρνει στο φως τη μια λεπτομέρεια μετά την άλλη, για τις ζωές των δύο γυναικών. Στην έρευνά του παίζει ιδιαίτερο ρόλο το πολύπλοκο γραφειοκρατικό σύστημα με το οποίο το ιαπωνικό κράτος παρακολουθεί την οικογενειακή κατάσταση κάθε πολίτη, τον εκάστοτε τόπο διαμονής του, τη διαδοχική του κοινωνική ασφάλιση από εργοδότη σε εργοδότη.



Η Μιγιάμπε αποδεικνύεται πραγματική δεξιοτέχνης στην ψυχογράφηση του σύγχρονου Ιάπωνα μικρο- και μεσο-αστού που βρίσκεται καταχρεωμένος και τα χάνει όλα στην προσπάθειά του να γευτεί την ‘καλή ζωή’ που περιγράφουν τα lifestyle περιοδικά. Ταυτόχρονα, περιγράφει συνοπτικά όσο και εύστοχα το πώς λειτουργεί η ιαπωνική κοινωνία σε διάφορα επίπεδα: το κυνηγητό της δουλειάς, η σημασία της οικογένειας, η θέση της γυναίκας αλλά και το πώς αλλάζει η οικονομία όταν ο δανεισμός γίνεται ευκολότερος. Εκεί όμως όπου λάμπει η δεινότητά της είναι η σκιαγράφηση του κεντρικού ήρωα, του ντετέκτιβ Χόνμα, τον οποίο παρουσιάζει σαν έναν άνθρωπο που δείχνει μεγαλύτερος από τα 42 χρόνια του, άτομο ιδιαίτερα σκεπτόμενο και με βαθιές ανησυχίες, για τη ζωή του αλλά και για το μέλλον του 10χρονου αγοριού του.
Όλο αυτό το πλέγμα των επιμέρους θεμάτων κάνει ακόμη πιο ενδιαφέρον ένα ήδη συναρπαστικό μυθιστόρημα και κινητοποιεί την προσοχή του αναγνώστη πέρα και πάνω από την πετυχημένη πλοκή.

Γιώργος Κορδομενίδης

[το κείμενο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Η Καθημερινή, 13.7.2008]

8.7.08

ΤΟ ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΟΥ ΕΡΩΤΑ (Αλόν Χίλου)

Αλόν Χίλου
Ο θάνατος του μοναχού
Μετάφραση από τα εβραϊκά: Χρυσούλα Κ. Παπαδοπούλου
Αθήνα, εκδόσεις Μεταίχμιο 2007, 389 σελ.



Τον Φεβρουάριο του 1840, στην υπό οθωμανική κατοχή Δαμασκό, ξέσπασε μεγάλος διωγμός των Εβραίων όταν οι Χριστιανοί τους κατηγόρησαν ―αβάσιμα, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων― ότι δολοφόνησαν για τελετουργικούς λόγους έναν μοναχό του Τάγματος των Καπουτσίνων και τον Έλληνα υπηρέτη του.
Γεννημένος το 1972 στη Γιάφα του Ισραήλ, ο Αλόν Χίλου, στο πρώτο του αυτό μυθιστόρημα χρησιμοποιεί ως βάση τα πραγματικά περιστατικά, όπως έχουν καταγραφεί σε μαρτυρίες της εποχής αλλά και σε μεταγενέστερες σχετικές ιστορικές έρευνες, ωστόσο αφηγείται την Υπόθεση της Δαμασκού από μια εκκεντρική σκοπιά: Ο Ατσλάν Φάρχι, ένας νεαρός, μαλθακός, Εβραίος, γόνος διακεκριμένης οικογένειας εμπόρων της πόλης, νιόπαντρος ήδη στα δεκάξι του χρόνια μήπως και έτσι ανδρωθεί, ανακαλύπτει τη σεξουαλικότητά του στην αγκαλιά ενός κουρέα, στη φτωχική πλευρά της πόλης, και αρχίζει να συνειδητοποιεί την ισόβιά του καταδίκη σε μια απαγορευμένη από τη θρησκεία του και διωκώμενη από τον νόμο ερωτική έκφραση.

Στην αφήγηση του Χίλου, ο θάνατος του ηλικιωμένου μοναχού, που προκάλεσε την οργή των Χριστιανών κατά των Εβραίων, συνέβη στη διάρκεια της ερωτικής του συνεύρεσης με τον Ατσλάν· ο οποίος, προκειμένου να αποφύγει την αποκάλυψη της ερωτικής του ιδιαιτερότητας, τη συνακόλουθη διαπόμπευση και αποβολή από την εβραϊκή κοινότητα αλλά και την τιμωρία του από το δικαστήριο, διαμέλισε το πτώμα και εξαφάνισε τα μέλη του. Και σαν να μην έφτανε μόνον αυτό, όταν από αφέλεια ενεπλάκη στην υπόθεση, κατηγόρησε ενώπιον των Αρχών τον πατέρα του και άλλους επιφανείς Εβραίους ότι αυτοί, όντως, δολοφόνησαν τον πατέρα Τομάσο. Καθοριστικό ρόλο στην ψευδή καταγγελία του Ατσλάν έπαιξε ένας γοητευτικός ανακριτής, στο πρόσωπο του οποίου ο νεαρός Εβραίος αναγνώρισε την, εξωτικής ομορφιάς, “χορεύτρια” που τον είχε σαγηνεύσει πρίν λίγες ημέρες σε ένα καπηλειό.
Η καταγγελία του Αρτσλάν επιβεβαίωσε τις φήμες που κυκλοφορούσαν μεταξύ των Χριστιανών και προκάλεσε βιαιοπραγίες κατά των Εβραίων και λεηλασίες των περιουσιών τους, που πέρασαν στην ιστορία ως Υπόθεση της Δαμασκού.
Το στοιχείο της ομοφυλοφιλίας που εισάγει ο Χίλου (και για το οποίο δεν φαίνεται να διαθέτει ούτε καν μια απλή ιστορική ένδειξη) δίνει στο μυθιστόρημα διαχρονικό χαρακτήρα, καθώς ο νεαρός Εβραίος, ακριβώς όπως εκατομμύρια έφηβοι ανά τους αιώνες, αγωνίζεται να ανακαλύψει πρώτα, να αποδεχτεί έπειτα, να γευτεί τέλος την ερωτική του ιδιαιτερότητα. Η σύγχυσή του ―που αρκετές φορές εξελίσσεται σε φόβο― είναι έντονη, κάποτε γίνεται και μελοδραματική, αλλά αυτό είναι αναγκαίο προκειμένου να δικαιωθούν οι ακραίες ενέργειές του, δηλαδή οι βαριές κατηγορίες εναντίον του πατέρα του και του πεθερού του. Ο Ατσλάν ήδη από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου εμφανίζεται ως πάσχων πρόσωπο, που πρώτα κατατρύχεται από αμφιβολίες για την ερωτική του υπόσταση και λίγο αργότερα γνωρίζει τις χαρές του έρωτα έμπλεως τρόμου για όσα δεινά τον περιμένουν αν/όταν αποκαλυφθεί η ερωτική του απόκλιση.
Την εξιστόρηση αναλαμβάνει ο ίδιος ο Ατσλάν, ο οποίος όμως ―κι αυτό είναι αξιοσημείωτο― στις πιο δυσάρεστες για κείνον στιγμές επιλέγει να μιλήσει για τις πράξεις και τις παραλείψεις του σε τρίτο πρόσωπο, λες και του είναι ευκολότερο να αναφερθεί σ’ αυτές σαν να είναι ενέργειες κάποιου άλλου!



Το μεγάλο προσόν του βιβλίου είναι το στυλ του. Ο Χίλου χρησιμοποιεί μια πολυποίκιλτη, συχνά ποιητική γλώσσα, που παραπέμπει σε καθαρά ανατολίτικες, λυρικές, αφηγήσεις. Σχεδόν κάθε ουσιαστικό συνοδεύεται από κάποιο επίθετο, οι χρόνοι εναλλάσονται με άτακτη κανονικότητα, μερικές φορές και μέσα στην ίδια πρόταση. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επαινεθεί η εξαιρετική μεταφραστική εργασία της Χρυσούλας Κ. Παπαδοπούλου.
Πρόκειται για βιβλίο ασυνήθιστο, που ρίχνει ένα ιδιάζον, αν και αυθαίρετο, φως σε ένα συναρπαστικό επεισόδιο της ιστορίας αλλά και σε έναν τρόπο ζωής στη Μέση Ανατολή που έχει εξαφανιστεί ανεπιστρεπτί από το πρόσωπο της γης· παράλληλα, είναι βιβλίο διασκεδαστικό (με τον τρόπο του), με κοφτερό χιούμορ, αλλά και πειστικό, καθώς ο συγγραφέας αξιοποιεί προς την κατεύθυνση που επέλεξε το πλούσιο σχετικό πραγματολογικό υλικό.
Ακόμη κι έτσι πάντως, εντυπωσιάζει το γεγονός ότι Ο θάνατος του μοναχού τιμήθηκε με το Προεδρικό Βραβείο του Ισραήλ (2006). Δεν μπορεί να μη σκεφτεί κανείς πως, στα καθ’ ημάς, υπήρξε βουλευτής (αργότερα διετέλεσε Υφυπουργός Πολιτισμού, προφανώς λόγω των “ανοιχτών” του πνευματικών οριζόντων) ο οποίος κατέθεσε ερώτηση στη Βουλή επειδή βραβεύτηκε με κρατικό βραβείο πεζογραφίας το “πορνογραφικό”, κατά τη γνώμη του, Ζιγκ ζαγκ στις νεραντζιές της Έρσης Σωτηροπούλου!

Γιώργος Κορδομενίδης

6.6.08

ΣΕΛΙΔΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΠΑΟΥΝΤ ΣΤΟ ΝΕΟ ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ

Σελίδες από τη βιογραφία του Πάουντ,
ελληνική και ξένη ποίηση και πεζογραφία,
ζωγραφική και φωτογραφικό ένθετο




Ο Πάουντ είναι δεκαπέντε χρονών όταν αποφασίζει ότι θα γίνει ποιητής κι αρχίζει να εκπαιδεύεται αναλόγως. Η άποψή του είναι (όπως θα γράψει δώδεκα χρόνια αργότερα στο άρθρο του, «Πώς Ξεκίνησα») ότι το ορμέμφυτο, όπως το ονομάζει, είναι από τους θεούς ― η τεχνική όμως εναπόκειται στην απόλυτη ευθύνη του ανθρώπου⋅ κι έτσι αποφασίζει ότι μέχρι τα τριάντα πρέπει να γνωρίζει για την ποίηση περισσότερα από κάθε άλλον επί της γης: να διακρίνει το «δυναμικό περιεχόμενο» από το «κέλυφος», τι θεωρούν ποίηση παγκοσμίως, ποιο μέρος της είναι ακατάλυτο και δεν χάνεται στη μετάφραση, και ποιο άλλο είναι εφικτό μονάχα σε μία γλώσσα κι αμετάφραστο σε οποιαδήποτε άλλη. «Σ’ αυτήν την έρευνα έμαθα λίγο-πολύ εννέα ξένες γλώσσες, διάβασα έργα της Ανατολής σε μετάφραση, αγωνίσθηκα εναντίον των πανεπιστημιακών κανονισμών και των καθηγητών που επιχειρούσαν να με κάνουν να μάθω οτιδήποτε άλλο, και οι οποίοι με ενοχλούσαν με απαιτήσεις για βαθμούς.»
Μ᾽αυτά τα λόγια σκιαγραφεί την είσοδο του Πάουντ στα γράμματα ο Νόελ Στοκ στην υπό έκδοση και στα ελληνικά (μετάφραση Εριφύλης Μαρωνίτη) της βιογραφίας «Η ζωή του Έζρα Πάουντ», αποσπάσματα από την οποία προδημοσιεύονται στο νέο τεύχος του περιοδικού «Εντευκτήριο» (Νο 80) που μόλις κυκλοφόρησε. Στα θραύσματα της βιογραφίας που προδημοσιεύονται, ο Στοκ αναφέρεται στη συγκρότηση του λογοτεχνικού προφίλ του μεγάλου ποιητή του 20ού αιώνα, στην ηγετική του θέση στο κίνημα των Εικονιστών και στη σχέση του με τέσσερις άλλες, σύγχρονές του, μορφές της παγκόσμιας λογοτεχνίας, τον Γέητς, τον Τζόις, τον Έλιοτ και τον Χεμινγουέι.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ Στο ίδιο τεύχος, πρωτοδημοσιεύονται: ποίηση των Θανάση Χατζόπουλου, Διονύση Καρατζά, Θανάση Ε. Μαρκόπουλου, Κούλας Αδαλόγλου, Στάθη Κουτσούνη, Σωτήρη Σαράκη, Γιώργου Γεωργούση, Νίκου Σπανού, Πετούνιας Εξακουστού, Χλόης Κουτσουμπέλη, Έλσας Κορνέτη, Γιουσέφ Αντάντ (μετάφραση Μερόπης Μορφούλη)· και πεζογραφία των Νίκου Δαββέτα, Κοσμά Χαρπαντίδη, Θοδωρή Γκόνη, Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη (απόσπασμα από τον θεατρικό μονόλογο «Λα πουπέ», που παρουσιάζει η Άννα Κοκκίνου στο θέατρο «Σφενδόνη» της Αθήνας), Κώστα Κατσουλάρη, Κατερίνας Ζαρόκωστα, Κώστα Καβανόζη, Αντώνη Γεωργίου, και Γιασουνάρι Καουαμπάτα (μετάφραση Παναγιώτη Ευαγγελίδη).
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το κείμενο του Πέδρο Χουάν Γκουτιέρες (μετάφραση Κλεοπάτρας Ελαιοτριβιάρη), για το προσωπικό του διά βίου ‘ταξίδι’ στην ‘καρδιά’ της Κούβας. Όπως γράφει, «η Κούβα δεν είναι μόνο μία χώρα. Είναι πολλές χώρες, η μια πάνω στην άλλη. Η μια κρύβει την άλλη, σε στρώματα που αλληλεπικαλύπονται και προστατεύουν από ματιές επιπόλαιες και βιαστικές».
Τέλος, το κείμενο του Γιώργου Βέλτσου «Αποφώνηση» (η αντιφώνησή του στο Εγκώμιο του Γάλλου Πρέσβη στην Ελλάδα, κατά την αναγόρευσή του σε Ιππότη του Τάγματος των Φοινίκων), είναι, μεταξύ άλλων, ένα σύντομο όσο και καίριο δοκίμιο περί φιλίας, ‘ακαδημαϊκής’ ιδιότητας και μονομανιών.


ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ Πολυσέλιδη είναι και στο τεύχος αυτό η ενότητα των βιβλιοκρισιών και παρουσιάσεων, όπου οι Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, Τιτίκα Δημητρούλια, Δημήτρης Δασκαλόπουλος, Λίνα Πανταλέων, Δημήτρης Κόκορης, Νόρα Πυλόρωφ-Προκοπίου, Βάνα Χαραλαμπίδου, Ευγενία Κριτσέφσκαγια, Γεώργιος Ν. Περαντωνάκης, Φίλιππος Φιλίππου, Έλενα Ψαραλίδου, Βασιλική Φυτώκα και Γιώργος Κορδομενίδης γράφουν για βιβλία των Γιώργου Βαρθαλίτη, Μαρίας Λαϊνά, Βασίλη Αμανατίδη, Μαίρης Μικέ, Γκύντερ Γκρας, Ορλάντο Φίτζες και Βίκτωρ Γεροφέγεφ, Κώστα Βούλγαρη, Μαρίας Μαρκουλή, Ντορίνας Παπαλιού, Ηλία Κεφάλα, Φοίβου Πιομπίνου και Γιαν Χένρικ Σβαν· τέλος, ο Στέλιος Κούκος γράφει για την ποίηση του Θανάση Γεωργιάδη, ενώ στη στήλη «Βιβλία στο κομοδίνο» ο Γιώργος Κορδομενίδης ρίχνει λοξές ματιές σε μεγάλο αριθμό πρόσφατων εκδόσεων.

ΑΠΟΥΣΙΟΛΟΓΙΟ Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος νεκρολογεί τον Ισπανό ποιητή Άνχελ Γκονθάλεθ (1925-2008), που έγραψε τα περίφημα ‘αντιποιήματα’, ποιήματα αιρετικά, ασεβή, φτιαγμένα από καθημερινές, σχεδόν αντιποιητικές λέξεις· ο Γαβρήλος Κοντομανίκης γράφει για τον ‘Πάπα’ του Νέου Μυθιστορήματος, Αλαίν Ρομπ-Γκριγιέ (1922-2008), ο Κώστας Δεσποινιάδης για τον ποιητή και πεζογράφο Γιώργη Μανουσάκη (1933-2008) και ο διευθυντής του «Εντευκτηρίου» για τον ταλαντούχο μουσικό (και αφανή εθελοντή στο «Underground Εντευκτήριο») Δημήτρη Πλαζομίτη (1959-2008). Τέλος, ο Στέργιος Δελιαλής γράφει για τον φημισμένο designer Έττορε Σότσας (1917-2008), που μεταξύ άλλων σχεδίασε τη γραφομηχανή Valentine.

ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ Την ενότητα της λογοτεχνίας σ’ αυτό το τεύχος του «Εντευκτηρίου» κοσμούν έργα δύο ταλαντούχων νέων εικαστικών δημιουργών, της Ράνιας Εμμανουηλίδου (γεν. 1979) και του Άλκη Μπούτλη (γεν. 1978).

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΜΠΑΡΙ ΦΕΛΝΤΜΑΝ Στην Camera Obscura, το ένθετο του «Εντευκτηρίου» για τη δημιουργική φωτογραφία, που επιμελείται ο Άρις Γεωργίου, παρουσιάζεται το πορτφόλιο του Μπάρι Φέλντμαν «Δεκατρείς φωτογραφίες». Γράφει ο ίδιος: «Δεκατρείς φωτογραφίες, με πρόσωπα. Το να επιμελείται κανείς τη δουλειά του, με σκοπό να την παρουσιάσει στο κοινό, είναι μια εντελώς διαφορετική δραστηριότητα από το να τραβάει τις φωτογραφίες. Πρέπει να υπάρχει κάτι περισσότερο από την απλή ποιότητα κάθε μεμονωμένης εικόνας που τελικά δένει τις επιλεγμένες φωτογραφίες σε ένα σύνολο μεστό νοημάτων. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, πρόκειται για την παρουσία της ανθρώπινης μορφής σε εντελώς ανόμοιες εκφάνσεις.
Ωστόσο, ελπίζω κάθε φωτογραφία να αποτελεί ένα ανεξάρτητο θέμα και η δομή της κάθε μιας να αρκεί για να συντηρήσει τη μαγική αυτή στιγμή της παρατεταμένης σκέψης και απόλαυσης.»


Γραφείτε σήμερα συνδρομητές στο «Εντευκτήριο» ή/και (αν εσείς είστε ήδη συνδρομητής) χαρίστε συνδρομές σε αγαπημένα σας πρόσωπα

Τα τέσσερα τεύχη ενός χρόνου κοστίζουν τουλάχιστον 40 ευρώ – Ωως συνδρομητές, τα έχετε κάθε τρεις μήνες στο σπίτι σας μόνο με 28 ευρώ ετησίως. Επίσης, μπορείτε να έχετε σημαντικές εκπτώσεις στα βιβλία και τα cd των Εκδόσεων Εντευκτηρίου.

3.5.08

Σύγκλιση Αλεξάνδρειας και Λευκωσίας

Underground Εντευκτήριο
Δευτέρα 12 Μαϊου 2008, ώρα 9 μ.μ.



Ο Κύπριος ηθοποιός και ποιητής Κυριάκος Ευθυμίου
διαβάζει ποιήματα του Καβάφη και δικά του



Μια ιδιόρρυθμη, δίπτυχη εκδήλωση οργανώνει το περιοδικό «Εντευκτήριο» στον χώρο του (Underground Εντευκτήριο, Δεσπεραί 9, περιοχή Διεθνούς Εκθέσεως) τη Δευτέρα 12 Μαΐου 2008, ώρα 9 το βράδυ: Ο Κύπριος ηθοποιός και ποιητής Κυριάκος Ευθυμίου θα παρουσιάσει τον ψηφιακό δίσκο «Κ. Π. Καβάφης. Ποιήματα», σε δική του επιμέλεια και ανάγνωση. Θα διαβάσει ποιήματα του Καβάφη (από τον θάνατο του οποίου μόλις συμπληρώθηκαν 75 χρόνια) και δικά του.



Ο Ευθυμίου γεννήθηκε το 1954 στη Λευκωσία, όπου και ζει. Σπούδασε υποκριτική στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης στην Αθήνα. Εργάστηκε ως ηθοποιός σε ελεύθερα σχήματα, κυρίως όμως συνεργάστηκε με τον [κρατικό] Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου (ΘΟΚ). Δούλεψε με καταξιωμένους σκηνοθέτες: Νίκο Χαραλάμπους, Εύη Γαβριηλίδη, Αντρέα Πάντζη, Alexander Stillmark και πολλούς άλλους. Ερμήνευσε σημαντικούς ρόλους σε έργα των Μπέκετ, Φούγκαρτ, Μάμετ, Σέπαρντ και άλλων σύγχρονων Αμερικανών συγγραφέων, καθώς και ρόλους σε έργα του ελληνικού δραματολογίου: Αναγνωστάκη, Καμπανέλλη, Σκούρτη κ.ά. Έλαβε μέρος σε παραστάσεις αρχαίου δράματος με το κρατικό θέατρο της Κύπρου στην Επίδαυρο, σε πολλά φεστιβάλ στην Ελλάδα αλλά και το εξωτερικό.
Έγραψε ποίηση (ποιήματά του δημοσιεύτηκαν και στο «Εντευκτήριο»), σενάρια και θέατρο.
Το θεατρικό του έργο «Έγινε κι αυτός ο πόλεμος» πήρε το πρώτο κρατικό βραβείο. Ανέβηκε από τον ΘΟΚ, το Θέατρο Τέχνης του Λονδίνου και από θίασο ομογενών στη Μελβούρνη, μεταφέρθηκε στην τηλεόραση και παρουσιάστηκε από το πρόγραμμα του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (ΡΙΚ).
Πρόσφατα ολοκλήρωσε το θεατρικό «Οι μέρες που έρχονται δεν υπάρχουν», που ήδη μεταφράστηκε στα ισπανικά και τα αγγλικά. Έγραψε το σενάριο για τα 82 επεισόδια της τηλεοπτικής σειράς «Γραφείο Ταξί», στην οποία και πρωταγωνιστούσε. Ακόμη, έγραψε το σενάριο «I Wish it could rain», Cine Contact - Μόντρεαλ, Καναδάς.
Εργάστηκε ως παραγωγός προγραμμάτων στον πρώτο ιδιωτικό σταθμό της Κύπρου, το Ράδιο Σούπερ. Παρουσίασε πολλά αφιερώματα σε Έλληνες ποιητές και καλλιτέχνες (Σεφέρης, Καβάφης, Ελύτης, Γκάτσος, Κούν, Τσαρούχης, Λαμπέτη, Καραΐνδρου).
Μετά από ένα οδοιπορικό στην Κάτω Ιταλία, έκανε δέκα σαραντάλεπτες εκπομπές αφιερωμένες στην παράδοση των Ελληνόφωνων κατοίκων της περιοχής. Ακόμη, πολλές εκπομπές με Κύπριους μετανάστες στη Μ. Βρεττανία και τον Καναδά, καθώς και πλήθος συνεντεύξεων με καλλιτέχνες, πνευματικούς ανθρώπους αλλά και πρόσωπα του πολιτικού χώρου.



Το 2005 εξέδωσε τον ψηφιακό δίσκο «Κ. Π. Καβάφης: Ποιήματα», με 50 ποιήματα του Αλεξανδρινού ποιητή, σε δική του επιμέλεια και ανάγνωση. Ο δίσκος παρουσιάστηκε στη Λευκωσία, στη Στοκχόλμη, στο Εθνολογικό Μουσείο της Αλεξανδρούπολης και στο Σπίτι της Κύπρου στην Αθήνα. Επίκεινται παρουσιάσεις του στο Λονδίνο αλλά και στη Βοστώνη.
Αυτή την περίοδο, με επιχορήγηση του Υπουργείου Πολιτισμού, ο Κυριάκος Ευθυμίου εργάζεται για την παραγωγή 3 ψηφιακών δίσκων με ποίηση των Κύπριων ποιητών Κυριάκου Χαραλαμπίδη, Παντελή Μηχανικού και Θεοδόση Νικολάου.

Το ταξίδι του Κυριάκου Ευθυμίου στη Θεσσαλονίκη πραγματοποιείται με την υποστήριξη του κυπριακού Υπουργείου Πολιτισμού.

Χορηγός-ευεργέτης του Underground Εντευκτήριο για το 2008: ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ

9.4.08

Δημήτρης Πλαζομίτης (29.11.1959-5.3.2008)




Αθόρυβη παρουσία, ηχηρή απουσία


Μνημονεύοντας, στο γιορταστικό τεύχος της 20ετίας του Εντευκτηρίου (Νο 78), το όνομα του Δημήτρη Πλαζομίτη μεταξύ των φίλων που συνέδραμαν, χειρωνακτικά και συντροφικά, στη διανομή των τευχών του περιοδικού, δεν υποπτευόμουν πως τόσο σύντομα θα ήμουν υποχρεωμένος σ’ αυτόν τον οριστικό αποχωρισμό. Γιατί η ψυχή του «γελαστού παιδιού», που κέρδιζε τους πάντες με την πηγαία καλοσύνη του και με τη γενναιοδωρία των αισθημάτων του, αποφάσισε να εγκαταλείψει το σώμα που τα τελευταία τρία χρόνια ταλαιπωρήθηκε ανελέητα από τον καρκίνο. Τα πλούσια ψυχικά του χαρίσματα, σε συνδυασμό με μια έμφυτη σεμνότητα και τη διάθεση για ανιδιοτελή προσφορά, τον είχαν καταστήσει μοναδικό και αξιόπιστο φίλο, και έμπιστο συνεργάτη. Γιατί, εκτός από τη σπάνια φιλία του που είχα το προνόμιο να γευτώ (και που επιβεβαιώθηκε πολλές φορές και ποικιλοτρόπως, προς όφελός μου και του Εντευκτηρίου συνήθως ― τα τελευταία χρόνια μάλιστα από κοινού με τη σύζυγό του, δικηγόρο Λένα Μαυρογένους), ευτύχησα να συνεργαστώ μαζί του και επαγγελματικά, στο πλαίσιο της κοινής μας βιοποριστικής απασχόλησης.
Τα εργο-βιογραφικά στοιχεία που ακολουθούν, απλώς συμπληρώνουν το πορτραίτο ενός ιδιαίτερα δημιουργικού όσο και χαμηλόφωνου ανθρώπου και σκιαγραφούν το σύντομο πέρασμά του από τον κόσμο μας, έναν κόσμο που για όσους αξιωθήκαμε να γνωρίσουμε τον Δημήτρη είναι τώρα αισθητά φτωχότερος.
Σπούδασε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης και εργάστηκε στην Εθνική Τράπεζα, μέχρι την πρόωρη αποχώρησή του για λόγους υγείας, το 2005. Διδάχτηκε θεωρία και βυζαντινή μουσική από τους πρωτοψάλτες Δ. Σουρλαντζή, Ν. Παπαλεξίου και Θρ. Παπανικολάου. Ήταν δραστήριο μέλος της Χορωδίας του Ακαδημαϊκού Μουσικού Συνδέσμου Θεσσαλονικέων.
Από τον Νοέμβριο του 1994 ως τον Ιανουάριο του 1997 διετέλεσε διευθυντής διοικητικού του τηλεοπτικού σταθμού της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης.
Το 1981 άρχισε να συνθέτει μουσική σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Έγραψε μουσική για πολλά ντοκυμανταίρ (με θέμα την Κερκίνη, την ιστορία, τη φύση και τον πολιτισμό της Μακεδονίας και της Θράκης, το σπήλαιο των Πετραλώνων, τα βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης), που προβλήθηκαν από την ΕΤ3, τη Δημοτική Τηλεόραση Θεσσαλονίκης ΤV 100 και τον τηλεοπτικό σταθμό της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης· επίσης, για τη σειρά της ΕΤ3 «Θεσσαλονίκη: Τόπος, Ιστορία», για εκθέσεις, εικαστικά δρώμενα, θεατρικές παραστάσεις και πολυθεάματα. Ακόμη, συνεργάστηκε με τους συνθέτες Πέτρο Θεοδώρου στο Musica Praktika και Γιώργο Χριστιανάκη στα έργα του Φάροι και Τέμπλο.
Κυκλοφορούν, συνολικά, 13 δίσκοι με μουσική του. Ο τελευταίος, με τον (προφητικό;) τίτλο Χαίρε.

Γιωργος Κορδομενιδης

(προδημοσίευση από το τεύχος 80 του περιοδικού Εντευκτήριο, που κυκλοφορεί στις 23.4.2008)

24.3.08

ΑΣΠΡΟ ΨΩΜΙ ΚΑΙ ΜΕΛΙ

Ο Άκης Δήμου και η Πέμη Ζούνη πρωτοσυναντήθηκαν το 2002, όταν εκείνη έπαιξε την ηρωίδα του μονολόγου του «Αιώνες μακριά απ' την Αλάσκα», σκηνοθετημένη από τον Σταμάτη Φασουλή, στο πλαίσιο των μονολόγων της Πολιτιστικής Ολυμπιάδας· η παράσταση, αναθεωρημένη, περιόδευσε πρόπερσι σε πολλές ελληνικές πόλεις. Το 2004 βρεθήκαν ξανά, με αφορμή τη «Μαργαρίτα Γκωτιέ», που ο Δήμου έγραψε ειδικά για τη Ζούνη, μεταγράφοντας για το θέατρο το μυθιστόρημα του Αλέξανδρου Δουμά.

Το βράδυ της 31ης Μαρτίου 2008, ώρα 9, στο «Underground Εντευκτήριο» (Δεσπεραί 9, Θεσσαλονίκη, περιοχή Δεθ), θα προσπαθήσουν να ανιχνεύσουν τον χώρο όπου συναντιούνται το θέατρο με τη ζωή.
Με αφορμή το άπαιχτο θεατρικό έργο του Δήμου «Άσπρο ψωμί και μέλι», που φέρνει στη σκηνή δυο αγαπημένα, εμβληματικά φαντάσματα του θεάτρου, τον Άντον Πάβλοβιτς Τσέχωφ και την ηρωίδα του «Βυσσινόκηπου» Αγάπη Αντρέεβνα Ρανιέφσκαγια, θα διασταυρώσουν λόγια και βλέμματα, διαδίδοντας όσα μυστικά αντέχουν. Δεν ξέρουν αν θα τα καταφέρουν. Αλλά ακόμη κι αν αποτύχουν, η αποτυχία τους θα είναι... σε κοινή θέα.

Την εκδήλωση οργανώνει το περιοδικό «Εντευκτήριο», σε συνεργασία με το Α Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Θεσσαλονίκης.
Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη.

15.3.08

Ποιήματα που αγαπάμε

Αυτοσχέδιες αναγνώσεις και μελοποιημένη ποίηση
στην καθιερωμένη ετήσια εκδήλωση που οργανώνει
το περιοδικό «Εντευκτήριο», σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου και το
Κέντρο Πολιτισμού της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης



«Ελάτε να διαβάσετε το ποίημα που αγαπάτε. Όχι πλέον μόνο θεατές, αλλά
συμμέτοχοι!» Με αυτό το σύνθημα, το Εθνικό Κέντρο Βιβλίου, το περιοδικό
«Εντευκτήριο» και το Κέντρο Πολιτισμού της Νομαρχίας Θεσσαλονίκης καλούν
τους φίλους της ποίησης, είτε γράφουν οι ίδιοι είτε όχι, να διαβάσουν το
ποίημα που αγαπούν, δικό τους ή ξένο, ελληνικό ή μεταφρασμένο. Η συμμετοχή
κάθε ενδιαφερόμενου είναι όχι μόνο ελεύθερη αλλά και καλοδεχούμενη, με σκοπό
να προκύψει μια ελεύθερη και αυτοσχέδια αναγνωστική σκυταλοδρομία με κάθε
λογής και προέλευσης ποιητικές φωνές αλλά και αναγνωστικές προσεγγίσεις.
Όσοι δεν προσέλθουν στη βραδιά με προεπιλεγμένα ποιήματα, θα μπορούν να
διαλέξουν επιτόπου ένα από τα ποιήματα που έχουν ανθολογήσει συνεργάτες του
«Εντευκτηρίου».
Η εκδήλωση θα πραγματοποιηθεί την Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης, 21 Μαρτίου 2008,
ώρα 9 μ.μ., στο «Underground Εντευκτήριο», Δεσπεραί 9, Θεσσαλονίκη.
Μελοποιημένη ποίηση θα παρουσιάσουν η Ελληνίδα τραγουδίστρια Μαρία Ζότελε,
που ζει μονίμως στη Στοκχόλμη, και οι μουσικοί Κωνσταντίνος Μπιζόπουλος
(κιθάρα) και Ρόμπερτ Φελς (Σουηδός που ζει στη Θεσσαλονίκη, μπουζούκι).
Η είσοδος είναι ελεύθερη.

14.2.08

Μη χάσετε το νέο «Εντευκτήριο»

Η Ρουάντα των βιασμών και του AIDS, ξένη
και ελληνική ποίηση και πεζογραφία,
σχέδια του Πικάσο στο νέο «Εντευκτήριο»



Δύο άγνωστα ποιήματα του Σκωτσέζου Χιου ΜακΝτιάρμιντ (1892-1978) που αναφέρονται στη Θεσσαλονίκη μεταφράζει ο Σάκης Σερέφας στο νέο τεύχος του περιοδικού «Εντευκτήριο» (Νο 79, Δεκέμβριος 2007) που μόλις κυκλοφόρησε. Εμπνευσμένα από το διάστημα που ο ΜακΝτιάρμιντ υπηρέτησε (και) στη Θεσσαλονίκη ως λοχίας του βρετανικού Royal Army Medical Corps (1915-1919), τα ποιήματα μιλούν για τη σαγηνευτική εξ αποστάσεως όψη της Θεσσαλονίκης σε αντίθεση με τη θανατερή πραγματικότητα του πολέμου, τη σύφιλη, τη δυσεντερία και την ελονοσία που μάστιζαν τους ξένους στρατιώτες. Τα ποιήματα συνοδεύονται από χρήσιμα ερμηνευτικά-πραγματολογικά σχόλια και εκτενές βιογραφικό του ποιητή.

Στο ίδιο τεύχος, ο Θωμάς Κοροβίνης μεταφράζει δώδεκα ποιήματα του αυλικού ποιητή της οθωμανικής αυτοκρατορίας Νεντίμ (1680-1730), πού ήταν ο σημαντικότερος δημιουργός της λεγόμενης «εποχής της τουλίπας ή των λαλέδων» (1718-1730), όταν το σαράι και η άρχουσα τάξη της εποχής ζούσαν αμέριμνα μέσα σε διαρκή κραιπάλη και ερωτικά όργια. Τα ποιήματα του Νεντίμ υμνούν τις απολαύσεις της ζωής αλλά και τις φυσικές ομορφιές της Κωνσταντινούπολης.
Να δύο ποιήματα του Νεντίμ, στη μετάφραση του Θωμά Κοροβίνη:

TO TPAΓOYΔI THΣ ΣTAMΠOYΛ
[απόσπασμα]

Μια πέτρα της Σταμπούλ, της ασύγκριτης και ανεκτίμητης πόλης, αξίζει όσο ολόκληρη η Περσία.
Αυτό το τέλειο κόσμημα ανάμεσα σε δυο θάλασσες είναι άξιο να συγκριθεί μονάχα με τον ήλιο που φωτίζει αυτόν τον κόσμο.
Άραγε ο Παράδεισος είναι πιο ψηλά ή πιο χαμηλά από δω;
Στ’ αλήθεια ο παράδεισος είναι εδώ. Τι νερό και τι αγέρας είναι αυτός;
Κάθε κήπος της είναι μια πανδαισία ομορφιάς, κάθε γωνιά της μια σπατάλη ευτυχίας και τέρψης.
Είναι αμαρτία να την συγκρίνεις με τον κόσμο. Κι είναι λάθος να παρομοιάζεις τον παράδεισο με τους τριανταφυλλώνες της.
Εδώ ο καθένας χορταίνει τους λογής πόθους του.
Γι’ αυτό οι τεκέδες της1 είναι για όλους καταφύγιο.
Στις αγορές της πουλιέται το «ύφασμα της γνώσης».
Είναι πηγή των σοφών και παζάρι κάθε τέχνης.
Κάθε τζαμί της είναι ιερό σαν το όρος που φανερώθηκε ο Θεός.
Και το ιερό του βήμα μοιάζει με φρύδι αγγέλου.


[ΜΕ ΤΙΣ ΠΑΛΙΕΣ ΑΓΑΠΕΣ]

Με τις παλιές αγάπες ας τα ξαναφτιάξουμε,
Έλα να το γιορτάσουμε οι δυό μας, φεγγαράκι,
Να σε ποτίσω με κρασί, να σε μεθύσω.

Με κομμάτιασαν τα χαντζάρια αυτά, τα φρύδια σου,
Μάτωσες, φεγγαράκι, την καρδιά μου,
Τα μάτια μου από έρωτα μεθύσαν

Έκλαψε για τον χωρισμό η φτωχή καρδιά,
θρήνησε για το φάντασμά σου. Τόσο,
το κέφι μου μια μέρα ας γινόταν.

Ποθεί η καρδιά το σμίξιμο μαζί σου.
Η πεθυμιά σου ύπνο δεν μου φέρνει,
Θυσία θα γίνω, φεγγαράκι μου, για σένα.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ / ΠΟΙΗΣΗ Εκλεκτές όμως είναι και οι σελίδες ελληνικής και ξένης πεζογραφία και ποίησης που συγκροτούν τον “κορμό” του τεύχους. Τα πεζά υπογράφουν οι: Στρατής Χαβιαράς, Γιώργος Σκαμπαρδώνης, Σπύρος Καρυδάκης, Τατιάνα Αβέρωφ, Λεωνίδας Προυσαλίδης (θεατρικός μονόλογος), Γιώργος Βέλτσος, Λίλυ Εξαρχοπούλου, Ζακ Τουρνιέ (μετ. Φοίβου Πιομπίνου), ενώ τα ποιήματα οι: Δημήτρης Καλοκύρης, Αργύρης Χιόνης (δημοσιεύεται και άρθρο του Σταύρου Ζαφειρίου για το σύνολο του ποιητικού του έργου), Φρανσές Παρσερίσας (μετ. Μαρίας Λαϊνά), Π. Σωτηρίου, Θεόδωρος Ρακόπουλος, Σπύρος Κατσίμης, Γιώργος Θεοχάρης, Μαρία Καρδάτου, Αντώνης Ρίζος, Τσέζαρε Παβέζε (μετ. Ελένης Κοσμά), Τριστάν Κορμπιέρ (μετ. Στέργιου Μήτα), Γιώργος Αλισάνογλου, Νίκος Λευκαδίτης, Πετούνια Εξακουστού, Ιωσήφ ντε Τσάβες.


ΔΟΚΙΜΑ ΓΙΑ ΜΕΝΗ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑ, ΦΙΛΙΠ ΛΑΡΚΙΝ, ΜΑΤΣΗ ΧΑΤΖΗΛΑΖΑΡΟΥ Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα δοκίμια του τεύχους. Η Τζένη Μαστοράκη δημοσιεύει μια ανοιχτή επιστολή στον Μένη Κουμανταρέα, μέ αφορμή τη συμπλήρωση 30 χρόνων από την πρώτη έκδοση του βιβλίου του Τα μηχανάκια· ο Διονύσης Καψάλης γράφει για τα επίσης 30χρονα από τη δημοσίευση ενός από τα σημαντικότερα ποιήματα της αγγλικής γλώσσας, του φημισμένου πλέον «Aubade» του Φίλιπ Λάρκιν (1922-1985)· και η Μαρία Φραγκούλη θυμίζει τη φλεγόμενη ερωτική ποίηση της Μάτσης Χατζηλαζάρου (1914-1987).

Η ΦΡΙΚΗ ΤΗΣ ΡΟΥΑΝΤΑ Αξίζει, τέλος, ιδιαίτερης προσοχής το συγκλονιστικό οδοιπορικό της πεζογράφου Σοφίας Νικολαΐδου στη Ρουάντα, μετά από πρόσκληση της βελγικής αποστολής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα.

Στα κέντρα υγείας της αφρικανικής αυτής χώρας μπορεί να κάνει κανείς τον απολογισμό των μακροχρόνιων συνεπειών της γενοκτονίας που διαπράχθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’90, όταν δολοφονήθηκαν πάνω από 500.000 άνθρωποι (μερικοί διπλασιάζουν αυτόν τον αριθμό), βιάστηκαν 250.000 – 500.000 γυναίκες, κορίτσια, παιδιά και νήπια, ενώ το 69% των βιασμένων γυναικών προσβλήθηκε από τον ιό του AIDS.

ΒΙΒΛΙΟΚΡΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ Πολυσέλιδη είναι και στο τεύχος αυτό η ενότητα των βιβλιοκρισιών και παρουσιάσεων, όπου οι Βασίλης Χατζηβασιλείου, Τιτίκα Δημητρούλια, Μισέλ Φάις, Μαρία Στασινοπούλου, Λίνα Πανταλέων, Γιάννης Κοντός, Παντελής Απέργης και Δήμητρα Μήττα γράφουν για βιβλία των Μιχάλη Γκανά, Αργύρη Χιόνη, Κυριάκου Συφιλτζόγλου και Αργύρη Παλούκα, Νίκης Χατζηδημητρίου, Κώστα Ακρίβου, Θανάση Θ. Νιάρχου, Μαρίας Κέντρου-Αγαθοπούλου και Γ. Μ. Σηφάκη. Ακόμη, γράφουν: η Βάνα Χαραλαμπίδου για τη σύγχρονη αιγυπτιακή πεζογραφία σε ελληνική μετάφραση, η 14χρονη Ιωάννα Μπαρτσίδη για το φαινόμενο Χάρι Πότερ (από εφηβική ματιά), ο Δημήτρης Κόκκορης για βιβλία των Δημήτρη Μίγγα, Θεόδωρου Γρηγοριάδη, Αλεξάνδρας Σαμουήλ και Κώστα Γιαννόπουλου, ο Βασίλης Τομανάς για τον Κορνήλιο Καστοριάδη, ο Κώστας Θεολόγου για το Μόμπι Ντικ του Μέλβιλ· τέλος, στη στήλη «Βιβλία στο κομοδίνο» ο Γιώργος Κορδομενίδης ρίχνει λοξές ματιές σε πρόσφατες εκδόσεις.

ΣΧΕΔΙΑ ΠΑΜΠΛΟ ΠΙΚΑΣΟ Την ενότητα της λογοτεχνίας κοσμούν σχέδια του Πάμπλο Πικάσο, από τη φημισμένη Suite 347, που εκτίθεται μέχρι τις 16.4.2008 στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών του ΑΠΘ· για τη σειρά αυτή σχεδίων του Πικάσο γράφει στο τεύχος ο Παναγιώτης Μπίκας.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΕΡΙΚ ΕΜΟ Στην Camera Obscura, το ένθετο του «Εντευκτηρίου» για τη δημιουργική φωτογραφία, που επιμελείται ο Άρις Γεωργίου (χορηγός της παραγωγής του η Vivartia ΑΕ), παρουσιάζεται το πορτφόλιο του Ερίκ Εμό «Σαραμπάντα», το οποίο σχολιάζει ο Γιοακίμ Μπουφλέ, παρατηρώντας μεταξύ άλλων: « Από εικόνα σε εικόνα, ο Ερίκ Εμό μάς παρασύρει σε ένα παιγνιώδες γαϊτανάκι που, αν το κοιτάξουμε προσεκτικότερα, μάλλον μοιάζει με μακάβριο χορό.
[...] Oρισμένες μορφές απεικόνισης κλείνουν ωστόσο το μάτι προς τη ζωή, τον πλούτο της, την ευθυμία της, κάποτε μάλιστα και τον αισθησιασμό της, όντας ισάριθμες σκωπτικές γκριμάτσες προς τον θάνατο. Πρισματικοί κατοπτρισμοί των αγωνιών ή των πόθων μας, παραμορφωτικά ―και όχι απαραιτήτως― κάτοπτρα, μας παραπέμπουν στον εαυτό μας και στον άλλον, σε μια συνένοχη κατάφαση στο μη λεκτόν.»


Γραφείτε σήμερα συνδρομητές στο «Εντευκτήριο» ή/και (αν εσείς είστε ήδη συνδρομητής) χαρίστε συνδρομές σε αγαπημένα σας πρόσωπα

Τα τέσσερα τεύχη ενός χρόνου κοστίζουν τουλάχιστον 40 ευρώ – Ως συνδρομητές, τα έχετε κάθε τρεις μήνες στο σπίτι σας μόνο με 28 ευρώ ετησίως. Επίσης, μπορείτε να έχετε σημαντικές εκπτώσεις στα βιβλία και τα cd των Εκδόσεων Εντευκτηρίου.